Του Γιώργου Γιαννουλόπουλου, Εφημερίδα των Συντακτών
Μερικές φορές έχω την εντύπωση ότι στην Ελλάδα εκφραζόμαστε από κεκτημένη ταχύτητα, χωρίς να σκεφτόμαστε τι σημαίνουν αυτά που λέμε. Ισως δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι ανέκαθεν η ρητορική της Αριστεράς περιλάμβανε ανάμεσα στα κοσμητικά επίθετα με τα οποία έλουζε τις εκάστοτε κυβερνήσεις (πλουτοκράτες, κλέφτες, ανάλγητοι διεφθαρμένοι και τελευταία δωσίλογοι) και τον χαρακτηρισμό «φορομπήχτες». Ετσι μάλλον θεωρήθηκε πολύ «αριστερό» να αναγορεύουμε κάθε φόρο άδικο και να κάνουμε τα πάντα για να μην τον πληρώσουμε. Οπως είπα στην αρχή, η ένσταση ότι σε αυτή τη φάση υπάρχουν πολλοί που δεν μπορούν να πληρώσουν τον ΕΝΦΙΑ έχει βάση και πρέπει να ληφθεί υπόψη. Αλλο αυτό, όμως, κι άλλο να ακούς από αμιγώς «αριστερούς» κραυγές διαμαρτυρίας επί της αρχής, ότι δηλαδή η αναλογική φορολόγηση της μικρής ακίνητης περιουσίας αποτελεί έγκλημα από το οποίο θα μας απαλλάξει μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Κατ' αρχάς να δηλώσω ότι δεν επαγγέλλομαι τον φοροτεχνικό, ούτε έχω
διαβάσει τον νόμο περί ΕΝΦΙΑ που ψηφίστηκε, όπως ψηφίστηκε, από τη Βουλή
(Το ίδιο σίγουρα ισχύει και για τους περισσότερους από σας άλλωστε.)
Δέχομαι όμως ότι στην αρχική τουλάχιστον μορφή του ο νόμος ήταν ελλιπής,
πρόχειρος, χαώδης και κυρίως άδικος. Σε αυτό το συμπέρασμα μας οδηγεί η
ομόφωνη καταδίκη του.
Δίκαιη, λοιπόν, η κριτική σε πολλά επιμέρους σημεία και κυρίως σε
ένα: ότι ακόμα και ένας τέλειος νόμος, όταν εφαρμόζεται σε μια
συγκεκριμένη συγκυρία, μπορεί να αποδειχθεί όχι άδικος, αλλά ανέφικτος,
αν η φοροδοτική ικανότητα όσων καλούνται να τον πληρώσουν έχει
εξαντληθεί. Και μ’ αυτό εννοώ όσους πράγματι αδυνατούν να τον πληρώσουν
και όχι όσους λένε ότι δεν μπορούν. (Μια διάκριση που ο αντιπολιτευτικός
οίστρος έχει την τάση να παραβλέπει για να εισπράξει την ψήφο όλων των
«αδικημένων».)
Αν, λοιπόν, είχε αντιδράσει ανάλογα η αντιπολίτευση –δηλαδή, μην
επιμένετε, ο κόσμος και να θέλει δεν μπορεί να πληρώσει κι άλλους
φόρους– θα με έβρισκε απόλυτα σύμφωνο. Αλλά δυστυχώς ο οίστρος που
λέγαμε οδήγησε σε καταστάσεις που επιβεβαιώνουν τον φόβο ότι η πολιτική
στη χώρα μας έχει προ πολλού εισέλθει στην επικράτεια όχι μόνο του
λαϊκισμού αλλά και της στοχευμένης αμάθειας (όποτε μας βολεύει να μην
ξέρουμε κάτι). Για να γίνω πιο σαφής, άκουσα από χείλη αριστερών απόψεις
που συνέπιπταν με εκείνες των νεοφιλελεύθερων γαρνιρισμένες με
«αποδεικτικά στοιχεία», τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με την
πραγματικότητα. Αναφέρω ενδεικτικά την άποψη πολλών αριστερών (αλλά και
νεοφιλελεύθερων) ότι αυτό που γίνεται στην Ελλάδα είναι εξωφρενικό και
πρωτοφανές, επειδή ο υπολογισμός του φόρου ισχύει –άκουσον, άκουσον!–
ακόμα κι όταν το ακίνητο ιδιοκατοικείται και συνεπώς δεν αποφέρει
εισόδημα.
Εξ όσων γνωρίζω, ο ΣΥΡΙΖΑ, εν όψει εξουσίας, έχει στελεχωθεί με
ειδικούς, ερευνητές, συμβούλους κ.ο.κ., οι οποίοι εργάζονται σκληρά για
να τεκμηριώσουν όχι μόνο το δίκαιο αλλά και το εφικτό των προτάσεών του.
Είναι λοιπόν απορίας άξιον πώς δεν βρέθηκε ένας απ’ αυτούς να
πληροφορήσει, ας πούμε, τον κ. Λαφαζάνη για το τι συμβαίνει στην
υπόλοιπη Ευρώπη. Ενα παράδειγμα: επί δεκαετίες τώρα πληρώνω ΕΝΦΙΑ (στα
αγγλικά, community charge) για ένα διαμέρισμα περίπου 100 τ.μ., στο
οποίο απλώς κατοικώ χωρίς να το εκμεταλλεύομαι. Το ετήσιο ποσό ανέρχεται
σε 1.800 ευρώ και θα ξεπερνούσε κατά πολύ τα 2.000 αν ο νόμος δεν μου
αναγνώριζε έκπτωση 25% επειδή είμαι ο μόνος κάτοικος του διαμερίσματος.
Σας διαβεβαιώνω ότι τον ίδιο φόρο πληρώνουν όλοι οι ιδιοκτήτες ακινήτων
στη Βρετανία. Ο φόρος επιβάλλεται στο ακίνητο, άσχετα από τη χρήση που
του γίνεται, μόνο και μόνο επειδή θεωρείται περιουσιακό στοιχείο, το
οποίο οφείλει να αποδώσει στο κράτος, και συγκεκριμένα στη δημοτική αρχή
–αναλογικά με την υπολογιζόμενη αξία του– το κόστος για διάφορα
πράγματα που μας παρέχει δωρεάν: δρόμους, κοινωνικές παροχές, υπηρεσίες
καθαριότητας, βιβλιοθήκες, δημοτικές πισίνες, σχολεία κ.ο.κ.
Το θέμα όμως έχει και μια άλλη διάσταση που ίσως σας εκπλήξει. Το
Λονδίνο απαρτίζεται από πολλούς δήμους, οι οποίοι δικαιούνται να
καθορίζουν το ύψος του community charge ανάλογα με τη γενικότερη
πολιτική τους. Ετσι, ο αδελφός μου, που μένει σε διαφορετικό δήμο, για
μια μονοκατοικία με τα διπλά και πάνω τετραγωνικά πληρώνει περίπου το
μισό. Γιατί; Απλούστατα, ο δήμος του ελέγχεται από τους Συντηρητικούς,
οι οποίοι πιστεύουν ότι η φορολογία είναι κακό πράγμα και προσπαθούν να
τη μειώσουν, ιδιωτικοποιώντας ή ψαλιδίζοντας τις υπηρεσίες που
προσφέρουν. Ο δικός μου είναι προπύργιο των Εργατικών, όπερ σημαίνει ότι
όσοι τους ψηφίζουμε ξέρουμε ότι θα βάλουμε βαθιά το χέρι στην τσέπη.
Δημόσιες υπηρεσίες και κοινωνικό κράτος δεν νοούνται χωρίς υψηλή
φορολογία.
Μερικές φορές έχω την εντύπωση ότι στην Ελλάδα εκφραζόμαστε από
κεκτημένη ταχύτητα, χωρίς να σκεφτόμαστε τι σημαίνουν αυτά που λέμε.
Ισως δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι ανέκαθεν η ρητορική της Αριστεράς
περιλάμβανε ανάμεσα στα κοσμητικά επίθετα με τα οποία έλουζε τις
εκάστοτε κυβερνήσεις (πλουτοκράτες, κλέφτες, ανάλγητοι διεφθαρμένοι και
τελευταία δωσίλογοι) και τον χαρακτηρισμό «φορομπήχτες». Ετσι μάλλον
θεωρήθηκε πολύ «αριστερό» να αναγορεύουμε κάθε φόρο άδικο και να κάνουμε
τα πάντα για να μην τον πληρώσουμε.
Οπως είπα στην αρχή, η ένσταση ότι σε αυτή τη φάση υπάρχουν πολλοί
που δεν μπορούν να πληρώσουν τον ΕΝΦΙΑ έχει βάση και πρέπει να ληφθεί
υπόψη. Αλλο αυτό, όμως, κι άλλο να ακούς από αμιγώς «αριστερούς» κραυγές
διαμαρτυρίας επί της αρχής, ότι δηλαδή η αναλογική φορολόγηση της
μικρής ακίνητης περιουσίας αποτελεί έγκλημα από το οποίο θα μας
απαλλάξει μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου