"Τελικός στόχος της Τουρκίας κατά Νταβούτογλου είναι η χώρα να γίνει ηγέτιδα στην περιοχή, όχι στη βάση του μιλιταριστικού της προφίλ, το οποίο θα πρέπει να εγκαταλείψει, αλλά χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες της ως χώρας με «ήπια ισχύ» (soft power), λόγω ανθηρής οικονομίας, δημοκρατικών θεσμών και ιστορικής παρουσίας στην ευρύτερη περιοχή"
Τον τελευταίο καιρό μέσα στη γενικότερη ανασφάλεια και έλλειψη αυτοπεποίθησης που δικαιολογημένα διακατέχει τους Έλληνες (λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης) ένας νέος μπαμπούλας εμφανίζεται να πλανάται στον ορίζοντα: ο «νέο-Οθωμανισμός». Έλληνες γνωστοί για την αντιπαλότητα προς την Τουρκία (Γιώργος Καραμπελιάς, Χρύσανθος Λαζαρίδης, Σταύρος Λυγερός), οργάνωσαν ημερίδα στο Χίλτον μία βδομάδα πριν την επίσκεψη Ερντογάν (για να εναντιωθούν στη επίσκεψη) με κεντρικό θέμα τον νέο-Οθωμανισμό και την αντιμετώπιση του. Μία βδομάδα μετά την επίσκεψη Ερντογάν, πανεπιστημιακοί γνωστοί για την εχθρότητα τους προς την Τουρκία (όπως ο Νεοκλής Σαρρής) μίλησαν στην ΕΡΤ-3 στο ίδιο πνεύμα. Στη συζήτηση αυτή περί νέο-Οθωμανισμού δεσπόζει η μορφή του υπερδραστήριου Τούρκου υπουργού εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου (υπουργού από τον Μάιο του 2009), πρώην καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο της Μαρμαρά.
Η φοβία αυτή θα μπορούσε να μην ληφθεί στα σοβαρά, αφού εκφράζονται από αυτούς που επί δεκαετίες «φωνάζουν λύκος», σε μια λογική, θα έλεγα, Καρλ Σμίτ («ο Εχθρός παραμένει πάντοτε Εχθρός»). Επιπλέον όπως είναι γενικά αποδεκτό η κυβέρνηση Ερντογάν είναι η πλέον φιλική προς την Ελλάδα τουρκική κυβέρνηση από την εποχή του Οζάλ (σύντομο διάλειμμα Νταβός). Ωστόσο η ανησυχία περί νέο-Οθωμανισμού χρήζει μίας απάντησης.
Καταρχήν ο όρος νέο-Οθωμανισμός αποτέλεσε ελληνική εφεύρεση, όρο που υποδηλώνει μία επιθετική, επεκτατική και υπερφίαλη Τουρκία στα αχνάρια του Οθωμανικού αυτοκρατορικού παρελθόντος. Απαντάται το πρώτον στο δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1970 και στην δεκαετία του 1980 (την εποχή της γνωστής αντιτουρκικής ρητορείας του Ανδρέα Παπανδρέου) και ως όρος έγινε τότε γνωστός και στους Τούρκους, ως έκφραση «παρανοϊκής ελληνικής φοβίας». Ο νέο-Οθωμανισμός ως ελληνικό φόβος ήταν το αντίστοιχο του τουρκικού φόβου του «πανελληνισμού» και της αναβίωσης της Μεγάλης Ιδέας. Σημειώνω ότι Τούρκοι αναλυτές είχαν παλιότερα την εντύπωση ότι το ΠΑΣΟΚ ονομαζόταν Πανελληνιστικό Σοσιαλιστικό Κίνημα!
Στη συνέχεια ο νέο-Οθωμανισμός εμφανίστηκε και στην Τουρκία όμως με εντελώς διαφορετική έννοια, από το διακεκριμένο δημοσιογράφο και σύμβουλο του προέδρου Οζάλ, Τζενγκίς Τζαντάρ (το 1990) και απέκτησε αρκετούς οπαδούς γνωστούς ως «νέο-Οθωμανιστές». Ο νέο-Οθωμανισμός που εισηγείτο ο Τζαντάρ οραματιζόταν μία πιο δραστήρια Τουρκία στην εξωτερική της πολιτική, φιλική και εποικοδομητική στην περιοχή της, η οποία θα αποτελούσε ηγέτιδα τόσο στο χώρο των Μουσουλμανικών χωρών όσο και στο χώρο των Τουρκογενών (Turkic λαών) που μόλις είχαν αποκτήσει κρατική υπόσταση μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ. Η επιλογή του όρου νέο-Οθωμανισμός οφείλεται στην οθωμανική παράδοση και πως αυτήν την αντιλαμβάνονται οι Τούρκοι: ως μία αυτοκρατορία πολυπολιτισμική, ανεκτική και δίκαιη, στην οποία ευημερούσαν Μουσουλμάνοι, Χριστιανοί και Εβραίοι. Άλλωστε ο όρος Οθωμανισμός (και νέο-Οθωμανισμός) στον 19ο αιώνα ήταν το κίνημα των «Νέων Οθωμανών» και στη συνέχεια «Νεότουρκων» που στόχευε στον εκσυγχρονισμό-εκδημοκρατισμό της χώρας και στο να δημιουργηθεί μία υπερεθνική συνείδηση του Οθωμανού πολίτη, ασχέτως θρησκείας ή καταγωγής. Την προσπάθεια αυτή υποστήριζαν και πολλοί διαπρεπείς Έλληνες Οθωμανοί, όπως οι πρέσβεις Μουσούρης και Αριστάρχης, ο υπουργός εξωτερικών Καραθεοδωρής και οι πάμπλουτοι τραπεζίτες της Πόλης, όπως ο Ζωγράφος και ο Ζαρίφης.
Στη λογική των Τζαντάρ και των άλλων νέο-Οθωμανιστών η οθωμανική παράδοση είναι το εισιτήριο για να γίνει η χώρα τους αποδεκτή με ανοικτές αγκάλες από τους γείτονες τους. Λησμονούν ότι μεσολάβησε η δημιουργία εθνικών κρατών με εθνικές ιστορίες που, για προφανείς δικούς τους λόγους, δεν αποδέχονται το ανεκτικό οθωμανικό παρελθόν (και ας ίσχυε) και θεωρούν την οθωμανική κληρονομιά ως αρνητική και απορριπτέα.
Ας έρθουμε όμως τώρα στον Νταβούτογλου. Ο ίδιος έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει ότι δεν είναι θιασώτης του νέο-Οθωμανισμού, προφανώς υπό τον αρνητική έννοια που τον αντιλαμβάνονται τα γειτονικά έθνη-κράτη. Από την άλλη οι θέσεις του Νταβούτογλου δεν διαφέρουν και πολύ από τη λογική του νέο-Οθωμανισμού κατά Τζαντάρ. Πρόκειται για τη γνωστή θεωρία του «στρατηγικού βάθους» της Τουρκίας, που αναπτύσσει ο Νταβούτογλου στο ομώνυμο βιβλίο του 2001 και τώρα προσπαθεί να εφαρμόσει στην τουρκική εξωτερική πολιτική. Ο Νταβούτογλου υποστηρίζει ότι λόγω οθωμανικού παρελθόντος και παράδοσης η σημερινή Τουρκία έχει ορισμένα εγγενή πλεονεκτήματα τα οποία δεν έχει εκμεταλλευτεί μέχρι σήμερα, ακολουθώντας το εν πολλοίς αδιέξοδο αμυντικό Κεμαλικό μοντέλο που βλέπει παντού απειλές και εχθρούς (εξωτερικούς και εσωτερικούς, όπως τους Κούρδους) και κίνδυνο στην εθνική ασφάλεια της χώρας στα πλαίσια του περίφημου «συνδρόμου των Σεβρών» (του τρόμου διαμελισμού της χώρας).
Πρώτη βασική επιδίωξη το Νταβούτογλου είναι τα «μηδενικά προβλήματα» με τους γείτονες της Τουρκίας, ακόμη και με την Αρμενία, στα πλαίσια της επίλυσης διενέξεων «χωρίς νικητές και ηττημένους». Και όντως με την Αρμενία, τη Συρία, το Ιράκ (παρά το Κουρδικό) και το Ιράν οι σχέσεις έχουν βελτιωθεί αισθητά υπό τον Νταβούτογλου. Επίσης θα πρέπει να λυθεί το Κουρδικό, ειρηνικά, με προστασία και συμμετοχή των Κούρδων στο τουρκικό κράτος. Τελικός στόχος της Τουρκίας κατά Νταβούτογλου είναι η χώρα να γίνει ηγέτιδα στην περιοχή, όχι στη βάση του μιλιταριστικού της προφίλ, το οποίο θα πρέπει να εγκαταλείψει, αλλά χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες της ως χώρας με «ήπια ισχύ» (soft power), λόγω ανθηρής οικονομίας, δημοκρατικών θεσμών και ιστορικής παρουσίας στην ευρύτερη περιοχή. Ο Νταβούτογλου θεωρεί την Τουρκία όχι τόσο ως γέφυρα μεταξύ του Ισλάμ και Δύσης ούτε ως περιφερειακή δύναμη, αλλά από τις λίγες χώρες που αποκαλεί «κεντρικές χώρες» (με γεωπολιτικούς όρους) που μπορούν να παίξουν σημαίνοντα ρόλο ακόμη και παγκοσμίως. Το υπερ-φιλόδοξο αυτό όραμα του Νταβούτογλου είναι φυσικό να ανησυχεί πολλούς στην Ελλάδα και πολύ περισσότερο τους Τουρκόφοβους.
Πρώτη βασική επιδίωξη το Νταβούτογλου είναι τα «μηδενικά προβλήματα» με τους γείτονες της Τουρκίας, ακόμη και με την Αρμενία, στα πλαίσια της επίλυσης διενέξεων «χωρίς νικητές και ηττημένους». Και όντως με την Αρμενία, τη Συρία, το Ιράκ (παρά το Κουρδικό) και το Ιράν οι σχέσεις έχουν βελτιωθεί αισθητά υπό τον Νταβούτογλου. Επίσης θα πρέπει να λυθεί το Κουρδικό, ειρηνικά, με προστασία και συμμετοχή των Κούρδων στο τουρκικό κράτος. Τελικός στόχος της Τουρκίας κατά Νταβούτογλου είναι η χώρα να γίνει ηγέτιδα στην περιοχή, όχι στη βάση του μιλιταριστικού της προφίλ, το οποίο θα πρέπει να εγκαταλείψει, αλλά χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες της ως χώρας με «ήπια ισχύ» (soft power), λόγω ανθηρής οικονομίας, δημοκρατικών θεσμών και ιστορικής παρουσίας στην ευρύτερη περιοχή. Ο Νταβούτογλου θεωρεί την Τουρκία όχι τόσο ως γέφυρα μεταξύ του Ισλάμ και Δύσης ούτε ως περιφερειακή δύναμη, αλλά από τις λίγες χώρες που αποκαλεί «κεντρικές χώρες» (με γεωπολιτικούς όρους) που μπορούν να παίξουν σημαίνοντα ρόλο ακόμη και παγκοσμίως. Το υπερ-φιλόδοξο αυτό όραμα του Νταβούτογλου είναι φυσικό να ανησυχεί πολλούς στην Ελλάδα και πολύ περισσότερο τους Τουρκόφοβους.
Έχω τρεις ενστάσεις στο όραμα Νταβούτογλου που ελπίζω να διασκεδάσουν τους φόβους των περισσοτέρων Ελλήνων. Πρώτον, τα περί «κεντρικής δύναμης» αποτελούν φαντασιώσεις θερινής νυκτός όπως άλλωστε όλες οι ξεπερασμένες γεωπολιτικές θέσεις που εμπνέονται από παρωχημένες θεωρήσεις του τέλους του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου αιώνα. Δεύτερον, η υπερβολική δραστηριοποίηση της Τουρκίας παγκοσμίως θα ξεπεράσει τις δυνατότητες της και δεν θα έχει το αναμενόμενο όφελος γι’ αυτήν (όπως είχε φανεί και επί Οζάλ με τα ανοίγματα στις χώρες της Κεντρικής Ασίας). Τρίτον και κυριότερο, για να έχει η Τουρκία τη δυνατότητα και το κύρος να κινηθεί σε ευρύτερο επίπεδο θα πρέπει πρώτα απ’όλα να επιλύσει τα τρία καυτά προβλήματα που την βαραίνουν (κάτι που παραδέχεται και ο ίδιος ο Νταβούτογλου): (α) το Κουρδικό, (β) το θέμα της ανεπίτρεπτης ανάμειξης του Στρατού στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική της χώρας και (γ) τη σύγκρουση Ισλαμιστών και οπαδών του κοσμικού κράτους (Κεμαλικών, φιλελεύθερων και αριστερών). Επιπλέον θα πρέπει η οικονομία της να συνεχίσει να πηγαίνει πρίμα, κάτι διόλου εξασφαλισμένο, και να γίνουν και άλλες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις. Αν όλα αυτά συμβούν (κάτι πολύ δύσκολο αλλά όχι ακατόρθωτο) τότε θα έχουμε να κάνουμε με μία εντελώς διαφορετική Τουρκία, μία χώρα αξιέπαινη και πρότυπο. Ίσως τότε πολλοί Έλληνες να θελήσουν να μεταναστεύσουν εκεί (όπως έκαναν κατά τον 19ο αιώνα, μετά το 1840). Επιπλέον η Τουρκία θα μπορεί να ενταχθεί στην ΕΕ. Αν συμβούν όλα αυτά τότε ο νέο-Οθωμανικός μπαμπούλας α λα ελληνικά δεν θα υπάρχει ούτε για δείγμα και οι διάφοροι Τουρκόφοβοι αναλυτές θα βγουν οριστικά στη σύνταξη.
Πηγή: Σύγχρονα Θέματα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου