Από τον Θανάση Γιαλκέτση, Εφημερίδα των Συντακτών
Ο ακόλουθος διάλογος μεταξύ του Περουβιανού νομπελίστα λογοτέχνη
Μάριο Βάργκας Λιόσα και του Γάλλου φιλοσόφου Ζιλ Λιποβετσκί δημοσιεύτηκε
στην περιοδική επιθεώρηση Lettera Internazionale.
Ας δούμε όμως τώρα τις αρνητικές, ξεκινώντας από την εξαφάνιση –ή από την κατάρρευση– της υψηλής κουλτούρας, που οδήγησε στον θρίαμβο μιας μεγάλης σύγχυσης. Μαζί με το τέλος της υψηλής κουλτούρας, είμαστε μάρτυρες και του τέλους ορισμένων αισθητικών αξιών. Οι παλιοί κανόνες που μας επέτρεπαν να διακρίνουμε το έξοχο, το μέτριο και το απαίσιο δεν λειτουργούν πλέον. Ολα εξαρτώνται από το γούστο του πελάτη (…). Αν η κουλτούρα είναι μόνον ψυχαγωγία, τίποτα δεν είναι σημαντικό. Αν το ζητούμενο είναι να διασκεδάζουμε, ένας απατεώνας μπορεί να με διασκεδάσει πολύ περισσότερο από ένα πρόσωπο βαθιά αυθεντικό. Αν όμως η κουλτούρα σημαίνει κάτι περισσότερο από αυτό, τότε είμαστε σε άσχημη κατάσταση. Εγώ δεν είμαι αντικαπιταλιστής. Ο καπιταλισμός συνέβαλε σε μια μεγάλη πρόοδο της ανθρωπότητας. Ωστόσο, οι μεγάλοι θεωρητικοί της αγοράς έλεγαν πάντοτε ότι ο καπιταλισμός είναι ένας ψυχρός μηχανισμός, που δημιουργεί πλούτο αλλά και εγωισμό.
Μάριο Βάργκας Λιόσα: Το βιβλίο μου «Ο πολιτισμός του θεάματος» είναι
ένα δοκίμιο που εκφράζει ανησυχία, για να μην πω αγωνία, καθώς βλέπουμε
ότι αυτό που εννοούσαμε ως «κουλτούρα» όταν ήμουν νέος μετασχηματίστηκε,
στη διάρκεια της ζωής μου, σε κάτι πολύ διαφορετικό σε σχέση με τις
δεκαετίες του 1950, 1960 και 1970.
Το βιβλίο δεν θέλει να είναι
απαισιόδοξο, αλλά θέλει να θέσει το πρόβλημα και να προσκαλέσει να
στοχαστούμε για τη σημασία που έχουν αποκτήσει η ψυχαγωγία και η
διασκέδαση στους καιρούς μας και να αναρωτηθούμε αν αυτές μπορούν να
γίνουν η σπονδυλική στήλη της πολιτιστικής ζωής. Διαφορετικά από μένα, ο
Λιποβετσκί έχει προσεγγίσει αυτό το θέμα χωρίς ανησυχία, χωρίς φόβο και
μάλιστα με συμπάθεια, ανακαλύπτοντας στη νέα κουλτούρα στοιχεία
εξαιρετικά θετικά: για παράδειγμα, τον εκδημοκρατισμό που επιφέρει μια
κουλτούρα η οποία φτάνει σε όλους, μια κουλτούρα η οποία, διαφορετικά
από την παραδοσιακή, δεν κάνει διακρίσεις, δεν μονοπωλείται από καμία
ελίτ, από περιορισμένους κύκλους κληρικών ή διανοουμένων, αλλά
διαπερνάει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ολόκληρη την κοινωνία.
Ζιλ Λιποβετσκί: Τι ήταν η ανώτερη κουλτούρα, η υψηλή κουλτούρα, για
τους ανθρώπους των νεότερων χρόνων; Η κουλτούρα αντιπροσώπευε το νέο
απόλυτο. Οταν οι νεότεροι θα αρχίσουν να αναπτύσσουν την επιστημονική
και δημοκρατική κοινωνία, οι Γερμανοί ρομαντικοί θα δημιουργήσουν ένα
είδος θρησκείας της τέχνης, που ανέλαβε το καθήκον να προμηθεύει αυτό
που ούτε η θρησκεία ούτε η επιστήμη ήταν σε θέση να δώσουν, επειδή η
επιστήμη περιγράφει μόνον τα πράγματα του κόσμου. Ετσι η τέχνη έγινε
ιερή. Στον 17ο και 18ο αιώνα, ήταν οι ποιητές και οι καλλιτέχνες γενικά
εκείνοι που έδειχναν τον δρόμο, εκείνοι που έλεγαν αυτό που προηγούμενα
έλεγε η θρησκεία.
Οταν αναλύουμε αυτό που είναι η κουλτούρα στον κόσμο της κατανάλωσης,
στην «κοινωνία του θεάματος», εκείνο που παρατηρούμε είναι ακριβώς η
κατάρρευση αυτού του μοντέλου. Η κουλτούρα μετασχηματίζεται σε
καταναλωτικό προϊόν. Δεν περιμένουμε πλέον από την κουλτούρα να αλλάξει
τη ζωή, να αλλάξει τον κόσμο, όπως σκεφτόταν ο Ρεμπό. Το καθήκον των
ποιητών ήταν ακριβώς αυτό: να απορρίψουν τον ωφελιμιστικό κόσμο, όπως
έκανε ο Μποντλέρ. Σήμερα κανείς δεν σκέφτεται πλέον κάτι παρόμοιο.
Αντίθετα, είναι η κοινωνία του θεάματος αυτή που έχει νικήσει στην
πράξη. Εκείνο που περιμένουμε από την κουλτούρα είναι η ψυχαγωγία,
δηλαδή μια ανώτερη μορφή διασκέδασης.
Ο καπιταλισμός και η τεχνολογία είναι οι δυνάμεις που αλλάζουν τη ζωή
μας σήμερα. Αν δούμε αυτή την αλλαγή από τη σκοπιά ενός παραδοσιακού
μοντέλου κουλτούρας, η αρνητική πλευρά είναι αναμφίβολα μεγάλη, αλλά η
ζωή δεν είναι μόνον κουλτούρα. Η ζωή είναι και πολιτική –για μας, η
δημοκρατία–, είναι η σχέση μας με τους άλλους, η σχέση μας με μας τους
ίδιους, με την ευχαρίστηση και με πολλά άλλα στοιχεία. Σε αυτό το
επίπεδο, μπορούμε να πούμε ότι η κοινωνία του θεάματος και η κοινωνία
της κατανάλωσης έχουν μαζικοποιήσει τους τρόπους συμπεριφοράς, έχουν
προμηθεύσει στο άτομο ένα υψηλότερο επίπεδο αυτονομίας.
Οι άνθρωποι δεν θέλουν πλέον να υπόκεινται σε κάποια αρχή αυθεντίας.
Θέλουν να είναι ευτυχισμένοι και να αναζητούν αυτή την ευτυχία με όλα τα
μέσα που διαθέτουν. Νομίζω ότι αυτό είναι ένα σημαντικό στοιχείο,
επειδή οι κοινωνίες στις οποίες κυριαρχεί το θέαμα είναι γενικά
κοινωνίες βασιζόμενες στη δημοκρατική συμφωνία. Σήμερα οι κοινωνικοί
αγώνες δεν καταλήγουν πλέον σε λουτρά αίματος και σε όλες αυτές τις
κοινωνίες η μορφή του δικτάτορα δεν υπάρχει πλέον. Με μια ορισμένη
έννοια, νομίζω ότι η κοινωνία του θεάματος επέτρεψε στις δημοκρατίες να
ζουν με έναν τρόπο λιγότερο τραγικό και λιγότερο σχιζοφρενικό από όσο
συνέβαινε στο παρελθόν.
Μάριο Βάργκας Λιόσα: Αυτές είναι οι πλευρές του πολιτισμού του
θεάματος που θα μπορούσαμε να τις χαρακτηρίσουμε θετικές. Ας δούμε όμως
τώρα τις αρνητικές, ξεκινώντας από την εξαφάνιση –ή από την κατάρρευση–
της υψηλής κουλτούρας, που οδήγησε στον θρίαμβο μιας μεγάλης σύγχυσης.
Μαζί με το τέλος της υψηλής κουλτούρας, είμαστε μάρτυρες και του τέλους
ορισμένων αισθητικών αξιών. Οι παλιοί κανόνες που μας επέτρεπαν να
διακρίνουμε το έξοχο, το μέτριο και το απαίσιο δεν λειτουργούν πλέον.
Ολα εξαρτώνται από το γούστο του πελάτη (…). Αν η κουλτούρα είναι μόνον
ψυχαγωγία, τίποτα δεν είναι σημαντικό. Αν το ζητούμενο είναι να
διασκεδάζουμε, ένας απατεώνας μπορεί να με διασκεδάσει πολύ περισσότερο
από ένα πρόσωπο βαθιά αυθεντικό. Αν όμως η κουλτούρα σημαίνει κάτι
περισσότερο από αυτό, τότε είμαστε σε άσχημη κατάσταση. Εγώ δεν είμαι
αντικαπιταλιστής. Ο καπιταλισμός συνέβαλε σε μια μεγάλη πρόοδο της
ανθρωπότητας. Ωστόσο, οι μεγάλοι θεωρητικοί της αγοράς έλεγαν πάντοτε
ότι ο καπιταλισμός είναι ένας ψυχρός μηχανισμός, που δημιουργεί πλούτο
αλλά και εγωισμό. Διαφορετικά από τον Ζιλ, εγώ δεν πιστεύω ότι ο
πολιτισμός του θεάματος έχει φέρει την ειρήνη, τη γαλήνη και την αρμονία
που είναι αναγκαίες για να ξεριζωθεί, ή τουλάχιστον να μειωθεί, η βία.
Το αντίθετο μάλιστα.
Ζιλ Λιποβετσκί: Συχνά συνδέουμε την κοινωνία του θεάματος με την
εξαφάνιση των ιδανικών. Αυτή είναι μία όψη του πράγματος, αλλά δεν είναι
η μόνη. Στις νέες γενιές στρατευμένων ανθρώπων υπάρχει μια βάση που δεν
είναι πλέον πολιτική, αλλά συνδέεται με την επιταγή της γενναιοδωρίας,
της αλληλοβοήθειας. Η σύγχρονη κοινωνία δεν είναι συνώνυμη του ολικού
κυνισμού ή του μηδενισμού. Η κοινωνία του θεάματος δεν γεννάει μόνον
εγωισμούς. Δημιουργεί και άλλα φαινόμενα που μας επιτρέπουν να βρούμε
μια ισορροπία.
Εμείς οι δυο έχουμε μια διαφορετική θεώρηση της υψηλής κουλτούρας. Ο
Μάριο τη βλέπει σαν ένα αντιστάθμισμα ή ένα αντίδοτο εναντίον της
θανάσιμης απορρύθμισης του θεάματος και του καπιταλισμού. Εγώ είμαι πιο
σκεπτικιστής. Ισως έχω λιγότερη εμπιστοσύνη από αυτόν στην υψηλή
κουλτούρα. Στην πατρίδα του Γκέτε και του Καντ, η υψηλή κουλτούρα
στάθηκε ανίκανη να προστατέψει τις ανθρώπινες υπάρξεις από τη ναζιστική
βαρβαρότητα (…).
Μάριο Βάργκας Λιόσα: Το πρώτο πράγμα που έκανε ο ναζισμός μόλις
ανέβηκε στην εξουσία ήταν μια μεγάλη πυρά βιβλίων μπροστά στο
Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Με αυτή την πράξη, όλη η μεγάλη γερμανική
πολιτιστική παράδοση έγινε καπνός.
Ο ναζισμός δεν είναι το μοναδικό ολοκληρωτικό κίνημα που ήταν βαθιά
δύσπιστο απέναντι στην καλλιτεχνική δημιουργία, τη φιλοσοφική σκέψη,
τους καλλιτέχνες που ήταν λίγο ώς πολύ κριτικοί προς τον καιρό τους και
την κοινωνία τους. Εξαιτίας της μεγάλης καχυποψίας απέναντι στην
κουλτούρα, το πρώτο πράγμα που κάνουν όλες οι αυταρχικές κοινωνίες είναι
να δημιουργούν ένα σύστημα λογοκρισίας. Και έχουν δίκιο να θεωρούν ότι
απειλούνται από την κουλτούρα. Η ελευθερία χάνεται στα χέρια ενός ωμού
ολοκληρωτικού καθεστώτος, αλλά μπορεί να χαθεί και με άλλους τρόπους,
για παράδειγμα με την επιπολαιότητα και τον σνομπισμό. Η υπεράσπιση της
υψηλής κουλτούρας συνδέεται με τη μεγάλη φροντίδα για την ελευθερία και
τη δημοκρατία (…).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου