Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2010

Η μαγιά

Του Δημήτρη Μαρωνίτη, ΒΗΜΑ, 21.11.10
Αυτή η λέξη του Μακρυγιάννη (την έλεγε συχνά κι η μάνα μου) γυρίζει στο στόμα μου από τα μεσάνυχτα της περασμένης Κυριακής. Οπου, απρόσμενα και ανυπολόγιστα, ήρθε στην επιφάνεια (κρυμμένη, καταπιεσμένη, απωθημένη) η μαγιά με την οποία φουσκώνει το ζυμάρι, ψήνεται το ψωμί και βγαίνει από τον φούρνο φρέσκο και ζεστό. Μεταφορές όλα αυτά, που δικαιολογούνται ωστόσο, αφού αυτό που έγινε στους δύο πρωτεύοντες δήμους, της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, είναι ένα μείγμα πραγματικότητας και φαντασίας. Εκτός των άλλων, ανακαλεί τα χρόνια της πολιτικής αθωότητας που μας σημάδεψε ανεξίτηλα, εκεί στο γύρισμα από τη δεκαετία του πενήντα στη δεκαετία του εξήντα, και δεν λέει, παρά τις ενδιάμεσες οδυνηρές δοκιμασίες, να υποχωρήσει και να σβήσει. Αυτή η αθωότητα εξάλλου ήταν γραμμένη στο σκαμμένο πρόσωπο του Γιάννη Μπουτάρη, την ώρα που, περασμένα πια μεσάνυχτα της περασμένης Κυριακής, βγήκε να ευχαριστήσει τον μαζεμένο κόσμο που τον ψήφισε δήμαρχο, και για λίγο του κόπηκε η μιλιά. Σήμα της φανερώθηκε, λίγο νωρίτερα, και στο ανοιχτό γέλιο-χαμόγελο του Γιώργου Καμίνη, που θύμιζε παιδί παραζαλισμένο από την ανέλπιστη νίκη.


Πόσο κρατάει η αθώα αυτή φαντασίωση είναι άλλο θέμα. Οπως άλλο θέμα είναι πότε και πώς προσγειώνεται στην αντίξοη πραγματικότητα, προσπαθώντας να μη διαλυθεί, προσφεύγοντας ακόμη και στη δυναμική απελπισία. Οσο βαστάει, όμως, χρειάζεται προστασία από εκείνους προπάντων που την ξυπνούν από τον λήθαργό της. Κι ίσως αυτή είναι τώρα η πρωτεύουσα υποχρέωση του Γιάννη Μπουτάρη και του Γιώργου Καμίνη: να προστατέψουν, όσο μπορούν, τη δυσεύρετη αυτή αθωότητα στον κόσμο που τους ψήφισε, ώστε να γίνει, και να μείνει, πολιτική μαγιά.

Για όσους απορούν με το ρομαντικό αυτό ξεστράτισμα (πρόκειται για αισθήσεις και αισθήματα που σίτεψαν, όσο κι αν φαίνεται περίεργο, στα έμφρακτα χρόνια της επτάχρονης δικτατορίας) έχω να δώσω και προσωπική εξήγηση: μιλώ για τον κόσμο που μαζεύεται κάθε Πέμπτη στην αίθουσα εκδηλώσεων του Εθνικού Θεάτρου, για να ακούσει μεταφρασμένη την ομηρική Ιλιάδα, όπως την προφέρουν και την προσφέρουν από καρδιάς εικοσιτέσσερις πρωταγωνιστικές φωνές. Αυτός λοιπόν ο κόσμος, που ξεπερνά κάθε φορά τους τρακόσιους, αισθάνομαι πως είναι μαγιά αθωότητας. Χρειάζονται, υποθέτω, κάποιες εξηγήσεις.

Προηγήθηκε χρονικά η μετάφραση: το είδος της και ο τρόπος της εκπόνησής της. Ξεκινώντας, σχεδόν παράλογα, πριν από επτά χρόνια, έφτασε στο τέρμα της (που πάει να πει: στο όριό της, όχι στο τέλος της· η Ιλιάδα εξάλλου δεν έχει κανονική αρχή και οριστικό τέλος) πριν από ένα μήνα. Σε συνθήκες δουλειάς που δύσκολα περιγράφονται. Οπου αίσθηση και παραίσθηση πήραν μαζί τον δρόμο μιας αθώας (και με τις δύο σημασίες της λέξης) συνάντησης της μετάφρασης με το πρωτότυπο κείμενο. Και δεν ήταν ζήτημα επιλογής, αλλά απαίτηση του παράξενου αυτού έπους, με το οποίο θεμελιώθηκε στα μέσα του όγδοου προχριστιανικού αιώνα η ελληνορωμαϊκή λογοτεχνία, προτού εξελιχθεί σε ευρωπαϊκή και τελικώς σε παγκόσμια. Ειδικότερα: το ίδιο το ιλιαδικό κείμενο απαιτούσε συνεχώς σχέσεις αδιαμεσολάβητης επαφής· αλλιώς απωθούσε τη μετάφρασή του, που ωστόσο την προκαλούσε, με τους δικούς του όμως όρους φιλότητας, ένας από τους οποίους ήταν να κρατηθεί, πάση θυσία, η υπόξινη γεύση της ποιητικής μαγιάς. Μεσολάβησε ύστερα η, αθώα επίσης, ιδέα του Γιάννη Χουβαρδά: να ακουστεί, ακέραιη και μεταφρασμένη, η Ιλιάδα, από εικοσιτέσσερις σωματικές φωνές γυναικών. Κι έτσι ξεκίνησε το πράγμα στις 14 Οκτωβρίου. Από την πρώτη κιόλας Πέμπτη (κατάμεστη η αίθουσα, με όρθιους) φάνηκε τι λογής κοινό ήρθε να ακροαστεί: όχι, δεν γέμισε (και δεν γεμίζει) ο χώρος με εκπαιδευτικούς που διδάσκουν (όπως διδάσκεται) Ομηρο στις δύο πρώτες τάξεις του Γυμνασίου· δεν εμφανίστηκαν παρά ελάχιστα (μετρημένα στα δάχτυλα) αναγνωρισμένα πρόσωπα της τέχνης και των γραμμάτων μας, συμπεριλαμβανομένης της δημοσιογραφίας και της κριτικής (φιλολογικής, λογοτεχνικής, θεατρικής), όπου ο δείχτης παρουσίας ήταν, και παραμένει, σχεδόν μηδενικός.

Μιλάμε για ένα κοινό αυθόρμητο, αταξινόμητο, με μια διάθεση λίγο πολύ συνωμοτική. Κορεσμένο μάλλον από τον εικονογραφικό πληθωρισμό της τηλεόρασης (και όχι μόνον), που ανακαλύπτει τώρα την απόλαυση της ακρόασης. Με ένα μεταφρασμένο ποιητικό κείμενο συνθεμένο εξαρχής για να ακούγεται, ώστε να συναδελφώνεται ο ακροατής πρώτα με τον εαυτό του κι ύστερα με τους άλλους. Κοινό που ανακαλύπτει ότι η αρχαϊκή Ιλιάδα είναι ένα σύγχρονο, ρυθμισμένο μεγάλο ποίημα, όπου αφήγηση και δράση συμπίπτουν: γίνεται αυτό που ακούγεται, και ακούγεται αυτό που γίνεται. Μιλάμε επομένως για αθώο κοινό.

Σαν τη σωτήρια μαγιά που είχε φανταστεί ο Μακρυγιάννης. Αυτή που φάνηκε την περασμένη Κυριακή να σαλεύει σε δύο μεγάλους δήμους της χώρας και που δεν πρέπει να πάει χαμένη.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=46&ct=122&artId=323579&dt=21/11/2010#ixzz15tvI3rC5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

http://www.metarithmisi.gr/imgAds/epikentro_1.gif

Αναγνώστες