Κώστας Ντιός |
Διαβάζοντας το report του think tank DEMOS σχετικά με την οπισθοχώρηση της δημοκρατίας στην Ευρώπη, αισθάνθηκα ντροπή, βαθειά θλίψη και στενοχώρια. Η χώρα μας δεν έχει οπισθοχωρήσει απλώς ως προς τους δείκτες της έρευνας. Έχει καταβαραθρωθεί. Όχι ότι ήταν ιδιαίτερα ψηλά αλλά σήμερα βρίσκεται στην τελευταία ή τις τελευταίες θέσεις μαζί με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Αν ήταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η Αλβανία (δεν βάζω τις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας γιατί μάλλον θα μας ξεπερνούσαν σε αρκετούς δείκτες) θα βρισκόμασταν στον φυσικό μας χώρο, τα Βαλκάνια, που ναι μεν βρίσκονται γεωγραφικά στην Ευρώπη αλλά δεν ανήκουν σ’ αυτή κατά την προσφυή διατύπωση το Mark Mazower: in Europe but not of it. Και δεν ανήκουν σ’ αυτή διότι διατηρούν τουλάχιστον στο φαντασιακό της Δύσης μια εικόνα πρωτογονισμού (primitivism), βίας, εθνικιστικών ανταγωνισμών, ανομίας και διαφθοράς. Τα μεταπολεμικά χρόνια, η Ελλάδα ήταν ένα περιθωριακό μέρος της Δύσης, γράφει πάλι ο Mazower, όταν τα υπόλοιπα Βαλκάνια αποτελούσαν μέρος της κομμουνιστικής Ανατολικής Ευρώπης. Τώρα, μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού, συναντιόμαστε στις τελευταίες θέσεις των κατατάξεων για τη δημοκρατία στην Ευρώπη. Είμαστε μαζί με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία στις τελευταίες θέσεις ως προς τον έλεγχο της διαφθοράς, ως προς τον σεβασμό για τα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες, και ως προς τις εκλογικές και διαδικαστικές πτυχές της δημοκρατίας. Είμαστε τελευταίοι στην πολιτική σταθερότητα και την απουσία της βίας και το πιο διεφθαρμένο κράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης –στην 94η θέση από 176 χώρες, στην ίδια θέση με το Μπενίν, την Κολομβία και τη Μογγολία. Ήμασταν στο περιθώριο και τώρα γινόμαστε παρίες.
Η συγκεκριμένη έρευνα βασίζεται σε αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία, δηλαδή σε αριθμούς που δείχνουν π.χ., συμμετοχή σε εκλογές (αντικειμενικά στοιχεία) αλλά και στη γνώμη των πολιτών για το πώς βλέπουν τον σεβασμό των δικαιωμάτων, τα ζητήματα διαφθοράς και γενικά τη δημοκρατία στη χώρα τους (υποκειμενικά στοιχεία). Σίγουρα υπάρχουν ζητήματα ορισμού: πώς κατανοούμε τη δημοκρατία εν γένει και πώς ειδικά στη συγκεκριμένη έρευνα ώστε να μπορέσουμε στη συνέχεια να προσδιορίσουμε δείκτες για να μετρήσουμε και να συγκρίνουμε. Υπάρχουν επίσης προβλήματα εγκυρότητας για τις υποκειμενικές κρίσεις που διατυπώνονται και αξιολογούνται στην έρευνα δεδομένου ότι το τι πιστεύει ο καθένας, οι περισσότεροι, ή και όλοι, με κανέναν τρόπο δεν ταυτίζεται κατ’ ανάγκην με το τι ισχύει. Κάποτε όλοι πίστευαν ότι η γη ήταν το κέντρο του σύμπαντος. Σήμερα ξέρουμε ότι αυτό δεν ισχύει, Όπως αναγνωρίζει και η ίδια η έρευνα, οι υποκειμενικές κρίσεις των πολιτών ή συγκεκριμένων ειδικών (experts) μπορεί να επηρεάζονται από πολιτισμικές προκαταλήψεις. Να σημειώσουμε επίσης ότι επηρεάζονται από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα (τι λένε οι άλλοι, ΜΜΕ, social media, κλπ) την οποία οι δικές τους κρίσεις-ειδικά όταν προβάλλονται σε μια έρευνα- στη συνέχεια ανατροφοδοτούν. Αναπτύσσεται έτσι μία ρητορική, η οποία από την επανάληψη, οδηγεί στην παγίωση αντιλήψεων που παίρνουν τον χαρακτήρα γεγονότων, μία ρητορική που ενστερνίζονται, συχνά ασυναίσθητα, και επαναλαμβάνουν οι πολίτες. Οι υποκειμενικές κρίσεις δηλαδή, επειδή μπορεί να χειραγωγούνται, δεν είναι κατά κανόνα αξιόπιστες. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη κι έτσι έχουν σημασία επειδή και η υποκειμενική αντίληψη των πραγμάτων, έστω κι αν είναι λανθασμένη, δημιουργεί γεγονότα και επηρεάζει τις εξελίξεις. Έτσι, στην Ελλάδα, για το συγκεκριμένο ζήτημα που συζητάμε, δηλαδή τη δημοκρατία και την πρόσληψη της δημοκρατίας, έχουμε μία αλληλοτροφοδότηση και αλληλοεπικύρωση ότι όχι απλώς η δημοκρατία έχει υποχωρήσει αλλά ότι περίπου διανύουμε περίοδο χούντας. Με έκπληξη άκουσα τον καθηγητή του Παντείου Πανεπιστημίου, Δημήτρη Χριστόπουλο, πρώην πρόεδρο της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, να λέει σε συζήτηση στο ραδιόφωνο (9,84- “Δημόσια και Ιδιωτικά”) με τον επίσης καθηγητή Ξενοφώντα Κοντιάδη, ότι «Δεν είναι ότι έχουμε κακή δημοκρατία –δεν έχουμε δημοκρατία» και επίσης στην Ευρώπη «Δεν έχουμε να κάνουμε με κακή δημοκρατία έχουμε να κάνουμε με μη δημοκρατία. Να είμαστε σοβαροί και να μιλάμε σωστά! Δεν έχουμε δημοκρατία στην Ευρώπη, έχουμε κάτι άλλο» Τι άλλο, δεν μας είπε. Μας είπε ότι είναι κροκοδείλια τα δάκρυα όταν δεν έχεις δημοκρατία. «Όταν διαλύεις το κράτος δεν μπορείς να κλαις ότι θα έρθει η ακροδεξιά. Τι να σου πάρει αφού το διέλυσες εσύ.» Αναρωτιέμαι ποιος είναι o σοβαρός! Με το κύρος της γνώμης του (καθότι ειδικός) ενισχύει τη διαδεδομένη ιδέα που σχηματίστηκε από μη ειδικούς, από αυτούς που δυσκολεύονται να κάνουν διακρίσεις (ας πούμε τους ψεκασμένους), ότι ζούμε σε καθεστώς υποτέλειας, χούντας κλπ. Δηλαδή αν δεν έχουμε δημοκρατία στην Ευρώπη, ακόμη και στην Ελλάδα, πού έχουμε; Έχουν χάσει οι λέξεις το νόημά τους! Αν όλες οι χώρες, με τη λογική του Δ. Χριστόπουλου, είναι μη δημοκρατικές, πού υπάρχει δημοκρατία; Ένα ουτοπικό, αφηρημένο ιδεώδες απέναντι στο οποίο κάθε πραγμάτωση ωχριά; Οι αδέκαστοι Ροβεσπιέροι που μιλούν από το ύψος των μεταφυσικών ιδεών οδηγούνται σε μανιχαϊστικές και επικίνδυνες αξιολογήσεις και αγνοούν ότι έννοιες όπως δημοκρατία, ελευθερία, ισότητα, κλπ είναι διαφιλονικούμενες έννοιες (contested concepts). Δεν υπάρχει ένα καλούπι δημοκρατίας στο οποίο πρέπει να χωρέσουν τα κράτη και να μετρηθούν. Οι έννοιες είναι ρευστές, εξελίσσονται και διαφοροποιούνται.
Φαντάζομαι ότι είναι προφανές πως δεν θέλω να υποστηρίξω πως όλα είναι θαυμάσια και τέλεια. Προφανώς υπάρχουν προβλήματα που οξύνονται σε περιόδους κρίσης όπως αυτή που διανύουμε. Αλλά μπορούμε να ασχολούμαστε με αυτά, να τα συζητάμε και να τα διορθώνουμε ακριβώς επειδή έχουμε δημοκρατία. Ούτε θέλω να υποτιμήσω το γεγονός ότι στην πολιτική, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει π.χ., στις επιστήμες, η υποκειμενική πρόσληψη των γεγονότων δεν έχει μικρότερη αξία από τα ίδια τα γεγονότα καθώς, όπως είπα και παραπάνω, αυτή η υποκειμενική αντίληψη συμβάλλει αποφασιστικά στο πώς εξελίσσεται η πολιτική και τα γεγονότα. Αυτό που θέλω να πω είναι πως αν μιλάμε τόσο γενικά και αφηρημένα και κυρίως αφοριστικά, δεν προσπαθούμε να βελτιώσουμε τα πράγματα αλλά να τα καταγγείλουμε ώστε να προετοιμάσουμε το έδαφος για μία υποτίθεται πλήρη ανατροπή. Αλλά όταν απότομα έρχονται τα πάνω-κάτω, αυτό που συνήθως έχουμε είναι ερείπια. Η δημοκρατία λοιπόν, δεν είναι αντιμνημονιακή, για να αναφερθώ στον τίτλο της αποψινής εκδήλωσης. Μια αφηρημένη εκδοχή της δημοκρατίας υπεξαιρείται από τους λεγόμενους αντιμνημονιακούς οι οποίοι, χωρίς να τη σέβονται, την οικειοποιούνται και τη χρησιμοποιούν ρητορικά για να πλήξουν τις δημοκρατικές κατακτήσεις που χρειάζονται υπεράσπιση και βελτίωση.
Όπως είπα, δεν είναι όλα ρόδινα για τη δημοκρατία στην Ευρώπη την εποχή που διανύουμε. Τι βλέπω εγώ ως σοβαρότερο πρόβλημα χωρίς να θέλω να υποτιμήσω κινδύνους που προέρχονται από την άνοδο κομμάτων με αντιδημοκρατική νοοτροπία ή από τις μαζικές, ή μαζικότερες σε σχέση με παλαιότερα, παραβιάσεις δικαιωμάτων μεταναστών ή κοινωνικών ομάδων. Εκείνο που θεωρώ ιδιαίτερα προβληματικό είναι η αυτονόμηση των κομμάτων και του πολιτικού συστήματος από την κοινωνία και τους πολίτες, Σε μια αντιπροσωπευτική (και όχι άμεση) δημοκρατία όπως είναι η δική μας στην Ευρώπη, εκλέγουμε εκπροσώπους μας για να μας αντιπροσωπεύουν στη διαχείριση των κοινών. Όταν οι εκπρόσωποί μας αυτοί κάνουν καλά τη δουλειά τους, εμείς οι πολίτες δεν έχουμε υποχρεωτικά λόγο να ανακατευόμαστε με τα κοινά - κι αυτό δεν είναι κακό. Όταν έχουν συγκροτηθεί οι θεσμοί που μου εξασφαλίζουν μια αξιοπρεπή ζωή και επίσης οι θεσμοί που ελέγχουν τους εκπροσώπους μου και τη λειτουργία της δημοκρατίας, δεν έχω λόγο να βρίσκομαι καθημερινά στις επάλξεις και σε εγρήγορση συμμετέχοντας στα κοινά. Μπορώ να ιδιωτεύω με την έννοια ότι μπορώ να ασχολούμαι με αυτά που επιλέγω και με ενδιαφέρουν ως άτομο δεδομένου ότι έχω μεριμνήσει και περιοδικά μεριμνώ να εκλέγω τους κατάλληλους ανθρώπους ώστε να επιλαμβάνονται των δημοσίων θεμάτων. Π.χ., θα ήθελα πάρα πολύ να μην είναι απαραίτητο να ασχολούμαι καθημερινά με τα academic politics στο πανεπιστήμιο και να μπορώ να αφοσιώνομαι στην έρευνά μου και στις μελέτες μου όπως κάνουν οι συνάδελφοί μου στο εξωτερικό που απερίσπαστοι εργάζονται στο αντικείμενό τους. Εδώ, εάν δεν είμαστε καθημερινά σε εγρήγορση, αν δεν ανακατευτούμε με τα κοινά, δεν ξέρουμε αν θα μπορούμε να πάμε καν στο γραφείο μας και να κάνουμε το μάθημά μας. Τα στοιχειώδη, δηλαδή, για να υπάρχουμε ως αυτοί που είμαστε, πανεπιστημιακοί δάσκαλοι. Τι συμβαίνει όμως ειδικά στην Ελλάδα, αλλά σε ένα βαθμό και στην Ευρώπη, την οποία ομολογώ δεν γνωρίζω καλά –παρά μόνο ως πολίτης. Τα κόμματα και οι μηχανισμοί τους, οι εκπρόσωποί μας στο Κοινοβούλιο και στους θεσμούς, αυτονομούνται από εμάς και μεριμνούν μόνο για αυτούς τους ίδιους. Πώς θα συνεχίσουν να υπάρχουν για ίδιον κομματικό όφελος ξεχνώντας αυτούς που εκπροσωπούν και το συμφέρον της κοινωνίας. Αναπτύσσονται τεράστιοι μηχανισμοί που χρειάζονται ανθρώπους και χρήματα για να συντηρηθούν και πρέπει διαρκώς να τροφοδοτούνται –στην Ελλάδα προσκολλημένα στο κράτος και απομυζώντας τους πόρους του. Γίνονται αυτοί οι μηχανισμοί αυτοναφορικοί. Το Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο φαίνεται να είναι οι πιο δημοκρατικοί θεσμοί αλλά αν αναλογιστούμε πώς λειτουργούν τα ελληνικά κόμματα (αντιδημοκρατικά), καταλαβαίνουμε ότι οι δημοκρατικοί αυτοί θεσμοί δεν είναι και τόσο αντιπροσωπευτικοί και δημοκρατικοί αφού τα μέλη τους δεν εκπροσωπούν τόσο εμάς ή μας εκπροσωπούν κατ’ όνομα. Εκπροσωπούν συνήθως την αυθαίρετη βούληση του αρχηγού που χρίζει με μόνο τον λόγο του κάποιο υποψήφιο (και βέβαιο ευρωβουλευτή) ή διευθετεί υποχρεώσεις, τακτοποιεί λογαριασμούς κλπ. Στην αυτοαναφορική λογική που λέγαμε, Αναπτύσσεται και μία ειδική διάλεκτος –γραφειοκρατική- στην Ευρώπη (ακατανόητη η γλώσσα που χρησιμοποιείται. Έχω διδακτορικό στη φιλοσοφία, και δεν καταλαβαίνω τίποτε- καταλαβαίνω τον Καντ, τον Wittgenstein ακόμη και τον Derrida και δεν καταλαβαίνω το newspeak των Βρυξελλών). Αυτή η γλώσσα απομακρύνει/αποξενώνει τους πολίτες, τους κάνει να μην αισθάνονται ότι η ΕΕ τους αφορά. Στην Ελλάδα τα κόμματα και το πολιτικό σύστημα έχουν κι αυτά τη δική τους γλώσσα που δεν είναι τόσο γραφειοκρατική όσο χονδροειδής και προσχηματική. Χονδροειδής γιατί κινείται σε ένα εκκρεμές μανιχαϊσμού, π.χ., μνημόνιο/αντιμνημόνιο. Κι όταν κάποιος, όπως ο κ. Σβόμποντα λέει ότι η τρόικα “in general should be phased out” εμείς μεταφράζουμε «απαιτούμε την κατάργηση της τρόικας και των καταστροφικών τους πολιτικών». Πώς δεν είπαμε να τους δώσουμε και μια κλωτσιά να ξεκουμπιστούνε. Για να μην θυμηθούμε τον προσχηματικό λόγο της ‘επαναδιαπραγμάτευσης’, ‘απαγκίστρωσης’, ‘απεμπλοκής’, ‘παράτασης’, ‘αποδέσμευσης’ και πάει λέγοντας. Αποφεύγουμε να πούμε την αλήθεια και επινοούμε περίτεχνες εκφράσεις για να παραπλανήσουμε και να διασωθούμε κομματικά. Δηλαδή και πάλι η αυτονόμηση του πολιτικού εν σχέσει προς τους πολίτες και το συμφέρον τους. Κόμματα και πολιτικοί εργάζονται για το δικό τους συμφέρον κι όχι για την κοινωνία και αυτούς που εκπροσωπούν. Αυτό θεωρώ το μεγαλύτερο πρόβλημα στη χώρα μας και στην Ευρώπη. Πάσχει η θεμελιώδης αρχή της αντιπροσώπευσης. Και το πρόβλημα αυτό δεν αντιμετωπίζεται με μία μηχανική της πολιτικής, δηλαδή διατυπώνοντας απλώς δείκτες, κάνοντας στατιστικές και παίρνοντας μέτρα. Αυτά είναι πολύ χρήσιμα, μας δίνουν εικόνα για πολλά πράγματα αλλά δεν πάνε βαθιά. Βρίσκονται και αυτά στο αυτονομημένο bubble όπου κινείται το πολιτικό σύστημα. Χρειαζόμαστε περισσότερη εκπαίδευση και άσκηση στη δημοκρατία σε όλα τα επίπεδα, μια πιο μεστή έννοια δημοκρατίας, ώστε να θεωρούμε το κράτος και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς δική μας υπόθεση.
Ομιλία στην εκδήλωση του Δικτύου για την μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη, στις 22/1/2014
Η κυρία Βάσω Κιντή είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου