Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2012

Πέντε κρίσιμα λάθη για τη δημοσιονομική εξυγίανση και το χρέος


Του Ρόμπερτ Σκιντέλσκι ,  ΒΗΜΑ/ The Project Syndicate, 25.1.12
Η Ευρώπη έχει πλέον στοιχειωθεί από το φάντασμα του χρέους. Όλοι οι Ευρωπαίοι ηγέτες τρέμουν μπροστά του. Για να ξορκίσουν τον δαίμονα, βάζουν τις οικονομίες τους στη μέγκενη. Αυτό όμως δεν βοηθάει. Οι οικονομίες εξακολουθούν να καταρρέουν, και το χρέος συνεχίζει να αυξάνεται. Ο οίκος Standard & Poor's ανακοίνωσε την υποβάθμιση της πιστοληπτικής του αξιολόγησης για εννιά χώρες - μέλη της ευρωζώνης, μεταξύ των οποίων και της Γαλλίας. Το Ηνωμένο Βασίλειο πιθανόν θα ακολουθήσει. Για οποιονδήποτε δεν έχει τυφλωθεί, η εξήγηση γι' αυτή την μαζική υποβάθμιση είναι προφανής. Αν ξεκάθαρος σκοπός σου είναι να συρρικνώσεις το ΑΕΠ σου, τότε ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ είναι δεδομένο πως θα αυξηθεί επίσης. Ο μόνος τρόπος λοιπόν για να περιορίσεις το χρέος σου - εκτός από την στάση πληρωμών - είναι να επιτύχεις οικονομική ανάπτυξη.


Ο φόβος του χρέους είναι ριζωμένος στην ανθρώπινη φύση: η εξάλειψή του, λοιπόν, είναι ένας πολιτικός στόχος που μοιάζει δίκαιος στον μέσο πολίτη. Όλοι γνωρίζουν τι σημαίνει χρέος στον χρηματοπιστωτικό κλάδο: τα χρωστούμενα είναι συχνά και δανεικά. Το να χρωστά κανείς μπορεί να σου προκαλέσει μεγάλος άγχος, αν δεν είσαι βέβαιος πως, όταν έρθει η ώρα, θα είσαι σε θέση να ξεπληρώσεις όσα χρωστάς.

Αυτό το άγχος μεταφέρεται εύκολα στο εθνικό χρέος - το χρέος μιας κυβέρνησης προς τους πιστωτές της. Πώς θα ξεπληρώσουν οι κυβερνήσεις τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια που χρωστούν; Όπως το έθεσε ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον: «Το κυβερνητικό χρέος είναι το ίδιο σαν το χρέος από πιστωτικές κάρτες: πρέπει να αποπληρωθεί».

Εξίσου αβίαστο είναι και το επόμενο βήμα: για να ξεπληρώσει ή έστω να περιορίσει το εθνικό χρέος, η κυβέρνηση πρέπει να εξαφανίσει το έλλειμμα του προϋπολογισμού της, διότι οι περίσσιες δαπάνες σε σχέση με τα έσοδα συνεχώς αυξάνουν το εθνικό χρέος. Πράγματι, αν η κυβέρνηση δεν ενεργήσει άμεσα, το εθνικό χρέος θα καταστεί, σύμφωνα με την τρέχουσα οικονομική αργκό, «μη βιώσιμο».

Και πάλι προκύπτει από μόνη της μια ευθεία αναλογία με τα ιδιωτικά χρέη των νοικοκυριών. «Αν πεθάνω, το χρέος μου δεν εξαλείφεται», σκέφτεται λογικά ο μέσος πολίτης. Οι πιστωτές μου θα έχουν τον πρώτο λόγο στη μοιρασιά της περιουσίας μου - όλων αυτών που ήθελα να αφήσω στα παιδιά μου. Παρομοίως, ένα χρέος που θα μείνει για καιρό απλήρωτο από μια κυβέρνηση είναι ένα φορτίο για τις επόμενες γενιές: μπορεί εγώ να απολαμβάνω τα οφέλη από τις κυβερνητικές σπατάλες, αλλά τα παιδιά μου θα κληθούν να πληρώσουν τον λογαριασμό.

Από αυτό τον απλό συλλογισμό πηγάζει η επιμονή στη μείωση των ελλειμμάτων, που αποτελεί το επίκεντρο της δημοσιονομικής πολιτικής των περισσότερων κυβερνήσεων σήμερα. Μια κυβέρνηση που διαθέτει ένα «αξιόπιστο» σχέδιο «δημοσιονομικής εξυγίανσης» έχει, υποτίθεται, λιγότερες πιθανότητες να προχωρήσει σε στάση πληρωμών, ή σε αναδιάρθρωση του χρέους της για αργότερα.

Αυτό θα επιτρέψει, θεωρούν, στην κυβέρνηση να δανειστεί χρήματα φθηνότερα απ' ότι θα δανειζόταν χωρίς το σχέδιο περικοπών, γεγονός που με την σειρά του θα της επιτρέψει να μειώσει τα επιτόκια δανεισμού προς τους ιδιώτες δανειστές, ενισχύοντας έτσι την οικονομική δραστηριότητα. Άρα η δημοσιονομική εξυγίανση είναι η βασιλική οδός προς την οικονομική ανάκαμψη.

Αυτό, το επίσημο δόγμα σήμερα των περισσότερων ανεπτυγμένων οικονομιών, περιλαμβάνει τουλάχιστον πέντε κρίσιμα λάθη, που παίρνουν εν πολλοίς απαρατήρητα, καθώς το κεντρικό «αφήγημα» μοιάζει τόσο λογικό.

Πρώτον, οι κυβερνήσεις, σε αντίθεση με τους ιδιώτες οφειλέτες, δεν είναι υποχρεωμένες να «ξεπληρώσουν» τα χρέη τους. Η κυβέρνηση ενός κράτους που διαθέτει την δική του κεντρική τράπεζα και το δικό του νόμισμα μπορεί να συνεχίζει να δανείζεται, απλά τυπώνοντας χρήμα. Αυτό δεν ισχύει για τις χώρες της ευρωζώνης. Αλλά ούτε αυτές οι κυβερνήσεις είναι υποχρεωμένες να ξεχρεώσουν. Αν οι (ξένοι) πιστωτές τους τους πιέσουν υπερβολικά, τότε απλά θα πάνε σε στάση πληρωμών. Η στάση πληρωμών είναι κακό πράγμα, αλλά η ζωή συνεχίζεται χωρίς μεγάλες αλλαγές και μετά από μια χρεοκοπία.

Δεύτερον, το να περικόπτεις σκόπιμα το έλλειμμα δεν είναι ο καλύτερος τρόπος για να ισοσκελίσεις τα βιβλία σου. Ο περιορισμός των ελλειμμάτων σε μια οικονομία που βρίσκεται σε ύφεση όχι μόνο δεν οδηγεί στην ανάκαμψη, αλλά είναι και ο συντομότερος δρόμος για την ύφεση, διότι σημαίνει την περικοπή του εθνικού εισοδήματος, στο οποίο στηρίζονται και τα κυβερνητικά έσοδα. Και έτσι τροφοδοτείται ένας φαύλος κύκλος που κάνει ακόμη πιο δύσκολη την μείωση των ελλειμμάτων. Για παράδειγμα, η βρετανική κυβέρνηση πρέπει πλέον να δανειστεί 172 δις. δολάρια παραπάνω από όσα είχε προϋπολογίσει τον Ιούνιο του 2010, όταν ανακοίνωσε τα σχέδια της για την μείωση των ελλειμμάτων.

Τρίτον, το εθνικό χρέος δεν είναι ένα «καθαρό φορτίο» στις πλάτες των μελλοντικών γενεών. Ακόμη και αν οδηγήσει σε αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις στο μέλλον, όπως συνήθως συμβαίνει, αυτές και πάλι θα μεταφερθούν από τους φορολογούμενους στους κατόχους των μελλοντικών ομολόγων. Αυτό, με τη σειρά του, μπορεί να έχει δυσάρεστες συνέπειες όσον αφορά την μελλοντική κατανομή των πόρων κάθε χώρας στον πληθυσμό της. Όμως στην πραγματικότητα το καθαρό φορτίο για τις μελλοντικές γενιές δημιουργείται από τις σημερινές περικοπές: το μέσο εισόδημα πέφτει αμέσως, όπως και τα κέρδη των επιχειρήσεων, ενώ τα ασφαλιστικά ταμεία βλέπουν τα αποθέματα τους να συρρικνώνονται, τα επενδυτικά προγράμματα αναβάλλονται ή ακυρώνονται, και δεν χτίζονται πια νοσοκομεία ή σχολεία. Αυτή η αποστέρηση πόρων και δυνατοτήτων, που σε άλλη περίπτωση θα απολάμβαναν, είναι το πραγματικό φορτίο για τις μελλοντικές γενιές.

Τέταρτον, δεν υπάρχει καμιά λογική σύνδεση ανάμεσα στο μέγεθος του εθνικού χρέους ενός κράτους, και στο τίμημα που καλείται να πληρώσει μια κυβέρνηση για να το χρηματοδοτήσει. Τα επιτόκια που πληρώνουν η Ιαπωνία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Βρετανία και η Γερμανία για τα ομόλογα τους είναι πολύ χαμηλά, παρά τις τεράστιες διαφορές τόσο στα συνολικά επίπεδα χρέους, όσο και στην δημοσιονομική πολιτική που ακολουθούν.

Τέλος, τα χαμηλά κόστη δανεισμού για τις κυβερνήσεις δεν μειώνουν αυτόματα το κόστος κεφαλαίου που αντιμετωπίζει ο ιδιωτικός τομέας τους. Άλλωστε οι ιδιώτες οφειλέτες δεν δανείζονται με την «χωρίς ρίσκο» απόδοση ενός κρατικού ομολόγου σαν το αμερικανικό δεκαετές «T-bond», και τα στοιχεία δείχνουν πως η νομισματική επέκταση μπορεί να ρίξει χαμηλότερα τις αποδόσεις των κυβερνητικών χρεογράφων, αλλά έχει ελάχιστες επιπτώσεις στον νέο τραπεζικό δανεισμό προς τις επιχειρήσεις η τα νοικοκυριά. Στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίθετο: ο λόγος που τα επιτόκια του κυβερνητικού χρέους είναι τόσο χαμηλά στο Ηνωμένο Βασίλειο και αλλού είναι ακριβώς πως τα επιτόκια των δανείων του ιδιωτικού τομέα είναι τόσο υψηλά.

Όπως και με το «φάντασμα του κομουνισμού» που στοίχειωνε την Ευρώπη στο περίφημο μανιφέστο του Καρλ Μαρξ και του Φρίντριχ Ενγκελς, έτσι και σήμερα «όλες οι δυνάμεις της παλιάς Ευρώπης έχουν εισχωρήσει σε μια ιερή συμμαχία για να εξορκίσουν» το «φάντασμα του εθνικού χρέους».

Όμως καλό θα είναι οι πολιτικοί ηγέτες που σκοπεύουν να εξαφανίσουν το χρέος να έχουν κατά νου κι ένα άλλο περίφημο φάντασμα: το φάντασμα της κοινωνικής επανάστασης.

* Ο Ρόμπερτ Σκιντέλσκι, μέλος της βρετανικής Βουλής των Λόρδων, είναι επίτιμος διδάκτωρ Πολιτικής Οικονομίας στο πανεπιστήμιο Γουόργουϊκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

http://www.metarithmisi.gr/imgAds/epikentro_1.gif

Αναγνώστες