Από τον Θανάση Γιαλκέτση
Την
Κυριακή 13 Απριλίου έφυγε από τη ζωή ο Ερνέστο Λακλάου, ένας από τους
σημαντικότερους πολιτικούς στοχαστές της εποχής μας. Ο Αργεντινός
διανοητής πέθανε στα 78 του χρόνια στη Σεβίλη της Ισπανίας, όπου είχε
πάει για μια διάλεξη στο τοπικό πανεπιστήμιο. Η ακόλουθη συνέντευξη του
Ερνέστο Λακλάου δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 2008 στην ιταλική εφημερίδα
«Il Manifesto».
• Από την Αργεντινή του Περόν στην Αγγλία της αναλυτικής φιλοσοφίας. Τι σας οδήγησε να εγκαταλείψετε τη χώρα σας;
Είναι μια ιστορία που αρχίζει το 1966, όταν απέκτησα τον τίτλο του
πανεπιστημιακού καθηγητή. Επειτα από μόνο έξι μήνες, ένα πραξικόπημα
έφερε στην εξουσία τον στρατηγό Χουάν Κάρλος Ονγκάνια. Το στρατιωτικό
καθεστώς ήταν μεν αυταρχικό, αλλά όχι σαν κι εκείνα που γνωρίσαμε την
επόμενη δεκαετία στη Λατινική Αμερική. Για μένα σήμαινε το τέλος της
πανεπιστημιακής διδασκαλίας. Αρχισα έτσι να εργάζομαι σε ένα ιδιωτικό
ινστιτούτο κοινωνικών ερευνών στο Μπουένος Αϊρες. Την έρευνά μου
επόπτευε ο ιστορικός Ερικ Χομπσμπάουμ και εργάστηκα μαζί του για
δυο-τρία χρόνια. Χάρη στη δική του βοήθεια έκανα μια διδακτορική
διατριβή σε ένα βρετανικό πανεπιστήμιο και, όταν την τελείωσα,
εγκαταστάθηκα οριστικά στην Αγγλία. Σκεπτόμενος τις κατοπινές εξελίξεις
στην Αργεντινή, μπορώ να πω ότι η συνάντηση με τον Χομπσμπάουμ μού έσωσε
τη ζωή.
• Το 1985, μαζί με τη Σαντάλ Μουφ, γράψατε το βιβλίο
«Ηγεμονία και σοσιαλιστική στρατηγική», στο οποίο η γκραμσιανή έννοια
της ηγεμονίας κατέχει κεντρική θέση για την κατανόηση του «πολιτικού»
στις σύγχρονες κοινωνίες. Πότε ανακαλύψατε τα έργα του Αντόνιο Γκράμσι;
Στην Αργεντινή ο Γκράμσι είχε μεταφραστεί ήδη από τη δεκαετία του
1950. Για μας τότε οι θέσεις του ήταν θεμελιώδεις για να κατανοήσουμε
εκείνο που αποκλήθηκε «αναγέννηση του περονισμού», ενός πολιτικού,
κοινωνικού και πολιτιστικού κινήματος που δεν μπορούσε να ερμηνευτεί
ορθά με την παραδοσιακή «ταξική» ανάλυση. Οι γκραμσιανές μελέτες για το
εθνικό-λαϊκό, για τη διαμόρφωση μιας συλλογικής βούλησης, η ιδέα του
συλλογικού διανοούμενου που δρα για μιαν ηθική και πολιτική
μεταρρύθμιση, χρησιμοποιούνταν για να πάρουμε κριτικές αποστάσεις από
μιαν αποστεωμένη ανάλυση της αργεντινής κοινωνίας. Εξάλλου,
παρακολουθούσαμε όλοι με ενδιαφέρον όσα συνέβαιναν στα αμερικανικά
πανεπιστήμια ή στους δρόμους του Βερολίνου και του Παρισιού. Το 1968
ήταν ένα σημαντικό αίνιγμα που έπρεπε να επιλύσουμε σχετικά με τον
περονισμό, επειδή έθετε πάντοτε το ίδιο πρόβλημα: Πώς μπορεί να
διαμορφωθεί μια πολιτική υποκειμενικότητα έξω από το οικονομίστικο σχήμα
της πάλης των τάξεων;
• Το ενδιαφέρον για τον Γκράμσι είναι αναμφίβολο, αλλά μεταξύ
της δικής σας προοπτικής και εκείνης, για παράδειγμα, των
μετααποικιακών σπουδών υπάρχει μεγάλη διαφορά. Εσείς υποστηρίζετε ότι το
να ερμηνεύουμε κριτικά τις καπιταλιστικές κοινωνίες με βάση την ταξική
σύγκρουση μπορεί να καταλήξει σε παράλυση της κριτικής σκέψης. Δεν
μπορούμε να πούμε το ίδιο για τις μετααποικιακές σπουδές, όπου η
διαίρεση της κοινωνίας σε τάξεις παραμένει το πρόβλημα από το οποίο
πρέπει να ξεκινήσουμε για να κατανοήσουμε τις διαδικασίες καθυπόταξης
στην εξουσία.
Ο Στιούαρτ Χολ και η κοινωνιολογική Σχολή του Μπέρμιγχαμ μιλούν μεν
για υπεξούσιες τάξεις, χωρίς όμως τον ντετερμινισμό που χαρακτηρίζει
πολλές παραδοσιακές μαρξιστικές αναλύσεις. Πρόκειται επομένως για μια
προοπτική που δεν απέχει πολύ από τη δική μου. Ας επιστρέψουμε όμως στο
πιο σημαντικό πρόβλημα. Στις σύγχρονες κοινωνίες παρατηρούμε μια διάδοση
κοινωνικών και πολιτιστικών αιτημάτων, αιτημάτων αναγνώρισης
ταυτότητας. Μπορούμε να μιλήσουμε για ηγεμονική πρακτική που κόβει το
πολιτικό πεδίο στα δύο, στον βαθμό που μια σειρά από επιμέρους αιτήματα
συγκλίνουν σε μιαν «αλυσίδα ισοδυναμίας», η οποία δεν καταργεί τις
διαφορές μεταξύ των ιδιαίτερων αιτημάτων, αλλά τα εντάσσει στο εσωτερικό
ενός καθολικού λόγου.
• Εχετε ορίσει την προοπτική σας ως «μεταμαρξιστική». Μπορείτε να την προσδιορίσετε πιο συγκεκριμένα;
Υπάρχουν πολλοί μαρξισμοί. Συνέκλιναν, ωστόσο, στο να θεωρούν ότι η
καπιταλιστική ανάπτυξη θα προκαλούσε μια κοινωνική ομογενοποίηση και μια
κοινωνική πόλωση. Από τη μια μεριά οι κάτοχοι των μέσων παραγωγής και
από την άλλη μια ομοιογενής μάζα προλετάριων. Η Ιστορία δεν κινήθηκε
προς αυτήν την κατεύθυνση. Οι σύγχρονες κοινωνίες παρουσιάζουν πράγματι
ένα «κοινωνικό» εξαιρετικά ετερογενές και πολύπλοκο. Αυτό δεν σημαίνει
ότι έχει εκλείψει η σύγκρουση κεφαλαίου και εργασίας, αλλά ότι έχουν
εμφανιστεί εξίσου ριζικές συγκρούσεις, όπως η οικολογική, εκείνη για τα
κοινά αγαθά, οι συχνές εξεγέρσεις σε πλανητική κλίμακα εναντίον του
κοινωνικού αποκλεισμού και της περιθωριοποίησης. Είναι όλες τους
συγκρούσεις που μπορούν να θέσουν σε κρίση τον καπιταλισμό. Το πρόβλημα
επομένως είναι η πολιτική συνάρθρωση αυτών των συγκρούσεων.
Επαναλαμβάνω, κατά τη γνώμη μου, το να σκεφτόμαστε την πολιτική σημαίνει
να σκεφτόμαστε μιαν ηγεμονική πρακτική. Για να συνοψίσουμε: Υπάρχει μια
οριζόντια διάδοση των κοινωνικών, οικολογικών, πολιτιστικών συγκρούσεων
και μια δυσκολία να δώσουμε μορφή στην πολιτική τους συνάρθρωση.
• Μετά τον Γκράμσι, εσείς προτείνετε ξανά μιαν έννοια που δεν
έχει καλή φήμη: την έννοια του λαού. Κατά τη γνώμη σας, ο λαός είναι
μια πολιτική κατασκευή. Είναι μάλιστα η μοναδική δυνατότητα για να
σκεφτούμε την πολιτική. Παραμένει το μυστήριο του πώς ο λαός παράγεται
πολιτικά. Αν έπειτα προσθέσουμε ότι στη νεωτερικότητα το πολιτικό υπήρξε
συχνά συνώνυμο του κράτους, δηλαδή του μονοπώλιου της πολιτικής
απόφασης, η κατάσταση περιπλέκεται, επειδή με την πολιτική παραγωγή του
λαού αμφισβητείται αυτό το μονοπώλιο του κράτους στην πολιτική απόφαση.
Ποια είναι λοιπόν η σχέση ανάμεσα στην πολιτική παραγωγή του λαού και
στο κράτος που διεκδικεί το μονοπώλιο της πολιτικής απόφασης;
Στη φιλοσοφική παράδοση, το κράτος είναι μια συγκεκριμένη έκφραση του
καθολικού. Ο Μαρξ λέει αντίθετα ότι το κράτος είναι μια επιτροπή για τη
διαχείριση των υποθέσεων ενός τμήματος της κοινωνίας, της αστικής
τάξης, ενώ η κοινωνία πολιτών είναι το πεδίο όπου το καθολικό μπορεί να
αναδυθεί μόνον με αφετηρία την κατάληψη της εξουσίας από εκείνους οι
οποίοι κατέχουν μόνον την εργατική τους δύναμη. Οταν αυτό θα συμβεί,
μπορούμε να σκεφτούμε τον μαρασμό του κράτους. Ο Αντόνιο Γκράμσι μάς
βοηθάει όμως να δούμε πολύ διαφορετικά τη σχέση μεταξύ κράτους και
κοινωνίας πολιτών, δηλαδή μεταξύ της λογικής της ισοδυναμίας και των
ιδιαίτερων αιτημάτων. Η πολιτική κατασκευή του λαού είναι μέσα και έξω
από το κράτος. Είναι έξω από το κράτος επειδή αμφισβητεί το κρατικό
μονοπώλιο της πολιτικής απόφασης. Είναι μέσα στο κράτος επειδή δεν
μπορεί να παρακάμψει το πρόβλημα της αναγνώρισης των ιδιαίτερων
συμφερόντων. Η κατασκευή του λαού θα χρειάζεται επομένως το κράτος, αλλά
θα χρειάζεται και μορφές άμεσης δημοκρατίας. Εξάλλου, η μαρξική ιδέα
του μαρασμού του κράτους είναι μια μυθολογία. Η πολιτική θα χρειάζεται
πράγματι τόσο την αντιπροσωπευτική δημοκρατία όσο και την άμεση
δημοκρατία. Οφείλουμε επομένως να σκεφτούμε ποια δυναμική σχέση μπορεί
να υπάρξει ανάμεσα σε αυτούς τους δύο πόλους, που είναι άλλωστε και
σχέση μεταξύ της «αλυσίδας ισοδυναμίας» και των ιδιαίτερων αιτημάτων.
• Αυτή η δυναμική ισορροπία ανάμεσα σε άμεση δημοκρατία και
αντιπροσωπευτική δημοκρατία μπορεί να αποκληθεί ριζοσπαστική δημοκρατία;
Δεν ξέρω αν μπορούμε να αποκαλέσουμε αυτή τη δυναμική ισορροπία μια
μορφή ριζοσπαστικής δημοκρατίας. Ριζοσπαστική πολιτική κατ’ εμέ είναι η
πολιτική κατασκευή του λαού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου