Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2011

Παγκόσμια κρίση; => Παγκόσμια λύση.

Tου Διογένη Σακελλαρίου, 4.10.11

Στο άρθρο που ακολουθεί γίνεται μια προσπάθεια να ανιχνευτούν οι ρίζες της παρούσας κρίσης, να εξαχθούν ορισμένα συμπεράσματα και να αναζητηθούν κάποιες λύσεις. Τη βασική θέση ότι οι αγορές έτσι που λειτουργούν, απειλούν να υπονομεύσουν όλη την υπόλοιπη οικονομία έρχεται να ενισχύσει ο πολύ γνωστός Soros, Βλ Ελευθεροτυπία 1/10/2011: «Ακυβέρνητες κεφαλαιαγορές σπρώχνουν τον κόσμο σε κραχ.» 

 Η παγκοσμιοποίηση έχει επικρατήσει. Η διαπίστωση αυτή δεν αφορά μόνο τις εν γένει οικονομικές(παραγωγικές, εμπορικές, κεφαλαιακές) σχέσεις,  αλλά, εν πολλοίς, και τη ζωή όλων των ανθρώπων. Η ευκολία των μετακινήσεων, των ταξιδιών, των μεταφορών και κυρίως η τεχνολογία των αστραπιαίων επικοινωνιών έχουν συρρικνώσει τον πλανήτη.
Οι τεχνολογίες αυτές αποτελούν πλέον αμετάκλητα και θεμελιώδη χαρακτηριστικά των κοινωνιών ή της, εν διαμορφώσει,  παγκοσμιο-ποιημένης κοινωνίας. Γιατί, μια παγκόσμια κοινότητα βρίσκεται υπό διαμόρφωση· και μια όψη αυτής είναι η κυριαρχία πολιτιστικών προτύπων που προέρχονται κυρίως από τις δύο αγγλοσαξονικές μητροπόλεις, αλλά μία άλλη όψη είναι η συγκίνηση που προκάλεσε το τσουνάμι και τα σημαντικά ποσά που συγκεντρώθηκαν για την ανακούφιση των θυμάτων. Μια άλλη όψη επίσης είναι και τα τεράστια μεταναστευτικά κύματα προς τις ανεπτυγμένες χώρες· είναι κι αυτά αποτέλεσμα των εικόνων που κατακλύζουν όλο τον πλανήτη και λογική συνέπεια της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων. Έτσι είναι η παγκοσμιοποίηση, έχει θετικές και αρνητικές πλευρές, όπως συμβαίνει με κάθε κοινωνική εξέλιξη. Ωστόσο, υπάρχουν πολλοί τρόποι να υλοποιηθεί η παγκοσμιοποίηση και προφανώς η παρεμβολή της πολιτικής δύναται να διαμορφώσει τους σχετικούς όρους.

Η οικονομική πτυχή της παγκοσμιοποίησης καλύπτει αφενός την, αδιανόητη άλλοτε, οικονομική απογείωση ενός μεγάλου τμήματος της υφηλίου, αλλά και την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων τόσο των παραγωγικών, που αποτελούν τις άμεσες ξένες επενδύσεις, αλλά και των λεγόμενων κερδοσκοπικών κεφαλαίων. Αυτά τα τελευταία έχουν γιγαντωθεί τα τελευταία 10 με 15 χρόνια και είναι το μόνο οικονομικό μέγεθος που σημείωσε πραγματική αύξηση αυτή την περίοδο. Ποιοί κατέχουν μερίδια σ’ αυτά τα κεφάλαια; Πάρα πολλοί: από τον μικροαποταμιευτή που ο υπάλληλος στο γκισέ του προτείνει να τοποθετήσει την αποταμίευσή του σε ένα «προϊόν», μέχρι ασφαλιστικά ταμεία και επιχειρήσεις, και ακόμη πάρα πολύ πλούσια άτομα λχ.  πάμπλουτοι πετρελαιο-εμίρηδες. Όλοι επιζητούν υψηλές αποδόσεις, εφόσον τα επιτόκια των τραπεζών δεν αντισταθμίζουν ούτε καν τον πληθωρισμό, πράγμα το οποίο εξηγείται από τη μεγάλη αφθονία των κεφαλαίων. Για πρώτη φορά τα μεσαία και κατώτερα στρώματα είναι σε θέση να αποταμιεύουν. Όλα αυτά τα κεφάλαια τα διαχειρίζονται τα χρυσά παιδιά, τα golden boys, με αμοιβές που ξεπερνούν το βάρος του σε χρυσό(με τις παλιές τιμές του χρυσού).

Αλλά, όμως, δεν υπάρχει σήμερα κανένας ασφαλής οιωνοσκόπος. Όπως και στην περίπτωση των αρχαίων Μαντείων, τα οποία πλέοντας και αυτά στην αβεβαιότητα των εξελίξεων, έδιναν ασαφείς και δυσερμήνευτους χρησμούς. Τη δουλειά αυτή οι πάσης φύσεως χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις την αναθέτουν σε άλλους οιωνοσκόπους, τους λεγόμενους «οίκους αξιολόγησης». Οι οποίοι ως απόλυτοι άρχοντες, θεοί μάλλον, αυτής της χρηματοοικονομικής ευδαιμονίας, παντεπόπτες των οικονομικών επιδόσεων όλου του πλανήτη, έχουν το χάρισμα να βλέπουν να πραγματοποιούνται οι βουλήσεις τους, δεδομένου ότι οι προβλέψεις(reports) τους γίνονται ασμένως πράξη και έτσι είναι οι προφήτες των αυτοεπαληθευόμενων προφητειών. Δεν είναι τυχαίο ότι οι οίκοι είναι μόνον τρείς, αν ήταν πολλοί οι διαφορετικές εκτιμήσεις τους θα προκαλούσαν στους επενδυτές μία παραλυτική σύγχυση(Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν και άλλοι περιορισμένης όμως εμβέλειας και ειδικών σκοπών, υπάρχει πάντως και κινέζικος). Ωστόσο, προκειμένου να αποφεύγονται οι πολύ αποκλίνουσες προφητείες και, επειδή κανείς δεν κατέχει τη γυάλινη σφαίρα, είναι υποχρεωμένοι να συγκλίνουν αρκετά στις προβλέψεις που κάνουν. Έτσι τελικά λειτουργούν σαν ένας και μόνον οίκος με τρία παραρτήματα, ένα είδος μονοπωλιακής δομής της αξιολόγησης.

Το πρόβλημα ίσως δεν είναι οι οίκοι καθεαυτοί, αλλά ότι κατευθύνουν τεράστια ιδιωτικά κεφάλαια προκαλώντας τεράστιες ανισορροπίες στις πραγματικές οικονομίες. Ο μοναδικός και απόλυτος στόχος τους είναι να αποσπάσουν τα υψηλότερα δυνατά  κέρδη, κι ακόμα, κυρίως, να εξασφαλιστεί απόλυτα η αποπληρωμή τους. Είναι επομένως οι οίκοι αυτοί μόνον δυσοίωνοι, έτοιμοι να βαθμολογήσουν αρνητικά, σαν τα δελτία ειδήσεων, ενώ αδυνατούν (ή δεν τολμούν) να προβλέψουν χρηματοπιστωτικές καταστροφές ή μείζονες ανατροπές, επειδή θα λειτουργήσουν και αυτές ως αυτοεκπληρούμενες προφητείες. Τα παραπάνω κεφάλαια υπερβαίνουν κατά πολύ τα διαθέσιμα κρατών και Κεντρικών Τραπεζών και συνεπώς σε μια αναμέτρηση  πόκερ έχουν τη δυνατότητα να επιβληθούν χάρη στα μέσα που διαθέτουν. Η παρομοίωση με πόκερ δεν είναι αυθαίρετη και δεν αναφερόμαστε εδώ στα παραγωγικά κεφάλαια.  Σύμφωνα με τους H. Magdof και P. Sweezy σε κάποια φάση εδώ και μερικές δεκαετίες, οι καπιταλιστές ή πολλοί απ’ αυτούς απαρνήθηκαν τον παραδοσιακό τους ρόλο δηλ. να επενδύουν σε πάγια στοιχεία και εγκαταστάσεις και μπήκαν στο χορό των πάσης φύσεως άυλων τοποθετήσεων χαρτοφυλακίου με μοναδικό σκοπό την απρόσκοπτη κερδοσκοπία. Η εξέλιξη αυτή συνδέεται βέβαια με το γεγονός ότι οι κύριες δυτικές οικονομίες είχαν εισέλθει σε μια φάση ωριμότητας – μείωση της κατανάλωσης - και ακόμη η επικράτηση ισχυρών μονοπωλιακών δομών(βλ. J. B. Foster and F. Magdoff: “The Great Financial Crisis”, MRP, 2009).

Το κεφάλαιο είναι πλήρως παγκοσμιοποιημένο σήμερα, ενώ οι κυβερνήσεις είναι εξ ορισμού εθνικές. Ακόμη, οι κινήσεις κεφαλαίων είναι από τις ελάχιστες οικονομικές δραστηριότητες, και μάλιστα πολύ μεγάλου οικονομικού μεγέθους, που δεν φορολογούνται . Αυτή η πραγματικότητα δεν είναι μόνον απόρροια του ότι οι κυβερνήσεις είναι στην υπηρεσία του μεγάλου κεφαλαίου, αλλά και ότι η μεγάλη κινητικότητα, σε διεθνές επίπεδο, των κεφαλαίων ακυρώνει κάθε προσπάθεια ρύθμισής τους. Τα κεφάλαια ήταν παλαιότερα συνδεδεμένα με κάποιον οικονομικό ή γεωγραφικό χώρο, και επενδυόμενα σε πάγια υλικά στοιχεία, έδιναν τη δυνατότητα στις κρατικές αρχές να ρυθμίσουν την εν γένει λειτουργία τους. Αυτό δεν αφορά μόνον τη φορολογία, αλλά και άλλες πολλές πλευρές λχ. την παιδική εργασία, η οποία απαγορεύει στη Δύση, αλλά όχι στο Πακιστάν, επομένως τα κεφάλαια μεταναστεύουν εκεί, ακυρώνοντας έτσι την απαγόρευση και νομιμοποιώντας τελικά την παιδική εργασία. Για πρώτη φορά η πραγματική συνταγή επιτυχίας της Δύσης, η οργανωμένη βιομηχανική παραγωγή, μετανάστευσε και εγκαταστάθηκε σε πολλές πρώην εξαρτημένες χώρες. Η τρομερή αυτή διεθνοποίηση, της τεχνολογίας υποβοηθούσης, του κεφαλαίου έλαβε χώρα σε βάρος της πολιτικής, σε βάρος της κρατικής υπόστασης και κυριαρχίας. Η σημαντική και πραγματική απειλή "θα πάρουμε τα χρήματά μας και θα φύγουμε" έχει λειτουργήσει απόλυτα και έχει ακυρώσει κάθε προσπάθεια των εθνικών κρατών.

Αυτό συμβαίνει όμως επειδή το παιχνίδι παίζεται σε διαφορετικά επίπεδα, σε πλήρως διεθνοποιημένο για τα κεφάλαια, σε περιορισμένο εθνικό για τις εθνικές κυβερνήσεις. Άρα, αν η ανάλυση αυτή είναι σωστή, πρέπει και οι κυβερνήσεις να αποκτήσουν και αυτές μια παγκόσμια διάσταση, δηλαδή να εκφράσουν σε πλανητική κλίμακα αυτό που είναι η ουσία τους, δηλ. η εγκαθίδρυση ενός ρυθμιστικού πλαισίου, εν προκειμένω, των οικονομικών σχέσεων και όχι μόνο. Και ένα από τα πράγματα που πρέπει να κάνουν είναι βέβαια η φορολόγηση των τοποθετήσεων κεφαλαίου. Αυτό αφορά κυρίως σε μια συμφωνία Ευρώπης και Αμερικής, οι υπόλοιπες χώρες δεν θα πρέπει να έχουν αντιρρήσεις. Πρέπει δηλαδή να θεσπιστεί ένας παγκόσμιος φόρος με το ίδιο ποσοστό επιβολής, που θα εισπράττεται όμως από τις κυβερνήσεις στο χώρο των οποίων δραστηριοποιούνται τα κεφάλαια. Έτσι, δεν θα υπάρχει μειοδοσία για την προσέλκυση κεφαλαίων που σήμερα έχει οδηγήσει σε μηδενική φορολογία του κεφαλαίου. Ένα τέτοιο μέτρο θα εκπέμψει και συμβολικά μηνύματα αλλά θα έχει και πραγματικά αποτελέσματα, θα βάλει κάποια όρια στην ασυδοσία των αγορών(που επισημαίνεται σήμερα κι από τη φιλελεύθερη Δεξιά), θα τις αναγκάσει να λάβουν υπόψη τους και κάποιες άλλες ανάγκες που εκφράζονται από τις κοινωνίες μέσω των κρατών, όπως γινόταν εξάλλου παντού και πάντοτε.

Από την αρχή της κρίσης έχουμε γίνει μάρτυρες αλλεπάλληλων προσπαθειών των πολιτικών ηγεσιών να ομαλοποιήσουν τη λειτουργία των αγορών. Οι προσπάθειες αυτές, που συνοδεύονται από πολύ χρήμα(των ανεπαρκών προϋπολογισμών), έχουν οδηγήσει στα αντίθετα αποτελέσματα, δηλ. την υπονόμευση(αν όχι τη γελοιοποίηση) των κρατικών πρωτοβουλιών και την εκτίναξη των ελλειμμάτων, την αναγόρευση των αγορών σε υπέρτατους κριτές των οικονομικών εξελίξεων. Όλοι παρακολουθούν ανήμποροι να κατασπαράσσουν οι αγορές μέσα σε λίγες μέρες τα εκάστοτε νέα κυβερνητικά μέτρα και να επιστρέφουν όλοι οι δείκτες στα προηγούμενα αρνητικά πρόσημα. Το ευρωπαϊκό σίριαλ των προσπαθειών του Eurogroup είναι απόλυτα χαρακτηριστικό. Φαίνεται ότι έχουν εγκατασταθεί  πλέον πρότυπα συμπεριφοράς, ό,τι και να κάνουν οι δημόσιες αρχές θα κρίνεται ανεπαρκές από τις αγορές.  Εδώ δύο πράγματα μπορεί να συμβαίνουν, είτε κάποιοι χρυσοκάνθαροι επενδυτές  και το σύνολο των αγορών, βάλθηκαν να καταρρακώσουν και να καταργήσουν τις εθνικές κυβερνήσεις. Είτε, οι αγορές έχοντας σαν μοναδικό τους μέλημα την απόδοση των κεφαλαίων των μικρών ή μεγάλων μετόχων, είναι εγκλωβισμένες στο στόχο της μέγιστης απόδοσης και δεν συνυπολογίζουν(it's not my business) άλλες παραμέτρους της συνολικής οικονομικής λειτουργίας. Και σε αυτό το πλαίσιο, οι προσπάθειες των κρατών να διασώσουν τις τράπεζες και το χρηματοπιστωτικό σύστημα, έχουν ερμηνευθεί από το ίδιο, πριονίζοντας το ίδιο το κλαδί του, ως μείωση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας, με βάση τους κανόνες που εφαρμόζουν συνήθως για τη μέτρηση της πιστοληπτικής ικανότητας και προφανώς έχουν δίκαιο στον αυτιστικό τρόπο που βλέπουν τα πράγματα.  Πρόκειται επομένως για συστημικό λάθος, για συστημικό Αρμαγεδδώνα ο οποίος πρέπει να αναλυθεί και να διορθωθεί. Αν αυτό δε γίνει, δεν θα υπάρξει έξοδος από την κρίση διότι θα έχουμε συνεχή υποβάθμιση των κρατικών πρωτοβουλιών, αλλά και της πραγματικής οικονομίας, από το χρηματοοικονομικό σύστημα που θα σκορπίζει την απαισιοδοξία του σε όλη την οικονομία. Αλλά, ακόμη και αν επιτευχθεί κάποια ανάκαμψη, το σύστημα θα επανεκκινήσει από ένα πολύ χαμηλότερο επίπεδο. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί μεγάλοι επιχειρηματίες, κυρίως της πραγματικής οικονομίας, έχουν προτείνει να φορολογηθούν εντονότερα ώστε να σπάσει ο φαύλος κύκλος.

Οι λύση είναι οι συντονισμένες κυβερνητικές πρωτοβουλίες(μέσω G20, ΔΝΤ και ίσως και άλλων νέων θεσμών), η συνεργασία των αντίστοιχων οργάνων ΗΠΑ-ΕΕ.
Αυτή η διάσταση μιας διεθνούς διακυβέρνησης θα πρέπει να αρχίσει να ρυθμίζει τη λειτουργία των κερδοσκοπικών κεφαλαίων παγκοσμίως και να τα υποβάλει σε φορολογία και υπαγωγή σε ένα ρυθμιστικό πλαίσιο.  Ένα μέρος από τη φορολογία αυτή θα πρέπει να διοχετευθεί σε αναπτυξιακά σχέδια στον υπόλοιπο μη αναπτυσσόμενο κόσμο, αν όχι για άλλο λόγο, αλλά για να μείνουν οι άνθρωποι στον τόπο τους και να κοπάσει και αυτό το φαινόμενο των μαζικών μεταναστεύσεων. Χρειάζεται μια έμπνευση και διάθεση ανάλογη με το μεταπολεμικό Σχέδιο Μάρσαλ, αλλά σε πλανητική κλίμακα. Στη Κίνα και Ινδία θα πρέπει να αποκτήσουν οι εργαζόμενοι  ασφαλιστικά δικαιώματα και επομένως αύξηση του εργατικού κόστους, ώστε να εξισορροπηθεί το διεθνές εμπόριο. Επειδή, η κύρια αποστολή της οικονομικής πολιτικής πρέπει να είναι η πρόληψη και αποφυγή των ανισορροπιών. Γενικότερα θα πρέπει η συμπεριφορά και δράση όλων να γίνει πιο υπεύθυνη, όχι μόνο ως προς το εσωτερικό της κάθε χώρας αλλά και ως προς τις παγκόσμιες οικονομικές ισορροπίες. Πράγμα που γίνεται σιγά-σιγά αλλά με τρόπο σπασμωδικό και υπό την πίεση του πανικού. Έτσι, η Κίνα δηλώνει ότι στηρίζει το Ευρώ και ο Ομπάμα την Ελλάδα.

Και τέλος, ο παγκοσμιοποιημένος κυβερνητικός βραχίονας πρέπει να επιβάλει ένα γενναίο επιλεκτικό κούρεμα των άυλων χρηματοπιστωτικών οντοτήτων. Σε περιόδους ανόδου τα ποικίλα χρηματοπιστωτικά προϊόντα καταγράφουν σημαντικές υπεραξίες και ας θυμηθούμε εδώ και τον Κέυνς που προειδοποιούσε ότι δεν πρέπει οι εισοδηματίες να κερδίζουν περισσότερο από τους επιχειρηματίες.  Αν αληθεύει η υπόθεση ότι η κοντόθωρη, περιορισμένη όραση των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων είναι το πρόβλημα, το κούρεμα εφόσον δεν θα γίνει από ένα κράτος αλλά από πολλά μαζί, μέσω ενός διεθνούς οργάνου, θα έχει ευεργετικές επιπτώσεις για όλους. Θα διορθώσει πρώτα απ όλα τις αξιολογήσεις όλων των κρατών, εφόσον οι λογαριασμοί τους θα είναι σαφώς πιο βιώσιμοι  καθώς οι οίκοι με την μονομανία τους θα αναβαθμίσουν αμέσως τη βαθμολογία των κρατών, εφόσον συνεχίζουν να χρησιμοποιούν τις μεθόδους του παρελθόντος(και είναι υποχρεωμένοι να συνεχίσουν).  Αυτός ο κυβερνητικός βραχίονας θα θέσει κυρίως όρια, θα μειώσει με την παρουσία του τις αβεβαιότητες και επιτέλους θα μπορέσει να αποκτήσει πόρους από δραστηριότητες που είναι εξαιρετικά κερδοφόρες. Τέλος, τα μέτρα αυτά, εκτός όλων των άλλων, επειδή ακριβώς θα μειώσουν τις αβεβαιότητες, θα συντελέσουν σημαντικά στην σταθεροποίηση και την ευστάθεια στη συνέχεια του ιδίου του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Τα προβλήματα που είναι τόσο έντονα στην ελληνική οικονομία σήμερα, δείχνουν το μέλλον και των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών. Αν προβληθούν στο μέλλον τα δημοσιονομικά μεγέθη θα αποκαλυφθεί μια εφιαλτική εικόνα. Το 2014 το χρέος των αναπτυγμένων οικονομιών θα φτάσει το 120% του ΑΕΠ(στοιχεία από το βιβλίο του J. Attali: «Παγκόσμια κατάρρευση σε 10 χρόνια;»). Επομένως έχει δρομολογηθεί μια αδιέξοδη πορεία. Αυτό που κυριαρχεί είναι η ολέθρια σπείρα των απαισιόδοξων προβλέψεων, η εν συνεχεία πραγματοποίησή τους και πάλι απ’ την αρχή, και μάλιστα τάχιστα επιδεινούμενων. Και εφόσον δεν πρόκειται μόνο για ελληνικές αδυναμίες(οι οποίες είναι πολλές και υπαρκτές) και μέσω της διασύνδεσης των οικονομιών, που είναι πολύ μεγάλη σήμερα, το κλίμα μεταδίδεται και επικρατεί και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες δεν υπάρχει άλλη λύση από την κυριαρχία επί των αγορών. Η επανάσταση που ξεκίνησε 30 χρόνια πριν για την αυθεντία, την απόλυτη πρωτοκαθεδρία των αγορών έχει εξαντληθεί, μιλάμε ωστόσο για τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Η εγγενής αδυναμία που επεσήμανε ο Keynes  ότι οι αγορές λειτουργούν με αυξημένη αίσθηση κινδύνου οδηγεί σε ύφεση ιδίως σε περιόδους όταν πρέπει να εκφραστεί η θέληση των κοινωνιών να συνεχίσουν στο δρόμο της ανάπτυξης. Και η θέληση αυτή μπορεί να εκφραστεί μόνον από το κράτη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

http://www.metarithmisi.gr/imgAds/epikentro_1.gif

Αναγνώστες