Της Μαρίας Ρεπούση, 4.5.11
Πολλοί της γενιάς μας θυμούνται τα πρότυπα σχολεία. Έστεκαν επάξια πλάι στα καλά ιδιωτικά σχολεία, είχαν μεγάλο ποσοστό επιτυχίας στις εισαγωγικές εξετάσεις για το πανεπιστήμιο και πολλοί από τους μαθητές και τις μαθήτριες που φοίτησαν σ’ αυτά τα σχολεία συναντήθηκαν αργότερα στην πολιτική, στις επιστήμες και στις τέχνες. Τα πρότυπα σχολεία ήταν πολύ καλά δημόσια σχολεία. Οι λόγοι της επιτυχίας τους ήταν σίγουρα πολλοί και όπως πολλά πράγματα σ’ αυτή τη ζωή σύνθετοι. Αν τους ιεραρχούσαμε, πιθανότατα να μην βάζαμε στην πρώτη θέση τις εξετάσεις που έδιναν τα παιδιά για να γίνουν δεκτά στο πρότυπο σχολείο. Στα σχολεία αυτά υπήρχε μια σχολική κουλτούρα που δεν ήταν σίγουρα δημοσιοϋπαλληλική. Οι καθηγητές και οι καθηγήτριες των σχολείων αυτών δεν ήταν μόνον ότι ήξεραν γράμματα και πίστευαν ότι όφειλαν να τα μάθουν και στους μαθητές τους αλλά ότι έμπαιναν σε ένα περιβάλλον που απαιτούσε να γίνουν καλύτεροι απ΄ ότι ήταν και όχι χειρότεροι.
Το ίδιο συνέβαινε και με τους μαθητές και τις μαθήτριες. Ακόμα και με τους γονείς. Το πρότυπο σχολείο πριν την κατάργησή του, το 1985, ανέβαζε τον πήχη για όλους. Αυτή ήταν η κουλτούρα του, εδραιωμένη στα παρελθόν του, αποτυπωμένη στα κτήρια που το στέγαζαν, στις βιβλιοθήκες του, στη συνολική αισθητική του, στους συλλόγους των αποφοίτων του. Και αυτό ήταν το ατού του. Ήταν λάθος η κατάργησή του μέσω της μετατροπής του σε πειραματικό; Εκ των υστέρων αποδείχθηκε λάθος. Καταρχήν δεν έγινε πειραματικό. Κατά δεύτερον στέρησε τη δημόσια εκπαίδευση από την καλή εκδοχή της και εδραίωσε το διαχωρισμό ανάμεσα στην κακή δημόσια εκπαίδευση και στην καλή ιδιωτική εκπαίδευση. Καταργήσαμε ένα καλό σχολείο όπως ήταν το πρότυπο χωρίς να δημιουργήσουμε ένα άλλο, το πειραματικό. Παταγώδης αποτυχία με άλλα λόγια. Για να είμαστε όμως ειλικρινείς και δίκαιοι με το νομοθέτη εκείνης της εποχής πρέπει να παραδεχθούμε ότι το πρότυπο σχολείο που έβγαινε από τη δικτατορία για να επιβιώσει στο περιβάλλον της μεταπολίτευσης έπρεπε να μετασχηματιστεί. Δεν μπορούσε να επιβιώσει με τους αυστηρούς κανόνες που τα περισσότερα πρότυπα σχολεία είχαν υιοθετήσει για τη λειτουργία τους. Η εποχή έβραζε και οι μαθητές των πρότυπων ήταν συχνά στην πρωτοπορία των μαθητικών αγώνων. Το πρότυπο σχολείο από το 1974 έως το 1985 σειόταν συθέμελα. Από τη μια η παράδοση και η κουλτούρα του και από την άλλη μια εποχή που ξήλωνε την προηγούμενη. Το πρότυπο σχολείο που θυμούνται νοσταλγικά οι παλαιότεροι απόφοιτοί του, σας βεβαιώνω, δεν υπήρχε το 1985. Στα πανεπιστήμια, το κλίμα ήταν ανάλογο. Η αποχουντοποίηση είχε σαρώσει και η μεταπολίτευση μαζί με τα ξερά έκαιγε και τα χλωρά.
Χρειαζόμαστε σήμερα πρότυπα δημόσια σχολεία; Υπάρχουν σοβαρά επιχειρήματα και στο ναι και στο όχι. Προσωπικά πιστεύω πως τα χρειαζόμαστε. Για πολλούς λόγους. Ο κυριότερος είναι για να αποδείξουμε πώς ένα δημόσιο σχολείο μπορεί να γίνει ένα καλό σχολείο. Πολλά θα μπορούσε κανείς να πει για να γεμίσει την έννοια του καλού σχολείου. Θα έλεγα ότι ένα καλό σχολείο είναι αυτό που επενδύει στη δημιουργικότητα και στην καινοτομία, που υποστηρίζει όχι μόνο το γνωστικό αλλά και το μεταγνωστικό κεφάλαιο των αυριανών πολιτών, που οργανώνεται και λειτουργεί σε μια μεταρρυθμιστική προοπτική, που ευνοεί τη συνεργασία των διδασκόντων, που διασφαλίζει τις ροές ανάμεσα στις διαφορετικές γλώσσες του σχολείου, που εργάζεται εργαστηριακά. Ένα σχολείο που μαθαίνει γράμματα στα παιδιά και ταυτόχρονα τα μαθαίνει να σκέπτονται και να λύνουν ζητήματα. Ένα περιβάλλον στο οποίο τα παιδιά βελτιώνονται συνολικά και γιατί όχι αγαπούν. Θέλουν να πάνε, το υπερασπίζονται. Να αποδείξουμε πως η δημόσια ελληνική εκπαίδευση διαθέτει και αυτή καλά σχολεία, αντίστοιχα άλλων ευρωπαϊκών χωρών και πως δεν είναι αναγκαστική επιλογή το ιδιωτικό σχολείο για τα παιδιά που θέλουν να φοιτήσουν σε ένα καλό σχολείο. Οι λόγοι αυτοί μου φαίνονται αρκετοί για να δημιουργήσει ένα εκπαιδευτικό σύστημα πρότυπα σχολεία, σχολεία που για να κρατήσουν τον τίτλο τους θα πρέπει τα ίδια να βελτιώνονται διαρκώς, ν’ αποδεικνύουν την αριστεία τους, να δικτυώνονται με άλλα, σχολεία αναφοράς για τα υπόλοιπα σχολεία, κέντρα παραγωγής και διάχυσης καλών πρακτικών. Γι ‘αυτό η ευθύνη της πολιτείας είναι μεγάλη. Οφείλει να μην τα κάψει. Και το σχέδιο νόμου που έχει ψηφίσει καταρχήν στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής των Ελλήνων τα καίει. Μαζί τους καίει και τα πειραματικά. Γιατί τα ταυτίζει. Και αυτά τα δυο δεν ταυτίζονται.
Ας θέσουμε όμως και για τα πειραματικά το ερώτημα που θέσαμε και για τα πρότυπα. Χρειαζόμαστε πειραματικά σχολεία; Σχολεία τα οποία να υποδέχονται την καινοτομία, να την εφαρμόζουν πειραματικά, να την δοκιμάζουν, να ελέγχουν τις αντοχές της και τα μετρούν τα αποτελέσματά της; Σχολεία που να συνδέονται προνομιακά με τα πανεπιστήμια και τα ανώτατα τεχνολογικά ιδρύματα και που να λειτουργούν εργαστηριακά για την προετοιμασία των μελλοντικών εκπαιδευτικών; Σχολεία που να λειτουργούν ως χώροι ψυχοπαιδαγωγικών ερευνών; Σχολεία που να πειραματίζονται υπερβαίνοντας τις συμβάσεις των αναλυτικών προγραμμάτων και τον εναγκαλισμό μιας εκπαίδευσης που είναι κεντρικά σχεδιασμένη και πανομοιότυπη για όλα τα σχολεία; Σχολεία εργαστήρια που μελετούν τρόπους για να επιλύσουν για παράδειγμα τη σχολική αποτυχία ή την σχολική περιθωριοποίηση ευάλωτων κοινωνικών ομάδων ή την ισότητα των φύλων ή την πολυπολιτισμική συνύπαρξη ;
Η κυβέρνηση λέει να είναι τα πρότυπα. Πρότυπα με ειδικό μαθητικό πληθυσμό επιλεγμένο μέσα από εξετάσεις, με ειδικό διδακτικό προσωπικό με αυξημένα προσόντα, μεταπτυχιακά και διδακτορικά, διεύθυνση που να ‘φυσάει΄, επιστημονικά συμβούλια, κλπ, σχολεία φτιαγμένα για να γίνουν κυψέλες αριστείας της δημόσιας εκπαίδευσης. Αυτά τα σχολεία ενέχουν τον πειραματισμό καθώς η αριστεία δεν νοείται χωρίς πειραματισμό. Αλλά δεν μπορούν να είναι τα πειραματικά σχολεία. Δεν μπορείς για παράδειγμα να δοκιμάζεις την ηλεκτρονική τάξη σε ένα διδακτικό περιβάλλον ηλεκτρονικά εγγράμματο για να βγάλεις πορίσματα για τον τρόπο με τον οποίο θα επεκτείνεις το μέτρο σε διδακτικά περιβάλλοντα που ούτε οι μαθητές αλλά συχνά ούτε και οι καθηγητές είναι εξοικειωμένοι με τη χρήση του υπολογιστή στη μαθησιακή διαδικασία. Δεν μπορείς να βγάζεις ερευνητικά συμπεράσματα με αναφορά σε ολόκληρο το μαθητικό πληθυσμό όταν η ομάδα στόχος σου είναι ένα καλά φροντισμένο μαθητικό κοινό με πολλά προσόντα που προέρχεται συχνά από ένα ανάλογο κοινωνικό περιβάλλον. Δεν μπορείς να στέλνεις εκεί τους φοιτητές για τις πρακτικές τους ασκήσεις. Η κατάσταση που θα αντιμετωπίσουν στις κανονικές σχολικές τάξεις ενδέχεται να είναι μη συγκρίσιμη. Δεν μπορείς να δοκιμάζεις στα πρότυπα σχολεία νέα αναλυτικά προγράμματα και νέα σχολικά βιβλία που θέλεις να προτείνεις για το σύνολο του μαθητικού σου πληθυσμού. Αν το κάνεις κινδυνεύεις να καταστρέψεις και την αριστεία του πρότυπου σχολείου και την καινοτομία του πειραματικού. Την αριστεία διότι την εκτρέπεις από την σταθερότητα που χρειάζεται το σχολείο για να λειτουργήσει και τον πειραματισμό διότι του αφαιρείς την καθολική δυναμική του, τη δυνατότητά του να γίνει παιδαγωγική πρόταση που να αφορά το σύνολο της εκπαίδευσης. Τα πειραματικά σχολεία οφείλουν να είναι αντιπροσωπευτικά των υπόλοιπων σχολείων της χώρας. Αντιπροσωπευτικά του μαθητικού πληθυσμού, αντιπροσωπευτικά του διδακτικού προσωπικού, αντιπροσωπευτικά ακόμα και των κοινωνικών τους εταίρων ή του κτηριακού ή άλλου εξοπλισμού τους. Και σε καμία περίπτωση πειραματικά για όλα τα ζητήματα. Δεν μπορείς στο ίδιο σχολείο να εφαρμόζεις πειραματικές εκπαιδευτικές πολιτικές και να διεξάγεις εκπαιδευτικές έρευνες. Τα πειραματικά σχολεία δεν μπορούν επίσης να είναι μόνιμα, δια βίου πειραματικά. Ούτε διαρκή πειραματόζωα. Αντίθετα όλα τα δημόσια σχολεία θα έπρεπε να είναι εκ περιτροπής πειραματικά. Ποια δημόσια σχολεία; Καταρχήν σχολεία που θα ήθελαν. Θα έβαζαν στόχο τους να γίνουν πειραματικά για κάποιο διάστημα με σκοπό την εσωτερική τους ανανέωση, τη βελτίωση της υλικοτεχνικής τους υποδομής, τη σύνδεσή τους με ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα. Σχολεία που θα ήταν καταρχήν διατεθειμένα να συμβάλλουν στη μεταρρύθμιση της εκπαίδευσης. Σχολεία που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν σε μια μεταρρυθμιστική προοπτική. Αυτό είναι που χρειάζονται όλα τα σχολεία μας: να αποδεχθούν την κουλτούρα της αλλαγής, να συνειδητοποιήσουν ότι για να είναι καλά σχολεία οφείλουν να είναι ανοικτά στις επιστημονικά σχεδιασμένες καινοτομίες. Με άλλα λόγια, αυτό που χρειάζεται η δημόσια εκπαίδευση είναι η σταδιακή μεταβολή της σχολικής κουλτούρας σε μια κουλτούρα που δεν φοβάται τις αλλαγές και δεν υπερασπίζεται τα όποια κεκτημένα για να αναιρέσει το μετασχηματισμό της. Θέλουμε ένα δημόσιο σχολείο που να μπορεί να υποδέχεται την καινοτομία, να είναι πειραματικό για κάποιες εκπαιδευτικές εφαρμογές και -γιατί όχι- εν δυνάμει πρότυπο.
Πολλοί της γενιάς μας θυμούνται τα πρότυπα σχολεία. Έστεκαν επάξια πλάι στα καλά ιδιωτικά σχολεία, είχαν μεγάλο ποσοστό επιτυχίας στις εισαγωγικές εξετάσεις για το πανεπιστήμιο και πολλοί από τους μαθητές και τις μαθήτριες που φοίτησαν σ’ αυτά τα σχολεία συναντήθηκαν αργότερα στην πολιτική, στις επιστήμες και στις τέχνες. Τα πρότυπα σχολεία ήταν πολύ καλά δημόσια σχολεία. Οι λόγοι της επιτυχίας τους ήταν σίγουρα πολλοί και όπως πολλά πράγματα σ’ αυτή τη ζωή σύνθετοι. Αν τους ιεραρχούσαμε, πιθανότατα να μην βάζαμε στην πρώτη θέση τις εξετάσεις που έδιναν τα παιδιά για να γίνουν δεκτά στο πρότυπο σχολείο. Στα σχολεία αυτά υπήρχε μια σχολική κουλτούρα που δεν ήταν σίγουρα δημοσιοϋπαλληλική. Οι καθηγητές και οι καθηγήτριες των σχολείων αυτών δεν ήταν μόνον ότι ήξεραν γράμματα και πίστευαν ότι όφειλαν να τα μάθουν και στους μαθητές τους αλλά ότι έμπαιναν σε ένα περιβάλλον που απαιτούσε να γίνουν καλύτεροι απ΄ ότι ήταν και όχι χειρότεροι.
Το ίδιο συνέβαινε και με τους μαθητές και τις μαθήτριες. Ακόμα και με τους γονείς. Το πρότυπο σχολείο πριν την κατάργησή του, το 1985, ανέβαζε τον πήχη για όλους. Αυτή ήταν η κουλτούρα του, εδραιωμένη στα παρελθόν του, αποτυπωμένη στα κτήρια που το στέγαζαν, στις βιβλιοθήκες του, στη συνολική αισθητική του, στους συλλόγους των αποφοίτων του. Και αυτό ήταν το ατού του. Ήταν λάθος η κατάργησή του μέσω της μετατροπής του σε πειραματικό; Εκ των υστέρων αποδείχθηκε λάθος. Καταρχήν δεν έγινε πειραματικό. Κατά δεύτερον στέρησε τη δημόσια εκπαίδευση από την καλή εκδοχή της και εδραίωσε το διαχωρισμό ανάμεσα στην κακή δημόσια εκπαίδευση και στην καλή ιδιωτική εκπαίδευση. Καταργήσαμε ένα καλό σχολείο όπως ήταν το πρότυπο χωρίς να δημιουργήσουμε ένα άλλο, το πειραματικό. Παταγώδης αποτυχία με άλλα λόγια. Για να είμαστε όμως ειλικρινείς και δίκαιοι με το νομοθέτη εκείνης της εποχής πρέπει να παραδεχθούμε ότι το πρότυπο σχολείο που έβγαινε από τη δικτατορία για να επιβιώσει στο περιβάλλον της μεταπολίτευσης έπρεπε να μετασχηματιστεί. Δεν μπορούσε να επιβιώσει με τους αυστηρούς κανόνες που τα περισσότερα πρότυπα σχολεία είχαν υιοθετήσει για τη λειτουργία τους. Η εποχή έβραζε και οι μαθητές των πρότυπων ήταν συχνά στην πρωτοπορία των μαθητικών αγώνων. Το πρότυπο σχολείο από το 1974 έως το 1985 σειόταν συθέμελα. Από τη μια η παράδοση και η κουλτούρα του και από την άλλη μια εποχή που ξήλωνε την προηγούμενη. Το πρότυπο σχολείο που θυμούνται νοσταλγικά οι παλαιότεροι απόφοιτοί του, σας βεβαιώνω, δεν υπήρχε το 1985. Στα πανεπιστήμια, το κλίμα ήταν ανάλογο. Η αποχουντοποίηση είχε σαρώσει και η μεταπολίτευση μαζί με τα ξερά έκαιγε και τα χλωρά.
Χρειαζόμαστε σήμερα πρότυπα δημόσια σχολεία; Υπάρχουν σοβαρά επιχειρήματα και στο ναι και στο όχι. Προσωπικά πιστεύω πως τα χρειαζόμαστε. Για πολλούς λόγους. Ο κυριότερος είναι για να αποδείξουμε πώς ένα δημόσιο σχολείο μπορεί να γίνει ένα καλό σχολείο. Πολλά θα μπορούσε κανείς να πει για να γεμίσει την έννοια του καλού σχολείου. Θα έλεγα ότι ένα καλό σχολείο είναι αυτό που επενδύει στη δημιουργικότητα και στην καινοτομία, που υποστηρίζει όχι μόνο το γνωστικό αλλά και το μεταγνωστικό κεφάλαιο των αυριανών πολιτών, που οργανώνεται και λειτουργεί σε μια μεταρρυθμιστική προοπτική, που ευνοεί τη συνεργασία των διδασκόντων, που διασφαλίζει τις ροές ανάμεσα στις διαφορετικές γλώσσες του σχολείου, που εργάζεται εργαστηριακά. Ένα σχολείο που μαθαίνει γράμματα στα παιδιά και ταυτόχρονα τα μαθαίνει να σκέπτονται και να λύνουν ζητήματα. Ένα περιβάλλον στο οποίο τα παιδιά βελτιώνονται συνολικά και γιατί όχι αγαπούν. Θέλουν να πάνε, το υπερασπίζονται. Να αποδείξουμε πως η δημόσια ελληνική εκπαίδευση διαθέτει και αυτή καλά σχολεία, αντίστοιχα άλλων ευρωπαϊκών χωρών και πως δεν είναι αναγκαστική επιλογή το ιδιωτικό σχολείο για τα παιδιά που θέλουν να φοιτήσουν σε ένα καλό σχολείο. Οι λόγοι αυτοί μου φαίνονται αρκετοί για να δημιουργήσει ένα εκπαιδευτικό σύστημα πρότυπα σχολεία, σχολεία που για να κρατήσουν τον τίτλο τους θα πρέπει τα ίδια να βελτιώνονται διαρκώς, ν’ αποδεικνύουν την αριστεία τους, να δικτυώνονται με άλλα, σχολεία αναφοράς για τα υπόλοιπα σχολεία, κέντρα παραγωγής και διάχυσης καλών πρακτικών. Γι ‘αυτό η ευθύνη της πολιτείας είναι μεγάλη. Οφείλει να μην τα κάψει. Και το σχέδιο νόμου που έχει ψηφίσει καταρχήν στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής των Ελλήνων τα καίει. Μαζί τους καίει και τα πειραματικά. Γιατί τα ταυτίζει. Και αυτά τα δυο δεν ταυτίζονται.
Ας θέσουμε όμως και για τα πειραματικά το ερώτημα που θέσαμε και για τα πρότυπα. Χρειαζόμαστε πειραματικά σχολεία; Σχολεία τα οποία να υποδέχονται την καινοτομία, να την εφαρμόζουν πειραματικά, να την δοκιμάζουν, να ελέγχουν τις αντοχές της και τα μετρούν τα αποτελέσματά της; Σχολεία που να συνδέονται προνομιακά με τα πανεπιστήμια και τα ανώτατα τεχνολογικά ιδρύματα και που να λειτουργούν εργαστηριακά για την προετοιμασία των μελλοντικών εκπαιδευτικών; Σχολεία που να λειτουργούν ως χώροι ψυχοπαιδαγωγικών ερευνών; Σχολεία που να πειραματίζονται υπερβαίνοντας τις συμβάσεις των αναλυτικών προγραμμάτων και τον εναγκαλισμό μιας εκπαίδευσης που είναι κεντρικά σχεδιασμένη και πανομοιότυπη για όλα τα σχολεία; Σχολεία εργαστήρια που μελετούν τρόπους για να επιλύσουν για παράδειγμα τη σχολική αποτυχία ή την σχολική περιθωριοποίηση ευάλωτων κοινωνικών ομάδων ή την ισότητα των φύλων ή την πολυπολιτισμική συνύπαρξη ;
Η κυβέρνηση λέει να είναι τα πρότυπα. Πρότυπα με ειδικό μαθητικό πληθυσμό επιλεγμένο μέσα από εξετάσεις, με ειδικό διδακτικό προσωπικό με αυξημένα προσόντα, μεταπτυχιακά και διδακτορικά, διεύθυνση που να ‘φυσάει΄, επιστημονικά συμβούλια, κλπ, σχολεία φτιαγμένα για να γίνουν κυψέλες αριστείας της δημόσιας εκπαίδευσης. Αυτά τα σχολεία ενέχουν τον πειραματισμό καθώς η αριστεία δεν νοείται χωρίς πειραματισμό. Αλλά δεν μπορούν να είναι τα πειραματικά σχολεία. Δεν μπορείς για παράδειγμα να δοκιμάζεις την ηλεκτρονική τάξη σε ένα διδακτικό περιβάλλον ηλεκτρονικά εγγράμματο για να βγάλεις πορίσματα για τον τρόπο με τον οποίο θα επεκτείνεις το μέτρο σε διδακτικά περιβάλλοντα που ούτε οι μαθητές αλλά συχνά ούτε και οι καθηγητές είναι εξοικειωμένοι με τη χρήση του υπολογιστή στη μαθησιακή διαδικασία. Δεν μπορείς να βγάζεις ερευνητικά συμπεράσματα με αναφορά σε ολόκληρο το μαθητικό πληθυσμό όταν η ομάδα στόχος σου είναι ένα καλά φροντισμένο μαθητικό κοινό με πολλά προσόντα που προέρχεται συχνά από ένα ανάλογο κοινωνικό περιβάλλον. Δεν μπορείς να στέλνεις εκεί τους φοιτητές για τις πρακτικές τους ασκήσεις. Η κατάσταση που θα αντιμετωπίσουν στις κανονικές σχολικές τάξεις ενδέχεται να είναι μη συγκρίσιμη. Δεν μπορείς να δοκιμάζεις στα πρότυπα σχολεία νέα αναλυτικά προγράμματα και νέα σχολικά βιβλία που θέλεις να προτείνεις για το σύνολο του μαθητικού σου πληθυσμού. Αν το κάνεις κινδυνεύεις να καταστρέψεις και την αριστεία του πρότυπου σχολείου και την καινοτομία του πειραματικού. Την αριστεία διότι την εκτρέπεις από την σταθερότητα που χρειάζεται το σχολείο για να λειτουργήσει και τον πειραματισμό διότι του αφαιρείς την καθολική δυναμική του, τη δυνατότητά του να γίνει παιδαγωγική πρόταση που να αφορά το σύνολο της εκπαίδευσης. Τα πειραματικά σχολεία οφείλουν να είναι αντιπροσωπευτικά των υπόλοιπων σχολείων της χώρας. Αντιπροσωπευτικά του μαθητικού πληθυσμού, αντιπροσωπευτικά του διδακτικού προσωπικού, αντιπροσωπευτικά ακόμα και των κοινωνικών τους εταίρων ή του κτηριακού ή άλλου εξοπλισμού τους. Και σε καμία περίπτωση πειραματικά για όλα τα ζητήματα. Δεν μπορείς στο ίδιο σχολείο να εφαρμόζεις πειραματικές εκπαιδευτικές πολιτικές και να διεξάγεις εκπαιδευτικές έρευνες. Τα πειραματικά σχολεία δεν μπορούν επίσης να είναι μόνιμα, δια βίου πειραματικά. Ούτε διαρκή πειραματόζωα. Αντίθετα όλα τα δημόσια σχολεία θα έπρεπε να είναι εκ περιτροπής πειραματικά. Ποια δημόσια σχολεία; Καταρχήν σχολεία που θα ήθελαν. Θα έβαζαν στόχο τους να γίνουν πειραματικά για κάποιο διάστημα με σκοπό την εσωτερική τους ανανέωση, τη βελτίωση της υλικοτεχνικής τους υποδομής, τη σύνδεσή τους με ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα. Σχολεία που θα ήταν καταρχήν διατεθειμένα να συμβάλλουν στη μεταρρύθμιση της εκπαίδευσης. Σχολεία που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν σε μια μεταρρυθμιστική προοπτική. Αυτό είναι που χρειάζονται όλα τα σχολεία μας: να αποδεχθούν την κουλτούρα της αλλαγής, να συνειδητοποιήσουν ότι για να είναι καλά σχολεία οφείλουν να είναι ανοικτά στις επιστημονικά σχεδιασμένες καινοτομίες. Με άλλα λόγια, αυτό που χρειάζεται η δημόσια εκπαίδευση είναι η σταδιακή μεταβολή της σχολικής κουλτούρας σε μια κουλτούρα που δεν φοβάται τις αλλαγές και δεν υπερασπίζεται τα όποια κεκτημένα για να αναιρέσει το μετασχηματισμό της. Θέλουμε ένα δημόσιο σχολείο που να μπορεί να υποδέχεται την καινοτομία, να είναι πειραματικό για κάποιες εκπαιδευτικές εφαρμογές και -γιατί όχι- εν δυνάμει πρότυπο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου