Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013

Το κόμμα των ανοήτων και η ανάπτυξη

Του Γιώργου Παγουλάτου*, Καθημερινή, 9.6.13
Με τα σημερινά συμφραζόμενα, ο μεγάλος οικονομολόγος Κέινς ήταν ένας φιλελεύθερος κεντροαριστερός μεταρρυθμιστής. Κατέφυγε σε ένα σχήμα για να εκδηλώσει την απέχθειά του προς τις ιδεολογικές απλουστεύσεις Δεξιάς και Αριστεράς, μιλώντας για «το κόμμα των βλακών» και «το κόμμα των ανοήτων» (the party of the stupid and the party of the fools). Το πρώτο ήταν οι τότε Συντηρητικοί, που πίστευαν στα θαύματα του laisser-faire, μιας τάχα αυτορρυθμιζόμενης ελεύθερης αγοράς. Το δεύτερο ήταν οι Εργατικοί, που είχαν εναποθέσει τις ελπίδες τους στη φενάκη των εθνικοποιήσεων και του ακραίου παρεμβατισμού, αγνοώντας τα κίνητρα επιχειρηματικότητας και τον τρόπο με τον οποίο μια οικονομία λειτουργεί. Στη συζήτηση για την πολυπόθητη ανάπτυξη στη χώρα μας, συγκρούονται ξανά δύο ακραίες ιδεολογικές και εν τέλει μονομερείς αντιλήψεις. Η πρώτη, ιδιαίτερα δημοφιλής, λέει περίπου τα εξής: πρέπει να πέσουν χρήματα, να ρίξει η Ευρώπη επενδύσεις, να ανοίξουν οι κάνουλες των φθηνών πιστώσεων, για να ξεφύγουμε από την ύφεση και να ανοιχτούμε στη λεωφόρο της ανάκαμψης. Το κράτος δημόσιες επενδύσεις, η Ευρώπη κοινοτικά κεφάλαια, ιδού η ανάπτυξη. Συγγνώμη: εάν ερχόταν ένα ελικόπτερο και έριχνε χρήμα στην επικράτεια, αυτό από μόνο του θα έλυνε το αναπτυξιακό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας; Ή απλώς, χωρίς δομικές αλλαγές, θα επιστρέφαμε στο ίδιο μοντέλο που μας οδήγησε στην κρίση;


Διατηρήσιμη ανάπτυξη σημαίνει μεγαλύτερος εξαγωγικός τομέας, με αγαθά υψηλότερης προστιθέμενης αξίας, με εκμετάλλευση συγκριτικών πλεονεκτημάτων, αυξημένη δυνατότητα της χώρας να προσελκύει αξιοπρεπές μερίδιο άμεσων ξένων επενδύσεων, εξασφαλίζοντας περιβάλλον φιλόξενο για την επιχειρηματικότητα. Πόση χρησιμότητα έχουν οι αυξημένες ροές κοινοτικών κονδυλίων, εάν κράτος, τοπική αυτοδιοίκηση και αρμόδιοι φορείς δεν μπορούν να τα διαχειριστούν επαρκώς; Ομηρία επενδυτών σε εξουθενωτική γραφειοκρατία, αλλαγές φορολογικού καθεστώτος, εμπόδια τοπικών παραγόντων, δικαστικές περιπέτειες που μπορούν να διαρκέσουν πάρα πολλά χρόνια; Και πόση εμπιστοσύνη μπορεί να εμπνεύσει το κράτος όταν χιλιάδες περιπτώσεις μεγάλης φοροδιαφυγής παραμένουν στο συρτάρι, παρά τις πιέσεις της τρόικας, ή κινούνται με ταχύτητες παγετώνος, την ώρα που παραγωγικοί επιχειρηματίες και μισθωτοί στραγγαλίζονται από τους φόρους;

Η στερεότυπη επίκληση κρατικών και ευρωπαϊκών κεφαλαίων ήταν πάντοτε «μια κάποια λύσις». Στους κυβερνώντες επιτρέπει να ξεφύγουν από το πολιτικό κόστος οδυνηρών μεταρρυθμίσεων. Στην Αριστερά, να ξεπεράσει την ιδεολογική αμηχανία που της προκαλεί η συνύπαρξη με την πραγματικότητα της αγοράς. Από το οικονομικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ απουσιάζει πλήρως η ιδιωτική πρωτοβουλία. Το οικονομικό περιβάλλον που προτείνει θα έτρεπε σε άτακτη φυγή και τους τελευταίους τολμηρούς που επέλεξαν να δεσμεύσουν κεφάλαια και να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας στη χώρα μας αποβλέποντας σε κάποιο εύλογο κέρδος. Η ψευδαίσθηση του «σοσιαλισμού σε μια χώρα», αδύνατη σε περιβάλλον οικονομικής διεθνοποίησης, αποτέλεσε παιδική ασθένεια της Αριστεράς. Καλή ίσως για να τραβά ψηφοφόρους, ιδίως σε κοινωνίες με λατινοαμερικανικά αντανακλαστικά. Κοντής διάρκειας όμως, όταν αναμετριέται με την πραγματικότητα.

Είναι επομένως μικρονοϊκή η αντίληψη ότι μπορούμε να περάσουμε στην ανάπτυξη αρκεί να πέσει κρατικό και ευρωπαϊκό χρήμα, που ούτως ή άλλως κανείς δεν μας δίνει χωρίς προϋποθέσεις σοβαρής διαχείρισης. Παραβλέπει τα κίνητρα του ιδιωτικού τομέα και τον ρόλο του στην ανάπτυξη, και αδιαφορεί για τις συνθήκες που καθιστούν την οικονομία ελκυστική στους επενδυτές και πρόσφορη στην υγιή επιχειρηματικότητα.

Αντίστοιχα μικρόψυχη, όμως, είναι και η δεύτερη θεώρηση, που βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα. Είναι η επωδός ότι η χώρα (ο Νότος ευρύτερα) ένα και μόνο πράγμα χρειάζεται για να ανακάμψει: ολοκλήρωση των «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων». Αυτό το τροπάριο επαναλαμβάνουν μονότονα ορισμένες υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, παραγνωρίζοντας ότι η ύφεση έχει φτάσει σε τέτοιο βάθος, που κατακαίει υγιείς επιχειρήσεις, παραγωγικά εισοδήματα και πολύτιμο ανθρώπινο κεφάλαιο, ότι είναι πια αυτοτροφοδοτούμενη (δημοσιονομική, τραπεζική, πραγματική) και ότι χρειάζεται επειγόντως γενναίες στοχευμένες επενδύσεις και αντιμετώπιση της ανεργίας για να αντιστραφεί η καθοδική περιδίνηση. Και ότι αυτή η σταθεροποιητική μετάγγιση τώρα δεν μπορεί να προέλθει από το εξαερωμένο απόθεμα εγχώριων κεφαλαίων, αλλά κρίσιμα από ευρωπαϊκούς πόρους. Οι διαρθρωτικές αλλαγές είναι αναγκαίες αλλά όχι επαρκείς, και παίρνουν χρόνο. Η επόμενη μέρα θα είναι χειρότερη εάν η σημερινή έχει αφήσει πίσω της κουφάρια παραγωγικών επιχειρήσεων.

Πρόσφατα, σε συζήτηση στις Βρυξέλλες, ένας εκπρόσωπος βόρειας χώρας υποστήριξε ότι η τεράστια ανεργία των χωρών του Νότου είναι «δικό τους πρόβλημα», προς επίλυση σε εθνικό επίπεδο, χωρίς δέσμευση ευρωπαϊκών πόρων και πολιτικών. Ο επαρχιωτισμός των στενών εθνικών οριζόντων ήταν πάντοτε δύναμη ανάσχεσης στην πορεία στενότερης ενοποίησης της Ευρώπης. Σήμερα είναι ξανά το κυριότερο εμπόδιο στην προσπάθεια υπέρβασης της ευρω-κρίσης με μια φυγή προς τα εμπρός. Ο κόσμος που φαίνεται πάντοτε απλούστερος μέσα από ιδεολογικές ή εθνικές παρωπίδες έχει ένα βασικό ελάττωμα: δεν υπάρχει.

* Ο κ. Γιώργος Παγουλάτος είναι καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και επισκέπτης καθηγητής στο Κολέγιο της Ευρώπης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

http://www.metarithmisi.gr/imgAds/epikentro_1.gif

Αναγνώστες