Ομιλία του προέδρου της Δημοκρατικής Αριστεράς, Φώτη Κουβέλη, κατά τη διάρκεια της συζήτησης για την κύρωση του προϋπολογισμού:
«Ο Προϋπολογισμός που συζητάμε έχει μια αναφορά και επαφή, όσο και μία δέσμευση από το Μνημόνιο και το αναθεωρημένο Μνημόνιο. Κύριοι συνάδελφοι δέχεστε να αναθεωρείτε το Μνημόνιο κατά τη βούληση του εκάστοτε Υπουργού Οικονομικών; Δέχεστε ο Υπουργός Οικονομικών να αναθεωρεί το Μνημόνιο με μία εξουσιοδότηση, που γνωρίζετε με ποιο τρόπο υπήρξε, να δεσμεύει προς κάθε κατεύθυνση τον τόπο και την ελληνική οικονομία; Νομίζω ότι κανείς βουλευτής δεν πρέπει να δεχτεί ότι είναι δυνατόν, και ιδιαίτερα σε τόσο κρίσιμα ζητήματα, να υποκαθίσταται η βουλή από τη βούληση του Υπουργού Οικονομικών .Είναι απαράδεκτο και οφείλει η κυβέρνηση να αποσύρει τη συγκεκριμένη ρύθμιση, ώστε κάθε φορά να αποφασίζει η Βουλή, εκείνα που κατά την κρίση της εξυπηρετούν και διευκολύνουν το συμφέρον της χώρας.
Μια ακόμη επισήμανση. Άκουσα τον εκπρόσωπο της ΝΔ να αναφέρεται στην ανάγκη αναθεώρησης του συντάγματος. Σας ρωτώ η κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα η χώρα είναι θεσμικό πρόβλημα; Προφανώς όχι. Είναι πολιτικό πρόβλημα. Η αναθεώρηση του συντάγματος είναι εκείνη η οποία θα λύσει, τα ζητήματα τα οποία προσδιορίζουν την πολιτική ουσία της πορείας του τόπου, μια πορεία που έχει συναντηθεί με τα αδιέξοδα;
Επειδή το παράδειγμα μπορεί να διευκολύνει, σας ρωτώ. Το Σύνταγμα δεν μιλά για προστασία της εργασίας; Έρχεται, όμως, η κυβέρνηση και αποσαρθρώνει τα εργασιακά δικαιώματα και χτυπάει στην καρδιά τα συλλογικά εργασιακά δικαιώματα. Το Σύνταγμα δεν ομιλεί για τη μη χειροτέρευση της θέσης του πολίτη;
Κι όμως μια σειρά από ρυθμίσεις οπισθοδρομούν ρυθμίσεις που είχαν κατακτήσει οι εργαζόμενοι με τους αγώνες τους και η λειτουργία της πολιτικής είχε φτάσει στο σημείο να ικανοποιήσει μερικά από τα πολλά αιτήματα που αφορούν στις ατομικές ελευθερίες και στα κοινωνικά δικαιώματα.
Οφείλουμε να φυλαχτούμε από μια αναθεώρηση που θα θέλει να προσαρμόσει στο αναθεωρημένο Σύνταγμα πολιτικές που έχουν σχέση με τη συνταγματοποίηση μιας πολιτικής που κατέγραψε τα όριά της και είναι η μεγάλη υπεύθυνη για την οικονομική κρίση.
Παρόμοια προσπάθεια έγινε και στο επίπεδο της Συνθήκης της Λισσαβόνας για να αποτραπεί την τελευταία στιγμή, όπου η Συνθήκη της Λισσαβόνας ήθελε να συνταγματοποιήσει το νεοφιλελευθερισμό και να τον καταστήσει διάταξη της συνταγματικής Ευρωπαϊκής Συνθήκης.
Το πρόβλημα της χώρας είναι και θεσμικό, αλλά εξαρτάται ποιοι θεσμοί θα προωθηθούν. Εξαρτάται αν οι θεσμοί θα μετακινούν την πολιτική ζωή σε ένα επίπεδο μεγαλύτερης και ουσιαστικότερης δημοκρατίας και δεν θα τροφοδοτούν το συγκεντρωτισμό της εκάστοτε εκτελεστικής εξουσίας που έχει οδηγήσει σε ασφυξία τη Βουλή.
Έχουμε μια κατακόρυφη πρώτη της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Κάποιοι απολογητές του συστήματος διαπλοκής και διαφθοράς θα σπεύσουν πρόθυμα να ενοχοποιήσουν τους δήθεν-έτσι τους αποκαλούν-«τεμπέληδες εργαζόμενους» και τα υψηλά μεροκάματά τους, τα οποία θέλουν να περικόψουν και περικόπτονται. Δεν υπάρχει αναληθέστερο από αυτό.
Οι παράγοντες αυτοί εξηγούν μόνο το 4% του ελλείμματος της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
Η κρατική γραφειοκρατία και η διαφθορά ευθύνονται για το 41,2% του ελλείμματος ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
Είναι προφανές ότι χωρίς τη ριζική ανατροπή του συστήματος διαπλοκής, δεν πρόκειται να υπάρξει το επιθυμητό αποτέλεσμα, την ίδια στιγμή που με σαφήνεια περικόπτονται οι αποδοχές και απομειώνεται η αμοιβή της μισθωτής εργασίας.
Όταν η ανεργία καλπάζει και το 15% των ανέργων από την νέα χρονιά θα αποτελεί το όριο, όταν τα εισοδήματα των μισθωτών υφίστανται τις δραματικές συμπιέσεις, όταν πάνω από το 25% των πολιτών ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας, τότε η στοιχειώδης μέριμνα δεν μπορεί να είναι άλλη από την προώθηση συγκεκριμένων ρυθμίσεων πρωταρχικής προστασίας για τους εργαζόμενους.
Το τακτικό επίδομα ανεργίας διαρκεί μόνο 12 μήνες. Λειτουργεί περισσότερο ως επιδότηση των εργοδοτών σε κλάδους με εποχικότητα, που απολύουν τους υπαλλήλους τους στο τέλος της σεζόν και τους επαναπροσλαμβάνουν στην αρχή της επόμενης.
Αντίθετα, για τους μακροχρόνια ανέργους υπάρχει μόνο ένα επίδομα 200 ευρώ για άλλους 12 μήνες, που χορηγείται με εξαιρετικά αυστηρά κριτήρια και εισπράττεται, με βάση τα στοιχεία του 2008, από 733 άτομα, δηλαδή από το 0, 5% των μακροχρόνια ανέργων.
Όταν η παραοικονομία κατέχει το 30% και η διαφθορά καλά κρατεί με το 10% έως 12%, τότε δικαιούται ο κάθε πολίτης να διαμαρτύρεται, πολύ δε περισσότερο όταν εξακολουθεί το πελατειακό κράτος να κυριαρχεί, να υπάρχει υστέρηση εσόδων και να σαρώνει η φοροδιαφυγή. Καλείται να πληρώσει σχεδόν αποκλειστικά ο οικονομικά ανίσχυρος.
Δεν είναι δυνατόν με αυτή τη λογική του κρατικού προϋπολογισμού, να συμφωνήσει ο οποιοδήποτε.
Για όλους αυτούς τους λόγους, καταψηφίζουμε τον προϋπολογισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου