Από τον Θανάση Γιαλκέτση, Εφημερίδα των Συντακτών
Η ακόλουθη συνέντευξη του Πολωνού κοινωνιολόγου Ζίγκμουντ Μπάουμαν δημοσιεύτηκε στο πολωνικό περιοδικό «Kultura Liberalna».
• Κατά τη γνώμη σας ποια Αριστερά θα έχουμε στο μέλλον; Μια
Αριστερά συντηρητική στα θέματα των ηθών ή που θα δίνει έμφαση στην
αναδιανομή των εισοδημάτων, εχθρική προς την Ευρώπη ή πρωτοποριακή,
ριζοσπαστικά οικολογική που θα παλεύει για τα ανθρώπινα δικαιώματα;
Τίποτα απ’ όλα αυτά. Τα χαρακτηριστικά που παρουσιάζετε δεν καλύπτουν
την πολυπλοκότητα του προβλήματος της Αριστεράς σήμερα. Εδώ και πολύ
καιρό, έχουμε να κάνουμε με δύο τρόπους οικοδόμησης της Αριστεράς που
είναι δυστυχώς και οι δύο εσφαλμένοι. Επικρατεί η ιδέα της δημιουργίας
μιας Αριστεράς που θα μοιάζει με τη Δεξιά, συνδεδεμένη βέβαια με την
επαγγελία ότι εμείς θα κάνουμε καλύτερα αυτό που κάνει η Δεξιά, με
περισσότερη αποτελεσματικότητα. Παρατηρούμε ότι οι πιο δραστικές πράξεις
διάλυσης του κοινωνικού κράτους υπήρξαν το έργο σοσιαλδημοκρατικών
κυβερνήσεων. Οσο η Μάργκαρετ Θάτσερ υπήρξε προφήτης και ιεραπόστολος της
νεοφιλελεύθερης θρησκείας άλλο τόσο ο Τόνι Μπλερ την αναγόρευσε σε
κρατική θρησκεία. Ο δεύτερος τρόπος οικοδόμησης της Αριστεράς είναι η
αντίληψη της συμμαχίας «ουράνιο τόξο». Εκκινούν από την υπόθεση ότι αν
κατορθώσουν να συγκεντρώσουν όλους τους δυσαρεστημένους κάτω από την
ίδια ομπρέλα, όποια και αν είναι η φύση της δυσθυμίας τους, θα γεννηθεί
μια ισχυρή πολιτική δύναμη. Δεν αποτελεί εμπόδιο το ότι, μεταξύ των
απογοητευμένων και των αδικημένων, υπάρχουν πολύ σοβαρές συγκρούσεις
συμφερόντων και διεκδικήσεων. Φανταστείτε μια Αριστερά που αποτελείται
από τη μια μεριά από υποστηρικτές του γάμου για όλους και από την άλλη
από μια διωκόμενη πακιστανική μειονότητα – είναι μια συνταγή καταστροφής
και αδυναμίας.
Η αντίληψη της συμμαχίας «ουράνιο τόξο» δεν παράγει παρά
τη διάλυση της αριστερής ταυτότητας, την προγραμματική ασάφεια και την
παράλυση της «πολιτικής δύναμης» που ήθελε να θεμελιώσει.
• Πάνω σε ποια βάση όμως μπορεί η Αριστερά να θεμελιώσει το
πρόγραμμά της; Ο Ζακ Ζιλιάρ, ο οποίος, στο βιβλίο του «Les gauches
françaises», 1762-2012, παρουσίασε μια κριτική ανάλυση της κληρονομιάς
της γαλλικής Αριστεράς, ισχυρίζεται ότι η Αριστερά σήμερα μπορεί να
αναφέρεται το πολύ στην ιδέα της δικαιοσύνης. Δεν μπορεί πλέον να μιλάει
για πρόοδο, αφού βλέπει με ανησυχία την τεχνική που είναι η ενσάρκωση
της προόδου, ενώ βλέπει με συμπάθεια την οικολογία, η οποία εξ ορισμού
τείνει προς τη συντήρηση και όχι προς την αλλαγή.
Η πτώση του κομμουνισμού είχε σίγουρα σημαντική επίδραση στο δυναμικό
της Αριστεράς. Επί πολλές δεκαετίες, η «ημερήσια διάταξη» για τον
υπόλοιπο κόσμο είχε ήδη οριστεί από το ίδιο το γεγονός της ύπαρξης του
κομμουνισμού, με το πρόγραμμά του για μια άλλη κοινωνία. Με ή χωρίς
ενθουσιασμό, υποκινούμενος από ένα ένστικτο συντήρησης, αυτός ο
υπόλοιπος κόσμος καταπιανόταν με καθήκοντα που περιέχονταν σε αυτό το
πρόγραμμα, όπως είναι η πάλη εναντίον της δυστυχίας και της ταπείνωσης, η
διεκδίκηση ικανοποιητικής αμοιβής για τον ρόλο της εργατικής τάξης στη
διαδικασία δημιουργίας του πλούτου, η πάλη εναντίον των ανισοτήτων και
για την κοινωνική δικαιοσύνη, η δωρεάν εκπαίδευση και υγειονομική
περίθαλψη, οι συντάξεις και η κοινωνική ασφάλιση που προστατεύει τα
άτομα από τις κακοτυχίες της ζωής. Πράγμα που διευκόλυνε περισσότερο τη
σοσιαλδημοκρατία, η οποία είχε βρει –παραδόξως- έναν ισχυρό σύμμαχο στον
πιο λυσσαλέο εχθρό της, να επιβάλει το κοινωνικό της πρόγραμμα. Πρέπει
να παραδεχτούμε ότι ο «υπόλοιπος κόσμος» υλοποιούσε τα καθήκοντα που
επέβαλλε η κομμουνιστική απειλή με επιτυχία πολύ μεγαλύτερη από όσο ο
ίδιος ο κομμουνισμός! Σήμερα το φόβητρο του κομμουνισμού δεν υπάρχει
πλέον. Επομένως τα προγράμματα βελτίωσης της ανθρώπινης ύπαρξης
υποχωρούν. Στη σφαίρα της πρακτικής, ο Γκέρχαρντ Σρέντερ το εξέφρασε
λακωνικά και με ακρίβεια λέγοντας: «Δεν υπάρχει καπιταλιστική και
σοσιαλιστική οικονομία. Υπάρχει μόνο καλή ή κακή οικονομία». Με αυτήν
την έννοια, οι κυβερνήσεις της Κεντροδεξιάς και της Κεντροαριστεράς
ανταγωνίζονται για το μεγαλύτερο αξίωμα μεταξύ των πιστών της εκκλησίας
του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ). Στο τιμόνι του κράτους, τα δύο
άκρα της πολιτικής βεντάλιας συμφωνούν στο να αναγνωρίζουν την
οικονομική ανάπτυξη σαν φάρμακο για όλα τα κοινωνικά δεινά και στο να
βλέπουν στην αύξηση της κατανάλωσης ένα κριτήριο της καλής
διακυβέρνησης. Τα υπόλοιπα δεν είναι παρά εκλογική προπαγάνδα. Με άλλα
λόγια, η Αριστερά δεν έχει άλλο πρόγραμμα από το να συναγωνίζεται με τη
Δεξιά για το ποιος θα επιταχύνει περισσότερο τη διαδικασία διάλυσης του
κοινωνικού ιστού και ποιος θα κερδίσει επομένως τις προσεχείς εκλογές.
Δεν τίθεται καθόλου το ζήτημα να δημιουργηθεί μια εναλλακτική λύση σε
κοινωνικούς μηχανισμούς που δεν λειτουργούν και που δεν ανταποκρίνονται
στις ανάγκες των ανθρώπων.
• Πρέπει επομένως να ενταφιάσουμε την Αριστερά;
Κάθε άλλο. Σήμερα η Αριστερά έχει πάντα τη δυνατότητα να διατηρήσει
και να εδραιώσει την ταυτότητά της. Αναφέρω εδώ δύο μόνον αρχές που
συνδέονται αδιάσπαστα με ένα «όραμα» της Αριστεράς: την ανθρώπινη
συνύπαρξη. Η πρώτη είναι η ευθύνη της κοινότητας για όλα τα μέλη της
και, πιο συγκεκριμένα, η ευθύνη να εγγυάται την ασφάλεια κάθε μέλους της
απέναντι στις κακοτυχίες της ζωής, τις καταστάσεις άρνησης της
αξιοπρέπειας, αναπηρίας και ταπείνωσης. Η υλοποίηση αυτής της αρχής ήταν
–τουλάχιστον στις προθέσεις του και στην αρχική του μορφή- το μοντέλο
της κοινωνίας που αποκαλείται «κράτος πρόνοιας», όπου το ζητούμενο δεν
ήταν τόσο η αύξηση του εισοδήματος όσο η εδραίωση, σε μόνιμη βάση, της
αλληλεξάρτησης και της συνεργασίας των μελών της κοινότητας, η
καθολικότητα του δικαιώματος σε μια κοινωνική αναγνώριση και σε μια
αξιοπρεπή ζωή και συνεπώς η κοινωνική αλληλεγγύη. Θα ήταν επομένως πιο
σωστό να το αποκαλούμε «κοινωνικό κράτος». Η δεύτερη αρχή είναι η
αξιολόγηση της ποιότητας μιας κοινωνίας όχι με κριτήριο το μέσο
εισόδημα, αλλά με βάση την ευημερία των πιο αδύναμων τομέων της (όπως
ακριβώς στην περίπτωση μιας αλυσίδας, της οποίας η αντοχή δεν
καθορίζεται από τη μέση αντοχή των κρίκων της, αλλά από την αντοχή του
πιο αδύναμου κρίκου της). […] Σήμερα ζούμε σε μια εποχή «απορρύθμισης».
Αυτός ο όρος, φαινομενικά ουδέτερος, του οποίου το πιο φανερό (και πιο
έντιμο) συνώνυμο θα μπορούσε να είναι η λέξη «αποδιοργάνωση», αποκρύπτει
μια διάχυση της ευθύνης και υποδηλώνει την αντικατάσταση σχετικά
προβλέψιμων καταστάσεων από καταστάσεις απρόβλεπτες, σημαδεμένες από
αβεβαιότητες, από τον φόβο ενός άγνωστου αύριο κ.λπ. Η «απορρύθμιση»
συνδέεται με το σύνθημα που προτείνει να γίνει κάθε άνθρωπος κύριος της
μοίρας του. Στην πράξη όμως αυτή δεν κάνει κύριους της μοίρας τους παρά
μόνον λίγους εκλεκτούς (που με την ευκαιρία γίνονται και κύριοι της
μοίρας πολλών άλλων), ενώ εγκαταλείπει τους υπόλοιπους στα καπρίτσια της
τύχης. Εγκαταλείποντας τα άτομα στην τύχη τους τα οδηγεί να
ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Αντί να προάγει την αλληλεγγύη, η κατάστασή
τους ευνοεί την αμοιβαία καχυποψία και αντιπαλότητα. Σε αυτές τις
συνθήκες, που δεν ευνοούν αλλά αντίθετα αποθαρρύνουν τη συλλογική δράση,
η Αριστερά αντιμετωπίζει μια μεγάλη πρόκληση: να ανυψώσει την πολιτική
–δραστηριότητα που παραμένει τοπική μέχρι σήμερα– σε ένα επίπεδο
προβλημάτων που έχουν ήδη παγκόσμιο χαρακτήρα, με τα οποία
αναμετριούνται οι σύγχρονοι άνθρωποι. […]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου