Του Ηλία Ευθυμιόπουλου, ΝΕΑ,10.1.11
Ζούµε σεµια χώρα τουπαραλόγου. Πριν από τρίαχρόνια, το Συµβούλιο τηςΕπικρατείας(ΣΤΕ) απέρριψε τις προσφυγές κατοίκων και φορέων της Λαυρεωτικής εναντίοντης δηµιουργίας νέου ΧΥΤΥ (Χώρος Υγειονοµικής Ταφής Υπολειµµάτων) στην Κερατέα. Αν η απόφαση ήταν αντίθετη, σύσσωµος ο τοπικός πληθυσµός και η πολιτική του εκπροσώπηση θα ζητοκραύγαζαν για τη δικαίωση των αγώνων. Εφόσον όµως τα πράγµατα εξελίχθηκαν διαφορετικά, απάντησανότι ο αγώνας συνεχίζεται,πως θα υπάρξουν κι άλλες προσφυγές και ότι, εν πάση περιπτώσει, νόµος είναι η θέληση του λαού. Τίποτα περίεργο µέχρι εδώ, αφούη νοµιµότητα, η συνταγµατικότητα κ.λπ.είναι ένα λάστιχο που τοτραβάµε όσο µας βολεύει. Αλλωστε, το «δικαίωµα στην ανυπακοή» έγινε µε τον καιρό βασικό σύνθηµα κοινοβουλευτικού (;) κόµµατος. Το πιο περίεργο όµως στην υπόθεση ήταν η στάση της νοµαρχίας και του ίδιου του τέως νοµάρχη Λεωνίδα Κουρή ο οποίος, ούτε λίγο ούτε πολύ, δήλωσε πως θα προσφύγει στην Ε.Ε., ότιδεν αναγνωρίζει τον περιφερειακό σχεδιασµό, πως ο κρατικός αυταρχισµός δεν θαπεράσει, ότι δεν θα υποχωρήσει µπροστά στα συµφέροντα των εργολάβων! ∆ικαίωµά του; Οχι βέβαια! Γιατί µπέρδεψε τις αρµοδιότητες. Το γεγονός ότι ήταν εκλεγµένος µε συγκεκριµένη κοµµατική υποστήριξη (της Νέας ∆ηµοκρατίας)δεν αναιρούσε σε καµία περίπτωση την υποχρέωσή του να εφαρµόζει ο ίδιος– ως περιφερειακός εκπρόσωπος τουκράτους – τις αποφάσεις των δικαστηρίων και της κεντρικής κυβέρνησης. Αν δεν τουάρεσαν, έπρεπε ή να τις αλλάξει ή να παραιτηθεί. Αυτό επιβάλλει και το δηµοκρατικόήθος και η ίδια η αρχιτεκτονική τού πολιτεύµατος.
Θα µπορούσε βέβαια να δοκιµάσει έναν πολύ πιο δύσκολο αλλά απείρως παραγωγικότερο ρόλο. Να διαµεσολαβήσει δηλαδή για την εξεύρεση µιας συµβιβαστικής λύσης,να ενεργοποιήσειτις διαδικασίες διαλόγουκαι συναίνεσης,να πείσει για την ανιδιοτέλεια της αρχής που εκπροσωπούσε και να επιβάλλει εντέλει την οικολογικότερη των λύσεων που δεν είναι πάντως «τα σκουπίδια µου στην αυλή του γείτονα και όχι στη δική µου». Γιατί, σηµειωτέον, τα απορρίµµατα της Ανατολικής Αττικής συνεχίζουν να καταλήγουν στις ανεξέλεγκτες χωµατερές (αφού δικαίως δεν τα παίρνει η Φυλή), κατά παράβαση των εθνικών και κοινοτικών νόµων. Και διότι τα πρόστιµα, τα οποία είναι καθ’οδόν, δεν θα ταπληρώσει βέβαια η καταργηθείσα νοµαρχία αλλάτο σύνολο του ελληνικού λαού,ανεξαρτήτως της ευθύνης στη διαιώνισητου αδιεξόδου. Μέσα ακριβώς στηνίδια λογική, ο ίδιος απελθών νοµάρχης προσέφυγε και πάλι στο ΣΤΕ ζητώντας αυτήν τη φορά την κατάργηση των διοδίων στις παράπλευρεςοδούς των εθνικών αυτοκινητοδρόµων,δίνοντας έτσι ακόµα ένα πολιτικόεπιχείρηµα στο νεοσύστατο κίνηµα «δεν πληρώνω, δεν πληρώνω», κατά το οποίο το κράτος έχει υποχρέωση να παρέχει δωρεάν (!) πρόσβαση στους µεγάλους και πανάκριβους νέουςοδικούς άξονες. Οι οποίοι έγιναν µε τις γνωστές συµβάσεις παραχώρησης - αυτοχρηµατοδότησης,όχι για την εξυπηρέτηση των εργολάβων, αλλά των ίδιων των χρηστών, δηλαδή των Ι.Χ. και των εµπορευµατικών µεταφορών, εφαρµόζοντας κατά γράµµα την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Οπου και πάλιοι αντιδράσεις θα ήταν κατανοητές αν αντί του διάχυτου αντικρατισµού που διακρίνει τη λαϊκή βάση ενός κρατικοδίαιτου κατά τα άλλα συστήµατος, η επιχειρηµατολογία είχε να κάνει µε την ίδια τη νοµιµότητα (ως προς τον χρόνο και το ύψος των διοδίων) ή µετα πιθανά παράνοµα και υπερβολικά κέρδη των κατασκευαστών και των διαπλεκόµενων συµφερόντων.
Η αποτυχία της νοµαρχιακής αυτοδιοίκησης να λειτουργήσει ως συντελεστής συναπόφασης και εντέλει επίλυσης των διαφορών ανάµεσα στοκράτος και τις τοπικές κοινωνίες δεν είναι συγκυριακή. Αλλωστεόλοι θυµόµαστε τις κορόνες για την κατάκτηση που συνιστούσε η καθιέρωση της εκλογής από τη βάση των νοµαρχών, έναντι τουπαλαιότερου καθεστώτος των διορισµένων.
Το αν ηνέα καλλικράτεια διαίρεση(µε τους µεγάλους δήµους και τις περιφέρειες) δεν θα έχει και αυτή την ίδια τύχη, µένει να το δούµε. Τα πάντα όµως θα κριθούν όχι από το τι προβλέπουν οι τυπικέςδιατάξεις των αλλεπάλληλων νοµοσχεδίων αλλά από το αν οι αιρετοίάρχοντες θαξεχάσουν γιαλίγο τον λαϊκισµό – που όντωςφέρνει ψήφους - και κάνουν πράξη το αίτηµα της δηµιουργικής (και όχι καταστροφικής) αποκέντρωσης.
Θα µπορούσε βέβαια να δοκιµάσει έναν πολύ πιο δύσκολο αλλά απείρως παραγωγικότερο ρόλο. Να διαµεσολαβήσει δηλαδή για την εξεύρεση µιας συµβιβαστικής λύσης,να ενεργοποιήσειτις διαδικασίες διαλόγουκαι συναίνεσης,να πείσει για την ανιδιοτέλεια της αρχής που εκπροσωπούσε και να επιβάλλει εντέλει την οικολογικότερη των λύσεων που δεν είναι πάντως «τα σκουπίδια µου στην αυλή του γείτονα και όχι στη δική µου». Γιατί, σηµειωτέον, τα απορρίµµατα της Ανατολικής Αττικής συνεχίζουν να καταλήγουν στις ανεξέλεγκτες χωµατερές (αφού δικαίως δεν τα παίρνει η Φυλή), κατά παράβαση των εθνικών και κοινοτικών νόµων. Και διότι τα πρόστιµα, τα οποία είναι καθ’οδόν, δεν θα ταπληρώσει βέβαια η καταργηθείσα νοµαρχία αλλάτο σύνολο του ελληνικού λαού,ανεξαρτήτως της ευθύνης στη διαιώνισητου αδιεξόδου. Μέσα ακριβώς στηνίδια λογική, ο ίδιος απελθών νοµάρχης προσέφυγε και πάλι στο ΣΤΕ ζητώντας αυτήν τη φορά την κατάργηση των διοδίων στις παράπλευρεςοδούς των εθνικών αυτοκινητοδρόµων,δίνοντας έτσι ακόµα ένα πολιτικόεπιχείρηµα στο νεοσύστατο κίνηµα «δεν πληρώνω, δεν πληρώνω», κατά το οποίο το κράτος έχει υποχρέωση να παρέχει δωρεάν (!) πρόσβαση στους µεγάλους και πανάκριβους νέουςοδικούς άξονες. Οι οποίοι έγιναν µε τις γνωστές συµβάσεις παραχώρησης - αυτοχρηµατοδότησης,όχι για την εξυπηρέτηση των εργολάβων, αλλά των ίδιων των χρηστών, δηλαδή των Ι.Χ. και των εµπορευµατικών µεταφορών, εφαρµόζοντας κατά γράµµα την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Οπου και πάλιοι αντιδράσεις θα ήταν κατανοητές αν αντί του διάχυτου αντικρατισµού που διακρίνει τη λαϊκή βάση ενός κρατικοδίαιτου κατά τα άλλα συστήµατος, η επιχειρηµατολογία είχε να κάνει µε την ίδια τη νοµιµότητα (ως προς τον χρόνο και το ύψος των διοδίων) ή µετα πιθανά παράνοµα και υπερβολικά κέρδη των κατασκευαστών και των διαπλεκόµενων συµφερόντων.
Η αποτυχία της νοµαρχιακής αυτοδιοίκησης να λειτουργήσει ως συντελεστής συναπόφασης και εντέλει επίλυσης των διαφορών ανάµεσα στοκράτος και τις τοπικές κοινωνίες δεν είναι συγκυριακή. Αλλωστεόλοι θυµόµαστε τις κορόνες για την κατάκτηση που συνιστούσε η καθιέρωση της εκλογής από τη βάση των νοµαρχών, έναντι τουπαλαιότερου καθεστώτος των διορισµένων.
Το αν ηνέα καλλικράτεια διαίρεση(µε τους µεγάλους δήµους και τις περιφέρειες) δεν θα έχει και αυτή την ίδια τύχη, µένει να το δούµε. Τα πάντα όµως θα κριθούν όχι από το τι προβλέπουν οι τυπικέςδιατάξεις των αλλεπάλληλων νοµοσχεδίων αλλά από το αν οι αιρετοίάρχοντες θαξεχάσουν γιαλίγο τον λαϊκισµό – που όντωςφέρνει ψήφους - και κάνουν πράξη το αίτηµα της δηµιουργικής (και όχι καταστροφικής) αποκέντρωσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου