Του Κίμωνα Χατζημπίρου, NEA, 6.2.13
Τους τελευταίους μήνες μια διαφορετική νότα αναδύεται μέσα από το παραδοσιακό συντηρητικό συντεχνιακό σύστημα των πανεπιστημίων. Η δυνατότητα ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για την εκλογή των Συμβουλίων κινητοποίησε μια υπαρκτή σιωπηλή πλειοψηφία ακαδημαϊκών δασκάλων, η οποία δεν εκδηλωνόταν στον δημόσιο χώρο. Ανθρωποι που αποφεύγουν τα κοινά, όταν αυτά νοούνται ως χρονοβόρες διαδικασίες, ατέλειωτες συνελεύσεις, κοκορομαχίες συνδικαλιστών, υστερόβουλες αντεγκλήσεις και ύποπτες ομαδοποιήσεις, αποφάσισαν να συμμετάσχουν σε μια απλή διαδικασία για να επιλέξουν συναδέλφους που θα προωθήσουν μεταρρυθμιστικές προτάσεις. Η ηλεκτρονική ψηφοφορία έδωσε την ευκαιρία να συμμετάσχουν στις αποφάσεις αποδοτικά, χωρίς να χάσουν τον χρόνο τους και χωρίς ψυχική ταλαιπωρία. Εκαναν σαφή την αντίθεσή τους στις συνεχείς απεργίες και καταλήψεις, στο αποκαρδιωτικό θέαμα άδειων αμφιθεάτρων, κλειδωμένων εργαστηρίων, βρώμικων διαδρόμων και λίγων νεαρών που κλείνουν την είσοδο σε όποιον έχει διαφορετική γνώμη, δηλαδή στη σκοταδιστική πραγματικότητα του κλειστού πανεπιστημίου. Ισως έτσι πρόβαλαν και ένα γενικότερο παράδειγμα για το πώς θα απαλλαγεί η κοινωνία από τις διάφορες «πρωτοπορίες» και τους επαγγελματίες συνδικαλιστές που την ταλαιπωρούν παντοιοτρόπως επί δεκαετίες.
Η κινητοποίηση της σιωπηρής πλειοψηφίας ερμηνεύει την όντως εντυπωσιακή συμμετοχή στις εκλογές των Συμβουλίων. Τα ποσοστά ήταν υψηλά, σε μερικά πανεπιστήμια υπερέβησαν το 90%. Ωστόσο, το συντριπτικό αποτέλεσμα υπέρ της μεταρρύθμισης δεν οφείλεται μόνο στην υψηλή συμμετοχή. Οι πρυτάνεις των περισσότερων ιδρυμάτων έχουν εκλεγεί με μαζική συμμετοχή των πανεπιστημιακών αλλά ήταν και είναι ακόμη πολέμιοι της μεταρρύθμισης. Πώς γίνεται λοιπόν πρακτικά το ίδιο εκλογικό σώμα να ψηφίζει πριν από 2-3 χρόνια μη μεταρρυθμιστές πρυτάνεις και να εκδηλώνεται σήμερα με ισχυρή πλειοψηφία υπέρ μιας μεταρρυθμιστικής λογικής;
Η διαφορά οφείλεται, νομίζω, στο ξεκάθαρο ζήτημα που τέθηκε κατά τις πρόσφατες εκλογές για τα Συμβούλια. Επρόκειτο στην πράξη για ένα είδος δημοψηφίσματος στο οποίο οι εκλογείς, χωρίς να συμφωνούν απαραίτητα με τον νέο νόμο, κλήθηκαν να υποστηρίξουν ή να απορρίψουν κατ' αρχήν τη μεταρρυθμιστική ιδέα, την ανάγκη σεβασμού των θεσμών. Το αποτέλεσμα λοιπόν μετράει υπέρ της τήρησης της νομιμότητας, της μείωσης των εντάσεων, του εξοστρακισμού της βίας, των κανόνων αξιοκρατίας, της μέγιστης εκπαιδευτικής παραγωγικότητας σε πανεπιστήμια όπου «τα φώτα δεν θα σβήνουν ποτέ». Αντίθετα, στις πρυτανικές εκλογές συνήθως δεν αναδεικνύεται κάποια ξεκάθαρη γραμμή σχετικά με μεταρρυθμίσεις. Κατά κανόνα, κερδίζουν τα πρυτανικά σχήματα που προσέχουν να μη δυσαρεστήσουν το προσωπικό ή τους φοιτητές, που βασίζονται σε αφύσικες αριστεροδεξιές συμμαχίες, που ψαρεύουν ψήφους από παντού.
Επιβεβαιώνεται λοιπόν ότι μια νέα συντήρηση κυριαρχεί όταν το «βαθύ πανεπιστήμιο» αφήνεται να καθορίζει την ατζέντα. Πώς θα προχωρήσει όμως η κοινωνία χωρίς το θεμέλιο μιας προοδευτικής διανόησης που η αναπαραγωγή της γίνεται κυρίως σε ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα; Τα πανεπιστήμια, με τον ορθολογισμό και την επιστημονική γνώση, είναι βασικά εργαλεία προόδου, σήμερα μάλιστα αποτελούν την πιο αποτελεσματική απάντηση κάθε προηγμένης χώρας στην κρίση. Ο κόσμος των ελληνικών πανεπιστημίων έχει παίξει στο παρελθόν ρόλο εμπροσθοφυλακής για την κοινωνική πρόοδο και αυτό απαιτείται και πάλι. Πριν από πέντε χρόνια, το γνωστό ως «κίνημα των χιλίων» τάραξε τα νερά, αμφισβητώντας την κυριαρχία τού δήθεν αριστερού συνδικαλισμού, προβάλλοντας την πλήρη καταδίκη της βίας και την ανάγκη αλλαγών στα ΑΕΙ. Τα όσα επακολούθησαν μέσα στην πενταετία, με προχειρότητες και θετικά βήματα από το αρμόδιο υπουργείο και με αποκορύφωμα τις εκλογές των Συμβουλίων, έδειξαν ότι τα πανεπιστήμια ως μέρος του προβλήματος παρακμής της χώρας διαθέτουν τη δυνατότητα να αποτελέσουν και μέρος της λύσης.
Βέβαια η έναρξη λειτουργίας του νέου θεσμού δεν εγγυάται οπωσδήποτε την επιτυχία του. Η εξάπλωση της μεταρρυθμιστικής σπίθας θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις ικανότητες των εσωτερικών και εξωτερικών μελών των Συμβουλίων, συναρτάται δε με την πολιτική σταθερότητα της χώρας. Πάντως, ο μεταρρυθμιστικός ζήλος του υπουργείου είναι μάλλον υποτονικός. Από την άλλη, το «βαθύ πανεπιστήμιο», πεπεισμένο ότι τίποτα δεν χάθηκε, κωλυσιεργεί με την προσδοκία ότι στις επόμενες εκλογές ο νέος ριζοσπαστισμός θα επαναφέρει την παλιά τάξη πραγμάτων.
Ο Κίμων Χατζημπίρος είναι αναπληρωτής καθηγητής στο ΕΜΠ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου