Της Μαριλένας Κοππά, Μεταρρύθμιση, 6.7.12
Η Ελλάδα, πρέπει να μάθει από τη Λετονία. Αυτό είναι το μήνυμα του πολύπειρου τεχνοκράτη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), κ. Άσμουσεν. Τι συνέβη στη Βαλτική; Στη Λετονία, το χρέος τετραπλασιάστηκε, αλλά είχε τα περιθώρια αφού το κράτος ξεκινούσε από σχεδόν μηδενικά επίπεδα. Παράλληλα, η ανάπτυξη που τελικά ήρθε, δε σημαίνει τίποτα ούτε για την κατανάλωση, ούτε για τους μισθούς, ούτε τελικά για το ΑΕΠ (που παραμένουν καθηλωμένα σε επίπεδα πριν του 2005). Σε αυτήν την εικόνα πρέπει επίσης να προστεθεί η μαζική μετανάστευση. Στην Ελλάδα, το μισθολογικό κόστος έχει φτάσει σε επίπεδα 2001, ενώ η κατανάλωση μειώνεται διαρκώς με ρυθμούς ρεκόρ. Στο μεταξύ, η Ελλάδα επίσης σωρεύει χρέος, η ύφεση βαθαίνει, το «μισθολογικό κόστος» μειώνεται, η ανεργία και η μετανάστευση αυξάνονται. Μπορεί κανείς να πει ότι μάθαμε τα πάντα από τη Βαλτική, ή, τουλάχιστον, ότι είχαμε να μάθουμε. Ίσως τώρα θα έπρεπε να μάθουμε κάτι από τη Σκανδιναβία, όπως ονομάζεται το τμήμα της Βαλτικής που ζει στην ευμάρεια του ΑΑΑ. Η Σουηδία σήμερα είναι η μόνη χώρα με συγκρίσιμο ή και μικρότερο κόστος δανεισμού από τη Γερμανία.
Και όμως, από το 1990 έως το 1993, το ΑΕΠ της Σουηδίας μειώθηκε κατά 6%, η ανεργία πήγε από το 3% στο 12% και το έλλειμμα στο 12%. Επίσης, το τραπεζικό σύστημα κατέγραφε απώλειες ίσες με το 12% του ΑΕΠ. Έως το 1992, οι πέντε μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας ήταν de facto χρεοκοπημένες. Τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι και χειρότερα (βλ. Ελλάδα), αλλά σε κάθε περίπτωση δεν ήταν ρόδινα.
Η απάντηση στην κρίση δεν ήταν γρήγορη. Η κυβέρνηση του συντηρητικού Καρλ Μπιλτ, ήθελε μείωση του κράτους και μεταρρυθμίσεις. Όμως, το τραπεζικό σύστημα κρατικοποιήθηκε και η ιδιωτικοποίησή του αργότερα, απέφερε κέρδη. Τότε όμως η Σουηδία έκανε ένα σημαντικό βήμα, σπάζοντας ένα ταμπού: εγκατέλειψε την πολιτική σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών που ακολουθούσε – με νύχια και με δόντια – από τη δεκαετία του 1930 και προχώρησε σε ελεγχόμενη υποτίμηση, εγκαταλείποντας το 1992 τον ευρωπαϊκό μηχανισμό ισοτιμιών. Το επιτόκιο έγινε αρνητικό. Όποια τράπεζα «πάρκαρε» το κεφάλαιό της στην Κεντρική Τράπεζα, έπρεπε να πληρώνει «πρόστιμο» ύψους 0,25%. Το χρήμα τότε κυκλοφορούσε. Στο μεταξύ, δεν είχαμε πολιτική δραστικών περικοπών.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι το έλλειμμα ανήλθε το 1994 στο 15% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος στο 80%. Πού ξοδεύτηκαν αυτά τα χρήματα; Ορισμένα πήγαν στην κατασκευή δρόμων. Ορισμένα «χάθηκαν» από το δημόσιο κορβανά με στοχευμένες φοροαπαλλαγές, όπως τη δραστική μείωση του ΦΠΑ. Με μειωμένο το κόστος των δόσεων για τα στεγαστικά δάνεια, ακόμα περισσότερο χρήμα απελευθερώθηκε. Και το δημόσιο χρήμα εξακολούθησε να ρέει στην αγορά, υπό τη μορφή κοινωνικών παροχών: επιδόματα ανεργίας, αλλά κυρίως προγράμματα ενεργητικής απασχόλησης, που κάποια στιγμή αφορούσαν το 5% του εργατικού δυναμικού. Ο πληθωρισμός βέβαια έφτασε σε διψήφια νούμερα. Όμως, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, η οικονομία ανέκαμψε.
Οι εξελίξεις φυσικά δεν ήταν μονοσήμαντες. Το τέλος του σουηδικού κοινωνικού μοντέλου ήρθε ακριβώς εκείνη την περίοδο. Όμως, σε κάθε περίπτωση, η ανάκαμψη βασίστηκε στην ακριβώς αντίθετη συνταγή από αυτή που ακολουθούμε σήμερα. Όταν η οικονομία σταθεροποιήθηκε στη Σουηδία, ο μακροπρόθεσμος στόχος έγινε 2% πληθωρισμός και 1% πλεόνασμα το χρόνο. Παράλληλα, τόσο οι καταναλωτές, όσο και το τραπεζικό σύστημα, είχαν μάθει να προστατεύονται έναντι των κινδύνων της αγοράς ακινήτων και απέφευγαν υπερβολικά ρίσκα. Με άλλα λόγια, το σύστημα προετοιμαζόταν για την επόμενη κρίση. Που ήρθε.
Η λογική που ακολούθησε η Σουηδία τότε, δεν έχει καμία σχέση με τη λογική που προκρίνει σήμερα η ίδια χώρα για την ευρωπαϊκή περιφέρεια, από τη Βαλτική έως τη Μεσόγειο. Φυσικά, σήμερα δε μπορεί να υπάρξει επεκτατική πολιτική σε ένα κράτος. Έχουμε οικονομική και νομισματική ένωση, αν και η Σουηδία δεν έγινε ποτέ μέλος της ευρωζώνης. Το πρόβλημα όμως είναι το εξής: όσο ο ευρωπαϊκός βορράς αρνείται να μάθει από τις δικές του εμπειρίες ανάκαμψης, δε μπορεί να δώσει στο νότο πετυχημένες «συνταγές». Το πρόβλημα με τα μαθήματα του κ. Άσμουσεν είναι ότι δεν έχουν δοκιμαστεί επιτυχώς πουθενά, ούτε στη Γερμανία, ούτε στη Σουηδία. Κανείς λοιπόν δεν ξέρει από πού εκπορεύεται η τεχνοκρατική πεποίθηση του κ. Άσμουσεν, ότι η λιτότητα-σοκ, μακροπρόθεσμα οδηγεί σε ανάκαμψη. Σίγουρα δεν πρόκειται για εμπειρικό δεδομένο. Αντίθετα, τα εμπειρικά δεδομένα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ΕΚΤ είναι αυτή που πρέπει σήμερα να ακολουθήσει μια «θεραπεία σοκ».
1 σχόλιο:
ΚΡΑΤΟΣ ΜΠΑΧΑΛΟ ΚΑΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΡΑΦΕΙ Ο ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ «Ζούμε με στήριγμα ο ένας για τον άλλον, σύμφωνα με το νόμο τον παλιό κι αιώνιο.» ΧΑΛΙΛ ΓΚΙΜΠΡΑΝ Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ. Ποιος φταίει για την σημερινή κρίση; Το ανεπαρκές παραγωγικό μοντέλο; Οι τραπεζίτες με την απέραντη απληστία τους όπου αντλούσαν από την Ε.Κ.Τ φθηνό χρήμα και δάνειζαν κράτος και ιδιώτες, με αποτέλεσμα η ανάπτυξη των τελευταίων δέκα χρόνων, να είναι μια φούσκα; Το δανεικό χρήμα που δημιουργούσε θέσεις εργασίας στην ανεπτυγμένη Ευρώπη και στην Κίνα; Η διαφθορά των διαφόρων Τσοχατζόπουλων που φούσκωσαν τους λογαριασμούς τους στην Ελβετία εις βάρος του δημοσίου ταμείου; Οι συντάξεις τυφλότητας προς τους «ανοιχτομάτες» της Ζακύνθου; Οι μαϊμού συντάξεις που έδινε το ΙΚΑ; Το υπερτροφικό κράτος με πολλούς άχρηστους οργανισμούς, που αφαιρούσε πόρους από τον ιδιωτικό τομέα; Οι Ολυμπιακοί αγώνες που επιβάρυναν με πολλά δις την καταρρέουσα οικονομία; Τα κόμματα που κυβερνούσαν- ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ- τα οποία είδαν το κράτος ως κομματικό λάφυρο, και όργανο ατομικού πλουτισμού; Οι φοροαπαλλαγές των ισχυρών, και η φοροδιαφυγή των μικρομεσαίων; Η αριστερά με τον παραδοσιακό κρατισμό της και τον μαξιμαλισμό της; Ο ατομισμός του νεοέλληνα που πιέζει τους πολιτικούς για το προσωπικό του ρουσφέτι αδιαφορώντας αν κατοικεί σε κοινωνία πολιτών με ίσα δικαιώματα; Η δομή της ευρωπαϊκής ένωσης; Όλα τα παραπάνω και πολύ περισσότερα, είναι οι αιτίες οδήγησαν την Ελλάδα σε αδιέξοδο και την οικονομία της σε κατάρρευση με τα γνωστά σημερινά επακόλουθα. Πρέπει να εισέλθουν βαθιά τα δάχτυλα της εξουσίας, «επί των τύπων των ήλων» να ψαχουλεύσουν τις πληγές μία μία για να τις θεραπεύσουν. Εδώ μπαίνει το ερώτημα της κοινής λογικής όπως θα έλεγε και ο υπερφιλελεύθερος Στέφανος Μάνος; Τα ίδια κόμματα που φταίνε για την σημερινή κατάσταση μπορούν να την θεραπεύσουν; Πάντως δεν υπάρχουν παρθενογεννέσεις και θα πορευθούμε με τους πολιτικούς που έχουμε και με τον λαό που έχουμε. Με την ελπίδα πως μια μέρα θα ενηλικιωθούμε όπως λέει και ο φιλόσοφος Στέλιος Ράμφος και θα αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Παραθέτω απόσπασμα από άρθρο του καθηγητή Πάνου Καζάκου στα «ΝΕΑ» για τον επείγοντα χαρακτήρα των μεταρρυθμίσεων στο κράτος.«Ολες οι αναλύσεις καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η διοικητική μεταρρύθμιση επείγει. Διότι η Δημόσια Διοίκηση (ΔΔ) δεν (πρέπει να) είναι ένα αυτοαναφερόμενο σύστημα. Η ποιότητα των δομών και των συμπεριφορών εκεί επηρεάζουν σημαντικά τις οικονομικές και κοινωνικές επιδόσεις. Η Ελλάδα χρειάζεται μια ΔΔ με αποτελεσματικούς μηχανισμούς διυπουργικού συντονισμού, άντλησης γνώσης, επικοινωνίας με τον κοινωνικό περίγυρο, αξιολόγησης και λογοδοσίας, διάρθρωσης των υπηρεσιών και, για να μην ξεχνιόμαστε, αυτονομίας έναντι της πολιτικής. Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, η ΔΔ πρέπει π.χ. να είναι σε θέση να αναλύει τις συνέπειες κάθε προτεινόμενης παρέμβασης ή ρύθμισης (regulatory impact assessment) και να μην εξαντλείται σε ορθές νομικές διατυπώσεις ή ηθικολογικού τύπου αιτιολογήσεις! Ενα άλλο παράδειγμα: πρέπει να τελειώνει η ιστορία με προϊσταμένους χωρίς... υφισταμένους, ή με τις πολυδαίδαλες συναρμοδιότητες που υποκρύπτουν διαβλητές πρακτικές ή, στην καλύτερη περίπτωση, υπαλληλικά άγχη. Σημασία έχει ακόμα οι όποιες αλλαγές να προβλέπουν τον έλεγχο των αποτελεσμάτων: Αν δεχθούμε ότι πρέπει να εκλογικευθούν οι διοικητικές παρεμβάσεις (και διαδικασίες), δεν θα πρέπει να ερωτώνται κατά διαστήματα οι ενδιαφερόμενοι πολίτες (π.χ. επιχειρηματίες) αν... αισθάνονται τη διαφορά;»
Δημοσίευση σχολίου