Με την οξεία κρίση που περνά η χώρα μας - αλλά και όλος ο ευρωπαϊκός Νότος - δεν περνά ημέρα που να μην ταλανιζόμαστε με το τι έχει πάει τόσο στραβά τις τελευταίες δεκαετίες. Τι φταίει για τη χαμηλή παραγωγικότητα, την έλλειψη κοινωνικής συνείδησης, την ανικανότητα των κρατικών υπηρεσιών, την ανευθυνότητα των ιθυνόντων; Κατά τη γνώμη μου, όλα αυτά τα κακά συντίθενται σε έναν και μόνο μεγάλο εχθρού του Νότου: το (σύγχρονο) κράτος του. Δεν πρόκειται βέβαια για κράτος αγγλοσαξονικού τύπου, νυχτοφύλακα και διαιτητή συγκρουόμενων ιδιωτικών συμφερόντων. Οπως και σε πολλές άλλες χώρες της Κεντρικής και Βόρειας ηπειρωτικής Ευρώπης, οι περισσότερες κοινωνίες του Νότου περιβάλλονται από ένα κράτος που «τα πάντα πληροί», που ρυθμίζει και προσδιορίζει κάθε πτυχή της ζωής των πολιτών του. Πρόκειται για την «οικουμενική συνείδηση» κατά Χέγκελ, από την οποία πηγάζει σχεδόν αποκλειστικά η εξουσία στην κοινωνία.
Ο (νέος) Νότος αρέσκεται στην επιδεικτική κατανάλωση. Ισως να είναι υπόλειμμα μιας προαιώνιας ανάγκης για ομορφιά και αρμονία, ματαιότητες στα μάτια των προτεσταντών του Βορρά. Οταν τα πράγματα πηγαίνουν καλά, οι Νότιοι δεν επενδύουν ούτε αποταμιεύουν, αλλά καταναλώνουν. Τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης στον τομέα αυτόν είναι αρκούντως διαφωτιστικά. Η εγχώρια κατανάλωση αποτελεί τον «βαρύτερο» παράγοντα στο ΑΕΠ της Ελλάδας. Οταν όμως τα πράγματα πηγαίνουν άσχημα ο Νότος δεν μπορεί να προσαρμοστεί γιατί, όπως το τζιτζίκι του παραμυθιού, δεν έχει βάλει στην άκρη προμήθειες για τον επερχόμενο χειμώνα. Με τις δικές του καταναλωτικές δαπάνες ενισχύονται τα μυρμήγκια του Βορρά κατά τη διάρκεια των καλών χρόνων. Οταν όμως έρθουν τα κρύα o Βορράς έχει και αποταμιεύσεις και τη δυνατότητα να βρει άλλες αγορές για τα βιομηχανικά προϊόντα του, ενώ τα μαγαζάκια του Νότου δεν είναι δυνατό ούτε να μετακινηθούν στην Κίνα ή στη Ρωσία ούτε να στηριχτούν στις ανύπαρκτες αποταμιεύσεις τους. Ετσι τα τζιτζίκια στρέφονται προς τα μυρμήγκια για βοήθεια. Το τίμημα είναι σκληρό: εξάγουν τα καλύτερα μυαλά τους και τα πιο στιβαρά χέρια τους για να μπορέσουν να εισάγουν τα προς το ζην.
Στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα ο Νότος, με τυπική λογική τζιτζικιού, φαντάστηκε ότι βρήκε τη λύση για τη θεραπεία της αλλοπρόσαλλης μικρόνοιάς του: τo μεγάλο κράτος. Οχι επειδή το αγαπούσε ή το εμπιστευόταν, μάρτυρας οι απλήρωτοι φόροι και οι νόμοι που ποτέ δεν εφαρμόζονται. Ο λόγος για τον οποίο το κράτος γιγαντώθηκε και απλώθηκε παντού είναι ότι κάλυψε τρεις βασικές λειτουργίες στην καρδιά του νότιου κοινωνικού συμβολαίου του 20ού αιώνα. Πρώτον: στον Νότο της επιδεικτικής κατανάλωσης και των μικρομάγαζων το κράτος είναι ο μόνος οργανισμός που μπορεί να επενδύει. Δεύτερον: το κράτος είναι το σφουγγάρι που απορροφά το υπεράριθμο εργατικό προσωπικό στην οικονομία. Τρίτον: το κράτος φροντίζει ώστε λίγα ισχυρά πολιτικά και ημιολιγαρχικά ιδιωτικά οικονομικά συμφέροντα να αντισταθμίζονται με ισχυρά οργανωμένα εργατικά συμφέροντα.
Ο έντονος κρατισμός αποτελεί πηγή και αποτέλεσμα συνάμα τεσσάρων παθογενειών. Η πρώτη είναι ο φαύλος κύκλος της συνεχούς επέκτασης του κράτους. Αυτή η επέκταση φέρνει, με τη σειρά της, έναν απίστευτο νομοθετικό και κανονιστικό πληθωρισμό. Καθώς ο θεσμικός καρκίνος επεκτείνεται, δημιουργεί στρατιές παρασιτικών θυροφυλάκων που εκμεταλλεύονται τις αμέτρητες ευκαιρίες διαφθοράς, έχει δε ως αποτέλεσμα τη συνεχώς μειούμενη εμπιστοσύνη ανάμεσα στο κράτος και στους πολίτες, αλλά και ανάμεσα στους πολίτες μεταξύ τους.
Η δεύτερη παθογένεια έχει σχέση με το ότι το νότιο κράτος είναι συχνά ο μεγαλύτερος επενδυτής στην οικονομία. Με δεδομένη όμως την εκτεταμένη φοροδιαφυγή και τα ελλείμματα ως αποτέλεσμα της αέναης επέκτασής του, το κράτος χρειάζεται να δανείζεται για να επενδύει. Δανείζεται δε μέχρι εκεί που δεν παίρνει, εξού και τα σημερινά προβλήματα της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Ισπανίας και (λιγότερο) της Πορτογαλίας.
Η τρίτη παθογένεια συνίσταται στο ότι λόγω του έντονου κρατισμού οι οικονομίες του Νότου κατοικούνται από λίγους δεινόσαυρους και πολλούς λιλιπούτειους - έχουν πολύ λίγες μεσαίες επιχειρήσεις σε σύγκριση με τις βόρειες οικονομίες. Οι λίγοι επιχειρησιακοί δεινόσαυροι είναι είτε κρατικοί είτε ανήκουν σε έναν στενό κύκλο ολιγαρχικών οικογενειών με διαπλεκόμενα συμφέροντα. Η παρουσία των δεινοσαύρων συνεπάγεται συνήθως λιγότερο ανταγωνισμό στην αγορά και, επομένως, λιγότερο πλούτο για τον νότιο καταναλωτή. Με την εξαίρεση των δεινοσαύρων, οι υπόλοιπες επιχειρήσεις είναι πολύ μικρές. Ισως να φταίει το παρελθόν, το DNA των αρχαίων παζαριών και εργαστηρίων. Υπάρχουν όμως και άλλες, πιο πρόσφορες αιτίες: οι μικρές επιχειρήσεις πετούν κάτω από τα ραντάρ των φοροεισπρακτόρων του αρπακτικού κράτους. Δρακόντειοι εργατικοί νόμοι στην καρδιά του «κοινωνικού συμβολαίου» αυξάνουν γεωμετρικά το κόστος της νόμιμης απασχόλησης. Αλλες αιτίες είναι η πολυπλοκότητα και η διαφθορά που συνδέονται με την αδειοδοτική λειτουργία του κράτους σε κάθε επίπεδο επιχειρηματικής δραστηριότητας. Οποιες και να είναι οι αιτίες, το τελικό αποτέλεσμα του μικρού μεγέθους των επιχειρήσεων είναι η πολύ χαμηλότερη παραγωγικότητα των εργατών του Νότου σε σύγκριση με την απόδοση των βόρειων συναδέλφων τους. Η χαμηλή παραγωγικότητα συντελεί στο μόνιμο χάσμα ανάμεσα στα εισοδήματα Βορείων και Νοτίων καθώς και στη μόνιμη νότια αδυναμία γρήγορης οικονομικής προσαρμογής μετά την κρίση. Και κάτι ακόμα, όπως ακριβώς συμβαίνει και στο παραμύθι του Σουίφτ, οι λιλιπούτειοι δεν θέλουν μεγάλους ξένους ανθρώπους να περπατούν ανάμεσα τους. Αλλοδαπές επενδύσεις από πολυεθνικές του Βορρά, αν και στα χαρτιά είναι πάντοτε ευπρόσδεκτες, σπάνια πετυχαίνουν. Συνήθως ακινητοποιούνται με εκατομμύρια σχοινάκια που τα δένουν μυριάδες δημόσιοι υπάλληλοι.
Η τέταρτη παθογένεια είναι η έλλειψη (και ο φόβος) κάθε ατομικής υπευθυνότητας, κάτι που χαρακτηρίζει την πολιτική, προσωπική και οικονομική συμπεριφορά των περισσότερων Νοτίων. Ολα τα περιμένουμε από το κράτος και για όλα φταίει το κράτος. Στην κοινωνία των πολιτών, η έλλειψη προσωπικής υπευθυνότητας οδήγησε σε τρομερό έλλειμμα κοινωνικής συνείδησης. Η πειραματική ψυχολογία έχει αποδείξει ότι, καθώς αμβλύνεται η προσωπική υπευθυνότητα, οι άνθρωποι ενδιαφέρονται λιγότερο για τον συνάνθρωπό τους (και το περιβάλλον τους). Η έλλειψη υπευθυνότητας έχει επίσης ως αποτέλεσμα ότι οι κάθε είδους νότιοι οργανισμοί διακρίνονται από οξύ υδροκεφαλισμό. Ολες οι αποφάσεις λαμβάνονται στην κορυφή και κανείς δεν περιμένει ιδέες και πρωτοβουλίες από τους παρακάτω, μόνο ταξική αντιπαλότητα. Εν κατακλείδι, το κράτος είναι υπεύθυνο για τη θλιβερή αδυναμία των πολιτών του Νότου να δράσουν αποτελεσματικά σε ομαδική βάση για το καλό τους.
Εχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που έκοψα τον ομφάλιο λώρο με τη Μητέρα Ελλάδα, εν πολλοίς για να αποφύγω τον εναγκαλισμό του φαύλου κράτους της. Για πολύ καιρό νόμιζα ότι η συνεχιζόμενη αφοσίωσή μου στη γλώσσα, την οικογένεια, τους φίλους εκεί κάτω ήταν τυχαία και άσχετη με την ιδιότητά μου ως πολίτη του κόσμου. Αυτά βεβαίως είναι ανοησίες, όπως αποδείχθηκε στους χαλεπούς αυτούς καιρούς. Η καρδιά και το μυαλό μου είναι ακόμη έρμαια «ασβεστωμένων τοίχων χτισμένων σε γαλάζιες σκιές». Ξεχειλίζουν ο θυμός και η επιθυμία για τελικό ξεβράκωμα του χεγκελιανού αλήτη της παραλίας μας. Είναι ώρα να εμπνευστούμε από (και να ξαναεμπιστευτούμε) τη μόνιμη πηγή δύναμης στην ιστορία μας, την ελεύθερη, ανεξάρτητη και αποκεντρωμένη ατομική πρωτοβουλία των πολιτών, να ξαναχτίσουμε τους θεσμούς μας από την αρχή, σχεδόν εκ του μηδενός.
Ο Στίλπων Νέστωρ είναι διευθύνων σύμβουλος της Nestor Advisors Ltd. στο Λονδίνο. Το κείμενο αποτελεί μετάφραση συμπτυγμένου άρθρου που πρωτοδημοσιεύθηκε στα αγγλικά, στο περιοδικό «South»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου