Του Νίκου Μπίστη, Ομιλία στην Κ.Ε. της ΔΗΜΑΡ, Μεταρρύθμιση,
Αν ψήφιζα στην ΚΕ θα έδινα, χωρίς ενθουσιασμό, την ψήφο μου στην εισήγηση. Μας εξασφαλίζει μια συνέχεια. Θα προτιμούσα να προετοίμαζε μια τομή. Πριν 7 μήνες πήραμε μια ιστορική απόφαση που έσωσε την χώρα. Την πιστώνεται η ΚΕ του κόμματος και βέβαια ο Φώτης Κουβέλης. Με αυτήν πορευόμαστε αλλά είναι φανερό ότι η προωθητική της δύναμη εξαντλείται. Είμαστε μπροστά σε σταυροδρόμι αποφάσεων που έπρεπε να πάρουμε χτες . Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που μας αντιμετωπίζουν το τελευταίο διάστημα. Σταχυολογώ εκφράσεις που εμποτίζουν την κοινή γνώμη : «πατάτε σε δυο βάρκες», «στήριξη αλά καρτ» « στις δύσκολες αποφάσεις βγαίνετε έξω» « και που διαφωνείτε, στο τέλος γίνεται ότι θέλει ο Σαμαράς» « κόμμα τύπου Γκένσερ που δεν αποκλείεται αύριο να συνεργαστεί με τον ΣΥΡΙΖΑ». Μπορεί οι αιτιάσεις αυτές να μην ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, αν και πρέπει να παραδεχθούμε ότι έχουμε δώσει λαβές για κριτική.
Δεν μπορεί να μας διαφεύγει ότι δεν υπάρχει ο ενθουσιασμός που υπήρχε πριν δυό μήνες όταν φαινόταν ότι είμαστε έτοιμοι να πάρουμε μεγάλη πρωτοβουλία για την κεντροαριστερά. Δεν υποτιμώ την προσέλευση διανοουμένων στο Χυτήριο ούτε την επιτυχία της εκδήλωσης για το πολιτικό σύστημα. Δεν τις υπερεκτιμώ όμως γιατί αφορούσαν τον πολύ σκληρό μας πυρήνα, που και αυτός όπως είδαμε στα αποτελέσματα της ΑΡΜΕ στην ΠΟΣΔΕΠ δεν απέφυγε την πίεση. Αντιθέτως πρέπει να μας προβληματίσουν τα ποσοτικά και τα ποιοτικά ευρήματα στις μετρήσεις του τελευταίου δίμηνου. Το βέλος οριακά είναι προς τα κάτω. Ταυτοχρόνως ο Σαμαράς πιστώνεται την όποια επιτυχία της κυβέρνησης και η κοινή γνώμη επιβραβεύει την αποφασιστικότητα του στην αντιμετώπιση υπερβολικών κινητοποιήσεων . Ο ΣΥΡΙΖΑ έπιασε οροφή και ένα κομμάτι της τυφλής αντισυστημικής ψήφου του πάει κατ’ ευθείαν στην Χρυσή Αυγή. Το ΠΑΣΟΚ σταμάτησε την πτωτική του πορεία και βαδίζει προς συνέδριο μερικής συσπείρωσης. Σύντομα ο ανταγωνισμός για την τρίτη θέση θα ευνοήσει ένα σταθεροποιημένο ΠΑΣΟΚ. Μια εύθραυστη παγίωση του πολιτικού σκηνικού παρουσιάζεται. Ένα ερώτημα υπάρχει για μας : πως παρεμβαίνουμε στην συγκυρία. Δύο προτάσεις υπάρχουν. Η μία – που την σέβομαι όταν είναι καθαρή και όταν διατυπώνεται στις ακραίες της συνέπειες – μας προτείνει άμεσα να φύγουμε από την κυβέρνηση και έμμεσα να συνεργαστούμε με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η άλλη που την υιοθετεί η εισήγηση χωρίς όμως να την ολοκληρώνει ως προς τις συνέπειες της μπορεί να δώσει προοπτική. Η πρόταση αυτή απαιτεί παράλληλη δράση τόσο στην κυβέρνηση , όσο και στον χώρο της κεντροαριστεράς. Σύμφωνα με αυτήν οχι μόνο μένουμε στην κυβέρνηση αλλά αναβαθμίζουμε την παρουσία μας, με ότι αυτό συνεπάγεται. Συνδιαμορφώνουμε πολιτική σε όλα τα επίπεδα. Και έτσι ελέγχουμε καλύτερα και με δικαίωμα βέτο την αξιοκρατική και σύμφωνα με τους νόμους και την ηθική επιταγή στελέχωση του κράτους. Έτσι δεν θα τρέχουμε εκ των υστέρων πίσω από αποφάσεις, όταν με το ετσι θέλω καταργείται το ΕΚΕΒΙ , απολύεται ο Σπυρόπουλος και ο Τράγκας είναι στην πόρτα της ΝΕΤ, όταν επι μήνες προετοιμάζεται η συντηρητική στροφή στο μεταναστευτικό, ενώ το κράτος αποκτά έντονα γαλάζιο χρώμα. Όταν διαφωνούμε στυλώνουμε τα πόδια και τότε η διαφωνία μας δεν αντιμετωπίζεται με ελαφρότητα και εκφράσεις κατανόησης σαν αναγκαίο αλλά χωρίς συνέπειες κακό . Και ταυτοχρόνως στο μείζον θέμα για το οποίο μπήκαμε στην κυβέρνηση που είναι η διάσωση της χώρας, υπόθεση για την οποία διεξάγεται σκληρός πόλεμος με τον ΣΥΡΙΖΑ, με το ΚΚΕ , τους ψεκασμένους και τους φασίστες αναλαμβάνουμε την ευθύνη των συνεπειών αυτής της επιλογής μας. Στα δύσκολα είμαστε εκεί. Και τα δύσκολα έπονται γιατί έχουμε μπροστά μας ιδιωτικοποιήσεις όχι μόνο συμφωνημένες αλλά και αναγκαίες. Είναι ο λόγος της διαφωνίας που είχαμε πολλοί με το «παρών» στα μέτρα, που ανατροφοδοτήθηκε με την στάση μας στην επίταξη των εργαζομένων στο μετρό και την ανοικτή σε κάθε ερμηνεία σιωπή μας για την επιστράτευση της ΠΝΟ. Διατύπωση όπως «θεωρούμε την απόφαση για επιστράτευση αυστηρή» προδίδει μια απέραντη αμηχανία. Τι πάει να πει αυστηρή; Η είναι αναγκαία και την στηρίζουμε η υπάρχει άλλη λύση και την αποτρέπουμε. Η αισχυντηλή διατύπωση διαφωνίας χωρίς να αποτρέπει το αποτέλεσμα μας εκθέτει στην κατηγορία είτε της αδυναμίας ή – ακόμα χειρότερα – της συμπαιγνίας. Προτείνω λοιπόν αντιστροφή στάσης και προτεραιοτήτων μέσα στην κυβέρνηση. Ορισμένοι πιστεύουν ότι με αυτή την «κεντρώα» όπως νομίζουν στάση υποσημείωσης της διαφωνίας μας ,κερδίζουμε. Είμαι βέβαιος ότι χάνουμε προς δυο κατευθύνσεις. Αυτοί που διαφωνούν με τις επιλογές της κυβέρνησης δεν θα μας συμπαθήσουν επειδή εμείς διαφωνούμε με την επίταξη, χωρίς μάλιστα και να την αποτρέπουμε. Αυτοί έχουν πάρει τον δρόμο για ΣΥΡΙΖΑ και θέλουν να μας πάρουν μαζί τους. Και αυτοί που δεν θέλουν τον εαυτό τους όμηρο ακραίων συνδικαλιστικών ηγεσιών και αντιλαμβάνονται ότι η χώρα θα μπεί σε περιπέτεια από τον ανταγωνισμό αδιαλλαξίας ΣΥΡΙΖΑ – ΚΚΕ επίσης δεν θα μας συμπαθήσουν επειδή αποφεύγουμε την δύσκολη απόφαση. Σαν αποτέλεσμα ενισχύεται το αρχηγικό προφιλ του Σαμαρά αλλά και του Βενιζέλου που χωρίς την δική του συνηγορία η κυβέρνηση θα είχε δυο φορές παραλύσει. Αντιθέτως θεωρώ σωστή την στάση μας απέναντι στα φαινόμενα τρομοκρατίας και αστυνομικής βίας. Παραμείναμε κάθετοι απέναντι στην τρομοκρατία και δεν ενδώσαμε σε ψευτοκοινωνιολογικές αναλύσεις . Επίσης πολύ σωστά και μετρημένα η εισήγηση αντιμετωπίζει το λάθος του ΔΝΤ.
Δεν μπορεί να μας διαφεύγει ότι δεν υπάρχει ο ενθουσιασμός που υπήρχε πριν δυό μήνες όταν φαινόταν ότι είμαστε έτοιμοι να πάρουμε μεγάλη πρωτοβουλία για την κεντροαριστερά. Δεν υποτιμώ την προσέλευση διανοουμένων στο Χυτήριο ούτε την επιτυχία της εκδήλωσης για το πολιτικό σύστημα. Δεν τις υπερεκτιμώ όμως γιατί αφορούσαν τον πολύ σκληρό μας πυρήνα, που και αυτός όπως είδαμε στα αποτελέσματα της ΑΡΜΕ στην ΠΟΣΔΕΠ δεν απέφυγε την πίεση. Αντιθέτως πρέπει να μας προβληματίσουν τα ποσοτικά και τα ποιοτικά ευρήματα στις μετρήσεις του τελευταίου δίμηνου. Το βέλος οριακά είναι προς τα κάτω. Ταυτοχρόνως ο Σαμαράς πιστώνεται την όποια επιτυχία της κυβέρνησης και η κοινή γνώμη επιβραβεύει την αποφασιστικότητα του στην αντιμετώπιση υπερβολικών κινητοποιήσεων . Ο ΣΥΡΙΖΑ έπιασε οροφή και ένα κομμάτι της τυφλής αντισυστημικής ψήφου του πάει κατ’ ευθείαν στην Χρυσή Αυγή. Το ΠΑΣΟΚ σταμάτησε την πτωτική του πορεία και βαδίζει προς συνέδριο μερικής συσπείρωσης. Σύντομα ο ανταγωνισμός για την τρίτη θέση θα ευνοήσει ένα σταθεροποιημένο ΠΑΣΟΚ. Μια εύθραυστη παγίωση του πολιτικού σκηνικού παρουσιάζεται. Ένα ερώτημα υπάρχει για μας : πως παρεμβαίνουμε στην συγκυρία. Δύο προτάσεις υπάρχουν. Η μία – που την σέβομαι όταν είναι καθαρή και όταν διατυπώνεται στις ακραίες της συνέπειες – μας προτείνει άμεσα να φύγουμε από την κυβέρνηση και έμμεσα να συνεργαστούμε με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η άλλη που την υιοθετεί η εισήγηση χωρίς όμως να την ολοκληρώνει ως προς τις συνέπειες της μπορεί να δώσει προοπτική. Η πρόταση αυτή απαιτεί παράλληλη δράση τόσο στην κυβέρνηση , όσο και στον χώρο της κεντροαριστεράς. Σύμφωνα με αυτήν οχι μόνο μένουμε στην κυβέρνηση αλλά αναβαθμίζουμε την παρουσία μας, με ότι αυτό συνεπάγεται. Συνδιαμορφώνουμε πολιτική σε όλα τα επίπεδα. Και έτσι ελέγχουμε καλύτερα και με δικαίωμα βέτο την αξιοκρατική και σύμφωνα με τους νόμους και την ηθική επιταγή στελέχωση του κράτους. Έτσι δεν θα τρέχουμε εκ των υστέρων πίσω από αποφάσεις, όταν με το ετσι θέλω καταργείται το ΕΚΕΒΙ , απολύεται ο Σπυρόπουλος και ο Τράγκας είναι στην πόρτα της ΝΕΤ, όταν επι μήνες προετοιμάζεται η συντηρητική στροφή στο μεταναστευτικό, ενώ το κράτος αποκτά έντονα γαλάζιο χρώμα. Όταν διαφωνούμε στυλώνουμε τα πόδια και τότε η διαφωνία μας δεν αντιμετωπίζεται με ελαφρότητα και εκφράσεις κατανόησης σαν αναγκαίο αλλά χωρίς συνέπειες κακό . Και ταυτοχρόνως στο μείζον θέμα για το οποίο μπήκαμε στην κυβέρνηση που είναι η διάσωση της χώρας, υπόθεση για την οποία διεξάγεται σκληρός πόλεμος με τον ΣΥΡΙΖΑ, με το ΚΚΕ , τους ψεκασμένους και τους φασίστες αναλαμβάνουμε την ευθύνη των συνεπειών αυτής της επιλογής μας. Στα δύσκολα είμαστε εκεί. Και τα δύσκολα έπονται γιατί έχουμε μπροστά μας ιδιωτικοποιήσεις όχι μόνο συμφωνημένες αλλά και αναγκαίες. Είναι ο λόγος της διαφωνίας που είχαμε πολλοί με το «παρών» στα μέτρα, που ανατροφοδοτήθηκε με την στάση μας στην επίταξη των εργαζομένων στο μετρό και την ανοικτή σε κάθε ερμηνεία σιωπή μας για την επιστράτευση της ΠΝΟ. Διατύπωση όπως «θεωρούμε την απόφαση για επιστράτευση αυστηρή» προδίδει μια απέραντη αμηχανία. Τι πάει να πει αυστηρή; Η είναι αναγκαία και την στηρίζουμε η υπάρχει άλλη λύση και την αποτρέπουμε. Η αισχυντηλή διατύπωση διαφωνίας χωρίς να αποτρέπει το αποτέλεσμα μας εκθέτει στην κατηγορία είτε της αδυναμίας ή – ακόμα χειρότερα – της συμπαιγνίας. Προτείνω λοιπόν αντιστροφή στάσης και προτεραιοτήτων μέσα στην κυβέρνηση. Ορισμένοι πιστεύουν ότι με αυτή την «κεντρώα» όπως νομίζουν στάση υποσημείωσης της διαφωνίας μας ,κερδίζουμε. Είμαι βέβαιος ότι χάνουμε προς δυο κατευθύνσεις. Αυτοί που διαφωνούν με τις επιλογές της κυβέρνησης δεν θα μας συμπαθήσουν επειδή εμείς διαφωνούμε με την επίταξη, χωρίς μάλιστα και να την αποτρέπουμε. Αυτοί έχουν πάρει τον δρόμο για ΣΥΡΙΖΑ και θέλουν να μας πάρουν μαζί τους. Και αυτοί που δεν θέλουν τον εαυτό τους όμηρο ακραίων συνδικαλιστικών ηγεσιών και αντιλαμβάνονται ότι η χώρα θα μπεί σε περιπέτεια από τον ανταγωνισμό αδιαλλαξίας ΣΥΡΙΖΑ – ΚΚΕ επίσης δεν θα μας συμπαθήσουν επειδή αποφεύγουμε την δύσκολη απόφαση. Σαν αποτέλεσμα ενισχύεται το αρχηγικό προφιλ του Σαμαρά αλλά και του Βενιζέλου που χωρίς την δική του συνηγορία η κυβέρνηση θα είχε δυο φορές παραλύσει. Αντιθέτως θεωρώ σωστή την στάση μας απέναντι στα φαινόμενα τρομοκρατίας και αστυνομικής βίας. Παραμείναμε κάθετοι απέναντι στην τρομοκρατία και δεν ενδώσαμε σε ψευτοκοινωνιολογικές αναλύσεις . Επίσης πολύ σωστά και μετρημένα η εισήγηση αντιμετωπίζει το λάθος του ΔΝΤ.
Η αναπροσαρμογή της στάσης μας μέσα στην κυβέρνηση είναι η μία πλευρά της πολιτικής μας. Δεν αρκεί. Πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα : Μετά την τρικομματική κυβέρνηση τι; Όλοι ξέρουμε ότι μέσα στο 2014 είναι πιθανό να αντιμετωπίσουμε τριπλή εκλογική αναμέτρηση ταυτόχρονα. Αν η χώρα μείνει παγιδευμένη στην καρικατούρα δικομματισμού ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ, στο δίλημμα Σαμαράς η Τσίπρας το αποτέλεσμα είναι προδιαγραμμένο. Αν οι Γάλλοι είχαν να επιλέξουν ανάμεσα στον Σαρκοζί και τον Μελανσόν ποιόν νομίζετε ότι θα επέλεγαν, τον Μελανσόν; Είναι ανάγκη , είναι ζήτημα επιβίωσης της χώρας να συγκροτηθεί η μεγάλη μεταρρυθμιστική ευρωπαϊκή κεντροαριστερή παράταξη. Αυτή που κέρδισε στην Γαλλία, που θα κερδίσει στην Ιταλία , που ελπίζουμε ότι θα επιβάλλει τουλάχιστον συγκυβέρνηση στην Γερμανία. Και πρέπει τώρα να αποφασίσουμε αν θέλουμε να είμαστε συστατικό μέρος αυτής της υπο διαμόρφωση παράταξης ή να είμαστε – ανεξαρτήτως προθέσεων – ο μικρός συγγενής του ΣΥΡΙΖΑ . Γιατί, δυστυχώς δρόμος που θα τον διαβεί μόνη της η ΔΗΜΑΡ για να συγκροτήσει τον τρίτο πόλο δεν υπάρχει. Το απαγορεύουν οι αμείλικτοι συσχετισμοί. Ούτε το άθροισμα δυο μονοψήφιων ποσοστών του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ φτάνει, δεν παράγει νέα δυναμική. Χρειάζεται η ανασύνθεση, πολιτική και προγραμματική με παράλληλο συνδυασμό νέων και παλιών άφθαρτων προσώπων. Θα μπορούσα να προσυπογράψω τη τελευταία παράγραφο της ομιλίας του Προέδρου αν αν δεν είχε μεσολαβήσει η πρόκληση της πράξης , Αυτό δηλαδή που με δική μας πρωτοβουλία είχαμε ξεκινήσει, και μισό βήμα πριν την συγκέντρωση ενός ευρύτατου δυναμικού έτοιμου και «ζεστού» στην υπόθεση του Φόρουμ Διαλόγου, αναίτια εγκαταλείψαμε. Θα μπορούσα να πω πολλά για την άστοχη αυτή ενέργεια. Δεν θα το κάνω γιατί δεν έχει νόημα να κλαίμε πάνω από το χυμένο γάλα .Τώρα σημασία έχει να ξαναπιάσουμε το νήμα πριν είναι αργά. Δεν ξέρω αν είμαι βιαστικός πιστέψτε με όμως συντρόφισσες και σύντροφοι, έχουμε αργήσει και πρέπει να βιαστούμε. Για λίγο διάστημα ακόμα μπορούμε να ανακτήσουμε την πρωτοβουλία των κινήσεων μετά άλλοι θα πάρουν την πρωτοβουλία. Ήδη το ΠΑΣΟΚ πήρε αυτούσιο το κομμάτι της κατάληξης στο Γκάζι και το ενσωμάτωσε στις θέσεις του για το Συνέδριο. Πιθανότατα χωρίς την δική μας παρουσία – που αποτελούσε εγγύηση για το ανένταχτο δυναμικό – η υπόθεση αυτή θα ναυαγήσει. Μόνο που από το ναυάγιο αυτό δεν θα βγούμε εμείς ωφελημένοι αλλά πρωτίστως ο Σαμαράς και δευτερευόντως ο Τσίπρας και ο Βενιζέλος. Πρέπει πέρα από τις λέξεις να συνεννοηθούμε επι της ουσίας. Σήμερα οι διαφορές των δυνάμεων του δημοκρατικού σοσιαλισμού με τις δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας , αν ακόμα υφίστανται, δεν έχουν πολιτικό αντίκρισμα. Σε όλη την Ευρώπη ανήκουν στην ίδια πολιτική οικογένεια, το ίδιο αναγκαστικά θα συμβεί και στην Ελλάδα. Επειδή δεν έχουμε αποφασίσει τι θα κάνουμε με το ΠΑΣΟΚ ανακαλύψαμε την αριστερή σοσιαλδημοκρατία. Ποια είναι αυτή στην Ελλάδα; Με αυτήν θα φτιάξουμε τον τρίτο πόλο; Η γραμμή που δεν θέλει συναντήσεις κορυφής, δεν θέλει δεξιούς σοσιαλδημοκράτες, αναφέρεται σε οικολόγους που όμως ακολουθούν τον δρόμο τους και δεν συγκλίνουν μαζί μας, στην πορεία προς τις εκλογές θα καταλήξει σε ΔΗΜΑΡ – συνεργαζόμενοι. Αυτό δεν είναι τρίτος πόλος και αμφιβάλλω αν θα αντέξει στην πόλωση. Αλλά και αν αντέξει, αυτή είναι η φιλοδοξία μας την ώρα που μπορούμε να απλώσουμε τα φτερά μας ;
Για αυτό ενώ η εισήγηση του Φώτη για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι εύστοχη, όλο και περισσότεροι διαμορφωτές της κοινής γνώμης διερωτώνται αν λοξοκοιτάζουμε προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Την προηγούμενη βδομάδα με αφορμή μια συνέντευξη του Σπύρου Λυκούδη όλες οι μεγάλες εφημερίδες μας εμφάνιζαν σαν κόμμα μπαλαντερ έτοιμο να αλλάξει παρτενέρ. Και όμως η συνέντευξη του Σπύρου δεν έχει λάθος. Προφανώς παρακολουθούμε τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ και αν επανασυνδεθεί με την λογική εδώ είμαστε και βλέπουμε. Ο λόγος που ενώ η συνέντευξη δεν περιέχει λάθος , τελικά παρήγαγε λάθος, οφείλεται στο γεγονός ότι είχε προϋπάρξει λάθος, οτι είχαμε πρακτικά κλείσει τον δρόμο προς την κεντροαριστερά με αποτέλεσμα το άνοιγμα – έστω και με προυποθέσεις – της συζήτησης για συνεργασία προς τον ΣΥΡΙΖΑ να εκλαμβάνεται ως έναρξη στροφής. Επειδή μόνοι μας δεν μπορούμε να συγκροτήσουμε τρίτο πόλο, αποκλείοντας συνεργασία με τον υπαρκτό όμορο χώρο, τι μένει; Ή η συνεργασία με την ΝΔ που κάποτε θα τελειώσει η η συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η εισήγηση του Φώτη, βέβαια, δεν αφήνει περιθώριο παρερμηνείας στο θέμα της συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν όμως στην πράξη δεν κινηθούμε προς την συγκρότηση κεντροαριστεράς, τότε το φάντασμα της συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ θα προβάλλει συνεχώς από την γωνία.
Και τελειώνοντας δυο λόγια για αυτό το φάντασμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα περάσει μεγάλη κρίση κατά την διάρκεια της στροφής του. Ο Τσίπρας δεν είναι Ανδρέας Παπανδρέου. Δεν έχει ούτε τα πνευματικά εφόδια ούτε τα δανεικά του Ανδρέα. Δεν είναι γεννήτορας του ΣΥΝ όπως ο Ανδρέας του ΠΑΣΟΚ. Ο Λαφαζάνης αντιθέτως είναι γεννήτορας και αυτό κάνει την στροφή ακόμα δυσκολότερη. Η παρουσία ,λοιπόν, μιας ισχυρής κεντροαριστεράς θα φτιάξει δίαυλο επικοινωνίας με τις λογικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ. Μια ισχυρή κεντροαριστερά θα ρυμουλκήσει τον ΣΥΡΙΖΑ σε μεταρρυθμιστικές θέσεις. Το αντίθετο δεν γίνεται. Από όπου λοιπόν και αν το κοιτάξουμε το πράγμα κουμπώνει στην κεντροαριστερά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου