Η παραίτηση Παπανδρέου και η συγκρότηση του μεταβατικού τρικομματικού κυβερνητικού σχήματος είναι αποτέλεσμα μιας εντεινόμενης κρίσης πολιτικής διαχείρισης.
Στον πυρήνα αυτής της κρίσης βρίσκεται η απονομιμοποίηση των ασκούμενων πολιτικών διάσωσης της χώρας, που θεωρούνται από όλο και περισσότερους πολίτες ως μη δίκαιες κοινωνικά και αναποτελεσματικές οικονομικά. Αυτή η απονομιμοποίηση δεν αφορά μόνο σε πολίτες που η στάση τους ορίζεται από τη χίμαιρα της διατήρησης «κεκτημένων» και πελατειακών σχέσεων, αλλά και σε πολίτες που αρχικά είχαν κρατήσει θετική στάση έναντι των πολιτικών του μνημονίου προσδοκώντας ότι θα συμβάλλουν στη δημοσιονομική εξυγίανση. Οι χειρισμοί του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος, που με τραγελαφικό τρόπο ώθησε τα πράγματα έως τα όρια της μετεξέλιξης της κρίσης πολιτικής σε κρίση της δημοκρατίας, επιβεβαίωσαν ότι εκτός της αλλαγής πολιτικών είναι αδήριτη ανάγκη και η αλλαγή του πολιτικού συστήματος σε δομές , νοοτροπίες και πρόσωπα. Στη διάρκεια της κρίσης πολιτικής διαχείρισης οι διαδικασίες συγκρότησης της νέας κυβέρνησης καθορίζονταν από την απαίτηση των εταίρων μας για ευρύτερη πολιτική και κοινωνική συναίνεση, με σκοπό να διασφαλιστεί η αποδοχή και η εφαρμογή της συμφωνίας της 26ης Οκτωβρίου και των μέτρων που τη συνοδεύουν. Δεν υπήρξε ούτε ελάχιστο περιθώριο για ρυθμίσεις χωρίς προαπαιτούμενο την εφαρμογή της ίδιας οικονομικής πολιτικής. Αυτή η απαίτηση, εκ των ων ουκ άνευ, περιόριζε τη δημιουργία της κυβέρνησης στο πλαίσιο των δυνάμεων ενός συγκεκριμένου τμήματος του πολιτικού συστήματος. Αν επιδιωκόταν η συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας θα ήταν άλλες οι διαδικασίες που θα ακολουθούνταν και άλλα τα πολιτικά ζητούμενα.
Η τελική επιλογή ως νέου πρωθυπουργού μιας προσωπικότητας καταξιωμένης στον τραπεζικό και οικονομικό χώρο και η δημιουργία μεταβατικού κυβερνητικού σχήματος δημιούργησε, όπως ήταν φυσικό, αισθήματα ανακούφισης στην πλειοψηφία των πολιτών. Όμως ένα πολιτικό κόμμα είναι απαραίτητο, ιδιαίτερα σε κρίσιμες στιγμές, να καταθέτει τη θέση του για την βασική διάσταση των πραγμάτων, που στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν το αν μέσω αυτής της λύσης αναιρούνταν τα βασικά χαρακτηριστικά των ασκούμενων πολιτικών και οι παθογένειες του πολιτικού συστήματος.
Η σύνθεση της κυβέρνησης και οι προγραμματικές δηλώσεις της έδειξαν ότι η λύση που δόθηκε παραμένει εντός της ίδιας πολιτικής και δεσμεύεται από αυτήν, ως λογική αλληλουχία των κοινοβουλευτικών συσχετισμών και των χαρακτηριστικών του πολιτικού συστήματος .
Η κυβέρνηση αυτή ενώ θα στηρίζεται από ένα ευρύτερο μπλοκ πολιτικών δυνάμεων θα αντιμετωπίζει τη διαρκή συρρίκνωση της κοινωνικής βάσης υποστήριξης, αφού συνειδητοποιείται ευρύτερα ότι η πολιτική της συνιστά ένα τούνελ θυσιών χωρίς δίκαιη κατανομή και προοπτική εξόδου και εντέλει μια αποτυχημένη οδό για τη σωτηρία της χώρας. Επιπλέον η άρνηση προσφυγής στη λαϊκή ετυμηγορία, αποτελεί μια προβληματική εξέλιξη αφού ενισχύει την αντίληψη ότι οι πολιτικές ορίζονται στη βάση των επειγουσών αναγκών της οικονομίας και με περιορισμό της συμμετοχής του λαού . Η αποδοχή της λογικής ότι η δημοκρατία «δε βολεύει» αφού οδηγεί στο λαϊκισμό μειώνει την απόσταση από την αποδοχή των μεθόδων δημοκρατικής συρρίκνωσης στο πλαίσιο ενός αυταρχικού καπιταλισμού. Η Αριστερά δε μπορεί να συνταχθεί με μια τέτοια λογική, ακόμη και αν η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία δημιουργεί κινδύνους για μη ορθολογικές εξελίξεις.
Εντός αυτής της πολιτικής κατάστασης και της κρίσης η στάση της Δημοκρατικής Αριστεράς είχε δύο βασικά στοιχεία. Αφενός την κατάθεση μιας διαφορετικής πολιτικής πρότασης που λαμβάνει υπόψη τους περιορισμούς και τους συσχετισμούς της κρίσης αλλά δεν εγκλωβίζεται εντός τους. Αφετέρου την αυτονομία έναντι του αυτοαναφορικού – ιδιοτελούς πολιτικού συστήματος. Τα δύο αυτά στοιχεία είναι καθοριστικής σημασίας και για τη συνέχεια της παρέμβασης μας στο κύριο ζήτημα που είναι η δική μας συμβολή για τη σωτηρία της χώρας, με την κοινωνία όρθια και την οικονομία ζωντανή.
Η θέση ότι η Δημοκρατική Αριστερά επιζητώντας και επιτυγχάνοντας τη συμμετοχή της στην κυβέρνηση, θα μπορούσε από «τα μέσα» να επηρεάσει τα πράγματα ανατρέποντας τα δεδομένα της ασκούμενης πολιτικής, έχει προφανώς καλοπροαίρετη διάθεση αλλά όχι ρεαλισμό, αφού δε λαμβάνει υπόψη ότι η πολιτική ασκείται στη βάση των συσχετισμών και την ατζέντα δεν την ορίζεις μόνος σου. Αυτή η συμμετοχή – όταν μάλιστα ως κόμμα δεν έχεις ακόμη τα δικαιώματα κοινοβουλευτικού κόμματος - δε θα έφερνε τίποτα καλύτερο από μια συσσωμάτωση στο κυρίαρχο πολιτικό σύστημα, το οποίο μάλιστα ελέγχει και όλο το σύστημα δημόσιας διοίκησης.
Η διεκδίκηση μιας ορθολογικής και στοιχειωδώς αποτελεσματικής διαχείρισης , η συμφωνία ότι πρέπει όπου είναι δυνατόν να επιτυγχάνεται κοινός πολιτικός τόπος, δεν συνεπάγεται συναίνεση στις ασκούμενες πολιτικές και συμμετοχή σε κυβερνητικές λύσεις.
Η διατύπωση της απαίτησης από το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα - στη βάση των κοινοβουλευτικών συσχετισμών που σήμερα υπάρχουν - να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που έχει για τη διασφάλιση της αυτονόητης κρατικής διαχείρισης και κυβερνητικής συνέχειας έως τις εκλογές, δεν προϋποθέτει την ένταξη σε αυτό.
Η ευθύνη της Δημοκρατικής Αριστεράς έναντι της χώρας δε σημαίνει ταύτιση με μια πολιτική που δεν είναι βιώσιμη οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά. Με πολιτική αυτονομία η Δημοκρατική Αριστερά και έχοντας ως κυρίαρχη προτεραιότητα τη σωτηρία της χώρας:
- Έθεσε πρώτη με σαφήνεια ως κύριο στόχο για τη χώρα την παραμονή στο ευρώ και το ευρωπαϊκό πλαίσιο και υποστήριξε την προώθηση ενός πλέγματος μέτρων ευνοϊκού ευρωπαϊκού διακανονισμού αλλά και εσωτερικών μεταρρυθμίσεων.
- Εντόπισε την ανάγκη αλλαγών των κοινωνικοπολιτικών στάσεων και υπέρβασης των διάχυτων νοοτροπιών χαμηλής απόδοσης, μειωμένης κοινωνικής ευθύνης, ατομικού σφετερισμού του δημόσιου χώρου και κλοπής των αγαθών μελλοντικών γενεών.
- Αναγνώρισε την ανάγκη η χώρα να ανταποκριθεί στις διεθνείς υποχρεώσεις της και με αυτή την έννοια δε συντάχθηκε με την άποψη του επιθετικού μονομερούς κουρέματος του χρέους
- Ζήτησε εκλογές ως τη μόνη καθαρή δημοκρατική λύση, αλλά ταυτόχρονα αναγνωρίζοντας την αλληλεπίδραση με τις άλλες χώρες, αποδέχθηκε την παράμετρο της συνεννόησης με τους εταίρους και τη δημιουργία μεταβατικής κυβέρνησης
- Πήρε σαφείς αποστάσεις από κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις που αποσταθεροποιούν την πολιτική κατάσταση, όπως αυτές που διαδραματίστηκαν στις παρελάσεις της 28ης Οκτωβρίου.
- Διαχώρισε την αδυναμία πληρωμής που αντιμετωπίζουν πράγματι δεινοπαθούντες πολίτες με το πολιτικό κίνημα «δεν πληρώνω», το οποίο καταντάει λογικά ασυνεχές όταν εκφωνείται από βουλευτές και δημάρχους (οι οποίοι καλούν να μην υπάρχουν πράξεις είσπραξης από το κράτος και ταυτόχρονα αυτοί εισπράττουν το μισθό τους και να διατηρούν τα προνόμια).
- Εκφώνησε ένα πολιτικό λόγο μη λαϊκιστικό και κατέθεσε εναλλακτικές προτάσεις με εφικτότητα σε σχέση με το στόχο της αποφυγής της χρεοκοπίας.
- Συμμετείχε στη δημόσια διαβούλευση με πνεύμα θετικής συμβολής.
Η πρόταση αυτή είναι τελείως διαφορετική από αυτές του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ που επίσης τοποθετήθηκαν κατά της νέας κυβέρνησης. Η άποψη ότι αφού δίνουμε αρνητική ψήφο στη νέα κυβέρνηση συμπεριφερόμαστε και εμείς όπως αυτές οι δυνάμεις, αποτελεί μια σκέψη που αναπαράγει την τυπική λογική « ο χωροφύλακας είναι όργανο, το μπουζούκι είναι όργανο, άρα ο χωροφύλακας είναι μπουζούκι» και υποτιμά την πολιτική τεκμηρίωση έναντι της επικοινωνιακής χρηστικότητας.
Αν αντί της αρνητικής θέσης δινόταν ψήφος εμπιστοσύνης αυτό θα ισοδυναμούσε με αποδοχή ενός συγκεκριμένου δρόμου παραμονής (;) στην ευρωζώνη και όλων των πολιτικών που ασκούνται στο πλαίσιο του μνημονίου και του μεσοπροθέσμου , καθώς επίσης και των νέων μέτρων που ετοιμάζονται.
Η θέση για δήλωση «παρών» όταν συνοδεύεται από την πρόταση για καταψήφιση της δανειακής σύμβασης ή έστω των εφαρμοστικών αυτής νόμων, έχει διαφορά από την αρνητική ψήφο μόνο στο επίπεδο του συμβολισμού. Η θέση αυτή επιδίωκε να απαντήσει θετικά στην ανάγκη συγκρότησης κυβέρνησης, αλλά αυτό ως θέμα είχε ήδη ξεπεραστεί από το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα και το κύριο ζήτημα είχε ήδη επανέλθει στο περιεχόμενο των πολιτικών. Έτσι το παρών - ψήφος ανοχής στην κυβέρνηση θεωρώ ότι θα είχε τα εξής προβλήματα:
- Θα έδειχνε ανοχή στο κυρίαρχο πολιτικό σύστημα , πολύ περισσότερο όταν αυτό μόνο του έκλεισε το θέμα της συγκρότησης της κυβέρνησης.
- Θα έδειχνε μια ανοχή στη συμμετοχή της ακροδεξιάς στην πολιτική διεύθυνση της χώρας
- Θα έδινε την εντύπωση συμβιβασμού με το σύνολο των μέτρων που προβλέπονται από το μνημόνιο – μεσοπρόθεσμο και με όσα θα ακολουθήσουν την αμέσως επόμενη περίοδο.
- Θα μείωνε τη δυναμικότητα της προγραμματικής αντιπολίτευσης που καλούμαστε να ασκήσουμε για το περιεχόμενο των πολιτικών αλλά και την πολιτική διαχείριση της κρίσης. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι πολιτικές αλλάζουν όταν αμφισβητούνται και ότι συχνά η προώθηση – εφαρμογή θέσεων γίνεται εξίσου καλά από θέσεις αντιπολίτευσης. Η αρνητική ψήφος στο νέο κυβερνητικό σχήμα δε σημαίνει υποτίμηση του κινδύνου χρεοκοπίας ή εμμονή σε κάποιο maximum πρόγραμμα αριστερής διεξόδου. Υπενθυμίζει όμως ότι υπάρχει και άλλος εφικτός δρόμος για τη διάσωση της χώρας με άλλες διαδικασίες και άλλες πολιτικές . Ένας δρόμος που:
- Θα ανταποκρίνεται στην απαίτηση το ελληνικό κράτος να υπάρξει με την κοινωνία όρθια και το λαό σε συναίνεση.
- Θα κινητοποιεί τις κοινωνικές δυνάμεις της εργασίας, του πολιτισμού, των λειτουργημάτων και της υγιούς επιχειρηματικότητας
- Θα απαντά στις άμεσες ανάγκες με νέες πολιτικές ενταγμένες σε μια λογική συντεταγμένης κοινωνικής προσαρμογής και ταυτόχρονης σταδιακής προώθησης μιας ανάπτυξης νέου τύπου.
Η Δημοκρατική Αριστερά θα είναι παρούσα με τις δικές της προτάσεις στον αγώνα για τη σωτηρία της χώρας .
*Μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής και συντονιστής της Οργάνωσης Θεσσαλονίκης της Δημοκρατικής Αριστεράς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου