Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

Η πολιτική βία είναι πάντοτε φασιστική

  Ο Δημήτρης Σωτηρόπουλος, αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, διαβάζει το βιβλίο «Η πολιτική βία είναι πάντοτε φασιστική», για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι φασισμό δημιουργεί και η αντιεξουσιαστική δράση. ΒΗΜΑ, 28.11.10
Από τη χρονιά που λήγει σύντομα πολλοί θα θυμούνται τον θάνατο των τριών υπαλλήλων της Μarfin Βank, μεταξύ των οποίων και μιας εγκύου, από βόμβες μολότοφ που έριξαν διαδηλωτές κατά υποκαταστήματος της τράπεζας. Αλλοι πάλι θα θυμούνται τις φονικές βόμβες που έσκασαν στα χέρια τόσο του αστυνομικού που υπηρετούσε στο γραφείο του υπουργού Δημόσιας Τάξης όσο και του 15χρονου Αφγανού που σκοτώθηκε από βόμβα τοποθετημένη σε κάδο απορριμμάτων.
Ο συλλογικός τόμος Η πολιτική βία είναι πάντοτε φασιστική, τον οποίονσυνεπιμελήθηκαν οι Γ. Ευαγγέλου, Θ. Πολλάτος και Θ. Τριαρίδης, περιλαμβάνει κείμενα 22 συγγραφέων οι περισσότεροι από τους οποίους έχουν υπάρξει αντιρρησίες συνείδησης ή μέλη του λεγόμενου «αντιεξουσιαστικού χώρου».
Οι συγγραφείς δεν επαναλαμβάνουν τα γνωστά μοτίβα περί συμβολικής βίας και βίας του καπιταλισμού, ούτε θεωρούν τους τρομοκράτες ριζοσπάστες. Αντίθετα, τους θεωρούν «διαφόρων διαβαθμίσεων νεοναζί», όπως τους αποκαλεί ο Τριαρίδης. Σε μια περίοδο απαξίωσης του πολιτικού συστήματος της μεταπολίτευσης, καταδικάζουν την κρατική βία πάνω σε πολίτες και μετανάστες και κυρίως απορρίπτουν τη βία όσων καταφεύγουν στην εξωσυστημική πολιτική δράση.

Πολιτική βία
Οι συγγραφείς δεν υπερασπίζονται βέβαια το σύστημα, πράγμα ήδη φανερό από το πρώτο κεφάλαιο του Π. Κοροβέση. Ωστόσο, έχουν συγκλονιστεί από τα κύματα πολιτικής βίας των τελευταίων δύο ετών, που ακολούθησαν τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου του Δεκεμβρίου 2008. Χωρίς να παραλείπουν την κριτική στην αστυνομική βαρβαρότητα, θεωρούν ότι η πολιτική βία είναι φασιστική από όπου και αν προέρχεται. Με τα λόγια του Πολλάτου, «πολιτική βία είναι η βία που έχει αποκλειστικά πολιτικά κίνητρα και κατευθύνεται ενάντια στους πολιτικούς αντιπάλους απλώς και μόνο επειδή είναι αντίπαλοι». Η βία αυτή είναι φασιστική «γιατί πολεμάει τις ιδέες με τσεκούρια και λαιμητόμους» (σελ. 149). Θα είχε κανείς να προσθέσει εδώ πολλά με βάση τη βιβλιογραφία για το πολιτικό έγκλημα, αλλά και μερικά γραπτά υπέρ της βίας από στοχαστές που παραμένουν δημοφιλείς στη χώρα μας (Λένιν, Μπένγιαμιν, αναρχικοί του 19ου αιώνα κ.ά.).

Η πιο εύγλωττη σύνοψη των απόψεων του τόμου ανήκει στον Τριαρίδη, που έχει γράψει τρία κεφάλαια, σε ένα από τα οποία προτάσσει το motto του άγγλου ποιητή John Donne (1572-1631): «Ο θάνατος κάθε ανθρώπου με λιγοστεύει αφάνταστα γιατί εγώ είμαι η ανθρωπότητα». Ο Τριαρίδης γράφει για τα «εγκλήματα των εθνών και των θρησκειών, για τα εγκλήματα κάθε λογής ολοκληρωτισμού... και κάθε φονικής ανθρωποδιόρθωσης που λογαριάζει μια ντούμπα με πτώματα ως προϋπόθεση της αγάπης» (σελ. 110).

Ανεύθυνα δικαιώματα


Λουλούδια και κεριά έξω από τη Μarfin Βank,επί της Σταδίου,όπου τρεις υπάλληλοι έχασαν τη ζωή τους
Το βιβλίο προσφέρει αφορμή αναστοχασμού γιατα όρια της πολιτικής δράσης στη δημοκρατία. Στην πολιτική επιστήμη διακρίνουμε την τυπική πολιτική συμμετοχή (π.χ. άσκηση δικαιώματος ψήφου, διαδήλωση) από την άτυπη (π.χ. καταλήψεις κτιρίων). Σε μας η άτυπη πολιτική συμμετοχή είναι τόσο συνήθης, ώστε έχει πάψει να εκπλήσσει. Τα ύστατα «όπλα του αγώνα», για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο του Μωρίς Ντυβερζέ, χρησιμοποιούνται σχεδόν ανακλαστικά. Το χειρότερο, σε ριζοσπαστικούς κύκλους που πλέον στρατολογούν μέλη από όλα τα κοινωνικά στρώματα, η πολιτική βία έχει ηρωοποιηθεί. Η διαπίστωση αυτή δεν θα έπρεπε να οδηγήσει σε περιστολή ατομικών και συλλογικών ελευθεριών. Αντίθετα, θα λέγαμε ότι θα έπρεπε να οδηγήσει σε προβληματισμό για το πώς η δημοκρατική συμμετοχή, νοητή παντού ως σύνολο δικαιωμάτων και ευθυνών των πολιτών, έχει εννοιολογηθεί αποκλειστικά και μόνο ως σύνολο δικαιωμάτων. Το εύρος των δικαιωμάτων το ορίζουν πλέον εκείνοι που το ασκούν. Ο καθένας αποφασίζει για το πότε «δεν πάει άλλο» και για το ποιος τρόπος αντίδρασης (π.χ. στο μνημόνιο, στην εισροή ξένων μεταναστών) τού φαίνεται πιο αποτελεσματικός. Ετσι η διολίσθηση στην άσκηση πολιτικής βίας φαίνεται σχεδόν φυσική.

Το βιβλίο πείθει, λοιπόν, ότι κοντά στο παλιό πρόβλημα πολιτικής εκπροσώπησης, δηλαδή στην αναντιστοιχία ανάμεσα στις κοινωνικές δυνάμεις και στους πολιτικούς φορείς που τις εκπροσωπούσαν, έχουν προστεθεί και δύο ακόμη προβλήματα. Το πρώτο πρόβλημα είναι ότι πολλοί πολίτες θεωρούν ότι οι πολιτικοί δεν ενδιαφέρονται καν να τους ακούσουν. Το δεύτερο είναι πρόβλημα «μούγκας», όπως το θέτουν οι Πολλάτος και Τριαρίδης, δηλαδή πρόβλημα σιωπής απέναντι σε φαινόμενα πολιτικής βίας. Από την άλλη μεριά, μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους τον Σεπτέμβριο του 2001, είναι τόσο συνηθισμένο πολλά κράτη να διευρύνουν τα όρια της νόμιμης άσκησης βίας, ενεργώντας ακόμη και έξω από τα όρια της νομιμότητας (π.χ., απαγωγές υπόπτων για τρομοκρατία από αμερικανικές υπηρεσίες), ώστε η κρατική βία φαντάζει φυσική. Στα καθ΄ ημάς, η φυσικοποίηση της κρατικής καταστολής, αλλά και της πολιτικής βίας εκ μέρους πολιτών που θέλουν να «εκδικηθούν» τους πάντες, από υπουργούς έως αστυνομικούς, προδίδει πρωτόγνωρη κρίση της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας. Το μείγμα αυτής της κρίσης με την οικονομική κρίση είναι εύφλεκτο.


Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=56&artid=370179&dt=28/11/2010#ixzz16bWlIMpD

Δεν υπάρχουν σχόλια:

http://www.metarithmisi.gr/imgAds/epikentro_1.gif

Αναγνώστες