Του Π.Κ. Ιωακειμίδη, NEA, 1.2.13
Από τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους η αναζήτηση και η αντιγραφή ξένων προτύπων υπήρξε ένα σταθερό χαρακτηριστικό της ιστορικής διαδρομής της χώρας. Αναζητήσαμε πρότυπα για την οργάνωση του κράτους και της διοίκησης, τους πολιτειακούς θεσμούς (καταλήξαμε στη βασιλεία), τα πολιτικά κόμματα (οδηγηθήκαμε σε τρία κόμματα με ξενικές ονομασίες, Αγγλικό, Γαλλικό, Ρωσσικό), τη διοικητική οργάνωση της χώρας (αντιγράψαμε ένα ιδιαίτερα συγκεντρωτικό σύστημα, το γαλλικό), το δίκαιο, τις εμπορικές σχέσεις... Η συζήτηση ήταν αν η Ελλάδα θα ακολουθούσε το πρότυπο της Δύσης ή της Ανατολής. Ελληνικό πρότυπο λες και δεν υπήρχε. Στα νεότερα χρόνια, η αναζήτηση προτύπων προσέλαβε και γεωπολιτική διάσταση: Δύση (κυρίως ΗΠΑ) ή ΕΣΣΔ; Υπήρξε και η διάσταση της ιδεολογίας, ώστε για ορισμένους η Δύση να αντιπροσωπεύει λίγο ώς πολύ τον «επίγειο παράδεισο», ενώ για κάποιους άλλους την «επίγεια κόλαση» με όλα του κόσμου τα κακά. Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ δημιούργησε ένα μεγάλο κενό στην αναζήτηση προτύπων, με αποτέλεσμα ορισμένοι να βρίσκονται σε προφανή αμηχανία να απαντήσουν στο ερώτημα «και καλά, ποιο είναι το πρότυπό σας» (γιατί οπωσδήποτε πρέπει να υπάρχει ένα εξωτερικό πρότυπο).
Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση θα μπορούσε να είχε κλείσει τη διαδικασία αναζήτησης εξωτερικών προτύπων. Αλλωστε, ένας από τους λόγους που ενταχθήκαμε στο σύνολο αυτό ήταν και η απάντηση στο εναγώνιο ερώτημα, «πού ανήκει η Ελλάδα, στη Δύση ή στην Ανατολή;» όπως το έθεσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Η διαδικασία δεν έκλεισε. Ετσι η χώρα που τείνει να πιστεύει ότι αποτελεί το «κέντρο του κόσμου» εξακολουθεί να αναζητά εξωτερικά πρότυπα. Μόλις πριν από λίγα χρόνια, ο Γιώργος Παπανδρέου είχε διακηρύξει ότι ήθελε «να κάνει την Ελλάδα Δανία του Νότου», να αντιγράψει δηλαδή λίγο ώς πολύ το σκανδιναβικό πρότυπο. Τελευταία, ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίζονται να έχουν γοητευθεί από το «αμερικανικό πρότυπο» ή τουλάχιστον από στοιχεία του «αμερικανικού προτύπου» και από πτυχές της οικονομικής πολιτικής όπως έχει ασκηθεί από τον Πρόεδρο Ομπάμα για την αντιμετώπιση της κρίσης (επεκτατική δημοσιονομική πολιτική). Υπάρχουν όντως χαρακτηριστικά του αμερικανικού οικονομικού προτύπου που είναι ιδιαίτερα ελκυστικά για τους Ευρωπαίους (όπως π.χ. ο υψηλός βαθμός ευελιξίας και προσαρμοστικότητας που το χαρακτηρίζει), αλλά όλα αυτά τα χαρακτηριστικά συνυπάρχουν σ' ένα σύνολο ανοιχτής, φιλελεύθερης οικονομικής οργάνωσης που ακόμη και ήπια συντηρητικοί ευρωπαίοι πολιτικοί δύσκολα αποδέχονται. Γι' αυτό και στοιχίζονται πίσω από το λεγόμενο «ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο», το οποίο προσπαθεί να συνδυάσει ευελιξία και ασφάλεια, ελευθερία με κοινωνική δικαιοσύνη, ρύθμιση με ανοχή, ανάπτυξη και προστασία του περιβάλλοντος... Το ότι, προσφάτως, προωθήθηκε (με γερμανική κυρίως έμπνευση) μια βίαιη πολιτική οικονομικής πειθαρχίας και λιτότητας δεν αναιρεί καθόλου την αξία του «ευρωπαϊκού προτύπου». Βέβαια, μέσα στο πρότυπο αυτό συνυπάρχουν, πέρα από ένα ελάχιστο κοινών αρχών, κανόνων και ρυθμίσεων, ορατές διαφοροποιήσεις και υπο-πρότυπα που του προσδίδουν έναν υψηλό βαθμό προσαρμοστικότητας.
Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα η Ελλάδα να αντλεί ιδέες, «καλές πρακτικές», ρυθμίσεις κ.λπ. από οποιοδήποτε πρότυπο, από Δύση ή Ανατολή, Βορρά ή Νότο, αρκεί το πρότυπο αυτό να λειτουργεί αποτελεσματικά, να προσφέρει λύσεις, να λύνει προβλήματα - «μαύρη ή άσπρη γάτα δεν έχει καμιά σημασία, αρκεί να πιάνει ποντίκια». Ούτως ή άλλως, η κρίση πιστοποίησε τη θλιβερή αποτυχία του ιδιόμορφου ελληνικού προτύπου - οικονομικού, κοινωνικού, κρατικού. Βρισκόμαστε επομένως ξανά σε αναζήτηση προτύπου. Αλλά γιατί αυτό πρέπει να προέλθει από το εξωτερικό; Γιατί να αντιγράψουμε ή να μιμηθούμε κάτι ξένο; Βεβαίως η ΕΕ ορίζει το ευρύτερο πλαίσιο/πρότυπο μέσα στο οποίο πρέπει να κινηθεί και να οργανωθεί η χώρα. Αλλά θα είχε εξαιρετικό ενδιαφέρον εάν ο ευρύτερος αριθμός πολιτικών δυνάμεων θα μπορούσε να συμπράξει στο περίγραμμα του προτύπου οργάνωσης της χώρας για τα επόμενα χρόνια με μια κύρια, ελκυστική κεντρική ιδέα. Αντί δηλαδή να επιδιώκουμε να κάνουμε την Ελλάδα «Δανία ή Σουηδία» (κάτι που εκ των πραγμάτων, άλλωστε, δεν γίνεται), ενδεδειγμένο θα ήταν να μπορούσαμε να την κάνουμε «καλύτερη Ελλάδα», αναδεικνύοντας το νέο ελληνικό πρότυπο.
Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου