Του Μάκη Καραγιάννη, Παρέμβαση τχ 170
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΧΑΤΖΗΠΡΟΔΡΟΜΙΔΗΣ, Ο σταλινισμός και οι μεταμοντέρνοι θαυμαστές του, εκδ. Επίκεντρο, 2013, σελ. 240
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΧΑΤΖΗΠΡΟΔΡΟΜΙΔΗΣ, Ο σταλινισμός και οι μεταμοντέρνοι θαυμαστές του, εκδ. Επίκεντρο, 2013, σελ. 240
Μου άρεσε όμως περισσότερο εκείνη η πλευρά του βιβλίου που διερευνά τη
στάση των διανοουμένων απέναντι στο σταλινισμό. Με ενδιέφερε κατ’ αρχήν
ως ερώτημα: Τι έκανε τους διανοούμενους οι οποίοι εξ ορισμού είναι
ταγμένοι να διακονούν την τέχνη και την επιστήμη -δηλαδή την αλήθεια-
να ενδίδουν στο ζόφο του σταλινισμού; Τι έκανε διανοούμενους σαν τον
Λούκατς, τον Νερούντα, τον Αραγκόν, τον Ελυάρ, τον Πικάσο, τον Μπρέχτ,
τον Γκόργκι, τον Ρίτσο να τυφλώνονται μπροστά σ’ αυτό το φαινόμενο;(...) Αν όμως ο Λούκατς αποτελεί την «προδοσία της σκέψης» τα πράγματα γίνονται πιο
περίπλοκα όταν μαζί με την πίστη στο κόμμα υπεισέρχονται ο καιροσκοπισμός, το βελούδινο χέρι της κομματικής
θαλπωρής, το χειροκρότημα. «Homo sum και τίποτε το ανθρώπινο δεν μου είναι ξένο» όπως έλεγε ο
Τερέντιος. Ο ποιητές και οι πεζογράφοι ακόμα και
όταν κάνουν μεγάλη τέχνη είναι άνθρωποι με σάρκα και οστά, με υποκρισίες
και ιδιοτέλειες και στηρίζουν
σταλινικά καθεστώτα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση
του Πάμπλο Νερούντα. Το 1954 υμνεί
στο ποίημά του την απλότητα και τη σοφία του Στάλιν, ενώ το 1963 ο μεγάλος
ηγέτης στο ποίημα μεταμορφώνεται σε
βάναυσο άνθρωπο. Αντίστοιχα εγκώμια επεφύλαξε ο Νερούντα σε ποίημά του και για
τον Αντρέι Βισίνκσκι, τον αδίστακτο εισαγγελέα των δικών
της Μόσχας. Αλλά τι στάση κράτησε και ο μεγάλος
Μπέρτολντ Μπρεχτ; Δεν
μίλησε ποτέ για τα σταλινικά εγκλήματα. Όπως πολύ γλαφυρά αναφέρει ο βιογράφος
του Τζον Φουέγκι «βούλωσε το στόμα του». Όμως και όταν μίλησε για τη δολοφονία του φίλου του Σεργκέι Τρετιάκοφ στο ποίημά
του «Είναι αλάθητος ο λαός;» τι έγραψε; «ανάμεσα στους πενήντα
καταδικασμένους ίσως είναι και ένας αθώος. Και τι έγινε αν είναι αθώος;». Η ειρωνεία είναι ότι ως
διανοούμενος έδινε συμβουλές στον κόσμο για τις “Πέντε δυσκολίες για να γράψει
κανείς την αλήθεια”.
Έχει άραγε κάποιο νόημα η ενασχόληση με τον Σταλινισμό σήμερα ή πρόκειται απλώς για ένα βίτσιο των παλιών αριστερών και των ιστορικών; Δυστυχώς τα φαντάσματα των μαύρων και κόκκινων ολοκληρωτισμών που νομίσαμε ότι έθαψε ο 20ος αιώνας, επανέρχονται δριμύτερα. Στον δημόσιο λόγο κυριαρχεί μια ρητορική από τη Χρυσή Aυγή μέχρι τους αντιεξουσιαστές που βλέπει μόνον ξεπουλημένους, προδότες και δοσίλογους. Τσιτάτα ξετρυπώνουν μέσα από τις μουχλιασμένες σελίδες του Νετσάγιεφ. Το ΚΚΕ αποκαθιστά και επισήμως τον Στάλιν, ενώ ο Σύριζα είναι ερωτευμένος με τον Σλαβόι Ζίζεκ που θεωρεί ότι η «σοφία» των Ιακωβίνων και των μπολσεβίκων, «η σωφρονιστική τρομοκρατία και ο πολιτικός βολονταρισμός» είναι η απάντηση στα σημερινά προβλήματα.
«Η Αριστερά στην Ελλάδα -όπως το θέτει ο Χατζηπροδρομίδης στο πρόσφατο βιβλίο του
«Ο σταλινισμός και οι μεταμοντέρνοι θαυμαστές του»- δεν αναζήτησε στο σταλινικό παρελθόν τις αιτίες της τραγωδίας της και προτιμά να επικρίνει διάφορα ηγετικά στελέχη για τις πολιτικές τους ευθύνες. Γι’ αυτό και στα τρία κεφάλαια του βιβλίου με τίτλο Σταλινισμός: Ι. Η τυραννία ως υπόσχεση ελευθερίας ΙΙ. Ο βολονταρισμός ως αναγκαιότητα και ΙΙΙ. Η εξουσία ως αιώνια επιβολή στην κοινωνία ανατέμνει το φαινόμενο δείχνοντας πώς ο ιστορικός βολονταρισμός καταργώντας τη σκέψη μετατρέπεται σε ένα ολοκληρωτικό σύστημα εξουσίας που κατέχει την απόλυτη αλήθεια. Παρουσιάζει γλαφυρά τη συστηματική εξόντωση όλων των αντιπάλων των Στάλιν –τον Τρότσκι, τον Ζηνόβιεφ, τον Κάμενεφ, τον Κίροφ, τον Μπουχάριν με αποκορύφωμα τις Δίκες της Μόσχας 1936 -1939 και τις εφιαλτικές διαστάσεις της βίας με τα εκατομμύρια των εκτελεσθέντων και εκτοπισθέντων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Θα επιμείνω σε δυο πλευρές τού βιβλίου που παρουσιάζουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον γιατί αγγίζουν την καρδιά του σταλινισμού και του ολοκληρωτισμού. Η πρώτη συμπυκνώνεται στο κεφάλαιο «Ο σύντομος δρόμος για το σοσιαλισμό». Εδώ ο Χατζηπροδρομίδης μάς δίνει τη γενεαλογία της σταλινικής ιδεολογίας. Ανατρέχει δηλαδή στους κρίκους της πρόδρομης σκέψης στου σταλινισμού.
Ακόμη και πριν από τον Στάλιν το «κόμμα νέου τύπου» του Λένιν –δηλαδή η αιφνιδιαστική κατάληψη της εξουσίας από μια μικρή μειοψηφία- ως τρόπος σκέψης είναι το πνεύμα ιακωβινισμού και του μπλανκισμού όπως αυτό δεξιώθηκε στη Ρωσία του 19ου αιώνα από τον Τκάτσοφ και τον Νετσάγεφ. Όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο Λένιν «οι κομμουνιστές είναι οι Ιακωβίνοι στο πλευρό του προλεταριάτου».
Ο ιακωβινισμός και ο μπλανκισμός – η επανάσταση δηλαδή ως έργο μιας μικρής μειοψηφίας, μιας συνωμοτικής ομάδας- επιστρατεύτηκε ως όπλο για να λυθεί ο γόρδιος δεσμός και τα εμπόδια που έβαζε η υπανάπτυξη της Ρωσίας που βρίσκονταν ακόμη σε προκαπιταλιστικό στάδιο. Ο βολονταρισμός χρησιμοποιήθηκε για την υπέρβαση της θεωρίας του Μαρξ ότι επανάσταση προϋπέθετε την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και του υποκείμενου της επανάστασης που ήταν η εργατική τάξη. Η κορύφωση αυτής της «σκέψης» ήταν η αγνόηση όλων των κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών παραμέτρων για την επανάσταση και το σοσιαλισμό και η ανακήρυξη ως μοναδικής προϋπόθεσης τη θέληση κάποιων ανθρώπων.
Οι αντιλήψεις αυτές έκαναν την εμφάνισή τους στη Ρωσία στα τέλη της δεκαετίας του 1860 με τις φοιτητικές αναταραχές και τη δημιουργία της οργάνωσης «Λαϊκή θέληση». Σε επίπεδο θεωρίας έβαλαν τότε τη σφραγίδα τους ο Τκάτσωφ με την αντίληψη για τη δικτατορία της μειοψηφίας και ο Νετσάγιεφ με την «Κατήχηση του επαναστάτη». Μέσα από αυτή την προϊστορία εξηγείται γιατί η κατάληξη του Στάλιν δεν ήταν η απόκλιση από κάποιο ορθό δρόμο αλλά η φυσική συνέπεια των πραγμάτων.
Αν θέλαμε να κάνουμε ένα ακόμη βήμα προς τα πίσω στη γενεαλογία της σταλινικής θεωρίας που παρέθεσε ο Χατζηπροδρομίδης θα φτάναμε ίσως στη μήτρα της. Είναι η αντίληψη που κωδικοποιείται με το ρητό «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και αποδίδεται είτε στους Ιησουίτες είτε στον Μακιαβέλι χωρίς να το έχουν σαφώς διατυπώσει. Όμως ο Μακιαβέλι είναι νομίζω ο πρώτος που στα αναλυτικά του εργαλεία χρησιμοποιεί τη διάκριση της ηθικότητας των σκοπών και της ηθικότητας των μέσων. Σύμφωνα με τη θεωρία της necessità ο ηγεμόνας έχει τη δυνατότητα να προσφεύγει σε μέσα πέρα από τα όρια της ηθικής, αν αυτό επιτάσσει το γενικό συμφέρον. Δηλαδή η πολιτική πρακτική παίρνει διαζύγιο από την έννοια της ηθικής. Αυτή η αντίληψη πολύ πιο εκχυδαϊσμένη και χωρίς τις προϋποθέσεις που έθετε ο Μακιαβέλι επικράτησε τους επόμενους αιώνες μέχρι να φτάσουμε στον σταλινισμό. Ο σοσιαλισμός και ένα θρησκευτικής απόχρωσης ευτυχισμένο μέλλον έγινε ο σκοπός, η «άτρωτη πανοπλία» την οποία δεν μπορούσε να διαπεράσει η ηθική, η αλήθεια, η ανθρώπινη αξία και ο ανθρώπινος πόνος. Η αντιστροφή επομένως του πολυχρησιμοποιημένου αφορισμού στο πρόταγμα ότι «τα μέσα προσδιορίζουν τον σκοπό» αποτελεί τη Λυδία λίθο για την επαγγελία των κάθε λογής επαναστατών.
Μου άρεσε όμως περισσότερο εκείνη η πλευρά του βιβλίου που διερευνά τη στάση των διανοουμένων απέναντι στο σταλινισμό. Με ενδιέφερε κατ’ αρχήν ως ερώτημα: Τι έκανε τους διανοούμενους οι οποίοι εξ ορισμού είναι ταγμένοι να διακονούν την τέχνη και την επιστήμη -δηλαδή την αλήθεια- να ενδίδουν στο ζόφο του σταλινισμού; Τι έκανε διανοούμενους σαν τον Λούκατς, τον Νερούντα, τον Αραγκόν, τον Ελυάρ, τον Πικάσο, τον Μπρέχτ, τον Γκόργκι, τον Ρίτσο να τυφλώνονται μπροστά σ’ αυτό το φαινόμενο;
Ο Τσέσλαβ Μίλος, το δοκίμιο του οποίου «Η αιχμάλωτη σκέψη» αναλύει ο Χατζηπροδρομίδης στο τρίτο κεφάλαιο, μας δίνει μια απάντηση για όσα συνέβαιναν στις λαϊκές δημοκρατίες. Ο Μίλος υιοθετεί τον όρο Κέτμαν. Πρόκειται για την απόκρυψη της πραγματικής σκέψης και συμπεριφοράς που οδηγεί στη μαζική ηθοποιία ενός ολόκληρου έθνους. Η θεατρική σκηνή μεταφέρεται παντού. Όρος επιβίωσης για τον συγγραφέα είναι η εξύμνηση της ιερής φλόγας της επανάστασης και ο χαφιεδισμός. Ο Φόβος όλων απ’ όλους.
Ο πολωνός φιλόσοφος Λέσεκ Κολακόφσκι – ο «ισχυρότερος αντίπαλος του σταλινισμού στην Ανατολική Ευρώπη- στη σκέψη του οποίου μας ξεναγεί εμπεριστατωμένα στο πρώτο κεφάλαιο ο Χατζηπροδρομίδης έχει τη δική του απάντηση. Αφιερώνει εξήντα σελίδες από το βιβλίο του στον Λούκατς. Είναι ο κορυφαίος φιλόσοφος της σταλινικής εποχής, αληθινός διανοούμενος και το έργο του «Ιστορία και ταξική συνείδηση» είναι διάσημο. Μόνον που ο Κολακόφσκι αποκαλεί την περίπτωσή του ως «προδοσία της σκέψης» αφού ο Λούκατς θεωρεί ότι «η εμπειρική συνείδηση ποτέ δεν φτάνει στην «αληθινή», αλλά η κινητήρια δύναμη της Ιστορίας είναι η «αληθινή» συνείδηση. Φορέας αυτής της συνείδησης είναι το κόμμα». Με αυτή τη σκέψη του Λούκατς κάνουμε ένα γιγάντιο άλμα στο κενό αφού «η αλήθεια είναι ταυτόσημη με τον φορέα της αλήθειας, δηλαδή το προλεταριάτο, το οποίο στην πράξη σήμαινε ότι το κόμμα έχει πάντα δίκαιο».
Παρ’ όλο που τα δοκίμια του Κολακόφσκι είναι συνολικά μια εξαιρετική και οξυδερκής ανάλυση της μαρξιστικής θεωρίας και της κομμουνιστικής πράξης, προσωπικά δεν μπορώ να δεχτώ τις αποτιμήσεις που κάνει ο πολωνός φιλόσοφος για μερικά θέματα όπως είναι η Σχολή της Φραγκφούρτης και ο Μαρκούζε τον οποίο αποκαλεί «ιδεολόγο του σκοταδισμού». Ενηλικιώθηκα με τον «Μονοδιάστατο άνθρωπο» και θεωρώ ότι έχει τη δική του πολύ θετική συμβολή στην ιστορία της φιλοσοφίας.
Αν όμως ο Λούκατς αποτελεί την «προδοσία της σκέψης» τα πράγματα γίνονται πιο περίπλοκα όταν μαζί με την πίστη στο κόμμα υπεισέρχονται ο καιροσκοπισμός, το βελούδινο χέρι της κομματικής θαλπωρής, το χειροκρότημα. «Homo sum και τίποτε το ανθρώπινο δεν μου είναι ξένο» όπως έλεγε ο Τερέντιος. Ο ποιητές και οι πεζογράφοι ακόμα και όταν κάνουν μεγάλη τέχνη είναι άνθρωποι με σάρκα και οστά, με υποκρισίες και ιδιοτέλειες και στηρίζουν σταλινικά καθεστώτα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Πάμπλο Νερούντα. Το 1954 υμνεί στο ποίημά του την απλότητα και τη σοφία του Στάλιν, ενώ το 1963 ο μεγάλος ηγέτης στο ποίημα μεταμορφώνεται σε βάναυσο άνθρωπο. Αντίστοιχα εγκώμια επεφύλαξε ο Νερούντα σε ποίημά του και για τον Αντρέι Βισίνκσκι, τον αδίστακτο εισαγγελέα των δικών της Μόσχας. Αλλά τι στάση κράτησε και ο μεγάλος Μπέρτολντ Μπρεχτ; Δεν μίλησε ποτέ για τα σταλινικά εγκλήματα. Όπως πολύ γλαφυρά αναφέρει ο βιογράφος του Τζον Φουέγκι «βούλωσε το στόμα του». Όμως και όταν μίλησε για τη δολοφονία του φίλου του Σεργκέι Τρετιάκοφ στο ποίημά του «Είναι αλάθητος ο λαός;» τι έγραψε; «ανάμεσα στους πενήντα καταδικασμένους ίσως είναι και ένας αθώος. Και τι έγινε αν είναι αθώος;». Η ειρωνεία είναι ότι ως διανοούμενος έδινε συμβουλές στον κόσμο για τις “Πέντε δυσκολίες για να γράψει κανείς την αλήθεια”.
Αυτή η δυσκολία της αλήθειας φάνηκε και στον κορυφαίο του σοσιαλιστικού ρεαλισμού στον Μαξίμ Γκόρκι που επισκέφτηκε το αναμορφωτήριο ανηλίκων στα νησιά Σολοβκί για προπαγανδιστικούς λόγους, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Σολζενίτσιν. Στη διάρκεια της επίσκεψης όμως ένας δεκατετράχρονος του είπε: "Ακουσε, Γκόρκι! Όλα όσα βλέπεις είναι ψεύτικα. Θέλεις να μάθεις την αλήθεια; Θέλεις να σου την πω;" Ο Γκόρκι τον άκουσε υπομονετικά και βγήκε από το παράπηγμα κλαίγοντας. Στο βιβλίο των εντυπώσεων όμως έγραψε «για την αξιοθαύμαστη ενεργητικότητα των ανθρώπων, οι οποίοι αποδείχτηκαν ακάματοι και οξυδερκείς φρουροί της επανάστασης». Λίγο μετά τον απόπλου του ατμόπλοιου ο νεαρός εκτελέστηκε.
Όμως ας μη βιαστούμε να τους καταδικάσουμε όλους. Και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό πολλοί πνευματικοί άνθρωποι όπως ο Μπέρτραντ Ράσελ, ο Κολακόφσκι, ο Τσέζαλβ Μίλος, ο Σολζενίτσιν είδαν έγκαιρα την αλήθεια, κράτησαν την αξιοπρέπειά τους και πλήρωσαν την αλήθεια τους ακριβά. Κι εδώ πρέπει θέσουμε το ερώτημα του Κολακόφσκι όπως το κωδικοποιεί ο Χατζηπροδομίδης: «τι ρόλο παίζει στην πνευματική ζωή και την υπεράσπιση των αξιών η ηθική στάση; Η εντιμότητα;».
Θα κλείσω με το εγκώμιο της αμφιβολίας. Αν κοινό χαρακτηριστικό όλων των ολοκληρωτισμών είναι ο φανατισμός, ο θρίαμβος των κοινών τόπων και ο θάνατος της σκέψης, τότε, ίσως, το μόνον φάρμακο είναι η αμφιβολία. Πρέπει να ξαναθυμηθούμε τον Καρτέσιο και τον «Λόγο περί μεθόδου»: «Δεν δέχομαι τίποτα για αληθινό το οποίο δεν καταλαβαίνω με σαφήνεια». Δυστυχώς τίποτε δεν είναι οριστικά κατακτημένο. Κι αν υπάρχει σήμερα ένα μήνυμα από τον σκοτεινό εικοστό αιώνα, τον αιώνα των ουτοπιών, είναι ότι κανένας σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα όπως παπαγαλίζουν με τα copy-paste από τον Νετσάγιεφ οι κατηχούμενοι «επαναστάτες» και μεταμοντέρνοι θαυμαστές του Στάλιν, αλλά αντίθετα τα μέσα προσδιορίζουν το σκοπό. Καμιά κοινωνία δεν έγινε καλύτερη με τη βία, τα Γκουλάγκ, τα Άουσβιτς και τα καλάσνικοφ.
Νομίζω ότι οφείλουμε χάρες στον Λεωνίδα Χατζηπροδρομίδη. Έκανε με το βιβλίο του αυτό που δεν έκανε η επίσημη κομματική αριστερά. Έβαλε τα δάκτυλα επί τον τύπο των ήλων που πονούσαν. Γιατί διέθετε την καθαρή σκέψη, το βιωματικό έρμα και το ηθικό ανάστημα για να απαντήσει στο επώδυνο ερώτημα που βασανίζει τους παλιούς αριστερούς: Τελικά τι έφταιξε και τόσο υψηλά ιδανικά οδήγησαν στον εφιάλτη της Ιστορίας;
Έχει άραγε κάποιο νόημα η ενασχόληση με τον Σταλινισμό σήμερα ή πρόκειται απλώς για ένα βίτσιο των παλιών αριστερών και των ιστορικών; Δυστυχώς τα φαντάσματα των μαύρων και κόκκινων ολοκληρωτισμών που νομίσαμε ότι έθαψε ο 20ος αιώνας, επανέρχονται δριμύτερα. Στον δημόσιο λόγο κυριαρχεί μια ρητορική από τη Χρυσή Aυγή μέχρι τους αντιεξουσιαστές που βλέπει μόνον ξεπουλημένους, προδότες και δοσίλογους. Τσιτάτα ξετρυπώνουν μέσα από τις μουχλιασμένες σελίδες του Νετσάγιεφ. Το ΚΚΕ αποκαθιστά και επισήμως τον Στάλιν, ενώ ο Σύριζα είναι ερωτευμένος με τον Σλαβόι Ζίζεκ που θεωρεί ότι η «σοφία» των Ιακωβίνων και των μπολσεβίκων, «η σωφρονιστική τρομοκρατία και ο πολιτικός βολονταρισμός» είναι η απάντηση στα σημερινά προβλήματα.
«Ο σταλινισμός και οι μεταμοντέρνοι θαυμαστές του»- δεν αναζήτησε στο σταλινικό παρελθόν τις αιτίες της τραγωδίας της και προτιμά να επικρίνει διάφορα ηγετικά στελέχη για τις πολιτικές τους ευθύνες. Γι’ αυτό και στα τρία κεφάλαια του βιβλίου με τίτλο Σταλινισμός: Ι. Η τυραννία ως υπόσχεση ελευθερίας ΙΙ. Ο βολονταρισμός ως αναγκαιότητα και ΙΙΙ. Η εξουσία ως αιώνια επιβολή στην κοινωνία ανατέμνει το φαινόμενο δείχνοντας πώς ο ιστορικός βολονταρισμός καταργώντας τη σκέψη μετατρέπεται σε ένα ολοκληρωτικό σύστημα εξουσίας που κατέχει την απόλυτη αλήθεια. Παρουσιάζει γλαφυρά τη συστηματική εξόντωση όλων των αντιπάλων των Στάλιν –τον Τρότσκι, τον Ζηνόβιεφ, τον Κάμενεφ, τον Κίροφ, τον Μπουχάριν με αποκορύφωμα τις Δίκες της Μόσχας 1936 -1939 και τις εφιαλτικές διαστάσεις της βίας με τα εκατομμύρια των εκτελεσθέντων και εκτοπισθέντων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Θα επιμείνω σε δυο πλευρές τού βιβλίου που παρουσιάζουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον γιατί αγγίζουν την καρδιά του σταλινισμού και του ολοκληρωτισμού. Η πρώτη συμπυκνώνεται στο κεφάλαιο «Ο σύντομος δρόμος για το σοσιαλισμό». Εδώ ο Χατζηπροδρομίδης μάς δίνει τη γενεαλογία της σταλινικής ιδεολογίας. Ανατρέχει δηλαδή στους κρίκους της πρόδρομης σκέψης στου σταλινισμού.
Ακόμη και πριν από τον Στάλιν το «κόμμα νέου τύπου» του Λένιν –δηλαδή η αιφνιδιαστική κατάληψη της εξουσίας από μια μικρή μειοψηφία- ως τρόπος σκέψης είναι το πνεύμα ιακωβινισμού και του μπλανκισμού όπως αυτό δεξιώθηκε στη Ρωσία του 19ου αιώνα από τον Τκάτσοφ και τον Νετσάγεφ. Όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο Λένιν «οι κομμουνιστές είναι οι Ιακωβίνοι στο πλευρό του προλεταριάτου».
Ο ιακωβινισμός και ο μπλανκισμός – η επανάσταση δηλαδή ως έργο μιας μικρής μειοψηφίας, μιας συνωμοτικής ομάδας- επιστρατεύτηκε ως όπλο για να λυθεί ο γόρδιος δεσμός και τα εμπόδια που έβαζε η υπανάπτυξη της Ρωσίας που βρίσκονταν ακόμη σε προκαπιταλιστικό στάδιο. Ο βολονταρισμός χρησιμοποιήθηκε για την υπέρβαση της θεωρίας του Μαρξ ότι επανάσταση προϋπέθετε την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και του υποκείμενου της επανάστασης που ήταν η εργατική τάξη. Η κορύφωση αυτής της «σκέψης» ήταν η αγνόηση όλων των κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών παραμέτρων για την επανάσταση και το σοσιαλισμό και η ανακήρυξη ως μοναδικής προϋπόθεσης τη θέληση κάποιων ανθρώπων.
Οι αντιλήψεις αυτές έκαναν την εμφάνισή τους στη Ρωσία στα τέλη της δεκαετίας του 1860 με τις φοιτητικές αναταραχές και τη δημιουργία της οργάνωσης «Λαϊκή θέληση». Σε επίπεδο θεωρίας έβαλαν τότε τη σφραγίδα τους ο Τκάτσωφ με την αντίληψη για τη δικτατορία της μειοψηφίας και ο Νετσάγιεφ με την «Κατήχηση του επαναστάτη». Μέσα από αυτή την προϊστορία εξηγείται γιατί η κατάληξη του Στάλιν δεν ήταν η απόκλιση από κάποιο ορθό δρόμο αλλά η φυσική συνέπεια των πραγμάτων.
Αν θέλαμε να κάνουμε ένα ακόμη βήμα προς τα πίσω στη γενεαλογία της σταλινικής θεωρίας που παρέθεσε ο Χατζηπροδρομίδης θα φτάναμε ίσως στη μήτρα της. Είναι η αντίληψη που κωδικοποιείται με το ρητό «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και αποδίδεται είτε στους Ιησουίτες είτε στον Μακιαβέλι χωρίς να το έχουν σαφώς διατυπώσει. Όμως ο Μακιαβέλι είναι νομίζω ο πρώτος που στα αναλυτικά του εργαλεία χρησιμοποιεί τη διάκριση της ηθικότητας των σκοπών και της ηθικότητας των μέσων. Σύμφωνα με τη θεωρία της necessità ο ηγεμόνας έχει τη δυνατότητα να προσφεύγει σε μέσα πέρα από τα όρια της ηθικής, αν αυτό επιτάσσει το γενικό συμφέρον. Δηλαδή η πολιτική πρακτική παίρνει διαζύγιο από την έννοια της ηθικής. Αυτή η αντίληψη πολύ πιο εκχυδαϊσμένη και χωρίς τις προϋποθέσεις που έθετε ο Μακιαβέλι επικράτησε τους επόμενους αιώνες μέχρι να φτάσουμε στον σταλινισμό. Ο σοσιαλισμός και ένα θρησκευτικής απόχρωσης ευτυχισμένο μέλλον έγινε ο σκοπός, η «άτρωτη πανοπλία» την οποία δεν μπορούσε να διαπεράσει η ηθική, η αλήθεια, η ανθρώπινη αξία και ο ανθρώπινος πόνος. Η αντιστροφή επομένως του πολυχρησιμοποιημένου αφορισμού στο πρόταγμα ότι «τα μέσα προσδιορίζουν τον σκοπό» αποτελεί τη Λυδία λίθο για την επαγγελία των κάθε λογής επαναστατών.
Μου άρεσε όμως περισσότερο εκείνη η πλευρά του βιβλίου που διερευνά τη στάση των διανοουμένων απέναντι στο σταλινισμό. Με ενδιέφερε κατ’ αρχήν ως ερώτημα: Τι έκανε τους διανοούμενους οι οποίοι εξ ορισμού είναι ταγμένοι να διακονούν την τέχνη και την επιστήμη -δηλαδή την αλήθεια- να ενδίδουν στο ζόφο του σταλινισμού; Τι έκανε διανοούμενους σαν τον Λούκατς, τον Νερούντα, τον Αραγκόν, τον Ελυάρ, τον Πικάσο, τον Μπρέχτ, τον Γκόργκι, τον Ρίτσο να τυφλώνονται μπροστά σ’ αυτό το φαινόμενο;
Ο Τσέσλαβ Μίλος, το δοκίμιο του οποίου «Η αιχμάλωτη σκέψη» αναλύει ο Χατζηπροδρομίδης στο τρίτο κεφάλαιο, μας δίνει μια απάντηση για όσα συνέβαιναν στις λαϊκές δημοκρατίες. Ο Μίλος υιοθετεί τον όρο Κέτμαν. Πρόκειται για την απόκρυψη της πραγματικής σκέψης και συμπεριφοράς που οδηγεί στη μαζική ηθοποιία ενός ολόκληρου έθνους. Η θεατρική σκηνή μεταφέρεται παντού. Όρος επιβίωσης για τον συγγραφέα είναι η εξύμνηση της ιερής φλόγας της επανάστασης και ο χαφιεδισμός. Ο Φόβος όλων απ’ όλους.
Ο πολωνός φιλόσοφος Λέσεκ Κολακόφσκι – ο «ισχυρότερος αντίπαλος του σταλινισμού στην Ανατολική Ευρώπη- στη σκέψη του οποίου μας ξεναγεί εμπεριστατωμένα στο πρώτο κεφάλαιο ο Χατζηπροδρομίδης έχει τη δική του απάντηση. Αφιερώνει εξήντα σελίδες από το βιβλίο του στον Λούκατς. Είναι ο κορυφαίος φιλόσοφος της σταλινικής εποχής, αληθινός διανοούμενος και το έργο του «Ιστορία και ταξική συνείδηση» είναι διάσημο. Μόνον που ο Κολακόφσκι αποκαλεί την περίπτωσή του ως «προδοσία της σκέψης» αφού ο Λούκατς θεωρεί ότι «η εμπειρική συνείδηση ποτέ δεν φτάνει στην «αληθινή», αλλά η κινητήρια δύναμη της Ιστορίας είναι η «αληθινή» συνείδηση. Φορέας αυτής της συνείδησης είναι το κόμμα». Με αυτή τη σκέψη του Λούκατς κάνουμε ένα γιγάντιο άλμα στο κενό αφού «η αλήθεια είναι ταυτόσημη με τον φορέα της αλήθειας, δηλαδή το προλεταριάτο, το οποίο στην πράξη σήμαινε ότι το κόμμα έχει πάντα δίκαιο».
Παρ’ όλο που τα δοκίμια του Κολακόφσκι είναι συνολικά μια εξαιρετική και οξυδερκής ανάλυση της μαρξιστικής θεωρίας και της κομμουνιστικής πράξης, προσωπικά δεν μπορώ να δεχτώ τις αποτιμήσεις που κάνει ο πολωνός φιλόσοφος για μερικά θέματα όπως είναι η Σχολή της Φραγκφούρτης και ο Μαρκούζε τον οποίο αποκαλεί «ιδεολόγο του σκοταδισμού». Ενηλικιώθηκα με τον «Μονοδιάστατο άνθρωπο» και θεωρώ ότι έχει τη δική του πολύ θετική συμβολή στην ιστορία της φιλοσοφίας.
Αν όμως ο Λούκατς αποτελεί την «προδοσία της σκέψης» τα πράγματα γίνονται πιο περίπλοκα όταν μαζί με την πίστη στο κόμμα υπεισέρχονται ο καιροσκοπισμός, το βελούδινο χέρι της κομματικής θαλπωρής, το χειροκρότημα. «Homo sum και τίποτε το ανθρώπινο δεν μου είναι ξένο» όπως έλεγε ο Τερέντιος. Ο ποιητές και οι πεζογράφοι ακόμα και όταν κάνουν μεγάλη τέχνη είναι άνθρωποι με σάρκα και οστά, με υποκρισίες και ιδιοτέλειες και στηρίζουν σταλινικά καθεστώτα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Πάμπλο Νερούντα. Το 1954 υμνεί στο ποίημά του την απλότητα και τη σοφία του Στάλιν, ενώ το 1963 ο μεγάλος ηγέτης στο ποίημα μεταμορφώνεται σε βάναυσο άνθρωπο. Αντίστοιχα εγκώμια επεφύλαξε ο Νερούντα σε ποίημά του και για τον Αντρέι Βισίνκσκι, τον αδίστακτο εισαγγελέα των δικών της Μόσχας. Αλλά τι στάση κράτησε και ο μεγάλος Μπέρτολντ Μπρεχτ; Δεν μίλησε ποτέ για τα σταλινικά εγκλήματα. Όπως πολύ γλαφυρά αναφέρει ο βιογράφος του Τζον Φουέγκι «βούλωσε το στόμα του». Όμως και όταν μίλησε για τη δολοφονία του φίλου του Σεργκέι Τρετιάκοφ στο ποίημά του «Είναι αλάθητος ο λαός;» τι έγραψε; «ανάμεσα στους πενήντα καταδικασμένους ίσως είναι και ένας αθώος. Και τι έγινε αν είναι αθώος;». Η ειρωνεία είναι ότι ως διανοούμενος έδινε συμβουλές στον κόσμο για τις “Πέντε δυσκολίες για να γράψει κανείς την αλήθεια”.
Αυτή η δυσκολία της αλήθειας φάνηκε και στον κορυφαίο του σοσιαλιστικού ρεαλισμού στον Μαξίμ Γκόρκι που επισκέφτηκε το αναμορφωτήριο ανηλίκων στα νησιά Σολοβκί για προπαγανδιστικούς λόγους, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Σολζενίτσιν. Στη διάρκεια της επίσκεψης όμως ένας δεκατετράχρονος του είπε: "Ακουσε, Γκόρκι! Όλα όσα βλέπεις είναι ψεύτικα. Θέλεις να μάθεις την αλήθεια; Θέλεις να σου την πω;" Ο Γκόρκι τον άκουσε υπομονετικά και βγήκε από το παράπηγμα κλαίγοντας. Στο βιβλίο των εντυπώσεων όμως έγραψε «για την αξιοθαύμαστη ενεργητικότητα των ανθρώπων, οι οποίοι αποδείχτηκαν ακάματοι και οξυδερκείς φρουροί της επανάστασης». Λίγο μετά τον απόπλου του ατμόπλοιου ο νεαρός εκτελέστηκε.
Όμως ας μη βιαστούμε να τους καταδικάσουμε όλους. Και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό πολλοί πνευματικοί άνθρωποι όπως ο Μπέρτραντ Ράσελ, ο Κολακόφσκι, ο Τσέζαλβ Μίλος, ο Σολζενίτσιν είδαν έγκαιρα την αλήθεια, κράτησαν την αξιοπρέπειά τους και πλήρωσαν την αλήθεια τους ακριβά. Κι εδώ πρέπει θέσουμε το ερώτημα του Κολακόφσκι όπως το κωδικοποιεί ο Χατζηπροδομίδης: «τι ρόλο παίζει στην πνευματική ζωή και την υπεράσπιση των αξιών η ηθική στάση; Η εντιμότητα;».
Θα κλείσω με το εγκώμιο της αμφιβολίας. Αν κοινό χαρακτηριστικό όλων των ολοκληρωτισμών είναι ο φανατισμός, ο θρίαμβος των κοινών τόπων και ο θάνατος της σκέψης, τότε, ίσως, το μόνον φάρμακο είναι η αμφιβολία. Πρέπει να ξαναθυμηθούμε τον Καρτέσιο και τον «Λόγο περί μεθόδου»: «Δεν δέχομαι τίποτα για αληθινό το οποίο δεν καταλαβαίνω με σαφήνεια». Δυστυχώς τίποτε δεν είναι οριστικά κατακτημένο. Κι αν υπάρχει σήμερα ένα μήνυμα από τον σκοτεινό εικοστό αιώνα, τον αιώνα των ουτοπιών, είναι ότι κανένας σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα όπως παπαγαλίζουν με τα copy-paste από τον Νετσάγιεφ οι κατηχούμενοι «επαναστάτες» και μεταμοντέρνοι θαυμαστές του Στάλιν, αλλά αντίθετα τα μέσα προσδιορίζουν το σκοπό. Καμιά κοινωνία δεν έγινε καλύτερη με τη βία, τα Γκουλάγκ, τα Άουσβιτς και τα καλάσνικοφ.
Νομίζω ότι οφείλουμε χάρες στον Λεωνίδα Χατζηπροδρομίδη. Έκανε με το βιβλίο του αυτό που δεν έκανε η επίσημη κομματική αριστερά. Έβαλε τα δάκτυλα επί τον τύπο των ήλων που πονούσαν. Γιατί διέθετε την καθαρή σκέψη, το βιωματικό έρμα και το ηθικό ανάστημα για να απαντήσει στο επώδυνο ερώτημα που βασανίζει τους παλιούς αριστερούς: Τελικά τι έφταιξε και τόσο υψηλά ιδανικά οδήγησαν στον εφιάλτη της Ιστορίας;
1 σχόλιο:
Εξαιρετική ανάλυση.
Μακάρι να τη διάβαζαν μερικοί αμετανόητοι.
Γ.Φρέρης
Δημοσίευση σχολίου