Του Γιώργου Παγουλάτου, Καθημερινή
Εβδομάδες σύγχυσης οι τελευταίες για έναν σκεπτόμενο πολίτη. Από τη μια, οικονομικοί αναλυτές με αγελαία αντανακλαστικά τον καλούσαν να πανηγυρίσει την έξοδο στις αγορές. Από την άλλη, μια αντιπολίτευση σε υστερία τον εξόρκιζε να τα θεωρήσει όλα μια καλοστημένη κυβερνητική απάτη. Τι συμβαίνει λοιπόν;
1η πλάνη: Η χώρα βγήκε επιτυχώς στις αγορές διότι οι επενδυτές περιμένουν την ανάπτυξη.
Οχι. Οι ξένοι επενδυτές συνέρρευσαν μαζικά να αγοράσουν το πενταετές ομόλογο γιατί περιμένουν συμφέρουσες αποδόσεις στην επένδυσή τους, που έχει υψηλό επιτόκιο, ασφάλεια ισχυρού νομίσματος, χωρίς κίνδυνο χρεοκοπίας. Η ανάπτυξη είναι άλλο θέμα. Αλλά η Ελλάδα δεν θεωρείται πια οικονομία υψηλού κινδύνου, και αυτό είναι μεγάλη υπόθεση αν σκεφτεί κανείς από τι περάσαμε τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
2η πλάνη: Ηταν άχρηστη, αν όχι επιζήμια, η έξοδος στις αγορές.
«Μέρα πένθους και όχι χαράς», έγραψε κάποιος. Ούτε άχρηστη, ούτε επιζήμια, ούτε σωτήρια. Ομως αναμφίβολα θετική. Τέσσερα χρόνια τώρα, η διεθνής εικόνα της Ελλάδας ήταν συνώνυμη της αποτυχίας, αποκλεισμένη από τις αγορές, επιβιώνουσα χάρη στην έκτακτη αιμοδοσία των ξένων. Η εκδήλωση επενδυτικού ενδιαφέροντος αντιστρέφει το αρνητικό στερεότυπο. Τροφοδοτεί θετικές προσδοκίες. Και βοηθά στη γενική αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού. Δεν είναι η έξοδος από την κρίση, αλλά είναι η αρχή της εξόδου.
Βέβαια, ο εγχώριος παραλογισμός χτύπησε κόκκινο. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι κατέφυγε στις αγορές για να δανειστεί με επιτόκιο 4,9% – έναντι του 1,5% που μας δίνει η τρόικα. Ορισμένοι θέλουν να ακυρώσουμε το Μνημόνιο, αλλά να κρατήσουμε τη φθηνή χρηματοδότηση, να κηρύξουμε παύση πληρωμών στους εταίρους αφού όμως μας δώσουν πρώτα ένα σχέδιο Μάρσαλ, να διώξουμε την τρόικα αφού συμμαχήσουμε με το ΔΝΤ για να πιέσουμε τους Ευρωπαίους να μας «κουρέψουν» το χρέος.
3η πλάνη: Τώρα που έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα και πρόσβαση στις αγορές, μπορούμε να απειλήσουμε τους εταίρους με στάση πληρωμών.
Λάθος. Η σχέση με τους εταίρους είναι εμπεδωμένη σε βάθος χρόνου, σε πλαίσιο αμοιβαίων υποχρεώσεων και ωφελειών. Σκεφτείτε όσα πρόκειται η χώρα να λάβει από τον κοινοτικό προϋπολογισμό την επόμενη επταετία, αλλά και όσα μπορεί ακόμα να διεκδικήσει. Το ήθος της εταιρικής συνύπαρξης και ο ευρωπαϊκός ορίζοντας της χώρας αποκλείουν μονομερείς ενέργειες και συμπεριφορές Βαλκάνιου νταή.
Η διαπραγματευτική δύναμη της χώρας είναι σήμερα ισχυρότερη όχι επειδή μπορούμε να απειλήσουμε με χρεοκοπία, αλλά επειδή τηρήσαμε τα συμφωνημένα, εξαλείψαμε τα ελλείμματα, ματώσαμε για να μείνουμε στο ευρώ. Είναι πάντως απίστευτο πώς η ιδέα ενός καμικάζι εκβιασμού εξακολουθεί ακόμη να γαργαλάει τη φαντασία. Δεν μάθαμε τίποτε από τη δραματική εμπειρία της Κύπρου; Αυτό που μπορεί να πει η Ελλάδα δεν είναι: αν δεν μου διαγράψεις το χρέος, θα το διαγράψω μόνη μου. Είναι: στήριξε την ανάπτυξή μου, για να μπορώ να εξυπηρετώ και το χρέος μου. Οσο για την απειλή, δεν είναι ποτέ αξιόπιστη όσο η ενεργοποίησή της θα επέφερε πολλαπλάσια ζημία στον απειλούντα από ό,τι στον απειλούμενο.
Και μία αλήθεια: Η βελτίωση των οικονομικών μεγεθών δεν περιορίζει τις ανοησίες για τα τάχα πλεονεκτήματα εξόδου μας από το ευρώ.
Κι έχουμε ακούσει πολλές, ακόμα και από τους σοβαρότερους. Κάποιοι, όπως ο Κρούγκμαν που είχε προβλέψει επιστροφή στη δραχμή, παραδέχθηκαν το λάθος τους. Αλλοι πάλι όχι, όπως ο κορυφαίος σύμβουλος αμερικανικής τράπεζας, που το καλοκαίρι 2012 προφήτευε 90% πιθανότητα εξόδου από το ευρώ σε ένα χρόνο επειδή η Ελλάδα έχει κυβέρνηση συνεργασίας!
Η ατυχέστερη ανάλυση της εβδομάδας περιέκλειε πάντως μία μεγάλη αλήθεια. Ενας από τους καλύτερους αρθρογράφους των Financial Times, προφανώς σε πολύ κακή μέρα, περιγράφει το σενάριο μιας τάχα σωτήριας εξόδου από το ευρώ. Προσέξτε: «Η Ελλάδα κηρύσσει παύση πληρωμών στο σύνολο του εξωτερικού της χρέους. Εισάγει νέο νόμισμα, το οποίο αμέσως θα υποτιμάτο. Για να κλειδώσει την ανταγωνιστική ισοτιμία, μετατρέποντάς την σε πραγματική υποτίμηση, θα χρειαζόταν μια κεντρική τράπεζα με αξιόπιστη αντιπληθωριστική πολιτική και επαρκώς απελευθερωμένες αγορές προϊόντων και εργασίας. Αυτή δεν είναι εύκολη επιλογή, και θα απαιτούσε πολύ περισσότερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις από όσες έχει κάνει ώς τώρα η Αθήνα».
Δηλαδή, με απλά λόγια, μας λέει ο καλός αναλυτής: Επειδή πρέπει να κάνουμε ακόμα πολλά και δύσκολα για να γίνουμε ανταγωνιστικοί μέσα στο ευρώ, καλύτερα να γυρίσουμε στη δραχμή, όπου για να αποκτήσουμε ανταγωνιστικότητα θα πρέπει να κάνουμε ακόμα περισσότερα και δυσκολότερα!
Χρειάζονται ακόμα πολλά για να περάσουμε σε διατηρήσιμη ανάπτυξη και δημιουργία απασχόλησης. Αλλά όχι εύκολες λύσεις, παιχνίδια εκβιασμών, χρεοκοπίας και δραχμής. Η ανάπτυξη και οι δουλειές θα έρθουν από πλήθος διαρθρωτικών αλλαγών, όπως η προωθούμενη αξιολόγηση στο κράτος. Από αμέτρητες δράσεις που θα προσπαθούν να τοποθετήσουν όχι μόνο ελληνικά ομόλογα αλλά ελληνικά προϊόντα και υπηρεσίες σε ξένες αγορές, και να κρατήσουν τα καλύτερα μυαλά στη χώρα. Για να περάσουμε σε έναν ενάρετο κύκλο ανάπτυξης και απασχόλησης, με εξωστρεφείς επιχειρήσεις ποιότητας και προστιθέμενης αξίας. Οχι καφετέριες, αλλά εταιρείες υψηλής τεχνολογίας. Αυτά και πολλά ακόμη θα συναποτελέσουν ένα εθνικό σύμφωνο μεταρρυθμίσεων και ανάπτυξης, που θα δεσμεύει τη χώρα για τα επόμενα χρόνια. Και που θα έχουμε καταρτίσει εμείς και όχι η τρόικα.
* Ο κ. Γ. Παγουλάτος είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και επισκέπτης καθηγητής στο Κολέγιο της Ευρώπης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου