Του Θανάση Γκότοβου, www.aixmi.gr
Θα θέλατε να χρηματοδοτείτε με τους φόρους που πληρώνετε ένα δημόσιο σχολείο, όπου για μεγάλες ομάδες μαθητών δεν υπάρχουν καλά αποτελέσματα;
Θα θέλατε να χρηματοδοτείτε μια εκπαιδευτική διοίκηση, που ασχολείται με τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις κλπ., αλλά καθόλου με το αν τα σχολεία έχουν ή όχι καλά μαθησιακά αποτελέσματα;
Θα θέλατε να χρηματοδοτείτε ένα σύστημα κατάρτισης των εκπαιδευτικών που αρνείται να εκπαιδεύσει με κατάλληλο τρόπο τους μελλοντικούς νηπιαγωγούς, δασκάλους και καθηγητές και παράλληλα αρνείται το ίδιο να αλλάξει;
Θα θέλατε να χρηματοδοτείτε ένα σύστημα επιλογής των εκπαιδευτικών, που το ίδιο δεν έχει αξιολογηθεί ποτέ σχετικά με τα κριτήρια που έχει θεσπίσει για να λαμβάνει τις αποφάσεις του, με τις οποίες ανανεώνεται το εκπαιδευτικό προσωπικό;
Θα θέλατε να χρηματοδοτείτε ένα σύστημα αξιολόγησης του εκπαιδευτικού που, ενώ διδάσκει στο παιδί σας και βλέπετε ότι δεν τα καταφέρει, βγαίνει πολύ ψηλά στην αξιολόγηση, επειδή το ντουλάπι του είναι γεμάτο με βεβαιώσεις από σεμινάρια, δημοσιεύσεις και συμμετοχές σε «πρότζεκτ»;
Θα θέλατε να χρηματοδοτείτε ένα σύστημα αξιολόγησης του εκπαιδευτικού που, ενώ διδάσκει στο παιδί σας και βλέπετε ότι παράγει έργο, η αξιολόγηση τον βγάζει πολύ χαμηλά, γιατί στο ντουλάπι του δεν έχει πολλά «χαρτιά»;
Αν απαντάτε «ναι» στα ερωτήματα αυτά, τότε είναι σίγουρο ότι θα θέλατε να ζείτε στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με μια άποψη, οι λέξεις μπορούν να δημιουργήσουν κόσμους. Όντως, μια που είναι και επίκαιρο, αρκούν μερικές λέξεις ενός δικαστή για να αλλάξει ριζικά η ζωή ενός ανθρώπου, μια εντολή ενός στρατιωτικού διοικητή για να πιέσει το μέλος του εκτελεστικού αποσπάσματος τη σκανδάλη, μια λέξη ενός δικτάτορα, για να εκκαθαριστεί ένα δύστροπο μέλος του κόμματος, μια υπόσχεση μετεκλογικής «τακτοποίησης», για να κολλά κανείς αφίσες. Οι λέξεις δημιουργούν πραγματικότητες, φτιάχνουν πράγματα, γεννούν γεγονότα. Αλλά μόνον τότε, όταν υπάρχει πλαίσιο που «δένει» τον ομιλητή που εκφωνεί και τον ακροατή που πράττει με κάποια εξουσία: υλική, διοικητική ή πνευματική. Μερικοί τραβάνε το σκοινί αναφορικά με τη δύναμη του λόγου και πολλές φορές νομίζουν ότι οι λέξεις παντού και πάντα γεννούν γεγονότα. Πιστεύουν ότι αν βαφτίσεις κάτι ως «αξιολόγηση», αν πεις ότι το «Χ» είναι αξιολόγηση, αυτομάτως οι δραστηριότητες που θα προκύψουν με βάση την εφαρμογή του «Χ» θα συνιστούν αξιολόγηση. Ο λόγος περί αξιολόγησης των εκπαιδευτικών. Ένα πολύ σοβαρό θέμα, για να γίνεται αντικείμενο κομματικής εκμετάλλευσης είτε από την πλευρά της Πολιτείας, που βιάζεται να παρουσιάσει το νέο «προϊόν» για να πάρει πόντους η κυβέρνηση, κι ας γίνει μετά ό,τι θέλει, είτε από την πλευρά της αντιπολίτευσης, που απορρίπτοντας – ορθώς – το περιτύλιγμα, δεν χάνει την ευκαιρία «για λόγους λαϊκού συμφέροντος» να πετάξει στα σκουπίδια μαζί με τη συσκευασία, και την ιδέα.
Εδώ και τριάντα χρόνια, οι εκπαιδευτικοί στην Ελλάδα – με εξαίρεση τους εκπαιδευτικούς στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, όπου υπάρχει μεν αυστηρή αξιολόγηση, αλλά έχουν διαμορφωθεί ποικίλες στρεβλώσεις με την εφαρμογή της – δεν αξιολογούνται. Ούτε ως προς τη διαδικασία – αν οι προσπάθειές τους να διδάξουν και να διαπαιδαγωγήσουν είναι ικανοποιητικές – ούτε ως προς το αποτέλεσμα – αν οι μαθητές τους ως ομάδα μαθαίνουν αυτό που προβλέπεται να μαθαίνουν. Και τα ερωτήματα είναι αμείλικτα:
Θα θέλατε να χρηματοδοτείτε με τους φόρους που πληρώνετε ένα δημόσιο σχολείο, όπου για μεγάλες ομάδες μαθητών δεν υπάρχουν καλά αποτελέσματα;
Θα θέλατε να χρηματοδοτείτε μια εκπαιδευτική διοίκηση, που ασχολείται με τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις κλπ., αλλά καθόλου με το αν τα σχολεία έχουν ή όχι καλά μαθησιακά αποτελέσματα;
Θα θέλατε να χρηματοδοτείτε ένα σύστημα κατάρτισης των εκπαιδευτικών που αρνείται να εκπαιδεύσει με κατάλληλο τρόπο τους μελλοντικούς νηπιαγωγούς, δασκάλους και καθηγητές και παράλληλα αρνείται το ίδιο να αλλάξει;
Θα θέλατε να χρηματοδοτείτε ένα σύστημα επιλογής των εκπαιδευτικών, που το ίδιο δεν έχει αξιολογηθεί ποτέ σχετικά με τα κριτήρια που έχει θεσπίσει για να λαμβάνει τις αποφάσεις του, με τις οποίες ανανεώνεται το εκπαιδευτικό προσωπικό;
Θα θέλατε να χρηματοδοτείτε ένα σύστημα αξιολόγησης του εκπαιδευτικού που, ενώ διδάσκει στο παιδί σας και βλέπετε ότι δεν τα καταφέρει, βγαίνει πολύ ψηλά στην αξιολόγηση, επειδή το ντουλάπι του είναι γεμάτο με βεβαιώσεις από σεμινάρια, δημοσιεύσεις και συμμετοχές σε «πρότζεκτ»;
Θα θέλατε να χρηματοδοτείτε ένα σύστημα αξιολόγησης του εκπαιδευτικού που, ενώ διδάσκει στο παιδί σας και βλέπετε ότι παράγει έργο, η αξιολόγηση τον βγάζει πολύ χαμηλά, γιατί στο ντουλάπι του δεν έχει πολλά «χαρτιά»;
Αν απαντάτε «ναι» στα ερωτήματα αυτά, τότε είναι σίγουρο ότι θα θέλατε να ζείτε στην Ελλάδα. Όμως υπάρχουν κι άλλες ερωτήσεις:
Θα θέλατε να γνωρίζετε τι δεν πάει καλά και η χώρα μας είναι από τις τελευταίες στις συγκρίσεις του ΟΟΣΑ για τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα, παρά το «ελληνικό δαιμόνιο»;
Θα θέλατε ο κάθε υπουργός Παιδείας να έχει δίπλα του ανθρώπους που του δίνουν έγκυρες και αξιόπιστες πληροφορίες για την εικόνα των εκπαιδευτικών πραγμάτων στη χώρα;
Θα θέλατε ο υπουργός Παιδείας να μην παράγει διαρκώς μεταρρυθμιστικό λόγο, αλλά να σταθμίζει προσεκτικά τι από εκείνα που του προτείνουν οι μανδαρίνοι ότι πρέπει να γίνουν, όντως πρέπει να γίνει;
Θα θέλατε ένα σχολείο, όπου ο εκπαιδευτικός αναλαμβάνει τουλάχιστον ένα μέρος της ευθύνης για το μαθησιακό αποτέλεσμα της τάξης του, και δεν φορτώνει παγίως στους μαθητές την πενιχρή ή ανύπαρκτη μάθηση;
Θα θέλατε ένα σύστημα αξιολόγησης των εκπαιδευτικών στο οποίο να υπάρχει τρόπος να εντοπισθεί το μαθησιακό αποτέλεσμα που παράγει κάθε εκπαιδευτικός, έτσι ώστε αυτός που το παράγει να θεωρείται καλός, και εκείνος που δυσκολεύεται να θεωρείται μέτριος ή ανεπαρκής και να παραπέμπεται σε επανεκπαίδευση και στήριξη;
Αν απαντάτε «ναι» στα ερωτήματα αυτά, τότε προφανώς ζείτε στη λάθος χώρα.
Ζούμε σήμερα μια δυσάρεστη κατάσταση: την ώρα που κόβονται ήδη γλίσχροι μισθοί, που πολλοί εκπαιδευτικοί δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα χωρίς την οικονομική στήριξη συγγενικών τους προσώπων, που οι διοριστέοι του διαγωνισμού του ΑΣΕΠ του 2008 περιμένουν πότε θα δώσει η τρόϊκα το πράσινο φως για να εξασφαλίσουν διοριζόμενοι τα 800 ευρώ το μήνα, η Πολιτεία βρήκε την κατάλληλη στιγμή να ζητήσει «έργο», δηλαδή χαρτιά: μεταπτυχιακά, διδακτορικά, δημοσιεύσεις, έρευνες, συμμετοχή σε σεμινάρια κ.α., με βάση τα οποία θα «κατατάξει» τους εκπαιδευτικούς. Μην ανησυχείτε, δεν ζητάει πραγματικό εκπαιδευτικό έργο, δηλαδή αποτελέσματα. Και αυτό το γνωρίζουν και η Πολιτεία, και οι εκπαιδευτικοί. Κουβέντα να γίνεται, δηλαδή «μεταρρύθμιση».
Λέτε να πετύχει το πείραμα; Λέτε να ανθίσει η μάθηση στα ελληνικά σχολεία, όταν εφαρμοστεί κάτω από τις παρούσες συνθήκες η προτεινόμενη αξιολόγηση;
Από παιδαγωγικής πλευράς, κάτι τέτοιο αποκλείεται. Θα ήταν, άλλωστε, παγκόσμια πρωτοτυπία να εξαρτάται η βελτίωση των εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων από τη μείωση των μισθών των εκπαιδευτικών και των επενδύσεων για την εκπαίδευση. Αλλά ο κύκλος θα τετραγωνιστεί με άλλη μέθοδο: με τη βοήθεια του παντοδύναμου, όπως νομίζουν ορισμένοι, προπαγανδιστικού λόγου θα κάνουμε τους πολίτες να πιστέψουν ότι με την εφαρμογή της αξιολόγησης, οι δείκτες της μάθησης ανέβηκαν. Το αν πραγματικά ανεβούν, δεν ενδιαφέρει. Ενδιαφέρει η εικόνα ότι ανέβηκαν.
Ωραία η σκέψη, αλλά έχει ένα σοβαρό – και η κρίση βοηθά σε αυτό – μειονέκτημα: θα βρεθούν αρκετά χαϊβάνια που θα πιστέψουν ότι με μια αξιολόγηση, όπως η προτεινόμενη (που το μόνο κοινό που έχει με μια πραγματική, παιδαγωγικού χαρακτήρα, αξιολόγηση του έργου των εκπαιδευτικών είναι το όνομα), είναι δυνατόν να βελτιωθούν οι επιδόσεις των μαθητών μας;
Πολύ αμφιβάλλω. Γιατί η κρίση έχει ανεβάσει τα γράδα της δυσπιστίας ακόμη και για τις σοβαρές προσπάθειες. Πόσο μάλλον για τις πρόχειρες.
*O Θανάσης Γκότοβος είναι καθηγητης Παιδαγωγικής του Πανεπιστημιου Ιωαννίνων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου