Του Γιώργου Προκοπάκη, ΝΕΑ, 20.6.11
Την ίδια ώρα που ορκιζόταν η νέακυβέρνηση, γινόταν γνωστό ότι Μέρκελ και Σαρκοζί «συµφωνούν σε ένα πλάνο εθελοντικής συµµετοχής των κατόχων ελληνικών οµολόγων» στο νέο πακέτο στήριξης προς την Ελλάδα. Φαίνεται λοιπόν ότι ο νέος υπουργός Οικονοµικών θα φύγει από το επόµενο Eurogroup µε την εντολή να αρχίσει τις διαπραγµατεύσεις µε τους κατόχους οµολόγων, σε συντονισµό βέβαια µε την ΕΚΤ, ώστε η συµµετοχή των ιδιωτών να είναι πραγµατικά εθελοντική για να αποφευχθεί το περιώνυµο πιστωτικό γεγονός. Το ξεκαθάρισµα της εικόνας ίσως είναι το καλύτερο δώρο προς τη νέα κυβέρνηση. Σίγουρα είναι µια µεγάλη πρόκληση.
Σε παλαιότερο σηµείωµα («ΤΑ ΝΕΑ», 18/4/2011) είχαµε τονίσει ότι η «εθελοντική συµµετοχή» κάθε άλλο παρά µια ευχάριστη βόλτα στο πάρκο θα είναι. Ας το δούµε υπό το πρίσµατων εξελίξεων.
Είναι περισσότερο από προφανές ότι το βασικότερο πρόβληµα στη συνέχιση της βοήθειας προς την Ελλάδα είναι τα οµόλογα λήξεως 2012-2013, σύνολο 58 δισ. € και σεδεύτερο χρόνο τα οµόλογα του 2014-2015. Προ ηµερών, µετά τις ανακοινώσεις γαλλικών και γερµανικών τραπεζικών φορέων ότι βλέπουν θετικά τη µετακύλιση ελληνικών οµολόγων, είδε το φως της δηµοσιότητας ανάλυση διεθνούς οίκου που εκτιµά ότι το 55% των οµολογιούχων «θα ήταν πρόθυµοι» να συµµετάσχουν. Σε πρώτη προσέγγιση διαφαίνεται ως βασικός στόχος της διαπραγµάτευσης να είναι η διαµόρφωση των όρων ανταλλαγής µε νέα οµόλογα ή συµµετοχής σε ειδική έκδοση οµολόγων, ώστε το ποσοστό αυτό να αυξηθεί. Από τους κατόχους των «κρίσιµων» ελληνικών οµολόγων, οι κατά τεκµήριο προθύµως πρόθυµοι είναι οι ελληνικοί φορείς, τράπεζες και Ταµεία. Για όλους τους άλλους, ακόµη και τις κατ’ αρχήν πρόθυµες γαλλικές και γερµανικές τράπεζες, στη διαπραγµάτευση τίθεται εκ των πραγµάτων το ζήτηµα της επόµενης µέρας, δηλαδή µιας ευρύτερης αναδιάρθρωσης στο µέλλον. Οι οµολογιούχοιθα είναι πρόθυµοι όχι απλώς να µεταθέσουν το πρόβληµα κατά δύο ή τέσσερα χρόνια όπως φαίνεται να είναι η γερµανική επιδίωξη, αλλά να διευκολύνουν την κατάσταση ανταλλάσσοντας την προθυµία τους µε κίνδυνο. Οι πρόθυµοι θα αυξηθούν εάν λάβουν ως αντάλλαγµα εξασφαλίσεις ή προτεραιότητα έναντι των άλλων σειρών οµολόγων. Ισως η αλλαγή του νοµικού πλαισίου σε βρετανικό να αρκεί για κάποιους.
Ηαπαίτηση της ΕΚΤ και των οίκων αξιολόγησης για τη διασφάλιση του απολύτως εθελοντικού χαρακτήρα της συµµετοχής των ιδιωτών σε διαδικασία που ανταλλάσσει «διευκόλυνση» µε «έκθεση σε κίνδυνο» λειτουργεί αναµφίβολα υπέρ των ιδιωτών κατόχων των κρίσιµων ελληνικών οµολόγων.
Οι πρόσθετες εξασφαλίσεις όποιας µορφής µπορεί να διευκολύνουν τη διαδικασία, περιπλέκουν όµως τα πράγµατα. Κατ’ αρχάς, λειτουργούν προς την κατεύθυνση αποµόνωσης του ελληνικού προβλήµατος από το γενικότερο της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους: οι εγγράψιµες ζηµιές από τις ξένες τράπεζες σε µελλοντικό ευρύτερο διακανονισµό είναι µικρότερες. ∆εύτερον, αυξάνουν τον «κίνδυνο Ελλάδα» των κατόχων όλων των άλλων ελληνικών οµολόγων, µε αποτέλεσµα τα spreads να µην κατεβαίνουν µε τίποτε. Βέβαια, ο «κίνδυνος Ελλάδα» µειώνεται και για τους ελληνικούς φορείς, µε όση σηµασία µπορεί να αποδοθεί σε αυτό.
Πολλοί ισχυρίζονται ότι το βασικό χαρτί της Ελλάδας είναι ο κίνδυνος να συµπαρασυρθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες και το ευρώ σε ενδεχόµενο ελληνικό «ατύχηµα». Η αναχρηµατοδότηση του ελληνικού χρέους από τον µηχανισµό στήριξης µείωνε σταδιακά το πρόβληµα των ευρωπαϊκών τραπεζών και τοµετέφερε στους φορολογουµένους των υποστηρικτών της διάσωσης της Ελλάδας. Ανάλογα µε την κατάληξη των διαπραγµατεύσεων των αµέσως επόµενων µηνών (ή εβδοµάδων), µέρος του προβλήµατος επιστρέφει για να µείνει στην Ελλάδα. ∆ηλαδή, οι επιπτώσεις πιθανής ελληνικής «αστοχίας» θα είναι προσδιορίσιµες και θα µπορεί να εκτιµηθεί το κόστος τους, οπότε η σωτηρία της Ελλάδας παύει να είναι ζήτηµα ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και γίνεται ζήτηµα εκτίµησης κόστους - οφέλους. ∆ηλαδή, θα είναιορατό µε οικονοµικούς όρους το όριο µέχρι το οποίο µπορεί να φθάσει η ενίσχυση, οπότε η µόνη στρατηγική για την Ελλάδα περνάει υποχρεωτικά από τη βελτίωση της διαπραγµατευτικής της θέσης όταν θα φθάσει η στιγµή της κατάληξης σε µακροπρόθεσµη λύση – µε τη λειτουργία του ESM, το 2013 ή αργότερα.
Η νέα κυβέρνηση πρέπει να εκπονήσει στρατηγική τόσο για τηδιαχείριση της κατάστασης µε τους εταίρους και τους πιστωτές όσο και για την επίτευξη κοινωνικής συναίνεσης. Η πρώτη επιβάλλει την εκτίµηση της κατάστασης µε βάση πραγµατικά στοιχεία, µακριά από µαγικές λύσεις και η δεύτερη απαιτεί τη λήψη άµεσων µέτρων για την κάλυψη των αστοχιών Παπακωνσταντίνου - Σαχινίδη και την εκπόνηση ενός πραγµατικού, αναγκαία αυστηρού αλλάδίκαιου ώστε να γίνει κοινωνικάαποδεκτό, Μεσοπρόθεσµου Προγράµµατος. Επιβάλλει επίσης να αρνηθεί τον εαυτό του το κυβερνών κόµµα και να προχωρήσει σε ραγδαίες µεταρρυθµίσεις, ακόµη και (ή κυρίως) εάν απαιτείται η σύγκρουση µε το δίκτυο πελατειακών σχέσεων που το ίδιο βοήθησε να φτιαχτεί.
Σε παλαιότερο σηµείωµα («ΤΑ ΝΕΑ», 18/4/2011) είχαµε τονίσει ότι η «εθελοντική συµµετοχή» κάθε άλλο παρά µια ευχάριστη βόλτα στο πάρκο θα είναι. Ας το δούµε υπό το πρίσµατων εξελίξεων.
Είναι περισσότερο από προφανές ότι το βασικότερο πρόβληµα στη συνέχιση της βοήθειας προς την Ελλάδα είναι τα οµόλογα λήξεως 2012-2013, σύνολο 58 δισ. € και σεδεύτερο χρόνο τα οµόλογα του 2014-2015. Προ ηµερών, µετά τις ανακοινώσεις γαλλικών και γερµανικών τραπεζικών φορέων ότι βλέπουν θετικά τη µετακύλιση ελληνικών οµολόγων, είδε το φως της δηµοσιότητας ανάλυση διεθνούς οίκου που εκτιµά ότι το 55% των οµολογιούχων «θα ήταν πρόθυµοι» να συµµετάσχουν. Σε πρώτη προσέγγιση διαφαίνεται ως βασικός στόχος της διαπραγµάτευσης να είναι η διαµόρφωση των όρων ανταλλαγής µε νέα οµόλογα ή συµµετοχής σε ειδική έκδοση οµολόγων, ώστε το ποσοστό αυτό να αυξηθεί. Από τους κατόχους των «κρίσιµων» ελληνικών οµολόγων, οι κατά τεκµήριο προθύµως πρόθυµοι είναι οι ελληνικοί φορείς, τράπεζες και Ταµεία. Για όλους τους άλλους, ακόµη και τις κατ’ αρχήν πρόθυµες γαλλικές και γερµανικές τράπεζες, στη διαπραγµάτευση τίθεται εκ των πραγµάτων το ζήτηµα της επόµενης µέρας, δηλαδή µιας ευρύτερης αναδιάρθρωσης στο µέλλον. Οι οµολογιούχοιθα είναι πρόθυµοι όχι απλώς να µεταθέσουν το πρόβληµα κατά δύο ή τέσσερα χρόνια όπως φαίνεται να είναι η γερµανική επιδίωξη, αλλά να διευκολύνουν την κατάσταση ανταλλάσσοντας την προθυµία τους µε κίνδυνο. Οι πρόθυµοι θα αυξηθούν εάν λάβουν ως αντάλλαγµα εξασφαλίσεις ή προτεραιότητα έναντι των άλλων σειρών οµολόγων. Ισως η αλλαγή του νοµικού πλαισίου σε βρετανικό να αρκεί για κάποιους.
Ηαπαίτηση της ΕΚΤ και των οίκων αξιολόγησης για τη διασφάλιση του απολύτως εθελοντικού χαρακτήρα της συµµετοχής των ιδιωτών σε διαδικασία που ανταλλάσσει «διευκόλυνση» µε «έκθεση σε κίνδυνο» λειτουργεί αναµφίβολα υπέρ των ιδιωτών κατόχων των κρίσιµων ελληνικών οµολόγων.
Οι πρόσθετες εξασφαλίσεις όποιας µορφής µπορεί να διευκολύνουν τη διαδικασία, περιπλέκουν όµως τα πράγµατα. Κατ’ αρχάς, λειτουργούν προς την κατεύθυνση αποµόνωσης του ελληνικού προβλήµατος από το γενικότερο της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους: οι εγγράψιµες ζηµιές από τις ξένες τράπεζες σε µελλοντικό ευρύτερο διακανονισµό είναι µικρότερες. ∆εύτερον, αυξάνουν τον «κίνδυνο Ελλάδα» των κατόχων όλων των άλλων ελληνικών οµολόγων, µε αποτέλεσµα τα spreads να µην κατεβαίνουν µε τίποτε. Βέβαια, ο «κίνδυνος Ελλάδα» µειώνεται και για τους ελληνικούς φορείς, µε όση σηµασία µπορεί να αποδοθεί σε αυτό.
Πολλοί ισχυρίζονται ότι το βασικό χαρτί της Ελλάδας είναι ο κίνδυνος να συµπαρασυρθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες και το ευρώ σε ενδεχόµενο ελληνικό «ατύχηµα». Η αναχρηµατοδότηση του ελληνικού χρέους από τον µηχανισµό στήριξης µείωνε σταδιακά το πρόβληµα των ευρωπαϊκών τραπεζών και τοµετέφερε στους φορολογουµένους των υποστηρικτών της διάσωσης της Ελλάδας. Ανάλογα µε την κατάληξη των διαπραγµατεύσεων των αµέσως επόµενων µηνών (ή εβδοµάδων), µέρος του προβλήµατος επιστρέφει για να µείνει στην Ελλάδα. ∆ηλαδή, οι επιπτώσεις πιθανής ελληνικής «αστοχίας» θα είναι προσδιορίσιµες και θα µπορεί να εκτιµηθεί το κόστος τους, οπότε η σωτηρία της Ελλάδας παύει να είναι ζήτηµα ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και γίνεται ζήτηµα εκτίµησης κόστους - οφέλους. ∆ηλαδή, θα είναιορατό µε οικονοµικούς όρους το όριο µέχρι το οποίο µπορεί να φθάσει η ενίσχυση, οπότε η µόνη στρατηγική για την Ελλάδα περνάει υποχρεωτικά από τη βελτίωση της διαπραγµατευτικής της θέσης όταν θα φθάσει η στιγµή της κατάληξης σε µακροπρόθεσµη λύση – µε τη λειτουργία του ESM, το 2013 ή αργότερα.
Η νέα κυβέρνηση πρέπει να εκπονήσει στρατηγική τόσο για τηδιαχείριση της κατάστασης µε τους εταίρους και τους πιστωτές όσο και για την επίτευξη κοινωνικής συναίνεσης. Η πρώτη επιβάλλει την εκτίµηση της κατάστασης µε βάση πραγµατικά στοιχεία, µακριά από µαγικές λύσεις και η δεύτερη απαιτεί τη λήψη άµεσων µέτρων για την κάλυψη των αστοχιών Παπακωνσταντίνου - Σαχινίδη και την εκπόνηση ενός πραγµατικού, αναγκαία αυστηρού αλλάδίκαιου ώστε να γίνει κοινωνικάαποδεκτό, Μεσοπρόθεσµου Προγράµµατος. Επιβάλλει επίσης να αρνηθεί τον εαυτό του το κυβερνών κόµµα και να προχωρήσει σε ραγδαίες µεταρρυθµίσεις, ακόµη και (ή κυρίως) εάν απαιτείται η σύγκρουση µε το δίκτυο πελατειακών σχέσεων που το ίδιο βοήθησε να φτιαχτεί.
Ο Γιώργος Προκοπάκης είναι σύµβουλος επιχειρήσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου