Της Ελένης Τσερεζόλε, Αυγή, 14.5.11
Τη στιγμή που η αμφισβήτηση του συριακού καθεστώτος συνεχίζεται εδώ και περίπου δύο μήνες και παρά τις διεθνείς κυρώσεις έναντι της εξουσίας, η καταστολή μοιάζει να εντείνεται. Αφού έπληξε την πόλη Ντέραα, από όπου ξεκίνησε το κίνημα της εξέγερσης, άγγιξε τις πόλεις Μπάνιας, Χομς και τα προάστια της Δαμασκού. Απαραίτητα για τη νομιμοποίηση της καταστολή, τα διαφορετικά κείμενα των νόμων της χώρας προσφέρουν στο καθεστώς μια ευρεία γκάμα εργαλείων προκειμένου αυτό να καταφέρει τους στόχους του. Το άρθρο 8 του Συντάγματος της συριακής αραβικής Δημοκρατίας εμποδίζει έτσι τον πολιτικό πλουραλισμό, οργανώνοντας το μονοπώλιο του κόμματος Μπααθ στην πολιτική ζωή. Η ένταξη στους Αδελφούς Μουσουλμάνους συνεπάγεται θανατική ποινή από την εποχή που το κίνημα επεχείρησε, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, να προκαλέσει την εξέγερση του πληθυσμού κατά του Χαφέζ αλ Άσαντ, του πατέρα του σημερινού προέδρου.
Ο Μπασάρ αλ Άσαντ είναι εξάλλου ο εμπνευστής ενός διατάγματος, που έκανε την εμφάνισή του τον Σεπτέμβριο του 2001, περιορίζοντας σημαντικά την ελευθερία των εκδόσεων. Κάθε παραβίαση αυτού του διατάγματος, η οποία θεωρείται εγκληματική ενέργεια, συνεπάγεται σοβαρό πρόστιμο που συνοδεύεται από ποινή φυλάκισης, που μπορεί να φθάσει ακόμη και τα τρία χρόνια.
Παντοδύναμο το συριακό καθεστώς χαρακτηρίζεται από την αυθαίρετη έκφρασή του. Έτσι, για την την Ελιζαμπέτ Πικάρ, επίτιμη διευθύντρια ερευνών στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών και ειδική στη Μέση Ανατολή, “ένα συμβολικό παράδειγμα αυτής της μεθόδου είναι η άρση της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης, που ίσχυε εδώ και περίπου 50 χρόνια”, εξήγησε στη διάρκεια συζήτησης στρογγυλής τραπέζης που διοργανώθηκε την Τρίτη, 10 Μαΐου στο Παρίσι. Αφού αγνόησε αυτό το αίτημα των διαμαρτυρόμενων, ο Μπασάρ αλ Άσαντ αποφάσισε στο τέλος να το αποδεχθεί, στις 21 Απριλίου. “Αλλά αυτή η απόφαση εφαρμόζεται 'εκτός αν πρόκειται για εξαιρετικές περιπτώσεις', όπως τρομοκρατική απειλή, διευκρίνισε η ερευνήτρια. Όμως, από την αρχή των διαμαρτυριών, το καθεστώς αναφέρεται συστηματικά στον κίνδυνο αυτόν, κάτι που στην πράξη επιτρέπει τη διαιώνιση της κατάστασης ανάγκης”.
Εν είδει ανοίγματος στις λαϊκές διεκδικήσεις, ο πρόεδρος της χώρας επέτρεψε επίσης τη διεξαγωγή ειρηνικών διαδηλώσεων. “Αλλά αυτές πρέπει προκαταβολικά να δηλώνονται στο υπουργείο Εσωτερικών από τους διοργανωτές, που πρέπει να του μεταβιβάζουν τα βιογραφικά τους σημειώματα”, τονίζει η Ελ. Πικάρ. Η πράξη διαφέρει λοιπόν σε μεγάλο βαθμό από τα λόγια: στο μπλογκ του με τον τίτλο “Μια ματιά στη Συρία”, ο πρώην διπλωμάτης Ινιάς Λεβεριέ διηγείται έτσι ότι ένας δικηγόρος, που ζήτησε άδεια να διαδηλώσει από τις αρχές, συνελήφθη από τις υπηρεσίες πληροφοριών.
Επί τόπου δυνάμεις με πολλά πρόσωπα
Η καταστολή υλοποιείται από πολλές οντότητες. Πέραν του στρατού και της αστυνομίας, η εξουσία μπορεί να υπολογίζει στις μονάδες που δεν είναι επίσημα καταχωρημένες, όπως ορισμένες τοπικές παραστρατιωτικές οργανώσεις ή όργανα του κόμματος Μπααθ. Αλλά στο εσωτερικό του κατασταλτικού μηχανισμού, οι μουκχαμπαράτ (πράκτορες των συριακών υπηρεσιών ασφαλείας), παίζουν έναν πολύ ιδιαίτερο ρόλο. “Είναι οι πυλώνες της εξουσίας εδώ και πάρα πολύ καιρό”, εξηγεί ο Μπαράκ Μικαίλ, διευθυντής ερευνών στο Ίδρυμα για τις Διεθνείς Σχέσεις και τον εξωτερικό διάλογο. Πολύ παρόντες από την αρχή των διαμαρτυριών, με πολιτικά ρούχα, κάνουν πολλές συλλήψεις στο περιθώριο των διαδηλώσεων. Έχουν ακόμη περισσότερη ισχύ καθώς μπορούν να καταφεύγουν κατά καιρούς σε άλλα στηρίγματα στο εσωτερικό του συριακού λαού, συνεχίζει ο ίδιος ερευνητής. Ορισμένοι μπορούν έτσι να έχουν ελπίδες προνομίων με τη μορφή πρόσβασης σε απασχόληση για τους συγγενείς τους, ή να έχουν κοινωνική άνοδο”.
Για τους διαδηλωτές, ο κίνδυνος να τους καταγγείλει κάποιος είναι παρών ανά πάσα στιγμή: η Ελ. Πικάρ παρατηρεί έτσι ότι, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, περίπου ένα εκατομμύριο Σύριοι - επί συνόλου 22 εκατομμυρίων κατοίκων της χώρας - είναι αναμεμειγμένοι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο σε αυτόν τον κατασταλτικό μηχανισμό. Εξάλλου τα πιο ενεργά στοιχεία της καταστολής προστατεύονται, σύμφωνα με την ερευνήτρια, από μία νομική αοριστία: “Οι πρακτικές τους δεν καθορίζονται από τον νόμο, δεν μπορούν να προσαχθούν ενώπιον της Δικαιοσύνης και άρα δεν έχουν όρια στη χρήση της βίας”. Το καθεστώς δεν δίστασε να κάνει χρήση της βίας κατά των διαδηλωτών. Από τις 25 Απριλίου ως τις 5 Μαΐου, η 4η Μεραρχία του στρατού, υπό τη διοίκηση του αδελφού του προέδρου αλ Άσαντ, παρενέβη στη Ντέραα, την πηγή της διαμαρτυρίας, με σαφώς καθορισμένο τρόπο δράσης: ενώ ο στρατός περικύκλωνε ορισμένα τετράγωνα της πόλης και έκοβε τα δίκτυα ύδρευσης, ηλεκτρισμού και τηλεφωνίας, οι μυστικές υπηρεσίες καταλάμβαναν την περιοχή και προχωρούσαν σε μαζικές συλλήψεις. “Οι άνδρες μεταξύ 15 και 40 ετών κρατούνται συστηματικά πριν παραδοθούν στα χέρια της αστυνομίας”, τονίζει η Ελιζαμπέτ Πικάρ. Στη συνέχεια φακελώνονται - όταν δεν είναι ήδη φακελωμένοι - και συχνά κρατούνται στις φυλακές. Ο στόχος είναι σαφής: θέλουν να τους τρομάξουν για να τους αποτρέψουν να μην ενταχθούν ξανά στην αντιπολίτευση”, συνεχίζει η ίδια. Τέλος, ο στρατός αποσύρθηκε στις 5 Μαΐου, με την αίσθηση ότι “ολοκλήρωσε την αποστολή του”. Το ίδιο σενάριο επαναλήφθηκε έκτοτε σε άλλα προπύργια της διαμαρτυρίας.
Η οργάνωση Διεθνής Αμνηστία ανησυχεί επίσης για βασανιστήρια των φυλακισμένων, καθώς ορισμένες μαρτυρίες κάνουν λόγο για στερήσεις τροφής και ξυλοκοπήματα.
Η προπαγάνδα επί το έργον στα ΜΜΕ
Το καθεστώς στηρίζεται τέλος στα ΜΜΕ για τη διάδοση της προπαγάνδας του, που στηρίζεται σε τρεις άξονες. Ο πρώτος συνίσταται σε ένα “λιβάνισμα” του Μπασάρ αλ Άσαντ και της κυβέρνησής του. “Η τηλεόραση και ο επίσημος Τύπος που συνεχίζει να εκδίδεται χρησιμοποιεί σλόγκαν που μοιάζουν ερασιτεχνικά, όπως “Λατρεύουμε τον πρόεδρό μας” ή “Επειδή έχουμε καρδιά, σεβόμαστε την αστυνομία”. Το γεγονός αυτό δεν τα καθιστά αξιόπιστα στα μάτια της κοινής γνώμης”, εκτιμά η Ελιζαμπέτ Πικάρ.
Σε ό,τι αφορά στα ξένα ΜΜΕ, τους είναι πλέον αδύνατο να δουλέψουν στη χώρα. Ορισμένοι ξένοι δημοσιογράφοι δεν απέφυγαν τις συλλήψεις. Ο συνεργάτης της Μοντ, Καλέντ Σιντ-Μοχάντ κρατήθηκε έτσι επί τρεις εβδομάδες πριν αφεθεί ελεύθερος, την Τρίτη, 3 Μαΐου, ενώ το κανάλι του Κατάρ, αλ Τζαζίρα δεν έχει από τις 29 Απριλίου νέα από τους δημοσιογράφους του. Η Επιτροπή προστασίας δημοσιογράφων ανακοίνωσε την Τρίτη ότι τουλάχιστον πέντε δημοσιογράφοι κρατούνται σήμερα στη χώρα.
Άλλη κατευθυντήρια γραμμή του κυβερνητικού λόγου: η ύπαρξη μιας συνωμοσίας κατά του κράτους. Σε πρώτη φάση, ο αλ Άσαντ αναφέρθηκε σε ισραηλινή συνωμοσία, πριν κάνει λόγο για σαλαφιστική απειλή, προκειμένου να χαρακτηρίσει τους διαμαρτυρόμενους. Αυτή η προσέγγιση έχει κάποια απήχηση, εκτιμά ο Μπαράκ Μικαίλ. “Αυτή η μιντιακή στρατηγική δεν παρασύρει πολύ κόσμο έξω από τη χώρα αλλά χρησιμοποιεί τον φόβο των συγκρούσεων μεταξύ των διαφορετικών κοινοτήτων, που έχουν οι Σύριοι.
Αυτός είναι ο τρίτος μοχλός που χρησιμοποιεί η επικοινωνία της εξουσίας. Η απειλή της φίτνα, της αταξίας που δημιουργεί η διχόνοια μεταξύ περιφερειακών, εθνοτικών και θρησκευτικών ομάδων, θεωρείται αξιόπιστη σε αυτή τη χώρα, σουνιτικής πλειοψηφίας, όπου συνυπάρχουν πολλές θρησκείες. Επιπλέον των ΜΜΕ, το καθεστώς χρησιμοποιεί αυτόν τον μηχανισμό, κυκλοφορώντας διάφορες φήμες στις πόλεις όπου υφίστανται πολλές θρησκείες. “Στη Μπάνιας, που είναι μισή σουνιτική, μισή αλαουϊτική, πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες ορισμένες γειτονιές θα επιτεθούν σε άλλες, εξαπλώθηκαν από το καθεστώς για την τρομοκράτηση των κατοίκων”, διευκρινίζει η Ελιζαμπέτ Πικάρ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου