Αντίλογος στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για δημοψήφισμα και «σκληρή διαπραγμάτευση»
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δηλώνει συχνά ότι δεν
επιδιώκει την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη (και την ΕΕ) και πως
στρατηγική του είναι η σκληρή επαναδιαπραγμάτευση της πολιτικής
προσαρμογής όπως αυτή διαμορφώθηκε στα Μνημόνια. Δεν αμφιβάλλω για τις
προθέσεις του. Αλλά έχω κάθε λόγο να εκτιμώ ότι σειρά ολόκληρη άλλων
δικών του δηλώσεων και προγραμματικών επαγγελιών του ΣΥΡΙΖΑ, αν
τηρηθούν, θα οδηγήσουν ακριβώς σε αυτό που θέλει να αποφύγει - την έξοδο
της Ελλάδας από την ευρωζώνη. Η πρόσφατη μάλιστα δήλωση του κ.
Δραγασάκη ότι αν η διαπραγμάτευση δεν πετύχει τότε ο ίδιος προκρίνει να
κληθεί ο ελληνικός λαός να αποφασίσει το επόμενο βήμα με δημοψήφισμα ή
με νέες εκλογές (εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 22.3.2014) το επιβεβαιώνει. Με
δεδομένες τις διάχυτες σήμερα στάσεις έναντι των Μνημονίων, το
αποτέλεσμα θα είναι να... τυπωθούν δραχμές. Εκτός τούτου, τι ακριβώς θα επιχειρήσει να διαπραγματευθεί ο
ΣΥΡΙΖΑ; Να εξαιρεθεί η Ελλάδα από τους κανόνες της νέας οικονομικής
διακυβέρνησης για να εφαρμόσει ανεξέλεγκτα επεκτατική πολιτική; Να
αντλεί πόρους από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης με τη μορφή λευκών
επιταγών ώστε να επανέλθει στην εποχή του κρατισμού; Αλλά μια επεκτατική
πολιτική που ικανοποιεί κάθε χειμαζόμενη κοινωνική ομάδα χωριστά και
όλες μαζί όχι μόνο δεν θα χρηματοδοτηθεί από τρίτους, αλλά και θα
εκτοξεύσει το ήδη τεράστιο χρέος σε στρατοσφαιρικά ύψη. Θα καταδικάσει
επίσης τις επόμενες γενιές να ζουν κάτω από τον όγκο χρεών της γενιάς
του Πολυτεχνείου και θα αφήσει τη χώρα εκτεθειμένη σε κάθε εσωτερική ή
παγκόσμια διαταραχή.
Πρέπει, επίσης, να υπενθυμίσουμε ότι εντός της ΕΕ η ελληνική
εξαίρεση από τους κοινούς κανόνες, ακόμη και έπειτα από μια επιστροφή
στη δραχμή, δεν θα γίνει κατανοητή, ούτε θα είναι αποδεκτή από τους
εταίρους. Η Ελλάδα, παραμένοντας στην Ενωση έστω και με τη δραχμή της,
δεσμεύεται, όπως τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, από τις συνθήκες που έχει
υπογράψει, τελευταία από τη Συνθήκη της Λισαβόνας και τους κανόνες για
τον συντονισμό της οικονομικής πολιτικής που στοχεύουν στη συγκράτηση
των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων.
Ολόκληρη σχεδόν η προγραμματική του ΣΥΡΙΖΑ έρχεται σε πλήρη αντίθεση με
τους περισσότερους κανόνες της ΕΕ.
Η Ελλάδα μπορεί βέβαια να εγκαταλείψει την ευρωζώνη και να
επιβιώσει. Αλλά οι συνέπειες για την οικονομία της θα είναι δραματικές: η
χώρα θα αποκοπεί από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές, θα αποτρέψει για πολλά
χρόνια σοβαρές επενδύσεις και, το χειρότερο, θα βρεθεί με την περήφανη
δραχμή σε ένα σπιράλ υποτιμήσεων-πληθωρισμού-υποτιμήσεων και κατάληξη
την παραγωγική στασιμότητα και χαοτικές καταστάσεις. Αυτές ακριβώς είναι
οι συνέπειες κάθε λαϊκιστικής πολιτικής που παραβλέπει στοιχειώδεις
οικονομικούς περιορισμούς. Βλέπε Αργεντινή.
Πάντως, για ένα θέμα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δίκιο - για την ανάγκη δραστικής
αναδιάρθρωσης του ήδη θεόρατου χρέους των 325 δισ. ευρώ ή 175% ΑΕΠ. Την
αναδιάρθρωση όμως επιδιώκει και η τωρινή κυβέρνηση. Με μια διαφορά: ότι
έχοντας σαφή εικόνα του διαπραγματευτικού πεδίου, η κυβέρνηση
αντιλήφθηκε έγκαιρα ότι η αναδιάρθρωση προϋποθέτει ακριβώς την ανάληψη
των δικών της ευθυνών και αυτές περνούν μέσα από την εξυγίανση της
δημόσιας οικονομίας και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Οι εταίροι στην
ΕΕ έχουν θέσει με κάθε δυνατή σαφήνεια και από καιρό τους όρους για την
αναδιάρθρωση του χρέους.
Αναμφίβολα, η σημερινή κυβέρνηση έχει κάνει πολλά προς την
κατεύθυνση αυτήν. Μπορεί όμως να επικριθεί και για πολλά. Το
σπουδαιότερο: έχει αποφύγει, καθυστερήσει ή αναβάλει συνεκτικές αλλαγές
σε κρίσιμους τομείς, από τους οποίους εξαρτάται μακροχρόνια η επιστροφή
σε βιώσιμη ανάπτυξη. Επίσης, σε άλλους τομείς οι αλλαγές νοθεύτηκαν καθ'
οδόν με ευφάνταστους τρόπους ή σημαδεύονται από απίθανες παλινωδίες
(π.χ. στο Φορολογικό). Οι χειρισμοί τείνουν συχνά να ικανοποιήσουν
ειδικές ομάδες συμφερόντων που αναπτύσσουν στρατηγικές αποφυγής του
κόστους. Το αποτέλεσμα ήταν βέβαια να υπάρξει άνιση κατανομή των βαρών
και (μειούμενη πάντως) αβεβαιότητα για την τελική έκβαση του
εγχειρήματος.
Μένει ένα ακόμη ερώτημα: μα καλά, ο κοινός για όλους ευρωπαϊκός
κορσές δεν πρέπει να αλλάξει; Η απάντηση τηλεγραφικά: βεβαίως και μπορώ
να παραθέσω ένα εκτενές σκεπτικό για αυτό και να εξηγήσω τι ακριβώς
πρέπει να αλλάξει. Αλλά η αλλαγή θα είναι προϊόν διεργασιών εντός των
ευρωπαϊκών θεσμών όπου επιτυγχάνονται συγκλίσεις απόψεων και
συμβιβάζονται εθνικά συμφέροντα και όχι ένα πετυχημένο γιουρούσι με
αντικαπιταλιστικές ιαχές.
Ο Πάνος Καζάκος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου