Του Νίκου Μαραντζίδη, Καθημερινή
Η πρόσφατη εμπειρία του ξυλοδαρμού μου με οδήγησε να αναρωτηθώ τι ωθεί κάποιους εικοσάχρονους νέους να χτυπήσουν εν ψυχρώ, και μάλιστα με κλωτσιές στο κεφάλι, έναν άνθρωπο τον οποίο δεν γνωρίζουν, δεν τους έχει βλάψει και επιπλέον έχει τα διπλά τους χρόνια και κατά κάποιο τρόπο θα μπορούσε να είναι ο πατέρας τους, μόνο και μόνο επειδή διαφωνούν μαζί του. Επιπλέον, με απασχόλησε τι ώθησε κάποιους άλλους να δηλώσουν δημόσια: «εντάξει δεν έπαθε και τίποτε», «λίγα του έκαναν», «μήπως το άξιζε» και άλλα τέτοια. Ο φανατισμός είναι η αιτία, απάντησε ένας φίλος μου. Ο φανατισμός είναι πράγματι η αναγκαία συνθήκη καθώς σε οπλίζει με τη βεβαιότητα πως κατέχεις τη μόνη αλήθεια. Μετατρέπει την ημιμάθεια σε αλαζονεία, οδηγεί στην άρνηση του διαφορετικού, στην περιφρόνηση και στο μίσος του αντιθέτου. Ο φανατισμός δημιουργεί τις συνθήκες για εκδήλωση βίας, αλλά δεν αρκεί από μόνος του. Ξέρω αρκετούς ανθρώπους που θα τους χαρακτήριζα φανατικούς σε διάφορους τομείς, στην πολιτική, στη θρησκεία ακόμη και στο ποδόσφαιρο, κανένας τους όμως δεν θα χτυπούσε ένα συνάνθρωπό του στα καλά καθούμενα. Η έλλειψη λογικής, επισήμανε ένας άλλος φίλος. Οντως, η απουσία στοιχειώδους ικανότητας ορθολογικής ανάλυσης είναι μια σημαντική παράμετρος. Οπως το έχει διατυπώσει ο Κάρλο Τσιπόλα, βλάκας είναι αυτός που με τις ενέργειές του προκαλεί ζημιά σε κάποιον άλλον χωρίς να πετυχαίνει από την πράξη αυτή κάποιο πλεονέκτημα για τον εαυτό του και ενδεχομένως να ζημιώνεται κιόλας. Ενας άνθρωπος λοιπόν, που χωρίς λόγο δέρνει κάποιον άλλον έχει σίγουρα πλεόνασμα βλακείας. Και πάλι όμως, πρέπει να πω, πως γνωρίζω αρκετούς ανθρώπους που μειονεκτούν ως προς αυτά τα ζητήματα, αλλά δεν θα έφταναν ποτέ στο σημείο να χτυπήσουν απρόκλητα κάποιον άλλον.
Κατά τη γνώμη μου, το πιο βασικό χαρακτηριστικό των ανθρώπων που μπορούν να κάνουν τέτοιες πράξεις ή να τις υποστηρίξουν δημόσια, είναι η ανικανότητά τους να διακρίνουν τη διαφορά ανάμεσα στο καλό και το κακό. Πρόκειται γι’ αυτό, που η φιλόσοφος Χάνα Αρεντ περιέγραψε ως κοινοτοπία του κακού. Οι άνθρωποι που είναι ικανοί να κάνουν τα μεγαλύτερα εγκλήματα δεν απέχουν τόσο πολύ από τον καθένα μας, δεν είναι τα τέρατα που φανταζόμαστε, είναι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Αυτά τα άτομα κι όταν κάνουν το μεγαλύτερο κακό δεν το αντιλαμβάνονται, δεν αισθάνονται ενοχές, δεν ντρέπονται. Κι αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό γιατί η ντροπή θέτει όρια στο κακό, που χωρίς αυτήν δεν υπάρχουν.
Η ιδεολογία αποτελεί τον παράγοντα εκείνο, που πέρα από την ατομική ιδιοσυγκρασία, ευθύνεται περισσότερο για την ανικανότητα κάποιου ατόμου να διαχωρίσει το καλό από το κακό. Μερικές ιδεολογίες έχουν, συγκριτικά με άλλες, το διαβολικό χάρισμα μαγεύοντας τους ανθρώπους, όπως η Κίρκη τους ναύτες του Οδυσσέα, να μπορούν υπό κατάλληλες συνθήκες να μετατρέψουν ανθρώπους σε γουρούνια. Στη σύγχρονη εποχή, τίποτε δεν μπόρεσε να ανταγωνιστεί σε γοητεία τις μεγάλες μεσσιανικές ιδεολογίες: κομμουνισμός, αναρχισμός, φασισμός, φονταμενταλισμός. Ολες οι παραπάνω εγκαθίδρυσαν ολοκληρωτικά καθεστώτα όπου κατέλαβαν την εξουσία.
Η εναπόθεση στις αγκάλες μιας μεσσιανικής ολοκληρωτικής ιδεολογίας που υπόσχεται τον επίγειο παράδεισο και τη δημιουργία του «νέου ανθρώπου» συνεπαίρνει κάποιους τόσο πολύ ώστε αυτό να λειτουργεί ως αναισθητικό που κοιμίζει τη συνείδηση. Ο μεσσιανισμός είναι το όπιο των συνειδήσεων. Εξαιτίας της τρομακτικής γοητείας τους πάνω στους ανθρώπους, οι μεσσιανικές ιδεολογίες χειραγωγούν τα άτομα, τα στεγνώνουν από ανθρωπιά, τα απαλλάσσουν από την υποχρέωση μιας ατομικής, συχνά άβολης, ηθικής. Δεν είναι τυχαίο πως τόσο ο φασισμός όσο και ο κομμουνισμός χαρακτήριζαν ως μικροαστικό και τιποτένιο τον ανθρωπισμό.
Γι’ αυτόν τον λόγο η κτηνώδης βία έναντι των αντιπάλων τους γίνεται αντιληπτή από τους οπαδούς αυτών των ιδεολογιών ως «δίκαιη». Στη σταλινική ΕΣΣΔ και τη χιτλερική Γερμανία, για παράδειγμα, όσοι δεν μαγεύονταν από τη δύναμη της ιδεολογίας, υφίσταντο την κτηνώδη δύναμη του απόλυτου τρόμου, του οποίου η διαφορά με άλλα αυταρχικά καθεστώτα δεν βρίσκεται μόνο στην έκταση της βίας αλλά και στην ανερυθρίαστη συμμετοχή σε αυτήν των ίδιων των πολιτών. Στον ολοκληρωτισμό η εξουσία ωθεί και ανταμείβει τους πολίτες που επιτηρούν και βασανίζουν άλλους πολίτες στο όνομα της ιδεολογίας. Εκατομμύρια καταδόσεις (μέχρι και τα παιδιά παροτρύνονταν να καταδίδουν τους γονείς τους) και χιλιάδες ξυλοδαρμοί «ανυπάκουων» πολιτών λάμβαναν χώρα κάθε μέρα. Ο ολοκληρωτισμός ως καθεστώς μετατρέπει την κοινωνία σε φάρμα των ζώων.
Ποια μπορεί να είναι η αντίσταση στην κοινοτοπία του κακού; Μακροπρόθεσμα η απάντηση είναι μόνο μία: η ανθρωπιστική παιδεία και η επίμονη καλλιέργεια των αξιών του σεβασμού του άλλου και της ανεκτικότητας. Ο μεσσιανισμός αντιμετωπίζεται μόνο με παιδεία και Κράτος Δικαίου. Σε τελική ανάλυση, από τότε που μάθαμε για το Αουσβιτς και τα Γκουλάγκ, από τότε που η δύναμη του ολοκληρωτισμού αφάνισε εκατομμύρια ανθρώπους σε Ανατολή και Δύση, δεν έχουμε πια καμιά δικαιολογία.
* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα και στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας.
Η πρόσφατη εμπειρία του ξυλοδαρμού μου με οδήγησε να αναρωτηθώ τι ωθεί κάποιους εικοσάχρονους νέους να χτυπήσουν εν ψυχρώ, και μάλιστα με κλωτσιές στο κεφάλι, έναν άνθρωπο τον οποίο δεν γνωρίζουν, δεν τους έχει βλάψει και επιπλέον έχει τα διπλά τους χρόνια και κατά κάποιο τρόπο θα μπορούσε να είναι ο πατέρας τους, μόνο και μόνο επειδή διαφωνούν μαζί του. Επιπλέον, με απασχόλησε τι ώθησε κάποιους άλλους να δηλώσουν δημόσια: «εντάξει δεν έπαθε και τίποτε», «λίγα του έκαναν», «μήπως το άξιζε» και άλλα τέτοια. Ο φανατισμός είναι η αιτία, απάντησε ένας φίλος μου. Ο φανατισμός είναι πράγματι η αναγκαία συνθήκη καθώς σε οπλίζει με τη βεβαιότητα πως κατέχεις τη μόνη αλήθεια. Μετατρέπει την ημιμάθεια σε αλαζονεία, οδηγεί στην άρνηση του διαφορετικού, στην περιφρόνηση και στο μίσος του αντιθέτου. Ο φανατισμός δημιουργεί τις συνθήκες για εκδήλωση βίας, αλλά δεν αρκεί από μόνος του. Ξέρω αρκετούς ανθρώπους που θα τους χαρακτήριζα φανατικούς σε διάφορους τομείς, στην πολιτική, στη θρησκεία ακόμη και στο ποδόσφαιρο, κανένας τους όμως δεν θα χτυπούσε ένα συνάνθρωπό του στα καλά καθούμενα. Η έλλειψη λογικής, επισήμανε ένας άλλος φίλος. Οντως, η απουσία στοιχειώδους ικανότητας ορθολογικής ανάλυσης είναι μια σημαντική παράμετρος. Οπως το έχει διατυπώσει ο Κάρλο Τσιπόλα, βλάκας είναι αυτός που με τις ενέργειές του προκαλεί ζημιά σε κάποιον άλλον χωρίς να πετυχαίνει από την πράξη αυτή κάποιο πλεονέκτημα για τον εαυτό του και ενδεχομένως να ζημιώνεται κιόλας. Ενας άνθρωπος λοιπόν, που χωρίς λόγο δέρνει κάποιον άλλον έχει σίγουρα πλεόνασμα βλακείας. Και πάλι όμως, πρέπει να πω, πως γνωρίζω αρκετούς ανθρώπους που μειονεκτούν ως προς αυτά τα ζητήματα, αλλά δεν θα έφταναν ποτέ στο σημείο να χτυπήσουν απρόκλητα κάποιον άλλον.
Κατά τη γνώμη μου, το πιο βασικό χαρακτηριστικό των ανθρώπων που μπορούν να κάνουν τέτοιες πράξεις ή να τις υποστηρίξουν δημόσια, είναι η ανικανότητά τους να διακρίνουν τη διαφορά ανάμεσα στο καλό και το κακό. Πρόκειται γι’ αυτό, που η φιλόσοφος Χάνα Αρεντ περιέγραψε ως κοινοτοπία του κακού. Οι άνθρωποι που είναι ικανοί να κάνουν τα μεγαλύτερα εγκλήματα δεν απέχουν τόσο πολύ από τον καθένα μας, δεν είναι τα τέρατα που φανταζόμαστε, είναι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Αυτά τα άτομα κι όταν κάνουν το μεγαλύτερο κακό δεν το αντιλαμβάνονται, δεν αισθάνονται ενοχές, δεν ντρέπονται. Κι αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό γιατί η ντροπή θέτει όρια στο κακό, που χωρίς αυτήν δεν υπάρχουν.
Η ιδεολογία αποτελεί τον παράγοντα εκείνο, που πέρα από την ατομική ιδιοσυγκρασία, ευθύνεται περισσότερο για την ανικανότητα κάποιου ατόμου να διαχωρίσει το καλό από το κακό. Μερικές ιδεολογίες έχουν, συγκριτικά με άλλες, το διαβολικό χάρισμα μαγεύοντας τους ανθρώπους, όπως η Κίρκη τους ναύτες του Οδυσσέα, να μπορούν υπό κατάλληλες συνθήκες να μετατρέψουν ανθρώπους σε γουρούνια. Στη σύγχρονη εποχή, τίποτε δεν μπόρεσε να ανταγωνιστεί σε γοητεία τις μεγάλες μεσσιανικές ιδεολογίες: κομμουνισμός, αναρχισμός, φασισμός, φονταμενταλισμός. Ολες οι παραπάνω εγκαθίδρυσαν ολοκληρωτικά καθεστώτα όπου κατέλαβαν την εξουσία.
Η εναπόθεση στις αγκάλες μιας μεσσιανικής ολοκληρωτικής ιδεολογίας που υπόσχεται τον επίγειο παράδεισο και τη δημιουργία του «νέου ανθρώπου» συνεπαίρνει κάποιους τόσο πολύ ώστε αυτό να λειτουργεί ως αναισθητικό που κοιμίζει τη συνείδηση. Ο μεσσιανισμός είναι το όπιο των συνειδήσεων. Εξαιτίας της τρομακτικής γοητείας τους πάνω στους ανθρώπους, οι μεσσιανικές ιδεολογίες χειραγωγούν τα άτομα, τα στεγνώνουν από ανθρωπιά, τα απαλλάσσουν από την υποχρέωση μιας ατομικής, συχνά άβολης, ηθικής. Δεν είναι τυχαίο πως τόσο ο φασισμός όσο και ο κομμουνισμός χαρακτήριζαν ως μικροαστικό και τιποτένιο τον ανθρωπισμό.
Γι’ αυτόν τον λόγο η κτηνώδης βία έναντι των αντιπάλων τους γίνεται αντιληπτή από τους οπαδούς αυτών των ιδεολογιών ως «δίκαιη». Στη σταλινική ΕΣΣΔ και τη χιτλερική Γερμανία, για παράδειγμα, όσοι δεν μαγεύονταν από τη δύναμη της ιδεολογίας, υφίσταντο την κτηνώδη δύναμη του απόλυτου τρόμου, του οποίου η διαφορά με άλλα αυταρχικά καθεστώτα δεν βρίσκεται μόνο στην έκταση της βίας αλλά και στην ανερυθρίαστη συμμετοχή σε αυτήν των ίδιων των πολιτών. Στον ολοκληρωτισμό η εξουσία ωθεί και ανταμείβει τους πολίτες που επιτηρούν και βασανίζουν άλλους πολίτες στο όνομα της ιδεολογίας. Εκατομμύρια καταδόσεις (μέχρι και τα παιδιά παροτρύνονταν να καταδίδουν τους γονείς τους) και χιλιάδες ξυλοδαρμοί «ανυπάκουων» πολιτών λάμβαναν χώρα κάθε μέρα. Ο ολοκληρωτισμός ως καθεστώς μετατρέπει την κοινωνία σε φάρμα των ζώων.
Ποια μπορεί να είναι η αντίσταση στην κοινοτοπία του κακού; Μακροπρόθεσμα η απάντηση είναι μόνο μία: η ανθρωπιστική παιδεία και η επίμονη καλλιέργεια των αξιών του σεβασμού του άλλου και της ανεκτικότητας. Ο μεσσιανισμός αντιμετωπίζεται μόνο με παιδεία και Κράτος Δικαίου. Σε τελική ανάλυση, από τότε που μάθαμε για το Αουσβιτς και τα Γκουλάγκ, από τότε που η δύναμη του ολοκληρωτισμού αφάνισε εκατομμύρια ανθρώπους σε Ανατολή και Δύση, δεν έχουμε πια καμιά δικαιολογία.
* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα και στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου