Της Ελίζας Παπαδάκη, Αυγή, 4.9.11
Η αγωνία για τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας ήδη από τον επόμενο μήνα παρατείνεται και βαθαίνει. Στην αβεβαιότητα γύρω από την υλοποίηση των αποφάσεων των ηγετών της Ευρωζώνης, που ακόμα δεν έχουν υιοθετήσει τα εθνικά κοινοβούλια των χωρών - μελών, ήρθε να προστεθεί το πρωί της Παρασκευής η πληροφορία για την αποχώρηση της τρόικα, διανθισμένη με φήμες ότι «τα σπάσανε» με την κυβέρνηση. Με δεδομένες τις έως τώρα αποκλίσεις από τους δημοσιονομικούς στόχους και με πλείστες ενδείξεις διαφωνιών ως προς την αξιολόγησή τους, κανείς δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να πει με σιγουριά αν Ευρώπη και ΔΝΤ θα μας καταβάλουν έγκαιρα την επόμενη δόση του δανείου - και με ποιους όρους.
Το Χρηματιστήριο της Αθήνας έπεφτε έτσι πάλι την Παρασκευή μέχρι και 7,5% προς στιγμήν, οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων σκαρφάλωναν ξανά στο 46,8% τα διετή, στο 18,2% τα δεκαετή, ακόμα και το ευρώ υποχώρησε ελαφρά έναντι του δολαρίου, ενώ μεγάλες διεθνείς εφημερίδες (Financial Times, Wall Street Journal) έκαναν πάλι λόγο για ενδεχόμενη χρεωκοπία της Ελλάδας αν δεν εκταμιευθεί εγκαίρως η επόμενη δόση του δανείου. Η τρομάρα που προκάλεσε η αιφνίδια μεσονύκτια διακοπή των συνομιλιών και η αποχώρηση της τρόικας από την Αθήνα καθησυχάστηκε λίγες ώρες αργότερα με δηλώσεις και από τις δύο πλευρές: Μια, εξαιρετικά λιτή, εκ μέρους της αποστολής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ που προαναγγέλλει την επιστροφή της, πιθανώς περί τα μέσα Σεπτεμβρίου, σημειώνοντας ότι ήδη πραγματοποιήθηκε πρόοδος και ότι η εξέταση της οικονομίας διακόπηκε προκειμένου η κυβέρνηση να επεξεργαστεί περαιτέρω το νέο προϋπολογισμό και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Και μια συνέντευξη Τύπου του υπουργού Οικονομικών, όπου ο κ. Βενιζέλος διαβεβαίωσε ότι το διάλειμμα στις συνομιλίες με την τρόικα είχε προβλεφθεί από τη Δευτέρα που ξεκίνησαν. Αλλά ενώ επέμεινε ότι «μπορούμε να πετύχουμε τη σύγκλιση [στους στόχους] σε ένα σημαντικό βαθμό μέσα από την εφαρμογή των ήδη ισχυόντων και ψηφισμένων μέτρων», στο ερώτημα αν ζητήθηκε από την τρόικα να ληφθούν πρόσθετα μέτρα απέφυγε να απαντήσει ρητά.
Ανάλογα κατευναστική ήταν η τοποθέτηση του εκπροσώπου του επιτρόπου Όλι Ρεν στις Βρυξέλλες, ότι θα ήταν ανεύθυνο η Επιτροπή να υπεισέλθει σε σενάρια για πρόσθετα μέτρα την ώρα που οι συζητήσεις Αθήνας - τρόικας συνεχίζονται, πιο ψυχρή η αντίδραση του Γερμανού εκπροσώπου ότι η κυβέρνησή του δεν απαντά σε φήμες και θα περιμένει την έκθεση της τρόικας για να πάρει θέση. Και οι δύο υπογράμμισαν, βέβαια, ότι η Ελλάδα θα πρέπει να εφαρμόσει απαρέγκλιτα τα συμφωνημένα.
Αλλά ο κ. Βενιζέλος όλη την έμφαση, μιλώντας προς τους δημοσιογράφους, την έδωσε στην ύφεση, η οποία είναι βαθύτερη από όσο είχε προβλεφθεί όταν συμφωνούνταν οι στόχοι για τη μείωση του ελλείμματος φέτος στο 7,6% του ΑΕΠ. Χωρίς να αναφέρει κάποιο νέο αριθμητικό στόχο για το έλλειμμα, τον οποίο ο ίδιος θα θεωρούσε ρεαλιστικό, άφηνε να εννοηθεί ότι ο στόχος θα πρέπει να προσαρμοστεί στη μεγαλύτερη μείωση του ΑΕΠ φέτος, την οποία πιθανολογούσε πλέον γύρω στο 5%. Δύο φορές είπε έτσι: «Η βαθύτερη ύφεση οδηγεί σε αυτόματη αναπροσαρμογή του δημοσιονομικού στόχου σε σχέση με το έλλειμμα», αν και αρνήθηκε να το διευκρινίσει περισσότερο, ούτε απάντησε τι υποστήριξε σχετικά η αποστολή της Ε.Ε. και του ΔΝΤ. Και με προτεραιότητα την έξοδο από την ύφεση - θα ήταν «εξαιρετικά παρακινδυνευμένο» να την προβλέψουμε για το 2012, αλλά θα πρέπει να είναι όσο γίνεται μικρότερη, ώστε να αλλάξει το «ρεύμα» και να γίνει «ανοδικό», είπε - συνεπέρανε: «Άρα, δεν τίθεται ζήτημα να ληφθούν πρόσθετα και μάλιστα εισπρακτικού χαρακτήρα μέτρα», τονίζοντας πάντως ότι πρέπει «να εφαρμόσουμε πλήρως, με σοβαρότητα και συνέπεια τα ήδη συμφωνηθέντα και ψηφισμένα από τη Βουλή των Ελλήνων μέτρα», διαρθρωτικά και φορολογικά, επεξήγησε. Όμως ούτε για την πορεία και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των μέτρων αυτών έδωσε κάποιες πιο συγκεκριμένες πληροφορίες, αόριστα παραδέχθηκε ότι σημειώνονται «καθυστερήσεις».
Στο διεθνή Τύπο τα λεγόμενα από τον Έλληνα υπουργό Οικονομικών ερμηνεύθηκαν έτσι ως αναθεώρηση του στόχου για το έλλειμμα: «Η Ελλάδα αναθεωρεί προς τα πάνω το στόχο για το έλλειμμα», ήταν ένας χαρακτηριστικός τίτλος στη Le Monde, εφημερίδα παγίως από τις πιο ευμενώς διακείμενες απέναντι στη χώρα μας. Αλλά μια τέτοια, ακριβώς, μονομερής αναθεώρηση του στόχου από την κυβέρνηση, την ώρα που η χώρα βρίσκεται σε πρόγραμμα βοήθειας υπό αυστηρούς και συμφωνημένους όρους, μπορεί να συνιστά πρόβλημα για τη συνέχιση της βοήθειας. Πρωτογενή πληροφόρηση από την τρόικα στην τωρινή κρίσιμη φάση δεν έχουμε, πηγές από το περιβάλλον της όμως δεν παύουν ανώνυμα να εκφράζουν τη δυσφορία τους στα διεθνή μέσα: «Τα δημοσιονομικά μέτρα που έχουν ανακοινωθεί δεν έχουν τεθεί σε εφαρμογή, ο κατάλογος των ιδιωτικοποιήσεων δεν έχει οριστικοποιηθεί, εξακολουθεί να μην υφίσταται το μισθολόγιο στο Δημόσιο» που θα επέτρεπε να εκτιμηθεί το ετήσιο κόστος της δημόσιας διοίκησης στον προϋπολογισμό, ήταν ένα σχόλιο τέτοιας πηγής που παραθέτει η Le Monde.
Άρνηση της ουσιαστικής δημόσιας αντιπαράθεσης
Παράπλευρο θύμα το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής
Το πρόβλημα δεν είναι διπλωματικής τάξης, όπως θα μπορούσε να σκεφτεί κάποιος ακούγοντας τον κ. Βενιζέλο, να δείξουν μεγαλύτερη κατανόηση για τις δυσκολίες μας οι εταίροι, να επιτρέψουν κάποιες αποκλίσεις και να μας αφήσουν λίγο χρόνο παραπάνω. Η υπέρβαση του στόχου για το φετινό έλλειμμα, που φαίνεται να θεωρεί βέβαιη ο υπουργός των Οικονομικών, δίνει μια νέα, πιο δραματική διάσταση στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής που είχε αυτήν την ατυχή πολιτική κατάληξη για το νεοσύστατο ανεξάρτητο θεσμό, με την επικεφαλής του κυρία Στέλλα Σάββα - Μπαλφούσια να εξαναγκάζεται σε παραίτηση.
Όποιος διαβάσει την έκθεση θα διαπιστώσει ότι κατά τίποτα δεν υστερεί από τα ανάλογα κείμενα των αναγνωρισμένης εγκυρότητας διεθνών οργανισμών που παρακολουθούν την ελληνική οικονομία. Σημειώνεται εκεί η δυσμενής επίδραση της ύφεσης, αλλά επίσης ότι «η διεύρυνση των ελλειμμάτων συνδέεται και με πρόσθετες αρνητικές εξελίξεις στο καθαρά δημοσιονομικό πεδίο και, ιδιαίτερα, με τις καθυστερήσεις στην υλοποίηση των προγραμματισμένων ρυθμίσεων, την περιορισμένη απόδοση των δημοσιονομικών μέτρων και τη χαμηλή αποδοτικότητα των μηχανισμών συλλογής εσόδων». Οι εισηγήσεις να ενταθούν οι προσπάθειες για τη δημοσιονομική προσαρμογή και για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής είναι περίπου αυτονόητες, η ιδέα ότι η περαιτέρω μείωση καταναλωτικών δημόσιων δαπανών θα ήταν «πιο φιλική προς την ανάπτυξη» και θα είχε μονιμότερα δημοσιονομικά αποτελέσματα (σε σχέση με τα έσοδα από έκτακτες εισφορές και με την ακολουθούμενη μείωση των δημοσίων επενδύσεων) θα άξιζε τουλάχιστον να συζητηθεί. Αλλά η επισήμανση ότι η αύξηση του πρωτογενούς ελλείμματος σε συνδυασμό με την ύφεση «ενισχύουν σημαντικά τη δυναμική του χρέους, αντισταθμίζοντας τα οφέλη από τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής της 21ης Ιουλίου» και απομακρύνοντας τη σταθεροποίηση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ, καθιστώντας την απίθανη για το 2012, όπως είχε προβλεφθεί αρχικά, θα έπρεπε πραγματικά να προβληματίσει.
Η «απειρία» που καταλόγισε ο κ. Βενιζέλος στο Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, οδηγώντας στη διάλυσή του, δεν σχετίζεται με τις οικονομικές του εκτιμήσεις, αλλά με μια διατύπωση μόνο, αφορούσε δηλαδή την «επικοινωνία», όχι την επιστημοσύνη. Η διατύπωση θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, χωρίς να αλλάζουν καθόλου οι κρίσιμες επισημάνσεις της έκθεσης: ότι η δυναμική του χρέους «πλέον είναι εκτός ελέγχου», φράση που, αποκομμένη, έκανε το γύρο του κόσμου. Αλλά η υποκατάσταση της αναγκαίας συζήτησης που εισάγει η έκθεση με τον αποκεφαλισμό του φορέα που την συνέταξε είναι χαρακτηριστική για την πολιτική άρνηση να ανοίξουν τα όντως κρίσιμα ζητήματα στη δημόσια, ορθολογική αντιπαράθεση. Και αυτό την ώρα που τα μαύρα σύννεφα πάνω από τη χώρα όλο και πυκνώνουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου