Του Σπύρου Ασδραχά, Εποχή, 9.6.13
Οταν αναστοχάζομαι τον Άγγελο, έρχεται στο μυαλό μου ένα απλοϊκό ερώτημα: Ήταν ο πολιτικός που έγινε διανοούμενος ή ο διανοούμενος που έγινε πολιτικός; Αν ήθελε κάποιος να χαρακτηρίσει τον Άγγελο, και όταν ζούσε και δρούσε και κατόπιν, όταν τον χάσαμε, θα έλεγε ότι είχε θέσει την τεράστια παιδεία του στην υπηρεσία της πολιτικής. Αυτό είναι γεγονός. Αλλά το βασικό ερώτημα είναι ποια ήταν η κινητήρια δύναμη: Ήταν η τεράστια παιδεία ή ο πολιτικός προβληματισμός; Παραμένω με την εντύπωση ότι η Επαγγελία της Αδύνατης Επανάστασης ήταν η τεκμηρίωση μιας θεωρίας της ιστορίας, ιστορίας όμως ως πράξης, μέσα από μία απέραντη γνώση που έγγιζε τα όρια μιας αυστηρής συμβαντολογικής ιστορίας. Η πολιτική του πειθαρχία δεν του ανέτρεπε, όμως, βαθύτερες θεωρητικές και πολιτικές αγωνίες. Να πω μια απο αυτές. Πώς είναι επαληθεύσιμος σήμερα στην πράξη ο Μαρξ, από την ώρα όπου, ούτως ή άλλως -παρά τις ενδεχόμενες χρήσεις της, δεν αίρεται η αρχή της υπεραξίας. Ο Άγγελος Ελεφάντης ανήκε στην Αριστερά. Είχε πει στο τελευταίο του άρθρο για τον Συνασπισμό, λίγο πριν το θάνατό του, τη φράση: «το κόμμα που μας έλαχε». Κι αυτήν την Αριστερά που μας έλαχε ο Άγγελος την υπηρέτησε. Και την υπηρέτησε με ιδέες και πράξεις. Κατέβηκε υποψήφιος σε μια περιοχή που, όπως λένε, δεν θα εκλεγόταν ποτέ, στα πατρώα χώματά του. Διπλασίασε βεβαίως τις ψήφους, αλλά ήταν έτσι κι αλλιώς πάρα πολύ λίγες!
Το έθνος ενός διεθνιστή
Ας ξαναστοχαστούμε την αντίληψη του Άγγελου για το έθνος, το έθνος ενός διεθνιστή. Ο Άγγελος ήταν «εθνικός», καταλάβαινε ότι το έθνος αποτελεί μέρος της καπιταλιστικής αντίφασης.
Εργαλειοποιούσε, δηλαδή, το έθνος εντάσσοντάς το στις αντιφάσεις ή αντιθέσεις του καπιταλισμού, ο οποίος σήμερα φέρεται με το ψευδώνυμο «παγκοσμιοποίηση». Ο Άγγελος καταλάβαινε τις αντιφάσεις και, για αυτό, πάσχιζε να δοκιμάζει -και να αναθεωρεί ακόμα- τις ιδέες του. Μπροστά στη διάψευση της βασικής του σκέψης, της ανάδυσης των λαών που έφεραν ο Εμφύλιος, η δικτατορία και οι διασπάσεις, σκεφτόταν, για μια φάση της ζωής του, τις μικρές ομαδοποιήσεις. Μπροστά, όμως, στις νέες συλλογικότητες που φάνηκε να συγκροτούνται τα τελευταία χρόνια της ζωής του, έχω την εντύπωση ότι στάθηκε απέναντι στον σεκταρισμό και οδηγήθηκε σε συνθέσεις, αναγνωρίζοντας τις αντιφάσεις που υπάρχουν στην καινούρια συλλογικότητα και αναστοχαζόμενος την καινούρια διευρυμένη ταξικότητα.
Εργαλειοποιούσε, δηλαδή, το έθνος εντάσσοντάς το στις αντιφάσεις ή αντιθέσεις του καπιταλισμού, ο οποίος σήμερα φέρεται με το ψευδώνυμο «παγκοσμιοποίηση». Ο Άγγελος καταλάβαινε τις αντιφάσεις και, για αυτό, πάσχιζε να δοκιμάζει -και να αναθεωρεί ακόμα- τις ιδέες του. Μπροστά στη διάψευση της βασικής του σκέψης, της ανάδυσης των λαών που έφεραν ο Εμφύλιος, η δικτατορία και οι διασπάσεις, σκεφτόταν, για μια φάση της ζωής του, τις μικρές ομαδοποιήσεις. Μπροστά, όμως, στις νέες συλλογικότητες που φάνηκε να συγκροτούνται τα τελευταία χρόνια της ζωής του, έχω την εντύπωση ότι στάθηκε απέναντι στον σεκταρισμό και οδηγήθηκε σε συνθέσεις, αναγνωρίζοντας τις αντιφάσεις που υπάρχουν στην καινούρια συλλογικότητα και αναστοχαζόμενος την καινούρια διευρυμένη ταξικότητα.
Τα είδη του λαϊκισμού
Ας μου επιτραπεί να περάσω σε κάποιες προσωπικές αναμνήσεις. Η έννοια της νέας ταξικότητας πιστεύω πως ήταν στη λογική του Άγγελου. Κάνω μια σύνθεση ανάμεσα στον Λαμπριόλα (Arturo Labriola) και στον Βιλάρ (Pierre Villar). Ο Λαμπριόλα είχε πει (δεν είναι αυτές οι λέξεις του, αλλά είναι το νόημά τους) ότι τα δομικά στοιχεία της ιστορίας δίνουν τον σκελετό της και όχι τη σάρκα της. Τη σάρκα τη δίνει η αφήγηση, για να καταλήξει ότι η Ιστορία είναι μία τέχνη. Θα έλεγα ότι ο Άγγελος, παρότι δεν είχα συζητήσει ποτέ αυτήν την πιθανή σύζευξη μαζί του, έδωσε την απάντηση, καθιερώνοντας στα ΑΣΚΙ τη σειρά Μαρτυρίες, όπου ήθελε τη φωνή των αφανών. Τη φωνή των αφανών ως προς τα πράγματα και όχι ως προς τις σκέψεις τους. Οι αφανείς θα μπορούσαν να εγγραφούν, αδοκίμως κατά την ταπεινή μου γνώμη, σε μια μορφή λαϊκισμού; Έχω την εντύπωση ότι ο Άγγελος ήξερε πολύ καλά τι είναι ο λαϊκισμός, γι’ αυτό και μιλούσε για τον λαϊκισμό του ΠΑΣΟΚ και δεν μιλούσε συλλήβδην για τον λαϊκισμό. Γιατί χωρίς να έχει διαβάσει ίσως Φράνκο Βεντούρι (Franco Venturi), αλλά ξέροντας τη ρώσικη ιστορία ήξερε πολύ καλά τι είναι οι ναρόντνικοι, οι ποπουλιστές. Οι ναρότνικοι είχαν έναν εγκέφαλο που ονομαζόταν Χέρτσεν (Alexander Herzen). Και οι ναρότνικοι μας εμποδίζουν να υποτιμούμε τον λαϊκισμό και να θεωρούμε ότι καταλήγει στην αγιοποίηση του λαού. Ας επιμείνουμε στην τρέχουσα συζήτηση για τον λαϊκισμό, στον οποίον εναντιωνόταν πολεμικά ο Άγγελος. Για τέτοιου είδους λαϊκισμό κατηγορείται, αναιτίως και ανιστόρητα, και η σημερινή ριζοσπαστική Αριστερά.
Συλλογικότητα και ταξικότητα
Στην ουσία, και έρχομαι στη δική μου επαγγελματική παραμόρφωση, το πρόβλημα είναι αλλού: αν η συλλογικότητα μπορεί να αναχθεί σε ταξικότητα. Πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να δούμε τι σημαίνει ταξικότητα. Μια καινούρια ταξικότητα. Το ζήτημα δεν τίθεται σήμερα. Ας θυμηθούμε τις συζητήσεις της δεκαετίας του ’60 και ’70 του περασμένου αιώνα για τους ασπρογιακάδες, που ανήκουν, σε ποια τάξη ανήκουν οι μικρομεσαίοι που υπήρχαν διότι υπήρχε παραλλήλως και μία οικονομική υπερσυγκέντρωση. Ποιες είναι οι συλλογικότητες; Στο σκεπτικό του Άγγελου τι θα επικρατούσε; Θα επικρατούσε η έννοια, η αντίληψη, η βουλγκάτα ενός απροσδιόριστου και αφηρημένου εννοιολογικώς λαϊκισμού ή θα επικρατούσε η διαλεκτική αντίληψη της Ιστορίας – γιατί ήταν μαρξιστής ο Άγγελος Ελεφάντης – ότι υπάρχουν διαδικασίες που από τις συγκυριακές συμμαχίες μπορούν να οδηγήσουν στην ανάδυση μιας ηγεμονίας που στηρίζεται σε μια έννοια νέας ταξικότητας; Παραμένω με την εντύπωση ότι θα ακολουθούσε τη δεύτερη εκδοχή. Κι ενισχύω αυτήν την υπόθεση με το γεγονός της πατριδολατρίας που είχε, της αγάπης που είχε για τους ανθρώπους του βουνού, της αγάπης που είχε για τον – για ένα και μόνο χρόνο- δάσκαλό του, τον Βασίλη Αποστολόπουλο, της αγάπης που είχε για τους αφανείς της ιστορίας.
Η ανάδυση των λαών
Ο Άγγελος στα τελευταία του χρόνια ασχολούνταν πολύ με τον πόλεμο και την Αντίσταση. Και είχε επανειλημμένως πει, και γραπτά και προφορικά, ότι με τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και την Αντίσταση αναδύθηκαν οι λαοί. Δεν ξέρω ποια θα ήταν η αντίδραση του, αν του παρατηρούσα ότι υπό άλλους όρους και άλλες συνθήκες την ανάδυση του λαού -μέσω της Εκκλησίας- την είχε διατυπώσει ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος. Αλλά, αυτά είναι αποτελέσματα της επαγγελματικής παραμόρφωσής μου. Σταθερή όμως στη σκέψη του Άγγελου ήταν η ανάδυση του λαού. Ποιος είναι αυτός ο λαός; Βεβαίως ο Άγγελος δεν θα είχε την οιαδήποτε αναστολή να χαρακτηρίσει την μεταβλητότητα της συγκεκριμένης έννοιας. Και καθώς είχε διατυπώσει πολλές φορές την άποψή του για την έννοια του έθνους, μπορούσε να ξεχωρίσει τα σημεία επαφής ή ακόμη και ταύτισης της έννοιας αυτής με την έννοια του λαού. Κυρίως ήξερε ότι ο λαός δεν είναι μία σταθερή αλλά μία μεταβλητή έννοια. Και σήμερα η πολιτική συγκυρία αναδεικνύει μια συλλογικότητα, η πολιτική έκφραση της οποίας μορφοποιείται στον ΣΥΡΙΖΑ – ΕΚΜ, το κόμμα που μας έλαχε.
Ύστερα από αυτήν την χονδρική περιγραφή θέτω στον εαυτό μου ένα ερώτημα στο οποίο έχω δώσει απάντηση: Η θεωρητική πολυτροπία του Άγγελου θα οδηγούσε σε μορφές σεκταρισμού ή θα αξιοποιούσε αυτήν την έννοια που είχε θεμελιώσει και βαθύτατα κατανοήσει, της ανάδυσης του λαού; Πιστεύω ότι θα συνέβαινε το δεύτερο. Και ο Άγγελος δεν θα ήταν υπέρ καμιάς καθαρότητας η οποία δεν θα επέτρεπε στο λαό να δοκιμάσει και να δοκιμαστεί μέσα στη διαδικασία της άσκησης της εξουσίας. Εκείνο που παραμένει ως ερώτημα θα ήταν, εάν ζούσε, αν θα ήταν υποψήφιος στη Β΄ Περιφέρεια Αθηνών ή στα γενέτειρα χώματα. Έχω την εντύπωση ότι θα προτιμούσε τα γενέτειρα χώματα, καθώς ήταν πλασμένος από τη στόφα του ηγέτη, με συνέκδρομο τον δισταγμό του να μετάσχει σ’ ένα παιγνίδι με θολά τα σύνορα ανάμεσα στη στρατηγική και στην τακτική.
Διανόηση και πράξη
Γέρος άνθρωπος που είμαι, ας θυμηθώ κάτι από τις πρώτες μου αραιές και τις τελευταίες συχνότερες επαφές μαζί του. Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1960 στο Παρίσι άκουσα για ένα πρόσωπο που λεγόταν Άγγελος Ελεφάντης, που διάβαζε πάρα πολύ. Τον πρωτοείδα ως θυρωρό σε ένα θεατράκι της rue Huchette, όπου επί χρόνια επαναλαμβανόταν η Φαλακρή Τραγουδίστρια του Ιονέσκο. Ούτε τον ήξερα, ούτε με ήξερε. Συναντηθήκαμε σε ένα παμπ, στον ίδιο δρόμο, με μαύρες μπύρες. Ήταν σάμπως να γνωριζόμασταν από χρόνια. Μου μιλούσε για τη Ρούμελη και ίσως και για τη Λευκάδα και για πρόσωπα, με μία τρομερή άνεση. Στο Παρίσι ήξερα πως μαζί με τον Νίκο Πολίτη και άλλους έκαναν χειρωνακτικές δουλειές. Βαψίματα και παρόμοια. Αν θυμάμαι καλά, κάποτε είχανε βάψει και το σπίτι του Σβορώνου. Είχε μια καταπληκτική δεξιοτεχνία στα χέρια. Από τη μαραγκοσύνη ως το να φτιάχνει πίτες. Είχε και κάτι άλλο, που δεν ήταν επιθετικότητα, αλλά η υπεροψία του ανθρώπου που ξέρει περισσότερα από εκείνους που είναι γύρω του. Έδινε όμως το παράδειγμα των υποχρεώσεων που έχει ο άνθρωπος με τις περισσότερες δεξιότητες, γνωστικές και χειρωνακτικές, από τους υπολοίπους, που φάνταζε πως τους έβλεπε κάπως αφ’ υψηλού. Ήρθαν τα χρόνια της δικτατορίας και ο Άγγελος πρωτοστάτησε στα αντιδικτατορικά κινήματα στο Παρίσι και τη Δυτική Ευρώπη. Καθώς απομένει να βρεθεί ο βιογράφος του, και να αξιοποιήσει τα γραπτά και τις πράξεις του, θα πρέπει, ανάμεσα στα άλλα, να δει τα κείμενα που έγραφε στην Πορεία, όργανο του συλλόγου των Ελλήνων φοιτητών Παρισιού, και στον Αγώνα, όργανο της τοπικής οργάνωσης του ΚΚΕ Εσωτερικού, με το ψευδώνυμο Κρανιάς. Δεν μπορώ σήμερα να τα αναθυμηθώ. Μένω ωστόσο με την εντύπωση ότι σ’ αυτά τα γραπτά προοιωνιζόταν η άποψή του για τον χαρακτήρα που θα είχε η ανατροπή της απριλιανής δικτατορίας, αλλά, συγκρινόμενα με τα αμέσως υστερότερα, διαφαινόταν η μεταβλητότητα, το εύρος και η ταχύτητα της σκέψης του.
Κατόπιν, στην Αθήνα, συναντιόμασταν αραιά και που. Κάποια μεσημέρια στον Τσάρο, την ταβέρνα στην Πλάκα που, χωρίς να είναι αριστεροί οι ιδιοκτήτες, έκανε μεγάλη έκπτωση στους ανθρώπους του Πολίτη, έτσι, γιατί είχαν εκτιμήσει αυτή την παρέα. Και κατόπιν στα ΑΣΚΙ που, μετά από μία πρώτη επιφύλαξη για τη δημιουργία τους, η συμμετοχή του σε αυτά ήταν άριστη και αποτελεσματική. Ως ένα βαθμό και συγκρουσιακή.
Η τομή και η σύνθεση
Στα ίδια περίπου χρονικά όρια, τα ΑΣΚΙ έχασαν δύο μεγάλα πρόσωπα. Πρώτα τον ιδρυτή τους τον Φίλιππο και μετά τον Άγγελο. Είχαν προηγηθεί ο Θόδωρος (Αλέκος) Παπαπαναγιώτου και ο Νίκος Κέντρος. Στα ΑΣΚΙ μετείχε με μία σταθερή πάντοτε παρουσία και ο Λεωνίδας Κύρκος. Ανάμεσα στον Λεωνίδα και στον Φίλιππο υπήρχε ένα βασικό κοινό σημείο: η πεποίθηση πως η ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος έχει λήξει, δηλαδή έτσι όπως έχει διαμορφωθεί από τον Εμφύλιο κι ως τη διάσπαση. Οπότε τα τεκμήρια, τα αρχεία, δεν είναι πλέον οργανικά αρχεία, όπως συνεχίζουν να είναι – δικαιολογημένα από κάποια άποψη- τα αρχεία του ΚΚΕ. Ο Λεωνίδας και ο Φίλιππος είχαν πει ότι υπάρχει μια τομή, όπου από εκεί και μετά τα αρχεία γίνονται δημόσια. Ο Φίλιππος χρησιμοποιούσε την έκφραση «ανοιχτά αρχεία». Ο Άγγελος, από μια στιγμή και ύστερα, δεν είχε καμία ένσταση ως προς τον χαρακτήρα των αρχείων. Δείχνει κάτι αυτό; Νομίζω πως ναι. Ότι κι αυτός ανήκε σε όσους νομίζαν πως είχε επέλθει η τομή. Ένας πρόσθετος λόγος για να πούμε ότι αν είχε μακροζωήσει, σήμερα θα είχε και πάλι συνείδηση ότι δημιουργήθηκε μία καινούρια τομή. Είχε στο ενεργητικό του τα βάθεμα των διασπάσεων, στην προοπτική μιας μεγάλης σύνθεσης. Αυτό έκανε στην Εποχή, που ήταν μικρομάζωμα. Όπως έγινε και ο 15θημερος Πολίτης, ενώ ο πρώτος ήταν μεγαλομάζωμα. Μέσα στους μικρούς κύκλους οι αντιθέσεις είναι οξύτερες. Και το πρόβλημα είναι ποιες είναι οι δίοδοι για να φτάσουμε σε κάτι άλλο. Βλέποντας, στο τέλος της ζωής του, να μορφοποιείται αυτό το κάτι άλλο, γεμάτο αντιφάσεις αλλά και προοπτικές, πρόλαβε να μας αφήσει σημαντικές υποθήκες για τους όρους της μεγάλης κοινωνικής διαδικασίας ανακατάταξης των δομικών στοιχείων τα οποία μπορούν να οδηγήσουν σε μια νέα ποιότητα της Αριστεράς. Και σε αυτό το σημείο συμφωνούσε με τον Φίλιππο Ηλιού, που -κι αυτός- στρατεύτηκε στην ίδια προοπτική.
Ο Φίλιππος εξήρε την ικανότητα του Άγγελου ως παμφλετίστ. Αυτήν την ευκολία μέσα σε ένα τέταρτο της ώρας να γράφει ένα κείμενο. Ο Άγγελος χωρίς να είναι δημοσιογράφος έμαθε στους ανθρώπους του Πολίτη δημοσιογραφική γραφή υψηλού επιπέδου. Όμως, πίσω από το παμφλέ υπήρχε μια συγκροτημένη θεωρία και μια τακτική. Σε κάθε περίπτωση, η γραφή του αναγόταν στη σύνθεση, όπως μαρτυρούν τα βιβλία του. Την εκφραστική του δεινότητα την αποτύπωσε σε ένα καθαρά λογοτεχνικό κείμενο με βαθειά βιωματικότητα και ιστορικότητα, στα minima memoralia, την ιστορία του παππού του. Η βιωματικότητα είναι εμφανής. Η ιστορικότητα μάς παραπέμπει στις ρίζες της πολιτικής του σκέψης. Και σε μια βαθιά γνώση της ιστορίας, της ανθρωπολογίας, της λαογραφίας και της θεωρίας.
Συλλογικότητα και προσωπική ευθύνη
Ο Άγγελος Ελεφάντης πίστευε στις συλλογικότητες, μικρές, μεγαλύτερες ή μεγάλες, χωρίς να αναιρεί το κατηγόρημα της προσωπικής ευθύνης. Του λέγανε για το περιοδικό ότι θα την κάνουν τη δουλειά όλοι μαζί. «Τι πάει να πει όλοι μαζί; Εσύ τι θα κάμεις; Ο καθένας τι θα κάμει;». Όριζε πάντα ένα πρόβλημα ατομικής ευθύνης. Κι αυτό έφτιαξε την ιστορία του περιοδικού Ο Πολίτης.
Χαρακτηριστικά, έχει αφήσει μια μαρτυρία, αν δεν κάνω λάθος ο Παντελής Μπουκάλας, για το ξεκίνημα του Πολίτη. Όταν προτάθηκε στον Άγγελο να του ανατεθεί η διεύθυνση του περιοδικού, αυτός απάντησε ότι είναι κομμουνιστής και, αν του ανατεθεί η διεύθυνση περιοδικού, τότε θα είναι κομμουνιστικό. Στην πράξη, όμως, θα δούμε ότι ο πρώτος Πολίτης συγκέντρωνε δυνάμεις όπου δεν είχανε καμία σύμπτωση στα επιμέρους για το τι είναι ο κομμουνισμός. Ήταν μια ευρύτερη συσσωμάτωση η οποία, χωρίς ρήξεις αν δεν κάνω λάθος, φυλλορρόησε.
Αυτός ο πολυθεματικός Πολίτης δείχνει το εύρος της πολίτικης θεωρίας τού Άγγελου. Στην ίδια κατεύθυνση ένα άλλο ενδεικτικό παράδειγμα είναι ο Λογοτεχνικός Πολίτης. Και, θα πρόσθετα, η εμμονή του για τη δημοσίευση ποιημάτων στην Αυγή.
Σήμερα, σε τούτη τη σύναξη μνήμης υπάρχουν εκπρόσωποι πολλών ηλικιακών κατηγοριών. Ελπίζω ότι οι νεότεροι θα ξέρουν αρκετά για τον Άγγελο Ελεφάντη, ίσως όχι όσα οι παλαιότεροι. Ο Άγγελος είχε σπουδάσει νομικά και για μικρό χρονικό διάστημα, πριν φύγει για το Παρίσι, έκανε την άσκησή του στο δικηγορικό γραφείο του Γιωτόπουλου. Ήταν ένας νέος καλός νομικός, παρόλο που ο κοινός μας δάσκαλος, ο μαθηματικός Γιάννης Παπαδάτος, με έκπληξή του πληροφορήθηκε από τον ίδιο τον Άγγελο ότι δεν είχε τελειώσει το πολυτεχνείο ή τη μαθηματική σχολή αλλά τη νομική.
Την καλή νομική του κατάρτιση δεν προσπάθησε ποτέ στα χρονιά της διαμονής του στο Παρίσι ή και μετά να την «αξιοποιήσει», καθώς λέμε. Την αξιοποίησε ακολουθώντας έναν άλλον δρόμο, εκείνον της ιστορίας. Και ανήκει σ’ αυτούς που παρακολουθούσαν τις παραδόσεις του Ζωρζ Χάουπτ (Georges Haupt), ενός ανατρεπτικού Ρουμάνου μαρξιστή, που κατέληξε στο Παρίσι και που ανάμεσα στις πολλές του συμβολές ήταν και εκείνες που αφορούσαν το έθνος και το εθνικό ζήτημα. Αρκετοί μη ορθόδοξοι κομμουνιστές παρακολουθούσαν τις παραδόσεις του στο τότε έκτο τμήμα της τότε Εκόλ Πρατίκ (Ecole Pratique des Hautes Etudes). Νομίζω ότι η διδασκαλία αλλά και τα γραπτά του Χάουπτ συνέβαλαν στη διαμόρφωση του πολιτικού και ιστορικού προβληματισμού του Άγγελου Ελεφάντη.
Οι νεότεροι, λοιπόν, της σημερινής σύναξης, που γίνονται πρωταγωνιστές αυτής της καινούριας συλλογικότητας που θα πρέπει να αναχθεί σε ταξικότητα, μπορούν να εγγράψουν στον προβληματισμό τους την παρακαταθήκη του Ελεφάντη; Η θα παραμείνει ως ένας άλλος Άρθρουρ Γκόρντον Πυμ, ο ήρωας του Έντγκαρ Άλλαν Πόε στη Σφίγγα των Πάγων, ο οποίος χαμένος στους πόλους, φώναζε μέσα στην ερημιά: «Μην ξεχνάτε τον φτωχό Πυμ».
Ο Άγγελος δεν ήταν φτωχός, ούτε έρημος, ούτε χαμένος στους πάγους των πόλων. Ήταν πλούσιος κι ήξερε πού πατούσε. Δεν φοβάμαι μήπως ξεχαστεί απ’ τους νεότερους. Οι δρόμοι που πορεύονται οδηγούν στις παρακαταθήκες που άφησε. Ο φόβος είναι μην τυχόν κάποιοι από τους παλιούς του συνοδοιπόρους, στην οδυνηρή πορεία μιας αυτοκαταργούμενης ανανεωτικής Αριστεράς, χαθούν στον έναν ή στον άλλον πόλο.
Καθώς η κατάθεση της μαρτυρίας μου για τον Άγγελο Ελεφαντη βαρύνεται από τη δική μου πρόσληψη, ας θυμίσω ότι, όταν στο τέλος Μαΐου του 2008 τον ξεπροβόδιζα, έλεγα προς απορία μερικών, ότι «έσσεται ήμαρ, Άγγελε. Για τις ιδέες και τα όνειρά σου». Το ήμαρ ήρθε, μαζί με τη δοκιμασία εκείνης της έννοιας και της πραγματικότητας για την οποία τόσο έχουμε μιλήσει, την έννοια και την πραγματικότητα της λαϊκότητας, που παίρνει μορφή στις κοινωνικές συμμαχίες που δημιουργούν όρους ηγεμονίας, με αναφορά σε ένα νέο ταξικό υποκείμενο.
Το κείμενο που δημοσιεύουμε, διαβάστηκε στην εκδήλωση στη μνήμη του Άγγελου Ελεφάντη, που έγινε την περασμένη Τρίτη, στον κήπου του Συλλόγου Αρχαιολόγων.
Ο τίτλος και οι μεσότιτλοι είναι της «Εποχής».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου