Του Π. Κ. Ιωακειμίδη, ΝΕΑ, 19.7.13
Η πελατειακή λογική (clientelism) καθώς και η λογική ότι το κράτος και οι δημόσιες θέσεις που αντιπροσωπεύουν το κράτος αποτελούν προνόμιο του κόμματος (ή κομμάτων) που βρίσκεται στην εξουσία αποδεικνύεται ότι είναι τόσο βαθιά ριζωμένες που δεν εξαλείφονται ούτε σε περιόδους έντονης κρίσης και (υποτίθεται) μεταρρυθμιστικής δυναμικής. Κάποια τελευταία επεισόδια «τακτοποίησης» κομματικών στελεχών σε καίριες θέσεις δημόσιας εξουσίας πιστοποιούν πέρα για πέρα το γεγονός (και προκαλούν δικαιολογημένα το κοινό αίσθημα). Ετσι φαίνεται ότι μία κύρια παθογένεια που οδήγησε τη χώρα στην κρίση, η πελατειακή λογική και η κομματοκρατία, δεν είναι από τις καταστάσεις που μπορούν να αλλάξουν εύκολα. Στο πεδίο αυτό, οι οποιεσδήποτε διακηρύξεις φαίνεται να παραμένουν άνευ αντικρίσματος. Οι παθογένειες παραμένουν και ως εκ τούτου οι προοπτικές για μια ριζική αλλαγή στη συγκρότηση του κράτους/διοίκησης αλλά και στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος ελαχιστοποιούνται απελπιστικά. Βεβαίως η δημιουργία του ΑΣΕΠ τη δεκαετία του 1990 αποτέλεσε ένα καθοριστικά καινοτόμο μέτρο για την εξάλειψη του πελατειακού συνδρόμου στην αφετηριακή στελέχωση της διοίκησης. Μια πραγματική τομή στη λογική της παθογενούς λειτουργίας κράτους, πολιτικού συστήματος και λειτουργίας/συμπεριφοράς των κομμάτων, αλλά από εκεί και πέρα η παθογένεια σε μεγάλο βαθμό παραμένει. Και θα πρέπει βεβαίως να ξεριζωθεί.
Η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι η ευρωπαϊκή χώρα όπου κάθε αλλαγή κυβέρνησης συνοδεύεται από αλλαγές εκατοντάδων, ίσως χιλιάδων, ανώτερων στελεχών σε όλο το εύρος της δημόσιας λειτουργίας, εν στενή και ευρεία εννοία, από τράπεζες, νοσοκομεία, ερευνητικά κέντρα, πρόσωπα δημοσίου δικαίου, θέατρα κ.λπ.
Αυτό δεν συμβαίνει σε τέτοια έκταση σε καμιά σοβαρή ευρωπαϊκή χώρα. Σε ορισμένες χώρες δεν συμβαίνει καθόλου (π.χ. Σκανδιναβικές). Η αλλαγή κυβέρνησης, είτε εντός είτε εκτός του ίδιου ιδεολογικού φάσματος, δεν οδηγεί σε απολύτως καμιά αλλαγή δημόσιων στελεχών. Σε κάποιες άλλες οδηγεί σε πολύ περιορισμένες. Μετριούνται στα δάχτυλα των χεριών. Η διαιώνιση του παθογενούς φαινομένου στην Ελλάδα έχει τις αυτονόητες συνέπειες - αναξιοκρατία, αμοραλισμός, διαφθορά που καταλήγουν σε ένα αναποτελεσματικό, παράλυτο κράτος με μηδαμινές δυνατότητες επίλυσης προβλημάτων. Γιατί κατά κανόνα τα πολιτικά πρόσωπα που επιλέγονται να τοποθετηθούν στις καίριες θέσεις προέρχονται από μια μεγάλη λίστα αποτυχημένων σε διάφορα επίπεδα, είτε εκλογικά είτε διοικητικά. Σε περίοδο όμως κρίσης όπως αυτή που διανύουμε, η συνέχιση της παθογένειας αυτής στέλνει ένα απελπιστικά αρνητικό μήνυμα στην κοινωνία και ιδιαίτερα στους νέους και άνεργους - ότι «στην Ελλάδα δεν αλλάζει τίποτα», ότι «μόνο το μέσο και οι κομματικές διαδρομές οδηγούν στην ανάδειξη και την κατάληψη σημαντικών θέσεων ευθύνης». Αξιοκρατία δεν υπάρχει. Δικαιολογημένα στη βάση αυτή, ένας νέος άνθρωπος επαναστατεί.
Θα πρέπει να είναι υποθέτω σαφές ότι μπορεί να πετύχουμε τελικά πρωτογενές πλεόνασμα, να φέρουμε τη δημοσιονομική εξυγίανση και σταθερότητα, να προωθήσουμε τις ιδιωτικοποιήσεις, να μειώσουμε το μέγεθος του κράτους και να κλείσουμε ορισμένους άχρηστους φορείς, αλλά όλα αυτά δεν θα μας βγάλουν οριστικά και τελεσίδικα από την κρίση. Δεν θα μας κάνουν «κανονική» ευρωπαϊκή χώρα που δεν επαναλαμβάνει τις κρίσεις σε τακτά επαναλαμβανόμενα χρονικά διαστήματα, όπως συμβαίνει στην ελληνική Ιστορία. Θα βγούμε οριστικά από την κρίση εάν αλλάξουν ορισμένες αντιλήψεις, νοοτροπίες, συμπεριφορές. Εάν αλλάξει δηλαδή κάτι στην πολιτική κουλτούρα που εξέθρεψε την κρίση. Και η πελατειακή λογική, καθώς και η λογική του «κράτους-φέουδου» των κομμάτων συνιστούν στοιχεία που θα πρέπει να εξαφανισθούν τώρα. Δεν ξέρω πόσα θα μπορούσαν να γίνουν σε θεσμικό επίπεδο προκειμένου να αλλάξουν κάπως τα πράγματα. Αλλά ορισμένα πράγματα μπορούν να γίνουν.
Πρώτα απ’ όλα θα μπορούσε να συμφωνηθεί (και κατοχυρωθεί ίσως στο Σύνταγμα) ότι η αλλαγή κυβέρνησης δεν επιφέρει καμιά άλλη αλλαγή στη στελέχωση του δημόσιου τομέα πέραν των αλλαγών των γενικών γραμματέων. Για όλες τις άλλες αλλαγές, θα μπορούσε ενδεχομένως να συσταθεί μια ανεξάρτητη αρχή κύρους (ένα ανώτατο ΑΣΕΠ) που θα αποφάσιζε αλλαγές, τοποθετήσεις, κ.λπ. εάν και εφόσον αντικειμενικές συνθήκες το επέβαλλαν.
Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Με τον τρόπο αυτό θα διασφαλιζόταν η αξιοκρατία, η αποτελεσματικότητα, η συνέχεια στη λειτουργία τού εν ευρεία εννοία κρατικού συστήματος. Και επιπλέον, το κράτος θα αποκτούσε σταδιακά τα χαρακτηριστικά «συστήματος επίλυσης προβλημάτων» και όχι συστήματος διαιώνισης προνομίων και τακτοποίησης ημετέρων.
Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
1 σχόλιο:
Οι βολεψο-δημοσιοι δεν θελουν μεταρρυθμίσεις
στην πολυθρονα κάθονται, μα μην τους ενοχλήσεις
το τριωρο μηχανικου δημοσιου τομεα
και ποσοστο ή payroll του καθε διαφθορεα
νταβατζη, προμηθευτη, ολα καλα κι ωραια.
ακρα του ταφου σιωπη αντι στον ειισαγγελεα.
Ο Ρακιντζης ούτε κι αυτον μπορει να απολύσει
δεν σηκώνει ο σβέρκος του πολλά εκτος απο μπαξισι
αντι σφαλιάρες και κλωτσιες ετσι οπως ειναι σκυμμένος
να το χαρει ο ιδιωτικος και καθε πικραμενος.
Δεν αγαπούν την αλλαγή, γιαυτό τους κατακρίνω
καμμια κατανόηση, οικτο δεν τους δίνω
γιατί αυτό που νόμισαν πως είναι δια βιου
είναι γνωστό πως θα το ζουν εις αστρον του Σειριου.
Αφώτιστος Φιλέλλην
Δημοσίευση σχολίου