Της Ελίζας Παπαδάκη, ΝΕΑ, 29.12.10
Τι φέρνει στον κόσµο, στην Ευρώπη, στην Ελλάδα, το 2011; Λόγους για να ανησυχούµε συναντάµε άφθονους στο διεθνή Τύπο. Μια πρώτη αφορµή είναι οι τιµές: ξεπέρασε πάλι τα 90 δολάρια το βαρέλι πετρέλαιο, στα ύψη το βαµβάκι, το στάρι, το καλαµπόκι, βασικές πρώτες ύλες ανατιµήθηκαν κάπου 25% µέσα στο τελευταίο εξάµηνο, διαπίστωνε προχθές ο γνωστός οικονοµολόγος Πολ Κρούγκµαν από τη στήλη του στους New York Times. Τη µεγάλη αυτή άνοδο αποδίδει αισιόδοξα στην ισχυρή ανάκαµψη των αναπτυσσόµενων χωρών, θέλοντας να αντικρούσει τους συντηρητικούς οµολόγους του που ψέγουν την οικονοµική πολιτική των ΗΠΑ ότι προκαλεί πληθωρισµό. Εφόσον οι έντονα αναπτυσσόµενες χώρες αυξάνουν τη ζήτησή τους για πόρους πεπερασµένους, επόµενο είναι να ανεβαίνουν οι τιµές, εξηγεί ο Κρούγκµαν, χωρίς να αποκλείει πάντως τον ρόλο που παίζουν οι κερδοσκόποι στα χρηµατιστήρια των πρώτων υλών. Και ενώ δεν αµφισβητεί την ανάγκη προσαρµογής του τρόπου ζωής µας σε έναν κόσµο όπου οι πρώτες ύλες θα ακριβαίνουν, την αφήνει για αργότερα, για «το µέλλον».
Από πολύ διαφορετική σκοπιά αναφέρεται όµως στο ίδιο φαινόµενο ο λιγότερο γνωστός καθηγητής Γιόαχιµ φον Μπράουν, ο οποίος διδάσκει οικονοµικές και τεχνολογικές αλλαγές στο Πανεπιστήµιο της Βόννης, διευθύνοντας εκεί το ινστιτούτο αναπτυξιακής έρευνας. ∆εν έρχεται παγκόσµια διατροφική κρίση, διότι είναι ήδη εδώ: ο αριθµός των ανθρώπων που πεινούν αυξήθηκε από 790 σε 925 εκατοµµύρια µέσα στα τελευταία 15 χρόνια, σε 2 δισεκατοµµύρια υπολογίζονται όσοι τρέφονται άσχηµα, µε ελλείψεις σε βιταµίνες και ιχνοστοιχεία, έγραφε στη Zeit. Από το 2003 οι τιµές των τροφίµων συνεχώς αυξάνονται – µε εξαίρεση το 2009, τη χρονιά µετά την τελευταία εκρηκτική τους άνοδο. Αλλά το 2011 προβλέπεται πιο επικίνδυνο για τους φτωχούς του κόσµου: το Παγκόσµιο Συµβούλιο ∆ηµητριακών εκτιµά ότι τα αποθέµατα θα είναι 15% χαµηλότερα από φέτος. Συνέβαλαν οι δυσµενείς καιρικές συνθήκες σε διάφορες περιοχές αλλά και οικονοµικοπολιτικές επιλογές, όπως η καλλιέργεια καλαµποκιού για καύσιµο. Μαζί µε τα τρόφιµα ανεβαίνουν άλλωστε και οι τιµές της γης και του νερού. Απαιτούνται παρεµβάσεις για να αντιµετωπιστεί η ανεπάρκεια των τροφίµων σε παγκόσµιο επίπεδο, καταλήγει ο φον Μπράουν: στήριξη των 500 εκατοµµυρίων µικροκαλλιεργητών µε πιστώσεις, υποδοµές, τεχνολογία και επενδύσεις, άνοιγµα του εµπορίου, ρύθµιση των αγορών για να τεθούν φραγµοί στην κερδοσκοπία.
Αυτούς τους φτωχούς που απειλεί περισσότερο η ανατίµηση των τροφίµων τους βλέπουµε (από τις τηλεοράσεις µας) στην Αφρική προπάντων, σε περιοχές της Ασίας και της Λατινικής Αµερικής· κατοικούν όµως και στις εύπορες χώρες, στις ΗΠΑ, στην Ευρώπη, δίπλα µας. Η έκρηξη τιµών του 2008, πριν µπει η Ελλάδα στην κρίση, όταν ακόµα µισθοί και συντάξεις αυξάνονταν και η ανεργία στις στατιστικές υποχωρούσε, είχε υπολογιστεί ότι συµπίεζε τα εισοδήµατα των φτωχότερων που ξοδεύουν αναλογικά περισσότερα για τη διατροφή τους. Εφόσον επαναλαµβάνεται πλήττει τώρα εισοδήµατα ήδη περικοµµένα σ’ εµάς, στην Ιρλανδία, στην Πορτογαλία, στην Ισπανία, σε όλη την περιφέρεια της ευρωζώνης που µετά την πιστωτική κρίση δοκιµάζεται από ύφεση και υψηλή ανεργία, καθώς εξαναγκάζεται σε δραστικές δηµοσιονοµικές προσαρµογές. Την κατάσταση συµπυκνώνει ένα ρεπορτάζ από την Ισπανία στη χθεσινή Le Monde, όχι για τη διατροφή, αλλά εξίσου ζωτικής σηµασίας: πλήθος έγγυοι γυναίκες έσπευδαν στα µαιευτήρια αυτές τις µέρες ζητώντας να υποβληθούν σε τοκετό ώστε να προλάβουν το επίδοµα µωρού των 2.500 ευρώ. Η µία στις δύο οµολογεί πως έχει απόλυτη ανάγκη την επιταγή, καθώς ο άνδρας της είναι άνεργος, έλεγε γιατρός στη δηµοσιογράφο. Το επίδοµα, που είχε θεσπιστεί τον Ιούλιο του 2007 και επικρινόταν µάλιστα ως ανεπαρκές, καταργείται από την 1η Ιανουαρίου στα πλαίσια περικοπών των δηµοσίων δαπανών. Για τη στήριξη της οικογένειας η Ισπανία διαθέτει ακόµα λιγότερα και από εµάς, σύµφωνα µε την Eurostat: µόλις το 1,2% του ΑΕΠ της, έναντι 2% στην Ε.Ε. κατά µέσον όρο, ενδεικτικά 1,5% στην Ελλάδα, 2,8% στη Γερµανία, 3,7% στη ∆ανία (στοιχεία 2009).
Μπορεί δραστική µείωση των ελλειµµάτων πράγµατι να επιβάλλεται για να ξεπεραστεί η πιστωτική κρίση, µέχρι στιγµής τουλάχιστον ρεαλιστική εναλλακτική πρόταση δεν έχει ακουστεί – και πιο αλληλέγγυες εισηγήσεις, για τα ευρωοµόλογα π.χ., την προϋποθέτουν. Πρέπει όµως να υπακούει σε αυστηρή ιεράρχηση αναγκών, ώστε να µην πλήττονται όσοι λιγότερο µπορούν να το αντέξουν. Σε άλλα επίπεδα, µακριά από τους πιο αδύναµους, κινούνται ώς τώρα οι αντιπαραθέσεις µας (φωτεινή εξαίρεση από τη συζήτηση του νέου προϋπολογισµού, η διάσωση του προγράµµατος Βοήθεια στο Σπίτι για τους ηλικιωµένους – εφόσον υλοποιηθεί). Αν συνεχίσουµε έτσι, δύσκολα θα βγάλουµε πέρα το επικίνδυνο 2011.
Από πολύ διαφορετική σκοπιά αναφέρεται όµως στο ίδιο φαινόµενο ο λιγότερο γνωστός καθηγητής Γιόαχιµ φον Μπράουν, ο οποίος διδάσκει οικονοµικές και τεχνολογικές αλλαγές στο Πανεπιστήµιο της Βόννης, διευθύνοντας εκεί το ινστιτούτο αναπτυξιακής έρευνας. ∆εν έρχεται παγκόσµια διατροφική κρίση, διότι είναι ήδη εδώ: ο αριθµός των ανθρώπων που πεινούν αυξήθηκε από 790 σε 925 εκατοµµύρια µέσα στα τελευταία 15 χρόνια, σε 2 δισεκατοµµύρια υπολογίζονται όσοι τρέφονται άσχηµα, µε ελλείψεις σε βιταµίνες και ιχνοστοιχεία, έγραφε στη Zeit. Από το 2003 οι τιµές των τροφίµων συνεχώς αυξάνονται – µε εξαίρεση το 2009, τη χρονιά µετά την τελευταία εκρηκτική τους άνοδο. Αλλά το 2011 προβλέπεται πιο επικίνδυνο για τους φτωχούς του κόσµου: το Παγκόσµιο Συµβούλιο ∆ηµητριακών εκτιµά ότι τα αποθέµατα θα είναι 15% χαµηλότερα από φέτος. Συνέβαλαν οι δυσµενείς καιρικές συνθήκες σε διάφορες περιοχές αλλά και οικονοµικοπολιτικές επιλογές, όπως η καλλιέργεια καλαµποκιού για καύσιµο. Μαζί µε τα τρόφιµα ανεβαίνουν άλλωστε και οι τιµές της γης και του νερού. Απαιτούνται παρεµβάσεις για να αντιµετωπιστεί η ανεπάρκεια των τροφίµων σε παγκόσµιο επίπεδο, καταλήγει ο φον Μπράουν: στήριξη των 500 εκατοµµυρίων µικροκαλλιεργητών µε πιστώσεις, υποδοµές, τεχνολογία και επενδύσεις, άνοιγµα του εµπορίου, ρύθµιση των αγορών για να τεθούν φραγµοί στην κερδοσκοπία.
Αυτούς τους φτωχούς που απειλεί περισσότερο η ανατίµηση των τροφίµων τους βλέπουµε (από τις τηλεοράσεις µας) στην Αφρική προπάντων, σε περιοχές της Ασίας και της Λατινικής Αµερικής· κατοικούν όµως και στις εύπορες χώρες, στις ΗΠΑ, στην Ευρώπη, δίπλα µας. Η έκρηξη τιµών του 2008, πριν µπει η Ελλάδα στην κρίση, όταν ακόµα µισθοί και συντάξεις αυξάνονταν και η ανεργία στις στατιστικές υποχωρούσε, είχε υπολογιστεί ότι συµπίεζε τα εισοδήµατα των φτωχότερων που ξοδεύουν αναλογικά περισσότερα για τη διατροφή τους. Εφόσον επαναλαµβάνεται πλήττει τώρα εισοδήµατα ήδη περικοµµένα σ’ εµάς, στην Ιρλανδία, στην Πορτογαλία, στην Ισπανία, σε όλη την περιφέρεια της ευρωζώνης που µετά την πιστωτική κρίση δοκιµάζεται από ύφεση και υψηλή ανεργία, καθώς εξαναγκάζεται σε δραστικές δηµοσιονοµικές προσαρµογές. Την κατάσταση συµπυκνώνει ένα ρεπορτάζ από την Ισπανία στη χθεσινή Le Monde, όχι για τη διατροφή, αλλά εξίσου ζωτικής σηµασίας: πλήθος έγγυοι γυναίκες έσπευδαν στα µαιευτήρια αυτές τις µέρες ζητώντας να υποβληθούν σε τοκετό ώστε να προλάβουν το επίδοµα µωρού των 2.500 ευρώ. Η µία στις δύο οµολογεί πως έχει απόλυτη ανάγκη την επιταγή, καθώς ο άνδρας της είναι άνεργος, έλεγε γιατρός στη δηµοσιογράφο. Το επίδοµα, που είχε θεσπιστεί τον Ιούλιο του 2007 και επικρινόταν µάλιστα ως ανεπαρκές, καταργείται από την 1η Ιανουαρίου στα πλαίσια περικοπών των δηµοσίων δαπανών. Για τη στήριξη της οικογένειας η Ισπανία διαθέτει ακόµα λιγότερα και από εµάς, σύµφωνα µε την Eurostat: µόλις το 1,2% του ΑΕΠ της, έναντι 2% στην Ε.Ε. κατά µέσον όρο, ενδεικτικά 1,5% στην Ελλάδα, 2,8% στη Γερµανία, 3,7% στη ∆ανία (στοιχεία 2009).
Μπορεί δραστική µείωση των ελλειµµάτων πράγµατι να επιβάλλεται για να ξεπεραστεί η πιστωτική κρίση, µέχρι στιγµής τουλάχιστον ρεαλιστική εναλλακτική πρόταση δεν έχει ακουστεί – και πιο αλληλέγγυες εισηγήσεις, για τα ευρωοµόλογα π.χ., την προϋποθέτουν. Πρέπει όµως να υπακούει σε αυστηρή ιεράρχηση αναγκών, ώστε να µην πλήττονται όσοι λιγότερο µπορούν να το αντέξουν. Σε άλλα επίπεδα, µακριά από τους πιο αδύναµους, κινούνται ώς τώρα οι αντιπαραθέσεις µας (φωτεινή εξαίρεση από τη συζήτηση του νέου προϋπολογισµού, η διάσωση του προγράµµατος Βοήθεια στο Σπίτι για τους ηλικιωµένους – εφόσον υλοποιηθεί). Αν συνεχίσουµε έτσι, δύσκολα θα βγάλουµε πέρα το επικίνδυνο 2011.
Από τό 2003 όι τιμές
των τροφίµων συνεχώς αυξάνονται – µε εξαίρεση το 2009. Αλλά το 2011 προβλέπεται πιο επικίνδυνο για τους φτωχούς του κόσµου: το Παγκόσµιο Συµβούλιο Δηµητριακών εκτιµά ότι τα αποθέµατα θα είναι 15% χαµηλότερα από φέτος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου