#Α. Μ. Κωτσιόττουλος,#Τ. Παπαδοπούλου, #Α. Γοσποδίνη και #Α. Τέλλιος
Τομέας Αρχιτεκτονικού και Αστικού Σχεδιασμού, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πολυτεχνική Σχολή, ΑΠΘ
Στην παρούσα εισήγηση θα παρουσιαστεί ερευνητικό πρόγραμμα, το οποίο εκπονήθηκε από ομάδα επιστημόνων του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ σε συνεργασία με το Δήμο Θεσσαλονίκης.
Αντικείμενο είναι η συνολική θεώρηση της ευρύτερης περιοχής του Δήμου Θεσσαλονίκης με βάση ένα ενιαίο μοντέλο ανάλυσης και ερμηνείας του αστικού ιστού, που επιτρέπει στις οποιεσδήποτε προτάσεις να εντάσσονται σε μιαν ενιαία λογική και επισημαίνει τις περιοχές της πόλης που διαθέτουν αναπτυξιακή δυναμική.
Κεντρική ιδέα της ερευνητικής προσέγγισης ήταν η ερμηνεία τής πόλης ως ενός συστήματος που αποτελείται από πόλους με ελκτική ικανότητα και από ουδέτερες ζώνες μειωμένης ελκυστικότητας που συμπληρώνουν τα κενά μεταξύ των πόλων.
Το ερευνητικό πρόγραμμα εκπονήθηκε σε τρία στάδια:
1. Κατά το στάδιο αυτό έγινε αξιολόγηση του αστικού ιστού και αναδείχθηκε η ετερογένεια των επί μέρους περιοχών, ενώ κατασκευάστηκε ένα συνολικό ερμηνευτικό μοντέλο με τη βοήθεια της «συντακτικής ανάλυσης» προκειμένου να διαπιστωθεί ο τρόπος με τον οποίο οι κάτοικοι ιδιοποιούνται την πόλη και ειδικότερα το δημόσιο χώρο. Μετά την ανάλυση, συντάχθηκαν «αξονικοί χάρτες» όπου απεικονίζονται οι βαθμοί ενσωμάτωσης των επιμέρους περιοχών στο συνολικό σύστημα.
2. Κατά το στάδιο αυτό καταγράφηκαν συμπληρωματικά στοιχεία που αφορούν στη διασπορά των «ελκυστών» και τον εντοπισμό υφιστάμενων «αστικών κενών» και περιοχών της πόλης με ασθενή χωρική δομή. Ακόμη, επελέγησαν πιλοτικά επτά περιοχές του Δήμου με διαφορετικό χαρακτήρα, για τις οποίες διατυπώθηκαν προτάσεις αρχιτεκτονικών, πολεοδομικών και κυκλοφοριακών παρεμβάσεων στα πλαίσια φοιτητικού εργαστηρίου με βάση γενικές κατευθύνσεις, όπως η αραίωση του ιστού, η δημιουργία δικτύου πρασίνου και η αξιοποίηση των αστικών κενών. Οι προτάσεις ελέγχθηκαν από διεπιστημονική ομάδα με βάση το αστικό μοντέλο της «χωρικής ανάλυσης».
3. Κατά το στάδιο αυτό διατυπώθηκαν οι τελικές προτάσεις της ερευνητικής ομάδας, μετά τη συνεκτίμηση των συμπερασμάτων της χωρικής ανάλυσης και τις προτάσεις στρατηγικών παρεμβάσεων στα δίκτυα κυκλοφορίας. Το ερευνητικό πρόγραμμα ολοκληρώθηκε με τη συγκρότηση ενός προγράμματος προτεινόμενων αρχιτεκτονικών, πολεοδομικών και κυκλοφοριακών παρεμβάσεων, στην κατεύθυνση της αστικής αναγέννησης της περιοχής του Δήμου Θεσσαλονίκης αλλά και του ευρύτερου πολεοδομικού συγκροτήματος. Οι παρεμβάσεις αυτές αφορούν σε διαμόρφωση δικτύων, υπογειοποιήσεις οδών, χώρους στάθμευσης, βελτίωση της αισθητικής της πόλης κτλ. Τέλος, σειρά προτάσεων εξειδικεύονται σε έξι συγκεκριμένα έργα αστικών παρεμβάσεων (περιοχή μουσείων και ΔΕΘ, ιστορικό κέντρο, Άνω Πόλη, θαλάσσιο μέτωπο, ανατολική οικιστική περιοχή και πρώην «αλάνα» της Τούμπας).
1. ΓΕΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
1.1. Αντικείμενο του ερευνητικού προγράμματος
Αντικείμενο του Ερευνητικού Προγράμματος είναι η συνολική θεώρηση της ευρύτερης περιοχής του Δήμου Θεσσαλονίκης με βάση ένα ενιαίο μοντέλο ανάλυσης και ερμηνείας του αστικού ιστού, που επιτρέπει στις οποιεσδήποτε προτάσεις να εντάσσονται σε μιαν ενιαία λογική και επισημαίνει τις περιοχές της πόλης που διαθέτουν αναπτυξιακή δυναμική. Κεντρική ιδέα της ερευνητικής προσέγγισης ήταν η ερμηνεία της πόλης ως ενός συστήματος που αποτελείται από πόλους με ελκτική ικανότητα και από ουδέτερες ζώνες μειωμένης ελκυστικότητας που συμπληρώνουν τα κενά μεταξύ των πόλων.
Οι προτάσεις του Ερευνητικού Προγράμματος είναι ενδεικτικές, ώστε να τεκμηριώσουν το θεωρητικό υπόβαθρο που υποστηρίζει τις απαιτούμενες πολεοδομικές, αρχιτεκτονικές, κυκλοφοριακές και θεσμικές παρεμβάσεις. Στόχοι ήταν η βελτίωση της οργάνωσης του αστικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης και η σύνταξη ειδικότερων προγραμμάτων ανάπλασης του Δήμου.
1.2. Στάδια του ερευνητικού προγράμματος
α. Πρώτο Στάδιο
Κατά το στάδιο αυτό έγινε αξιολόγηση του αστικού ιστού και αναδείχθηκε η ετερογένεια των επί μέρους περιοχών, ενώ κατασκευάστηκε ένα συνολικό ερμηνευτικό μοντέλο με τη βοήθεια της «συντακτικής ανάλυσης» προκειμένου να διαπιστωθεί ο τρόπος με τον οποίο οι κάτοικοι ιδιοποιούνται την πόλη και ειδικότερα το δημόσιο χώρο. Μετά την ανάλυση, συντάχθηκαν «αξονικοί χάρτες» όπου απεικονίζονται οι βαθμοί ενσωμάτωσης των επιμέρους περιοχών στο συνολικό σύστημα. Τέλος, ανάλογα με την ιδιαιτερότητα των φυσικών και λειτουργικών χαρακτηριστικών της Θεσσαλονίκης, διατυπώθηκαν οι πρώτες προτάσεις για τη βελτίωση της οργάνωσης του αστικού συγκροτήματος.
β. Δεύτερο Στάδιο
Κατά το στάδιο αυτό καταγράφηκαν συμπληρωματικά στοιχεία που αφορούν στη διασπορά των «ελκυστών» και τον εντοπισμό υφιστάμενων «αστικών κενών» και περιοχών της πόλης με ασθενή χωρική δομή. Ακόμη, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Μελετών Αρχιτεκτονικών Έργων του ΔΘ επελέγησαν πιλοτικά επτά περιοχές του Δήμου με διαφορετικό χαρακτήρα, για τις οποίες διατυπώθηκαν προτάσεις αρχιτεκτονικών, πολεοδομικών και κυκλοφοριακών παρεμβάσεων στα πλαίσια φοιτητικού workshop, με βάση γενικές κατευθύνσεις, όπως η αραίωση του ιστού, η δημιουργία δικτύου πρασίνου και η αξιοποίηση των αστικών κενών. Οι προτάσεις ελέγχθηκαν από διεπιστημονική ομάδα με βάση το αστικό μοντέλο της «χωρικής ανάλυσης».
γ. Τρίτο Στάδιο
Κατά το στάδιο αυτό διατυπώθηκαν οι τελικές προτάσεις της ερευνητικής ομάδας ως εξέλιξη των προτάσεων του 2ου σταδίου μετά τη συνεκτίμηση των συμπερασμάτων της χωρικής ανάλυσης και τις προτάσεις στρατηγικών παρεμβάσεων στα δίκτυα κυκλοφορίας. Το ερευνητικό πρόγραμμα ολοκληρώθηκε με τη συγκρότηση ενός προγράμματος προτεινομένων αρχιτεκτονικών, πολεοδομικών και κυκλοφοριακών παρεμβάσεων, στην κατεύθυνση της αστικής αναγέννησης της περιοχής του Δήμου Θεσσαλονίκης αλλά και του ευρυτέρου πολεοδομικού συγκροτήματος. Οι παρεμβάσεις αυτές αφορούν σε διαμόρφωση δικτύων, υπογειοποιήσεις οδών, χώρους στάθμευσης, βελτίωση της αισθητικής της πόλης κ.α. Τέλος, σειρά προτάσεων εξειδικεύονται σε έξι συγκεκριμένα έργα αστικών παρεμβάσεων (περιοχή μουσείων και ΔΕΘ, ιστορικό κέντρο, Άνω Πόλη, θαλάσσιο μέτωπο, ανατολική οικιστική περιοχή και πρώην «αλάνα» της Τούμπας).
1.3. Η ερευνητική ομάδα
Για την υλοποίηση του προγράμματος συγκροτήθηκε διεπιστημονική ομάδα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, αποτελούμενη από αρχιτέκτονες, πολεοδόμους και συγκοινωνιολόγους, στην οποία ανετέθη από τον Δήμο Θεσσαλονίκης η εκπόνηση Ερευνητικού Προγράμματος με τίτλο: «Χωρική ανάλυση και αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου Θεσσαλονίκης».
Η ερευνητική ομάδα είναι η ακόλουθη: Αναστάσιος Μ. Κωτσιόπουλος, Καθηγητής Α.Π.Θ., Επιστημονικά υπεύθυνος, Τίτη Παπαδοπούλου, Καθηγήτρια Α.Π.Θ., Άσπα Γοσποδίνη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Π.Θ., Αναστάσιος Τέλλιος, Επίκουρος Καθηγητής Α.Π.Θ., Αιμιλία Ζουμπουλίδου, Αρχιτέκτων Α.Π.Θ., MA AA, Αλίνα Πάνου, Αρχιτέκτων Α.Π.Θ., MSc in Architecture UCL, Σταύρος Συρίγος, Μηχ/κός Χωροταξίας, Πολεοδομίας & Περιφ. Ανάπτυξης Π.Θ., Θεοδώρα Ζησοπούλου, Συγκοινωνιολόγος μηχανικός Α.Π.Θ., Γεώργιος Δημαρέλος, Συγκοινωνιολόγος μηχανικός Α.Π.Θ..
Οι υπεύθυνοι παρακολούθησης του ερευνητικού έργου για το Δήμο Θεσσαλονίκης είναι οι εξής: Κωνσταντίνος Μπελιμπασάκης, Αρχιτέκτων Μηχανικός, Προϊστάμενος Διεύθυνσης Μελετών Αρχιτεκτονικών Έργων, Μαρία Ζουρνά, Αρχιτέκτων Μηχανικός, Προϊσταμένη Τμήματος Πολεοδομικών Μελετών & Εφαρμογών, Σμαρώ Θεοδωρίδου, Αρχιτέκτων Μηχανικός, Προϊσταμένη Τμήματος Αρχιτεκτονικών Μελετών, Κατερίνα Δαναδιάδου, Αρχιτέκτων Μηχανικός, Θωμάς Τζιάτζιος, Αρχιτέκτων Μηχανικός.
Οι φοιτητές που συμετείχαν στο εργαστήριο (workshop) που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του ερευνητικού προγράμματος είναι οι: Νικόλαος Αγραφιώτης, Βασίλης Καραγεωργίου, Παναγιώτης Παπαναστάσης, Βασίλης Χλωροκώστας, Εύη Μπαλογιάνννη, Λεωνίδας Νάσσης, Τόνια Παπανικολάου, Σοφία Αβραμοπούλου, Χρύσα Βαρνά, Παρίνα Βασιλοπούλου, Ιωάννης Ανεστίδης, Ιωάννης Σιωπίδης, Στέργιος Γαλίκας, Θέμης Χατζηγιαννόπουλος, Αριάδνη Καλοκύρη, Άννα Καραταγλίδου, Νίκος Λεβέντης, Φανή Ντιντόκα, Αλκιβιάδης Αβραμίδης, Ελισάβετ Δερδελάκου, Χριστίνα Παπαλεξανδρή και Παρασκευή Φανού.
2. ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
2.1. Χωρική ανάλυση
Προκειμένου να διαπιστωθεί ο τρόπος με τον οποίο οι κάτοικοι ιδιοποιούνται τον δημόσιο χώρο, ακολουθήθηκε η μέθοδος της Σύνταξης του Χώρου ('Space syntax', όπως αναπτύχθηκε από τον καθηγητή Bill Hillier και την ερευνητική ομάδα του στο University College London). Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, σε κάθε οικισμό, αστική περιοχή, ή ολόκληρη πόλη, το συνολικό δίκτυο του δημόσιου υπαίθριου χώρου (πλέγμα δρόμων, πλατειών, πεζοδρόμων, κλπ.) που ορίζεται από τη φυσική μορφή του πολεοδομικού ιστού, μπορεί να θεωρηθεί ως ενιαίο και συνεχές «χωρικό σύστημα». O «αξονικός χάρτης» απαρτίζεται από ένα πλέγμα αξόνων, που επιλέγονται έτσι ώστε να μπορούν να χαραχθούν με τέτοιο τρόπο, ώστε να έχουν το μέγιστο δυνατό μήκος, ώστε να είναι οι λιγότεροι δυνατοί, και ώστε να μπορούν να διατρέξουν όλους τους χώρους του συγκεκριμένου συστήματος.
Μέσα στο χωρικό σύστημα, κάθε στοιχείο (δηλαδή κάθε δρόμος, πλατεία, κλπ.) συνδέεται με συγκεκριμένο και σταθερό τρόπο με τα υπόλοιπα στοιχεία. Έτσι, διαμορφώνονται συγκεκριμένες τοπολογικές σχέσεις μεταξύ των χώρων και, ταυτόχρονα, καθορίζονται συγκεκριμένες συντακτικές ιδιότητες, πρώτον, για κάθε επιμέρους χώρο και, δεύτερον, για το χωρικό σύστημα ως σύνολο.
Η σημαντικότερη συντακτική ιδιότητα ενός χώρου είναι ο «βαθμός ενσωμάτωσης» (integration) μέσα στο σύστημα. Αυτή η ιδιότητα περιγράφει το ποσό ισχυρά είναι συνδεδεμένος ο συγκεκριμένος χώρος, όχι απλώς τοπικά ως προς τον αριθμό συνδέσεων με τους άμεσα γειτονικούς χώρους, αλλά σφαιρικά σε σχέση με όλους τους υπολοίπους χώρους του συστήματος. Παράλληλα, κάθε σύστημα χώρων ως σύνολο χαρακτηρίζεται από ένα συνολικό βαθμό ενσωμάτωσης που κατ' ουσία περιγράφει το βαθμό προσβασιμότητας του συστήματος.
Πάνω στον αξονικό χάρτη, όταν δηλαδή ως χώροι θεωρούνται οι άξονες, ο βαθμός ενσωμάτωσης ενός χώρου (δηλ. μιας αξονικής γραμμής) εκφράζει πόσα βήματα μακριά βρίσκεται ο συγκεκριμένος χώρος από το σύνολο των άλλων χώρων του συστήματος.
Για το χωρικό σύστημα ως σύνολο, η σημαντικότερη συντακτική ιδιότητα είναι, πρώτον, η μορφή και η διάρθρωση του «πυρήνα ενσωμάτωσης» (integration core), δηλαδή του 5% των χώρων που έχουν σχετικά μεγαλύτερο βαθμό ενσωμάτωσης και δεύτερον, η κατανομή του 50% των πιο «απομονωμένων χώρων» (segregated spaces), δηλ. των χώρων που έχουν σχετικά μικρότερο βαθμό ενσωμάτωσης.
Συγκεκριμένα, στην περίπτωση της μητροπολιτικής Θεσσαλονίκης, ο βαθμός ενσωμάτωσης κάθε χώρου (δρόμου, πλατείας, κλπ.) πριν από τις παρεμβάσεις απεικονίζεται χρωματικά σε σχετικό χάρτη. Ο πυρήνας ενσωμάτωσης, δηλ. το 5% των χώρων με τον υψηλότερο βαθμό ενσωμάτωσης, φαίνεται στον χάρτη με κόκκινο, πορτοκαλί και κίτρινο χρώμα.
Εικόνα 1. Κατανομή των κατηγοριών των ελκυστών και των επιφανειών τους στην περιοχή του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Για τη χωρική ανάλυση του πολεοδομικού ιστού της Θεσσαλονίκης με βάση την κατανομή και τη διάρθρωση των ελκυστών, δημιουργήθηκε ειδικό λογισμικό το οποίο συντάχθηκε για τις ανάγκες της συγκεκριμένης έρευνας. Το συγκεκριμένο λογισμικό έχει τη δυνατότητα να αναλύει συντακτικά το χωρικό σύστημα αλλά ταυτόχρονα και να αναγνωρίζει για κάθε ελκυστή τόσο την ακριβή θέση του μέσα στο χωρικό σύστημα, όσο και δύο βασικές ιδιότητές του - τη «βαρύτητα» και την «εμβέλεια». Με βάση αυτό το νέο λογισμικό, έγινε συντακτική χωρική ανάλυση ξεχωριστά για κάθε κατηγορία ελκυστών, η οποία προσδιορίζει ένα μέγεθος που ονομάζεται «βαθμός εγγύτητας» κάθε χώρου σε σχέση με ένα συγκεκριμένο σύνολο ελκυστών (συνυπολογίζοντας τις ιδιότητες της βαρύτητας και της εμβέλειας των ελκυστών).
Λαμβάνοντας υπόψη όλες τις παραπάνω κατηγορίες των ελκυστών, στη γενική συντακτική χωρική ανάλυση του ιστού της Θεσσαλονίκης, σχηματίζεται ένας πυρήνας ο οποίος υπερκαλύπτει το ιστορικό κέντρο της πόλης και επεκτείνεται λίγο ανατολικότερα στην περιοχή της Έκθεσης, των Μουσείων και του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου.
Το σύνολο των ελκυστών εμφανίζεται στην Εικόνα 1. Συγκρίνοντας τον πυρήνα ενσωμάτωσης με τον πυρήνα εγγύτητας προς το σύνολο των ελκυστών (πριν από τις παρεμβάσεις), οι διαφορές είναι πολύ μεγάλες. Ο πυρήνας ενσωμάτωσης, είναι επιμήκης, τείνει να διατρέχει όλη την πόλη από τα βορειοδυτικά προς τα νοτιοανατολικά ενώ έχει μεγαλύτερη πυκνότητα και ένταση στο κέντρο της πόλης. Ο πυρήνας εγγύτητας δεν είναι εκτενής αλλά εντοπισμένος πάνω στο γεωγραφικό κέντρο της πόλης.
Επομένως, ο πολεοδομικός ιστός της Θεσσαλονίκης ως την ενσωμάτωση (δηλαδή σε ό,τι αφορά στις καθαρά χωρικές εγγενείς ιδιότητές του, όπως αυτές καθορίζονται από το ίδιο το χωρικό σύστημα και τη δομή του) χαρακτηρίζεται από εκτεταμένο γραμμικό πυρήνα που διειδύει στις περισσότερες περιοχές - ενσωματώνοντας και 'δένοντας'την περιφέρεια με το κέντρο. Δηλαδή, συντάσσει ένα «δημοκρατικό» δημόσιο χώρο με κύρια αρετή του τη συμμετρική ανάπτυξη.
Εικόνα 2. Ανάλυση της πόλης με τη χρήση της μεθόδου της Σύνταξης του Χώρου (space syntax) και απεικόνιση της μίξης ενσωμάτωσης και εγγύτητας προς τους ελκυστές.
Αντίθετα, ο ίδιος πολεοδομικός ιστός ως προς την εγγύτητα των χώρων για το σύνολο των ελκυστών (δηλαδή σε ό,τι αφορά στις εξωγενείς ιδιότητές του, όπως αυτές καθορίζονται από τη διάρθρωση των χρήσεων γης και τη χωροθέτηση δραστηριοτήτων), χαρακτηρίζεται από ένα πολύ εντοπισμένο πυρήνα που υπερτονίζει την αξία του κέντρου και δημιουργεί ισχυρές ανισότητες μεταξύ κέντρου και περιφέρειας, όπως φαίνεται στην Εικόνα 2.
Προκειμένου να αποκτηθεί μια εικόνα της χωρικής δομής της πόλης, όπως την συνθέτουν οι δύο διαφορετικοί πυρήνες (ο πυρήνας της συντακτικής χωρικής ενσωμάτωσης και ο πυρήνας της συντακτικής εγγύτητας ελκυστών), η ανάλυση προχώρησε σε σύνθεση των δύο πυρήνων. Η διαδικασία δεν έγινε με αναλογικό γραφιστικό τρόπο αλλά ηλεκτρονικά με τη βοήθεια ενός δεύτερου νέου ειδικού λογισμικού το οποίο συντάχθηκε για τις ανάγκες της συγκεκριμένης έρευνας.
Το συγκεκριμένο λογισμικό έχει τη δυνατότητα να παράγει ένα ενιαίο χωρικό πυρήνα με τη συντακτική σύνθεση των δύο παραπάνω πυρήνων, αφού οριστεί κατά βούληση το ποσοστό συμμετοχής κάθε πυρήνα στον υπό σύνθεση ενιαίο πυρήνα. Η Πινακίδα 1.2 της Έκθεσης παρουσιάζει τον νέο ενιαίο πυρήνα (πριν από τις παρεμβάσεις) για τη μητροπολιτική Θεσσαλονίκη. Ο ενιαίος πυρήνας προκύπτει από τη μείξη κατά 75% του πυρήνα χωρικής ενσωμάτωσης και κατά 25% του πυρήνα εγγύτητας ελκυστών. Η επιλογή των ποσοστών συμμετοχής είναι πειραματική και εμπειρική. Τα συγκεκριμένα ποσοστά (75% - 25% ) επελέγησαν εμπειρικά μετά από πολλές δοκιμές και άλλων δυνατοτήτων. Τα ζεύγος ποσοστών συμμετοχής (75% - 25%) εμφανίσθηκε να αποδίδει ένα ενιαίο πυρήνα ο οποίος απεικονίζει καλύτερα την πόλη της Θεσσαλονίκης, όπως βιωματικά τη γνωρίζουμε ως κάτοικοι. Η ίδια προσέγγιση εφαρμόζεται για την περιοχή του Δήμου Θεσσαλονίκης και μετά τις παρεμβάσεις, όπως φαίνεται στο κάτω τμήμα της Πινακίδας 1.2. της Έκθεσης.
2.2. Εντατικό φοιτητικό εργαστήριο (workshop)
Στη Θεσσαλονίκη, κατά το διάστημα 4 - 14 Νοεμβρίου 2008, διοργανώθηκε φοιτητικό Workshop στα πλαίσια του ερευνητικού έργου «Χωρική ανάλυση και αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις στην περιοχή του Δήμου Θεσσαλονίκης» το οποίο εκπονήθηκε στο Α.Π.Θ. με χρηματοδότηση του Δήμου Θεσσαλονίκης. Οι προτάσεις των φοιτητών υποστηρίχθηκαν σε κλειστή παρουσίαση με τη συμμετοχή στελεχών από το Δήμο Θεσσαλονίκης.
Τους φοιτητές απασχόλησαν επτά αστικές παρεμβάσεις - στα όρια του Δήμου Θεσσαλονίκης - ύστερα από υπόδειξη της Διεύθυνσης Μελετών Αρχιτεκτονικών Έργων του Δήμου Θεσσαλονίκης και μετά την πρώτη προσέγγιση των επί μέρους περιοχών από την ερευνητική ομάδα. Πρόκειται για παρεμβάσεις στην κεντρική περιοχή της συμπαγούς πόλης και ειδικότερα στις περιοχές:
1. Κάτω Πόλη: περιοχή 12 Αποστόλων
2. Άνω Πόλη: σύνθετες παρεμβάσεις στην περιοχή
3. Κάτω Πόλη: αξιοποίηση του Καραβάν Σεράϊ και επιπτώσεις στον περιβάλλοντα χώρο
4. Περιοχή των Μουσείων
5. «Αλάνα» Τούμπας
6. Θαλάσσιο μέτωπο
7. Βασιλίσσης Όλγας, Λεωφόρος Κωνσταντίνου Καραμανλή
Οι περιοχές της Θεσσαλονίκης που αποτέλεσαν αντικείμενο μελέτης είναι χαρακτηριστικές, γιατί αποτελούν τμήματα πόλης με ιδιαιτερότητα που προκαλεί διάφορες μορφές αστικής συμπεριφοράς, ενώ οι αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις διακόπτουν την ομοιογένεια του αστικού ιστού, όπως αυτή προέκυψε μεταπολεμικά από τα σχέδια πόλης και τους οικοδομικούς κανονισμούς.
Αντίθετα με τη λογική των κεντρικοτήτων που διέπει τα ιστορικά σύνολα, τα σχέδια πόλης επεδίωξαν την απορρόφηση της πόλης από ένα ισοτροπικό σύστημα υποδομών, το οποίο ομογενοποιούσε όλη την έκταση της αστικής περιοχής. Με εξαίρεση το σχεδιασμό της Κάτω Πόλης από τον E. Hebrard, ο σχεδιασμός της πόλης δεν προέβλεπε μνημεία, μορφές ή εξαιρέσεις στον κανόνα - όταν κανόνας ήταν το απεριόριστα διογκούμενο οδικό δίκτυο και η επανάληψη των οικοδομικών τετραγώνων για την κατοικία που αφόπλιζαν την επιμέλεια για τους δημόσιους χώρους ή το πράσινο.
Κρίσιμο ζήτημα για τις παρεμβάσεις ήταν αφενός ο συσχετισμός τους με παλαιούς και νέους ελκυστές και αφετέρου η αξιοποίηση αστικών κενών ή η πρόβλεψη νέων που προκύπτουν από την απόσυρση κατασκευών και τη μετακίνηση χρήσεων σε άλλες θέσεις, ώστε να δημιουργηθούν όροι για τη δημιουργία νέων πυρήνων ή για τη διασπορά μεικτών χρήσεων σε μονολειτουργικές περιοχές. Το νέο δίκτυο του μετρό καθώς και εναλλακτικές διελεύσεις και τρόποι στάθμευσης υποστηρίζουν σε πολλές περιπτώσεις τις αστικές παρεμβάσεις με στόχο την αναβάθμιση της ζωής των κατοίκων.
Το Workshop δεν προεξοφλεί το μέλλον της πόλης, αλλά προσφέρει εικόνες για μιαν εναλλακτική ανάπτυξη που συνδυάζει τα τοπικά χαρακτηριστικά με το μητροπολιτικό χαρακτήρα, τον οποίο η Θεσσαλονίκη έχει αποκτήσει σταδιακά με την επέκτασή της εκτός των τειχών κατά τον 20ο αιώνα. Ειδικότερα, οι περιοχές που απασχόλησαν το Workshop είτε είναι παράκτιες, είτε βρίσκονται στο εσωτερικό του αστικού συνόλου, αποτελούν «πόλεις μέσα στην πόλη» και αντιμετωπίστηκαν σε όρους αρχιτεκτονικής μορφής και πολλλαπλότητας ή, με άλλα λόγια, σε όρους μιας σαφούς πολεμικής απέναντι στις έννοιες όπως «αστικός χώρος», «αστικό τοπίο» ή «δίκτυο», οι οποίες αποτελούν την έκφραση μιας στρατηγικής που τροφοδοτεί την ομοιογένεια του συνόλου. Αυτό δεν σημαίνει μια νοσταλγική ανακατασκευή ενός ιδεώδους χώρου αλλά τη διατύπωση κριτηρίων και μορφών αναφοράς για μιαν ανανεωμένη αντίληψη της πόλης και της αρχιτεκτονικής της που εκτιμά το ζήτημα «μέρος-όλο» ως την κρίσιμη σχέση ανάμεσα στην αρχιτεκτονική και την πόλη.
2.3. Προτάσεις κατά περιοχή
Στην τελική φάση του έργου, αξιολογήθηκε το αστικό σύστημα της ευρύτερης μητροπολιτικής Θεσσαλονίκης συνολικά, ώστε να προταθούν παρεμβάσεις σε επί μέρους περιοχές του Δήμου Θεσσαλονίκης. Οι παρεμβάσεις αυτές συνεκτιμούν τα συμπεράσματα της χωρικής ανάλυσης και αποτελούν εξέλιξη των επί μέρους προτάσεων που διατυπώθηκαν κατά τη διάρκεια του workshop στη Β' φάση του έργου. Οι περιοχές των προτεινόμενων παρεμβάσεων φαίνονται στην Εικόνα 3.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η ακαμψία της δόμησης που εν πολλοίς οφείλεται στο καθεστώς συνιδιοκτησίας και οι περιορισμοί του οδικού δικτύου δημιουργούν χαρακτηριστικά αδρανείας στον χωρικό σχηματισμό της πόλης, η οποία δεν επιτρέπει την εύκολη προσαρμογή των προτάσεων στα συμπεράσματα της χωρικής ανάλυσης. Η προσαρμογή είναι δύσκολη, όχι τόσο στο ζήτημα των ελκυστών - οι οποίοι, καθώς αντιστοιχούν κυρίως σε ελκτικές χρήσεις, μπορεί εύκολα να γίνουν περισσότεροι - όσο στο ζήτημα της ενσωμάτωσης του οδικού δικτύου στις προτάσεις, επειδή το οδικό δίκτυο είναι δεδομένο και δεν είναι εφικτές μείζονες παρεμβάσεις σε αυτό που προκύπτουν από τα συμπεράσματα της χωρικής ανάλυσης.
Προκειμένου να προταθεί ένα πρόγραμμα αρχιτεκτονικών παρεμβάσεων στην κατεύθυνση που υποδείχθηκε στη Β'φάση του έργου, δηλαδή στην κατεύθυνση της αστικής αναγέννησης στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου Θεσσαλονίκης, έγινε αναθεώρηση των περιοχών παρέμβασης σε σχέση με τις περιοχές που είχαν υποστεί επεξεργασία κατά τη διάρκεια του Workshop. Το αρχικό πρόγραμμα των παρεμβάσεων προέβλεπε τις εξής 7 περιοχές, οι οποίες αποτέλεσαν και αντικείμενο επεξεργασίας των workshops.
Στους τίτλους και στα όρια των περιοχών αυτών έγιναν ορισμένες παρεμβάσεις ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στα προβλήματα του αστικού δικτύου της ευρύτερης περιοχής. Έτσι οι περιοχές παρεμβάσεων επαναπροσδιορίστηκαν ως εξής:
1. Περιοχή Μουσείων - Δ.Ε.Θ. (ανατολικό «ρήγμα»)
2. Περιοχή Ιστορικού κέντρου
3. Περιοχή Άνω Πόλης
4. Θαλάσσιο μέτωπο
5. Ανατολική οικιστική περιοχή (Βασ. Όλγας - Κ. Καραμανλή)
6. «Αλάνα» Τούμπας
Ιδιαίτερα οι προτάσεις για το θαλάσσιο μέτωπο (4) και την ανατολική οικιστική περιοχή (5) συνδέθηκαν ώστε το προτεινόμενο δίκτυο πεζοδρόμων της ανατολικής οικιστικής περιοχής (Βασ. Όλγας - Κ. Καραμανλή) να συνδυάζεται με την πρόταση υποβιβασμού και τοπικής υπογειοποίησης της Λεωφόρου Μ. Αλεξάνδρου και με τις προτάσεις νέων διαμορφώσεων στα σημεία «εξόδου» των πεζοδρόμων προς τη θάλασσα. Ειδικά για την περιοχή της νέας παραλίας, παρουσιάζεται ως εναλλακτική και η καινοτομική πρόταση της οποίας η επεξεργασία έγινε στα πλαίσια του workshop. Αυτή προβλέπει μια νέα διαπραγμάτευση της διχοτομίας που χαρακτηρίζει σήμερα τη σχέση ανάμεσα στην πόλη και τη θάλασσα.
Εικόνα 3. Χάρτης με τις περιοχές των προτεινόμενων παρεμβάσεων στα όρια του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Έγιναν, επίσης, βελτιώσεις που σχετίζονται με κυκλοφοριακές και πολεοδομικές ρυθμίσεις στην περίπτωση της Άνω Πόλης (3) και της «Αλάνας» της Τούμπας (6), επεκτάθηκε ο αστικός βελονισμός που επιχειρήθηκε στη Β' φάση, όπως στην περίπτωση του ιστορικού κέντρου (2) και της ανατολικής οικιστικής περιοχής (5, οδός Δελφών μεταξύ Βασ. Όλγας και Κ. Καραμανλή) και αναθεωρήθηκαν ορισμένες προτάσεις, όπως στην περιοχή 1, με τη συνολική θεώρηση της περιοχής των Μουσείων και του χώρου της Δ.Ε.Θ. στην περιοχή του λεγομένου ανατολικού αστικού «ρήγματος». Ειδικά για την περιοχή αυτή προτάθηκαν δύο αντιδιαμετρικά διαφορετικές λύσεις, ώστε να καταγραφεί το φάσμα των δυνατοτήτων, τόσο από πλευράς χρήσεων όσο και από πλευράς χειρισμών σε επίπεδο αρχιτεκτονικού και αστικού σχεδιασμού.
Οι αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις συνδυάζονται με προτάσεις για το κυκλοφοριακό και πεζοδρομήσεις μικρής έκτασης αλλά καθοριστικές για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και την ανάπτυξη υποβαθμισμένων περιοχών (όπως είναι η περιοχή της Κασσάνδρου στο δυτικό τομέα και της Δελφών στον ανατολικό τομέα) ή για την βελτίωση της εμπορικής λειτουργίας σε οδούς όπως είναι η Ερμού και η Σβώλου στην κεντρική περιοχή. Είναι φανερό ότι η αστική αναγέννηση απαιτεί συνδυασμένες παρεμβάσεις που αποβλέπουν στην ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των επί μέρους περιοχών ως απάντηση στην ομογενοποίηση. Έτσι, οι παρεμβάσεις έχουν, παρά τις διαφορές τους, κοινό στόχο να τεθεί σε αμέσως επόμενη φάση το ζήτημα της αστικής μορφής και της αρχιτεκτονικής ταυτότητας των κατασκευών, διατηρουμένων και νέων, ώστε οι παρεμβάσεις να συμβάλουν στην ελκυστικότητα των επί μέρους περιοχών.
3. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Hillier B. and Hanson J., 1984. The Social Logic of Space. Cambridge University Press, Cambridge.
- Hillier B., 1999. Space is the Machine: A Configurational Theory of Architecture.
- Cambridge University Press, Cambridge. Lynch K., 1960. The Image of the City. The MIT Press, Cambridge, Massachusets and London.
- Αραβαντινός Α., 2007. Πολεοδομικός Σχεδιασμός, Για μια βιώσιμη ανάπτυξη του αστικού χώρου, B' έκδοση αναθεωρημένη. Εκδόσεις Συμμετρία, Αθήνα. Γοσποδίνη Ά. (επιμ.), 2008. Διάλογοι για το σχεδιασμό του χώρου και την ανάπτυξη.
- Εκδόσεις Κριτική, Αθήνα. Γοσποδίνη Ά. και Μπεριάτος Η., 2006. Τα νέα αστικά τοπία και η ελληνική πόλη. Εκδόσεις Κριτική, Αθήνα.
- Κωτσιόπουλος Α. Μ., 2010. Η αρχιτεκτονική σε περίοδο κρίσης. Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα.
- Παπαδοπούλου Τ., 2007. Expo Exposite. Εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη.
- Παπαδοπούλου Τ., 2010. 8 Προτάσεις για την Καβάλα. Εκδόσεις Παπασωτηρίου, Αθήνα.
- Φιλιππίδης Δ., 1990. Για την Ελληνική Πόλη: Μεταπολεμική Πορεία και Μελλοντικές Προοπτικές. Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα.
@Ομιλία στο 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο Πολεοδομίας Χωροταξίας και Περιφερειακής ανάπτυξης που έγινε στο Βόλο τον Σεπτέμβριο του 2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου