Του Θανάση Βασιλείου, Καθημερινή
ΧΡΥΣΑΦΗΣ Ι. ΙΟΡΔΑΝΟΓΛΟΥ
Κράτος και ομάδες συμφερόντων:
Μια κριτική της παραδεδεγμένης σοφίας
εκδ. Πόλις, 2013
Ο οικονομολόγος Ρ. Σάμουελσον, το 2008 είχε μετρήσει 16.000 δρώντες εκφραστές ομάδων συμφερόντων στην Ουάσιγκτον: λομπίστες δηλαδή, και μάλιστα με σχετική «άδεια επαγγέλματος». Ητοι, 50% περισσότερους από το 1998. Μαζί με λοιπούς συμβούλους, διαφημιστές, εμπειρογνώμονες, ομάδες πολιτικής επιρροής κ.λπ., ο αριθμός τους έφτανε συνολικά τις 261.000. Η δουλειά του lobbying, ασχέτως του αν πιέζει για κάτι που θεωρείται καλό ή για κάτι που αντιμετωπίζεται ως συλλογικά ζημιογόνο, θεωρείται –όπως και αν ακούγεται– μια εφαρμογή του δημοκρατικού καθεστώτος, made in USA, βεβαίως. Στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, τελευταία, συζητιέται το λεγόμενο «Μάνατζμεντ Δημοσίων Υποθέσεων» (EU Public Affairs Management) που, πρακτικά, είναι το παραδοσιακό lobbying. Οι εισαγόμενοι εκφραστές των ομάδων από τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και τον αναπτυσσόμενο κόσμο, αντιπροσωπεύουν το 50% του συνόλου. Οι λομπίστες (επιχειρήσεις, ΜΚΟ, δήμοι, κοινότητες, συνδικάτα, δημόσιοι οργανισμοί, εθνικά υπουργεία και ποικίλα μη ευρωπαϊκά συμφέροντα) επηρεάζουν τις αποφάσεις της Ε.Ε., αντλώντας επιρροή και χρήμα. Τα παραπάνω δεν τα διαβάζουμε στο επίκαιρο βιβλίο του οικονομολόγου-καθηγητή στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου, Χρυσάφη Ιορδάνογλου. Αποτελούν, όμως, αναγκαία υπόμνηση που δικαιολογεί τον υπότιτλό του: «Μια κριτική της παραδεδεγμένης σοφίας».
Τα επιχειρήματα του συγγραφέα αφορούν την καλειδοσκοπική παρουσία, στην Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία, των διαρκώς αναδιατασσόμενων ομάδων συμφερόντων. Εκκινώντας από κριτική θέση στο καθ’ ημάς κοινωνιολογικό και οικονομικο-πολιτικό παράδειγμα, αναλύει τις πελατειακές σχέσεις, αλλά και την ιδέα του υπερτροφικού κράτους και της ασθενούς κοινωνίας των πολιτών, τις συνέπειες της έμμονης προσοδοθηρίας των ομάδων συμφερόντων που κινήθηκαν εν παραλλήλω με σύστημα των κομματικών βουλιμιώντων για κατοχή και –γιατί όχι;– ιδιοτελή νομή της εξουσίας.
Η οριστική απάντηση –αν υποθέσουμε ότι μπορεί να υπάρξει μια οριστική απάντηση σε τέτοιο θέμα– για το κατά πόσο οι ομάδες συμφερόντων στρέβλωσαν ή στρεβλώνουν τη λειτουργία της οικονομίας ή και της δημοκρατίας, και για το κατά πόσο ευθύνονται για τη σημερινή κρίση, δεν είναι απλή ούτε εύκολη. Οπωσδήποτε, δεν προκύπτει από την τρέχουσα, εύκολη, δαιμονοποιητική κριτική των ΜΜΕ.
Ο Ιορδάνογλου βλέπει και θίγει ζητήματα όπως, π.χ., πολιτική πατρονία, κομματοκρατία, πολιτική πελατεία, πολιτικό χρήμα, αρπακτικά επιχειρηματικά συμφέροντα, αδιαφάνεια, ανισότητες μισθολογικού κόστους δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, για υπερτροφισμούς του κράτους εκεί που δεν χρειάζονταν και για απίσχνανσή του εκεί που χρειάζονταν κ.λπ., υποστηρίζει, όμως, ότι ο ρόλος των ομάδων συμφερόντων δεν έχει μελετηθεί με την απαιτούμενη επάρκεια και αποστασιοποίηση. Τα στατιστικά στοιχεία που παραθέτει τεκμηριώνουν τις θέσεις του.
Το συλλογικό καλό
Με τη μελέτη του ο συγγραφέας φέρνει στην ατζέντα του διαλόγου το θέμα της δράσης των ομάδων συμφερόντων – μια, τρόπον τινά, «απαγορευμένη» συζήτηση που, όπως έγινε, δεν έδωσε το κατάλληλο νοητικό εργαλείο για την κατανόησή της.
Το αν η δράση των ομάδων συμφερόντων είναι ζημιογόνος ή επωφελής για την υπόθεση του «γενικού καλού», ας είναι προϊόν μελέτης και αναστοχασμού και όχι προϊόν μανιχαϊστικής αντιμετώπισης. «Χρειάζεται να ξέρουμε περισσότερα σχετικά με τις επιπτώσεις των ευνοϊκών ρυθμίσεων που έχουν αποσπασθεί από αυτές πάνω στα δημόσια οικονομικά, την ανισότητα, τη διοίκηση, το κόστος ζωής, τις επενδύσεις, την παραγωγικότητα και, τελικά, πάνω στις ίδιες τις αναπτυξιακές ή αντιαναπτυξιακές επιδόσεις της οικονομίας. Ακόμη και μια απλή χαρτογράφηση των ειδικών ρυθμίσεων υπέρ της μιας ή της άλλης ομάδας θα άλλαζε τους όρους της πολιτικής συζήτησης στη χώρα» υποστηρίζει ο Ιορδάνογλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου