Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2011

Εμείς, το πανεπιστήμιο!


Του Πέτρου Στάγκου, the books' journal, τχ, 11
Πριν από λίγα χρόνια, ο βέλγος στοχαστής Simon Leys είχε διηγηθεί το εξής περιστατικό σχετικά με τους πανεπιστημιακούς, έχοντας βέβαια θετική διάθεση απέναντί τους (αφού κι ο ίδιος είναι καθηγητής πανεπιστημίου). Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, στην Αγγλία, ένας νέος στην ηλικία και φιλόδοξος υπουργός Παιδείας επισκέφθηκε ένα μεγάλο και παλιό βρετανικό πανεπιστήμιο. Μπροστά στο σύνολο του διδακτικού προσωπικού εκφώνησε το λόγο του για τα νέα μέτρα που σκόπευε να λάβει η κυβέρνηση για την οργάνωση των πανεπιστημίων, ξεκινώντας με τη φράση: «Κύριες και κύριοι, μια που βρίσκεστε όλοι εδώ σαν υπάλληλοι του πανεπιστημίου...». Τον υπουργό διέκοψε αμέσως ένας καθηγητής, λέγοντάς του: «Με συγχωρείτε κύριε υπουργέ, δεν είμαστε υπάλληλοι του πανεπιστημίου, εμείς είμαστε το πανεπιστήμιο».

Στα ελληνικά πανεπιστήμια, αν θελήσει κανείς να βρει ποιοι ήταν το «εμείς» των πανεπιστημίων πριν από το νόμο που ψήφισε στις 24 Αυγούστου η Βουλή και ποιοι θα είναι όταν ο νόμος αυτός αρχίσει να εφαρμόζεται, θα σταθεί αμήχανα μπροστά στην εξής εικόνα: ενός πανεπιστημίου το οποίο, υπό το προϊσχύσαν δίκαιο, δεν «ανήκε» στους λειτουργούς του, αλλά στην κοινωνία ολόκληρη, όμως στην πιο κατακερματισμένη εκδοχή της, ενώ με τον νέο νόμο θα αποδοθεί (επιτέλους!) στους πανεπιστημιακούς και, με τη μεσολάβηση αυτών, στην κοινωνία, όμως πλέον σε μια ορθολογική και ιστορικά δοκιμασμένη εκδοχή της τελευταίας.
Στη διάρκεια των τελευταίων τριάντα χρόνων, τα όρια της «πανεπιστημιακής κοινότητας» ως φορέα διοίκησης των ιδρυμάτων είχαν σε τέτοια έκταση διευρυνθεί ώστε το πανεπιστήμιο να συγχρωτίζεται με τους θεσμούς της πολιτικής κοινωνίας. Η συμμετοχή των κομματικών νεολαιών στην εκλογή των πρυτανικών και κοσμητορικών αρχών ήταν η κερκόπορτα από την οποία το κομματικό συμφέρον και οι ιδιοτελείς πολιτικο-κομματικοί υπολογισμοί εγκαταστάθηκαν στο θεσμικό προσκήνιο της πανεπιστημιακής ζωής. Υποκατέστησαν το ακαδημαϊκό ήθος το οποίο, θεμελιωμένο στην επιστημοσύνη και τον ορθό λόγο, θα όφειλε να ήταν εκείνο που καθοδηγεί τις ζωτικές πτυχές της καθημερινής και μακρόπνοης λειτουργίας των πανεπιστημίων.
Υπό τις συνθήκες αυτές, ήταν άθλος ότι οι πανεπιστημιακοί λειτουργοί, όσοι βέβαια (οι περισσότεροι) από αυτούς δεν αναλώνονταν στα ιδιωτικά τους έργα, κατόρθωσαν με συνέπεια να προαγάγουν εκείνη τη διάσταση της αυτονομίας των πανεπιστημίων, την εσωτερική, που συνέλαβε κι έκανε πράξη ο Χούμπολντ στο Βερολίνο το 1810, κι από τότε επί δύο αιώνες καταγοητεύει τους πανεπιστημιακούς όλου του κόσμου: την ελεύθερη διαμόρφωση της οργάνωσης των ειδικότερων επιστημών και των γνωστικών πεδίων, με μόνο περιορισμό την αποφυγή τέτοιων αυστηρών διαχωρισμών που να απέβαιναν ολέθριοι για την επιστημονική πρόοδο.
Ωστόσο, την υπό τις ίδιες πολιτικές συνθήκες παραγόμενη και μεταδιδόμενη επιστημονική γνώση, όπως αυτή τυπικά αποτυπώνεται στα δημόσια έγγραφα που κουβαλούν οι κομιστές τους (πτυχία, μεταπτυχιακά διπλώματα, μάστερ, διδακτορικοί τίτλοι), η ελληνική κοινωνία, στη μόνη πραγματική της σημασία σαν εστία των σχέσεων παραγωγής και των παραγωγικών δυνάμεων, την εισέπραξε αποκτώντας ένα ρεφλέξ έχθρας στη γνώση ως μέσου ατομικής και συλλογικής ευημερίας. Με τη γνώση που παράγουν τα ελληνικά πανεπιστήμια, η κοινωνία ανατροφοδοτήθηκε σαν έθνος (για να θυμηθούμε τον Παναγιώτη Κονδύλη) γραφειοκρατών, μικροεπαγγελματιών και μικροϊδιοκτητών μέσων παραγωγής, το οποίο με τη σειρά του οικοδόμησε την παρασιτική και καχεκτική οικονομία του σήμερα.
Με τον νέο νόμο για τα πανεπιστήμια, η πραγματικότητα που αποσκοπείται να διαμορφωθεί παραμορφώθηκε προτού στεγνώσει το μελάνι που τη χάραξε: τα πανεπιστήμια εμφανίζονται να... δραπετεύουν από την πανεπιστημιακή «κοινότητα» στην οποία δήθεν ανήκαν για να αποδοθούν στην κοινωνία, λογοδοτώντας σ' αυτή, μόνο σ' αυτή. Τούτο δε υποτίθεται ότι θα συμβεί επειδή θα κυβερνώνται από ένα όργανο (το Συμβούλιο) στο οποίο θα μετέχουν μη πανεπιστημιακοί. Μα ποτέ, κανένα σχέδιο ή προσχέδιο του νόμου, ούτε ο ίδιος ο νόμος, ξέχωρα από το ότι πάντοτε πρόβλεπαν ότι η πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου θα απαρτίζεται από πανεπιστημιακούς, ποτέ δεν είπαν ότι οι μη πανεπιστημιακοί-μέλη του Συμβουλίου θα μετέχουν σ' αυτό ως εκπρόσωποι της κοινωνίας! Θα μετέχουν, όπως και οι πανεπιστημιακοί, ρητά προσανατολισμένοι στην εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος και της δημόσιας αποστολής του πανεπιστημίου.
Ο νέος νόμος (επαν)αποδίδει τα πανεπιστήμια στην κοινωνία, με τη διαμεσολάβηση της απόδοσής τους στους ίδιους τους λειτουργούς του.
Στη ρίζα της νέας διαδρομής των ελληνικών πανεπιστημίων, βρίσκεται η επέμβαση του νόμου σ' αυτό που αποτελεί αυταξία και μήτρα της ιστορικής αρμονίας του πανεπιστημίου: στη γνώση, στην οργάνωση και στην υπεράσπισή της. Τα πανεπιστημιακά τμήματα και οι σχολές καλούνται από τον νέο νόμο να αναδιαμορφώσουν τα προγράμματα των παρεχόμενων σπουδών, έτσι ώστε αυτά να «αντιστοιχηθούν» (κατά τη δική του έκφραση) με το εθνικό πλαίσιο προσόντων ανώτατης εκπαίδευσης. Το κανονιστικό αυτό πλαίσιο βρίσκεται στην τελική ευθεία της εκπόνησής του. Θα είναι εκείνο που θα χαρτογραφήσει τα επαγγελματικά δικαιώματα των πολιτών και θα παρασύρει σε αναδιοργάνωση και εξορθολογισμό την πανεπιστημιακή εκπαίδευση και, μαζί μ' αυτή, την οικονομική και κοινωνική ζωή.
Είναι ρητορικό το ερώτημα αν θα εφαρμοστεί, στην πράξη, ο νέος νόμος (στις προαναφερθείσες ρυθμίσεις του, ενδεικτικά). Το γνήσιο ερώτημα είναι πώς μια κοινωνία σαν τη σημερινή ελληνική, που βιώνει την ελεύθερη πτώση της οικονομίας της προς τη χρεοκοπία, θα αντέξει να αποκτήσουν τα μέλη της αστικό εργασιακό ήθος (επαγγελματισμό, πιστοποιημένα προσόντα) και τα πανεπιστήμια να γίνουν οι καθοδηγητές αυτής της βαθιάς αλλαγής.
Το «εμείς το πανεπιστήμιο» των πανεπιστημιακών δασκάλων αποκαθίσταται, με τον νέο νόμο, στις ιστορικές διαστάσεις του. Τα ελληνικά πανεπιστήμια καλούνται να (ξανα)γίνουν συσσωμάτωση ανθρώπων (universitates), οι οποίοι αφιερώνονται στην έρευνα της γνώσης και τη διδασκαλία (universitates studiorum). Τούτο θα ενσαρκωθεί όχι (όπως ήθελε στις τελευταίες εβδομάδες το μείγμα των ρητόρων της κομματικής ιδιοτέλειας και των προσωπικών ματαιοδοξιών) από τον τρόπο με τον οποίο θα εκλέγονται ο πρύτανης ή οι κοσμήτορες, αλλά από την κανονιστική αυτονομία με την οποία εξοπλίζονται πλέον τα πανεπιστημιακά ιδρύματα. Οι προαναφερθέντες ρήτορες εμφανίζονταν να μην τη θέλουν! Προτιμούσαν ίσως την παραμονή των ιδρυμάτων στον «στενό δημόσιο τομέα» του κράτους. Σ' αυτόν που σε λίγες ημέρες θα αρχίσει να εποπτεύεται από τους εμπειρογνώμονες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (τους αποκληθέντες και... γκαουλάιτερ)!
Με την κανονιστική αυτονομία ανά χείρας, τα πανεπιστήμια της χώρας, ανάμεσα σε όλα τ' άλλα, αυτά θα καθορίζουν τα προσόντα που οφείλουν να έχουν οι υποψήφιοι επιστήμονες για την κατάληψη καθηγητικής θέσης. Στο χέρι τους θα είναι να θεσπίσουν υψηλό επίπεδο προσόντων, κι έτσι όχι μόνο να επιβιώσουν, αλλά και ν' ακμάσουν μέσα στον ευρωπαϊκό και τον παγκόσμιο ανταγωνισμό πρόσβασης στην οικονομία της γνώσης. Στο χέρι τους θα είναι να θεσπίσουν, αντίθετα, χαμηλό επίπεδο προσόντων και, μέσα στις ίδιες συνθήκες ανταγωνισμού, να κατατροπωθούν και να αυτοκαταργηθούν. Στο χέρι τους θα είναι να παρακινήσουν με «πριμ» και προνόμια το διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό σε αριστεία και αφοσίωση στην ουσία του λειτουργήματος, στην κατάκτηση, την εμπέδωση, τη διάδοση της γνώσης.
Οι πανεπιστημιακοί καθηγητές, σε πείσμα του ανεκδιήγητου δημόσιου διασυρμού τους από την πολιτική διακυβέρνηση των δύο τελευταίων χρόνων, ο οποίος εξάλλου φαίνεται να μεταλλάσσεται σε μια εμπρόθετη εξαΰλωση από την επιχώρια διακυβέρνηση των προϋποθέσεων εκπλήρωσης της αποστολής τους (συρρίκνωση της χρηματοδότησης των ιδρυμάτων, διατήρηση των αμοιβών σε πλήρη αναντιστοιχία με τις αδιανόητα –από άλλους λειτουργούς του δημόσιου τομέα– υψηλές απαιτήσεις του έργου τους), καλούνται να λειτουργήσουν ως κοινωνία πολιτών: να αποσυνδέσουν το συλλογικό πράττειν στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης από τη νόθα αυθεντία του κράτους, να το αποδώσουν στην κοινότητά τους ως παρόχου του συλλογικού αυτού αγαθού. Ένα από τα πολλά δείγματα κοινωνίας πολιτών που το σώμα των πανεπιστημιακών λειτουργών έχει δώσει μέχρι σήμερα είναι ότι ποτέ δεν μεθόδευσε την αντιπαλότητά του σε πολιτικές του συστήματος διακυβέρνησης της χώρας εξανδραποδίζοντας τους λοιπούς πολίτες (εδώ, τους φοιτητές και τις οικογένειές τους)· το αντίθετο κάμνουν, συστηματικά, όλοι οι επαγγελματίες του ιδιωτικού χώρου: από τους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας μέχρι τους ταξιτζήδες, από τους γιατρούς και τους φαρμακοποιούς μέχρι τους φορτηγατζήδες. Η δράση των πανεπιστημιακών δασκάλων ως κοινωνία πολιτών, υπό τις συνθήκες του νέου νόμου, περνά μέσα από τη διαθεσιμότητα που θα δείξουν να αναπροσδιορίσουν και να αναμορφώσουν, με επιστημονικούς όρους, το περιεχόμενο, την ποιότητα, την οργάνωση των σπουδών που παρέχουν. Η ατομική ταυτότητα του καθενός οφείλει να είναι έκφραση συμμετοχής στη συλλογική στάση και δράση. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο (και για να ξαναθυμηθούμε την εσωτερική αυτονομία των πανεπιστημίων, που με τον νέο νόμο δεν... καταργείται), στην ευθύνη του καθενός θα εξακολουθεί να ανήκει η προαγωγή της κομβικής συμβολής της επιστήμης του σε ό,τι αποκαλείται λόγια παιδεία· στο κάτω κάτω της γραφής, από την αρχαία ελληνική γραμματεία μέχρι ορισμένες όψεις της φυσικής και των μαθηματικών, από ορισμένες όψεις του δικαίου μέχρι της μηχανικής, δεν αποβλέπουν σε καμία «επαγγελματική κατάρτιση», ούτε ανταποκρίνονται σε κάποια εκφρασμένη ανάγκη της κοινωνίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

http://www.metarithmisi.gr/imgAds/epikentro_1.gif

Αναγνώστες