Του Πάνου Τσορμπατζόγλου, 25.3.2012
Στην παράδοση της κομουνιστικής αριστεράς, η αυτοκριτική ήταν μια διαδικασία πολύ χρήσιμη γιατί, εκτός των άλλων, είχε και μια διάσταση θεραπευτικής ψυχανάλυσης. Ήταν κάτι σαν την κολυμβήθρα του Σιλωάμ που μπορούσε να εξαγνίσει τους πάντες από τα διαπραχθέντα λάθη και «εγκλήματα» τους, αρκεί η καταβύθιση στα νερά της να ήταν, (ή να έδειχνε), ειλικρινής και απόλυτη.
Όμως η διαδικασία αυτή είχε μια αξιοπρόσεκτη ιδιαιτερότητα. Αποτελούσε μια, σχεδόν, πάγια τακτική, όταν επρόκειτο για απολογισμούς δράσης μεταξύ των ανθρώπων του «χώρου», ανεξάρτητα αν πολλοί από αυτούς προέβαιναν σ’ αυτήν «εκόντες άκοντες» για να εξυπηρετήσουν τους μηχανισμούς του κομματικού Λεβιάθαν. Αντίθετα παρατηρείται μια ιστορική απέχθεια για το «άθλημα της ειλικρινούς μεταμέλειας» όπως αναφέρεται στην καθ’ ημάς ορθοδοξία, όταν ο εξομολόγος του αμαρτήσαντα «αριστερού» είναι η εκκλησία του δήμου στο σύνολο της. Εκεί πρωταγωνιστεί πάντα ο ιδεολογικός πατριωτισμός με μια ένταση και απολυτότητα που προσβάλλει, εν πολλοίς, τον κοινό νου.
Οι «άλλοι, από την εποχή της συγκρότησης του νεοελληνικού κράτους, όταν οι συμπατριώτες μας καταδιώκονταν από τις Ερινύες των ανομιών τους, υπήρξαν και υπάρχουν πάντα ως η αγαπημένη καταφυγή μας. Βολική και ασφαλής. «Οι Άλλοι φταίνε, αυτοί που έχουν τη δύναμη, αυτοί πρέπει να απολογηθούν». Τόσο απλά και τόσο ανακουφιστικά. Η αριστερά συνεπώς δεν είχε τίποτε άλλο να κάνει από το να ακολουθεί την παράδοση. Πολλοί πιστέψαμε ότι η καταιγίδα της κρίσης που βιώνουμε θα μπορούσε να καθαρίσει την ατμόσφαιρα, ακόμη και στο χώρο της αριστερής και προοδευτικής (;) πρακτικής, έτσι ώστε η καταγραφή των λαθών και των ευθυνών από όλους να γίνει ευκαιρία για μια αναστροφή της καταστροφικής πορείας του τόπου. Μάταια όπως αποδεικνύεται από τη συμπεριφορά των περισσοτέρων που ισχυρίζονται ότι ανήκουν σ’ αυτόν τον χώρο. Και για μεν του σταλινικούς της Παπαρήγα και του Μαϊλη ή τους νεοκομουνιστές του Τσίπρα και του Λαφαζάνη, καμία έκπληξη. Η απαίτηση, παρ’ όλα αυτά, για μια δημόσια λογοδοσία για τις παραλείψεις και τις ευθύνες των πολιτικών φορέων αυτού του φάσματος της πολιτικής υφίσταται. Είναι οξύμωρο, κατά τη γνώμη μου, να εγκαλείται το πολιτικό σύστημα της Ελλάδας για τη σημερινή τραγική κατάσταση της χώρας και η «αριστερά» να αφαιρείται από το κάδρο. Δε χρειάζεται να είσαι ειδικός στις πολιτικές επιστήμες για να καταλάβεις ότι το καταδικασμένο σήμερα πολιτικό σύστημα περιλαμβάνει το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων, τη δημόσια διοίκηση, τα συνδικάτα-συντεχνίες, τις οργανώσεις που εκπροσωπούν ποικίλα συμφέροντα, τη δικαιοσύνη, την παιδεία και πάει λέγοντας. Είναι άλλο να κατανέμω τις ευθύνες των εγκληματικών λαθών και παραλείψεων και άλλο να αποσείω από εμένα την όποια ευθύνη. Γιατί άραγε δεν πρέπει να ειπωθεί ότι άλογες απαιτήσεις ή έστω κακοί χειρισμοί, δεν ήταν αιτία για το κλείσιμο δεκάδων επιχειρήσεων (περίπτωση Pirelli, Μποδοσάκης, Ναυπηγεία, κτλ); Γιατί είναι κακό να ακουστεί ότι πεισματικές εμμονές σε δογματικά πρότυπα ακύρωσαν εκσυγχρονισμούς ή ιδιωτικοποιήσεις απαραίτητες για την διάσωση πόρων, και θέσεων εργασίας, (Νόμος Γιανίτση, Ολυμπιακή, Σκαραμαγκάς, Τράπεζες, Λιμάνια κτλ); Ποιος σήμερα δεν καταλαβαίνει ότι η ανοχή, όταν δεν ήταν ενθάρρυνση στις απαιτήσεις ασύδοτων λόγω δύναμης συντεχνιών, σήμαινε αυτόματα θανάσιμο κίνδυνο για την διατήρηση ενός στοιχειώδους κοινωνικού κράτους, (ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΟΣΕ, κτλ); Ποιος αρνείται την εφαρμογή της, «καταραμένης» πλέον, διαπλοκής από τις δυνάμεις της αριστεράς όπου αυτές κατόρθωναν να κερδίσουν την εξουσία, (Δήμοι, Συνεταιρισμοί, Πανεπιστήμια); Και, εν κατακλείδι, γιατί φοβούνται, ακόμη και όσοι θέλουν να πιστεύουν ότι ανήκουν ή εκπροσωπούν την «έλλογη» εκδοχή της, να παραδεχτούν ότι φταίνε κι αυτοί, στο μέτρο προφανώς που τους αναλογεί, για το κακό χάλι της Ελλάδας; Προσωπικά ισχυρίζομαι ότι το πολιτικό κόστος-γιατί περί αυτού πρόκειται-είναι ασήμαντο μπροστά στην ανάγκη ίασης του πολιτικού σώματος της χώρας αυτής. Ο τόπος αυτός έχει ανάγκη σήμερα, πιστεύω, από ειλικρινείς, γενναίους και, κυρίως, τίμιους ηγέτες. Που δεν θα φοβούνται την αλήθεια και θα τολμούν αλλαγές. Τέτοιες που θα φωτίσουν όχι μόνον το δρόμο του μέλλοντος αλλά θα ξεδιαλύνουν και τα σκοτάδια του παρελθόντος. Απαιτείται να ξεχάσουμε το καταστροφικό «φταίνε οι άλλοι». Όμως ούτε το «φταίνε και άλλα» των τολμηρών και αδογμάτιστων της νέας αριστεράς αρκεί. Είναι η ώρα του «φταίμε κι εμείς». Την ποσόστωση της ευθύνης ας την αφήσουμε γι αργότερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου