Του Π. Κ. Ιωακειμείδη, ΝΕΑ, 10.45.11
Καταρρέει η Ευρωπαϊκή Ενωση (Ε.Ε.) ως σύστηµα αλληλεγγύης; Από τη δηµιουργία της το 1957 (ως Ευρωπαϊκή Οικονοµική Κοινότητα - ΕΟΚ), η Ευρωπαϊκή Ενωση έθεσε ως θεµελιακό, απώτερο στόχο τη διαµόρφωση « de facto αλληλεγγύης» ανάµεσα στους λαούς της Ευρώπης. Η δηµιουργία της αλληλεγγύης ( solidarity ) θεωρήθηκε από τους πατέρες της ευρωπαϊκής ενοποίησης το απαραίτητο πολιτικό στοιχείο για την προώθηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και τελικά την οικοδόµηση της πολιτικής ένωσης και της ευρωπαϊκής ταυτότητας. Θεσµοί και πολιτικές της Ενωσης µπορούσαν µε άλλα λόγια να οικοδοµηθούν και να λειτουργήσουν αποτελεσµατικά και να οδηγηθούν «σε ολοένα και στενότερη ένωση» µόνο στη βάση της αλληλεγγύης µεταξύ των λαών, και όχι απλά µεταξύ των πολιτικών ελίτ. Η επιδίωξη αυτή σήµαινε ακόµη ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν ήθελε να είναι απλώς ένας οργανισµός συνεργασίας µεταξύ κυβερνήσεων, ως ένας διακυβερνητικός οργανισµός (δηλ. όπως τα ΝΑΤΟ, ΟΗΕ, ΟΟΣΑ, κ.ά.) αλλά ένα νέο, ιδιόµορφο πολιτικό σύστηµα υπερεθνικής δόµησης όπου οι λαοί της Ευρώπης θα διαµοιράζονταν κοινές αξίες («κοινότητα αξιών») αλλά και ένα κοινό µέλλον, µια κοινή µοίρα.
Πού βρισκόµαστε σήµερα, περισσότερο από πενήντα χρόνια µετά τη δηµιουργία της Ενωσης, σε ό,τι αφορά τους δεσµούς αλληλεγγύης ανάµεσα στους λαούς που συγκροτούν την Ε.Ε.; Η απάντηση, όπως προκύπτει από την τρέχουσα πραγµατικότητα, είναι απογοητευτική. Η οικονοµική κρίση πιστοποίησε µε τρόπο δραµατικό την ουσιαστική συρρίκνωση του πνεύµατος αλληλεγγύης που θα έπρεπε να θεµελιώνει την Ενωση, ιδιαίτερα σε επίπεδο κοινωνιών, εκλογικών σωµάτων, πολιτών. ∆ιαδοχικές δηµοσκοπήσεις κοινής γνώµης καταγράφουν π.χ. την έντονη αντίθεση των κοινωνιών στην ενίσχυση των χωρών του Μεσογειακού Νότου που αντιµετωπίζουν οικονοµικά προβλήµατα. Πολιτικές δυνάµεις που αντιτίθενται στη χορήγηση οποιασδήποτε συνδροµής (έστω και µε τη µορφή δανείων) από τη Γερµανία έως τη Φινλανδία και χώρες της Ανατολικής Ευρώπης καταγράφουν σηµαντικά εκλογικά κέρδη. Πρόσφατη χαρακτηριστική περίπτωση αυτή της Φινλανδίας, µιας χώρας που παραδοσιακά ήταν στην εµπροσθοφυλακή των πρωτοβουλιών για την εµβάθυνση των δεσµών αλληλεγγύης. Ακόµη αντιπροσωπευτικά σώµατα/κοινοβούλια δυσκολεύονται ή και αρνούνται να επικυρώσουν «σχέδια συνδροµής» υπό την πίεση και τον φόβο των εκλογικών σωµάτων (περίπτωση Γερµανίας), ενώ κάποιες άλλες χώρες µε διάφορα επιχειρήµατα «σφυρίζουν» εντελώς αδιάφορα (π.χ. Ηνωµένο Βασίλειο, Σουηδία κ.ά.).
Παράλληλα, όµως (και ίσως αναπόφευκτα), η εικόνα σε επίπεδο κυβερνήσεων δεν είναι καλύτερη. Ειδικότερα, η Ιταλία κατηγορεί την υπόλοιπη Ενωση και κυρίως τη Γαλλία για έλλειψη αλληλεγγύης σχετικά µε την αντιµετώπιση του προβλήµατος της µετανάστευσης σε σηµείο µάλιστα που ο υπουργός Εσωτερικών της χώρας να διερωτάται εάν έχει νόηµα κάτω από τις συνθήκες αυτές η Ιταλία, ιδρυτικό µέλος της Ε.Ε., να συµµετέχει στην Ενωση!
Από την πλευρά της, η Γαλλία κατηγορεί τη Γερµανία για έλλειψη αλληλεγγύης σε ό,τι αφορά τη στρατιωτική επέµβαση στη Λιβύη ενώ Γαλλία και Ηνωµένο Βασίλειο κατηγορούν από κοινού όλες τις άλλες χώρες - µέλη της Ε.Ε. για τον ίδιο λόγο. Και βεβαίως, οι περιφερειακές χώρες - µέλη της Ενωσης (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία) που αντιµετωπίζουν τα δεινά οικονοµικά προβλήµατα κάθε άλλο παρά µπορούν να εκλάβουν τα λεγόµενα «πακέτα διάσωσης» ως εκδήλωση ισχυρής αλληλεγγύης. Πρόκειται άλλωστε για δάνεια και µάλιστα υψηλότοκα, ανεξάρτητα από την οποιαδήποτε άλλη σηµασία τους. Αλλά και το σύστηµα οικονοµικής διακυβέρνησης που αποφασίστηκε στερείται ουσιαστικά των αναγκαίων στοιχείων αλληλεγγύης. Πρόκειται για ένα σύστηµα κυρώσεων, ποινών πειθαρχίας. Οταν ακόµη και η υπερσυντηρητική «Wall Street Journal» (26/4/2011) γράφει ότι διαγραφή µέρους του χρέους για τις περιφερειακές χώρες δικαιολογείται, τότε γίνεται ακόµη περισσότερο εµφανής η έλλειψη του απαιτούµενου βαθµού αλληλεγγύης.
Χωρίς ισχυρούς δεσµούς αλληλεγγύης η Ενωση, ως σύστηµα στενότερης ολοκλήρωσης, κινδυνεύει να διολισθήσει σε έναν ακόµη διακυβερνητικό θεσµό όπου θα πρυτανεύουν τα στενά εθνικά συµφέροντα, ανταγωνισµοί και εθνικισµοί. Η Ενωση θα πάψει να είναι Ενωση. Πρόκειται για αδιέξοδη στρατηγική. Αυτό που χρειάζεται είναι «περισσότερη Ευρώπη» που σηµαίνει κατά βάση «περισσότερη αλληλεγγύη». Και όπως παρατηρεί και η γερµανίδα ειδικός K. Barysch, η περισσότερη αλληλεγγύη είναι και προς το συµφέρον των ισχυρότερων κρατών - µελών της Ε.Ε. και πρωτίστως της Γερµανίας. Αυτονόητο είναι βεβαίως ότι περισσότερη αλληλεγγύη συνεπάγεται και µεγαλύτερη ευθύνη από πλευράς των αποδεκτών της. Μεγαλύτερη ευθύνη για σεβασµό των κανόνων της Ενωσης, αποδοχής της λογικής που συνεπάγεται η συµµετοχή σε ένα σύστηµα διαµοιρασµού και κυριαρχίας. Υπευθυνότητα και αλληλεγγύη οφείλουν να συµβαδίζουν...
Πού βρισκόµαστε σήµερα, περισσότερο από πενήντα χρόνια µετά τη δηµιουργία της Ενωσης, σε ό,τι αφορά τους δεσµούς αλληλεγγύης ανάµεσα στους λαούς που συγκροτούν την Ε.Ε.; Η απάντηση, όπως προκύπτει από την τρέχουσα πραγµατικότητα, είναι απογοητευτική. Η οικονοµική κρίση πιστοποίησε µε τρόπο δραµατικό την ουσιαστική συρρίκνωση του πνεύµατος αλληλεγγύης που θα έπρεπε να θεµελιώνει την Ενωση, ιδιαίτερα σε επίπεδο κοινωνιών, εκλογικών σωµάτων, πολιτών. ∆ιαδοχικές δηµοσκοπήσεις κοινής γνώµης καταγράφουν π.χ. την έντονη αντίθεση των κοινωνιών στην ενίσχυση των χωρών του Μεσογειακού Νότου που αντιµετωπίζουν οικονοµικά προβλήµατα. Πολιτικές δυνάµεις που αντιτίθενται στη χορήγηση οποιασδήποτε συνδροµής (έστω και µε τη µορφή δανείων) από τη Γερµανία έως τη Φινλανδία και χώρες της Ανατολικής Ευρώπης καταγράφουν σηµαντικά εκλογικά κέρδη. Πρόσφατη χαρακτηριστική περίπτωση αυτή της Φινλανδίας, µιας χώρας που παραδοσιακά ήταν στην εµπροσθοφυλακή των πρωτοβουλιών για την εµβάθυνση των δεσµών αλληλεγγύης. Ακόµη αντιπροσωπευτικά σώµατα/κοινοβούλια δυσκολεύονται ή και αρνούνται να επικυρώσουν «σχέδια συνδροµής» υπό την πίεση και τον φόβο των εκλογικών σωµάτων (περίπτωση Γερµανίας), ενώ κάποιες άλλες χώρες µε διάφορα επιχειρήµατα «σφυρίζουν» εντελώς αδιάφορα (π.χ. Ηνωµένο Βασίλειο, Σουηδία κ.ά.).
Παράλληλα, όµως (και ίσως αναπόφευκτα), η εικόνα σε επίπεδο κυβερνήσεων δεν είναι καλύτερη. Ειδικότερα, η Ιταλία κατηγορεί την υπόλοιπη Ενωση και κυρίως τη Γαλλία για έλλειψη αλληλεγγύης σχετικά µε την αντιµετώπιση του προβλήµατος της µετανάστευσης σε σηµείο µάλιστα που ο υπουργός Εσωτερικών της χώρας να διερωτάται εάν έχει νόηµα κάτω από τις συνθήκες αυτές η Ιταλία, ιδρυτικό µέλος της Ε.Ε., να συµµετέχει στην Ενωση!
Από την πλευρά της, η Γαλλία κατηγορεί τη Γερµανία για έλλειψη αλληλεγγύης σε ό,τι αφορά τη στρατιωτική επέµβαση στη Λιβύη ενώ Γαλλία και Ηνωµένο Βασίλειο κατηγορούν από κοινού όλες τις άλλες χώρες - µέλη της Ε.Ε. για τον ίδιο λόγο. Και βεβαίως, οι περιφερειακές χώρες - µέλη της Ενωσης (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία) που αντιµετωπίζουν τα δεινά οικονοµικά προβλήµατα κάθε άλλο παρά µπορούν να εκλάβουν τα λεγόµενα «πακέτα διάσωσης» ως εκδήλωση ισχυρής αλληλεγγύης. Πρόκειται άλλωστε για δάνεια και µάλιστα υψηλότοκα, ανεξάρτητα από την οποιαδήποτε άλλη σηµασία τους. Αλλά και το σύστηµα οικονοµικής διακυβέρνησης που αποφασίστηκε στερείται ουσιαστικά των αναγκαίων στοιχείων αλληλεγγύης. Πρόκειται για ένα σύστηµα κυρώσεων, ποινών πειθαρχίας. Οταν ακόµη και η υπερσυντηρητική «Wall Street Journal» (26/4/2011) γράφει ότι διαγραφή µέρους του χρέους για τις περιφερειακές χώρες δικαιολογείται, τότε γίνεται ακόµη περισσότερο εµφανής η έλλειψη του απαιτούµενου βαθµού αλληλεγγύης.
Χωρίς ισχυρούς δεσµούς αλληλεγγύης η Ενωση, ως σύστηµα στενότερης ολοκλήρωσης, κινδυνεύει να διολισθήσει σε έναν ακόµη διακυβερνητικό θεσµό όπου θα πρυτανεύουν τα στενά εθνικά συµφέροντα, ανταγωνισµοί και εθνικισµοί. Η Ενωση θα πάψει να είναι Ενωση. Πρόκειται για αδιέξοδη στρατηγική. Αυτό που χρειάζεται είναι «περισσότερη Ευρώπη» που σηµαίνει κατά βάση «περισσότερη αλληλεγγύη». Και όπως παρατηρεί και η γερµανίδα ειδικός K. Barysch, η περισσότερη αλληλεγγύη είναι και προς το συµφέρον των ισχυρότερων κρατών - µελών της Ε.Ε. και πρωτίστως της Γερµανίας. Αυτονόητο είναι βεβαίως ότι περισσότερη αλληλεγγύη συνεπάγεται και µεγαλύτερη ευθύνη από πλευράς των αποδεκτών της. Μεγαλύτερη ευθύνη για σεβασµό των κανόνων της Ενωσης, αποδοχής της λογικής που συνεπάγεται η συµµετοχή σε ένα σύστηµα διαµοιρασµού και κυριαρχίας. Υπευθυνότητα και αλληλεγγύη οφείλουν να συµβαδίζουν...
Χωρίς ισχυρούς δεσµούς αλληλεγγύης η Ενωση, ως σύστηµα στενότερης ολοκλήρωσης, κινδυνεύει να διολισθήσει σε έναν ακόµη διακυβερνητικό θεσµό όπου θα πρυτανεύουν τα στενά εθνικά συµφέροντα, ανταγωνισµοί και εθνικισµοί. Η Ενωση θα πάψει να είναι ΕνωσηΟ Π.Κ. Ιωακειµίδης είναι καθηγητής του Πανεπιστηµίου Αθηνών και µέλος του Δ.Σ. του ΕΛΙΑΜΕΠ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου