Της Μαρίας Τοπάλη, www.news247.gr,
Βρέθηκα εκτός Ευρώπης δυο φορές μονάχα στη ζωή μου, κι ήταν και τις δυο γύρω από τη Μεσόγειο, το πρώτο μισό της δεκαετίας του ‘90. Τη μια φορά ήταν στα ανατολικά παράλια, την άλλη στα βόρεια. Βρέθηκα, επίσης, τη δεκαετία του ’80, κάμποσες φορές σε χώρες ευρωπαϊκές μεν γεωγραφικά, αλλά του (πρώην πλέον) «ανατολικού μπλοκ». Το πρώτο πράγμα που μου έκανε εντύπωση, κοινό σε όλα αυτά τα μέρη, ήταν τα όπλα. Έβλεπες κάθε τόσο στο κέντρο των πόλεων όπου σύχναζαν οι τουρίστες σαν κι εμένα, ένοπλους: στρατιώτες κυρίως, αλλά και αστυνομικούς, με αρκετά βαρύ οπλισμό, να φρουρούν κτίρια, να περιπολούν στους δρόμους. Τους έβλεπες στα καφενεία, όπου θα σταματούσες να ξαποστάσεις καθώς έπαιρναν κι αυτοί τον καφέ τους, με κάτι τεράστια όπλα παρά πόδα- ο πους στην περίπτωση αυτή θα ανήκε μάλλον στην καρέκλα ή στο τραπεζάκι του καφενείου. Το δεύτερο που έχει μείνει τυπωμένο στη μεμβράνη των εντυπώσεων, ζευγαρώνει αντιθετικά με το πρώτο: επρόκειτο για μια γενικευμένη αίσθηση φόβου και ανασφάλειας. Όσο, δηλαδή, φρουρούμενες και οπλισμένες σαν τους αστακούς ήταν αυτές οι πόλεις –περί πόλεων επρόκειτο- τόσο περισσότερο διάχυτη ήταν η αίσθηση του φόβου, παντού.
Δεν τολμούσες να απομακρυνθείς από τα κεντρικά, πολυσύχναστα μέρη και να χωθείς στα στενά, κι είχες αμέσως την εντύπωση ή αποκτούσες κιόλας, αν ήσουν λιγάκι άτυχος, τη βεβαιότητα ότι η περιουσία και η σωματική σου ακεραιότητα δεν ήταν διασφαλισμένες. Αυτό μπορούσε «χαλαρά» να συμβεί στην Τύνιδα ή στο Βελιγράδι ή στην Τιμισοάρα. Ήταν σάμπως η αστυνομοκρατία και η στρατοκρατία να ευνοούσαν, ταυτόχρονα, την άνθιση ολόγυρα μιας σκοτεινής ζώνης εγκλήματος. Τα όπλα υπήρχαν πρωτίστως για να διαφυλάξουν το καθεστώς, η ασφάλεια και η ακεραιότητα του μικρού καθημερινού ανθρώπου ήταν μια εντελώς άλλη υπόθεση.
Η τρίτη, βαθιά εντύπωση, αφορούσε τη φτώχεια και την ανέχεια που κατά σημεία και με διαφορετική χροιά στους τόπους αυτούς έφτανε το όριο της απόλυτης εξαθλίωσης. Αυτό αφορούσε λιγότερο τον «υπαρκτό», πολύ περισσότερο τη βόρεια Αφρική. Ο «υπαρκτός» είχε τη δική του ιδιαίτερη φτώχεια, την καταθλιπτική εμφάνιση των οικοδομικών μπλοκ, της ένδυσης και της υπόδησης. Είχε την κρυμμένη πορνεία για ένα νάιλον καλσόν, την παράνομη συναλλαγή σε ξένο νόμισμα. Κι όπως μας μεταφέρουν πλέον οι μαρτυρίες αλλοδαπών ή ομογενών προερχόμενων από χώρες όπως η Αλβανία του Εμβέρ Χότζα ή το Καζακστάν της πρώην ΕΣΣΔ, υπήρχαν σε εκείνο τον κόσμο θύλακες απολύτως τριτοκοσμικοί ως προς τις συνθήκες διαβίωσης. Η βόρειος Αφρική και η Ασία είχαν, από την πλευρά τους, την παιδική επαιτεία, τις αστικές περιοχές που βρισκόντουσαν εκτός δικτύου ύδρευσης και αποχέτευσης, τις ασθένειες.
Για μένα, την Ευρωπαία που ενηλικιώθηκα τη δεκαετία του ’80, η επιστροφή, κάθε φορά μετά από τέτοια ταξίδια στην πατρίδα-Ελλάδα αλλά και στις άλλες πατρίδες, στη Γερμανία και τη Γαλλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, την Αυστρία, την Ιταλία, το πέρασμα, κάθε φορά, των ευρωπαϊκών συνόρων, σήμαινε μια βαθιά ανάσα ανακούφισης. Βρισκόμουν ξανά σε έδαφος όπου δεν με απειλούσε η βία· όπου μπορούσα, ως γυναίκα, να ντυθώ και να κυκλοφορήσω όπως θέλω. Μπορούσα να κοιμηθώ στο παγκάκι του πάρκου με τον υπνόσακό μου χωρίς να κινδυνεύσω: οι δημόσιοι χώροι μού ανήκαν και τους μοιραζόμουν ειρηνικά με εκατομμύρια άλλους. Μπορούσα να τσακωθώ, αλλά γνώριζα εκ των προτέρων ότι κανείς δεν θα ξεπερνούσε κάποια όρια. Το ότι ήμουν γυναίκα όχι μόνο δεν με ανέστελλε αλλά, τουναντίον, μου προσέθετε αγωνιστικό οίστρο και ένα κάποιο σθένος. Δεν ίσχυε το ίδιο στην Τύνιδα ή σε τομείς της Ιερουσαλήμ. Οι Άραβες αλλά και οι ορθόδοξοι Εβραίοι είχαν για το ζήτημα αυτό εντελώς άλλες απόψεις, τις οποίες λίγο-πολύ εφάρμοζαν στις επικράτειές τους.
Με τον καιρό έμαθα να συνυπολογίζω και άλλα πράγματα στη λίστα με τα ευρωπαϊκά μου αυτονόητα. Είχα, πχ, παντού μαζί μου ταξιδεύοντας ένα έγγραφο-αποδεικτικό του (δημόσιου) φορέα της ελληνικής κοινωνικής μου ασφάλισης, στην ευρωπαϊκή του εκδοχή: με αυτό το έγγραφο ήταν παντού εξασφαλισμένη για μένα η δωρεάν παροχή ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης. Μπορούσα, ως φοιτήτρια, με ελάχιστα λεφτά, να ταξιδεύω στην πρώην ΕΟΚ και κατόπιν ΕΕ με ένα αίσθημα μεγάλης ασφάλειας και ως προς τα ζητήματα υγείας και έκτακτων αναγκών.
Με την πάροδο του χρόνου η ελευθερία κίνησης στην Ευρώπη διευρύνθηκε. Τώρα διασχίζουμε τα σύνορα χωρίς καν να δείχνουμε διαβατήριο, ενώ σε πολλές περιοχές τα σύνορα, πρακτικά, έχουν εντελώς καταργηθεί. Ο χώρος στον οποίο μπορείς να κινηθείς και να εργαστείς ελεύθερα, δεν απέχει πολύ από το να σου ανήκει. Είναι πια ο δικός σου χώρος. Οι τόποι της Ευρώπης έγιναν δικοί μας τόποι.
Η Ευρώπη, ορθότερα: οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι λοιπόν ένας χώρος όπου ζούμε, κινούμαστε και εργαζόμαστε ελεύθερα, θεωρώντας μια σειρά από αγαθά διασφαλισμένα και αδιαπραγμάτευτα. Είναι ένας ενιαίος τόπος όπου μέχρι πριν λίγο καιρό η φτώχεια υπήρχε μεν, αλλά ήταν οπωσδήποτε περιορισμένη. Σου δημιουργούσε, μάλιστα, την εντύπωση ότι αργά αλλά σταθερά απορροφούνταν σαν απόστημα που φθίνει μέσα σε έναν υγιή οργανισμό. Είδα πολύ φτωχές περιοχές στη Δυτική Ιρλανδία και στην Αγγλία, αλλά πριν περάσει πολύς καιρός τα ρεπορτάζ των εφημερίδων και οι μαρτυρίες φίλων διαβεβαίωναν ότι κι εκεί γινόντουσαν σημαντικά βήματα προς την κατεύθυνση της απάλειψής της.
Στην Ευρώπη πίστευα, εξάλλου, ότι δεν βρίσκομαι υπό παρακολούθηση. Μετά τον πρώτο, παγκοσμίως, αν δεν γελιέμαι, νόμο για την προστασία των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων που εφαρμόστηκε με πρωτοβουλία του Σπύρου Σημίτη στο κρατίδιο της Έσσης, ο θεσμός απλώθηκε ευεργετικά σε όλη την Ευρωπαϊκή ήπειρο βάζοντας ανάχωμα στους κινδύνους που θα μπορούσε να δημιουργήσει η νέα τεχνολογία στα χέρια ενός Μεγάλου Αδελφού. Ξέρουμε ότι η προστασία αυτή είναι πολύ πιο ασθενής στις λεγόμενες αγγλοσαξονικές χώρες και στις ΗΠΑ.
Η Ευρώπη ήταν και είναι, γενικά, ένας τόπος όπου η βία, ο αυταρχισμός, οι τάσεις ολοκληρωτισμού φυτοζωούν και φθίνουν. Η θανατική ποινή έχει καταργηθεί και οι άνθρωποι δεν οπλοφορούν ούτε αγαπούν τα όπλα. Είναι ένας τόπος όπου τα παιδιά, αγόρια και κορίτσια, πηγαίνουν στο σχολείο, έχουν τη βασική φροντίδα της υγείας τους, και μπορούν να σπουδάσουν μετακινούμενα ελεύθερα από τη μια χώρα στην άλλη. Η Ευρώπη είναι, σε γενικές γραμμές, δημοκρατική και φιλελεύθερη όσο κανένα άλλο μέρος στον πλανήτη μας. Προστατεύει το περιβάλλον της αποτελεσματικότερα και ολοένα πιο ομογενοποιημένα, όπως προστατεύει και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στην Ευρώπη, περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, προστατεύονται και διευρύνονται τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων, των εθνικών, φυλετικών και γλωσσικών μειονοτήτων. Ζώντας εδώ μπορεί συχνά να νιώθουμε ανικανοποίητοι και να αγωνιζόμαστε για τη βελτίωση όλων των παραπάνω πτυχών –και καλά κάνουμε- μόλις όμως βρεθούμε «εκτός» συνειδητοποιούμε την αξία των κεκτημένων μας.
Όμως το πιο σπουδαίο από όλα είναι ότι η Ευρώπη κατάφερε να ενοποιήσει όλες αυτές τις πλευρές βελτιώνοντάς τες, χωρίς ταυτόχρονα να ισοπεδώσει τις τοπικές, εθνικές ή περιφερειακές ιδιομορφίες. Είμαστε Ευρωπαίοι χωρίς αυτό να μας κάνει λιγότερο Έλληνες, Ρουμελιώτες, Κρητικούς ή Θρακιώτες. Τουναντίον, μας δίνεται τώρα η ευκαιρία, μέσω των περιφερειών και των χιλιάδων δημιουργικών δικτύων που αναπτύσσονται, να γνωρίσουμε όχι μόνο τους Γάλλους, τους Γερμανούς και τους Ιταλούς, αλλά και τους Αλσατούς, τους Βαυαρούς και τους Σικελούς. Η Ευρώπη, όσο περισσότερο ενοποιείται, τόσο περισσότερο γίνεται γόνιμο έδαφος για να ανθίσει με ασφάλεια και σεβασμό η διαφορετικότητα. Και η διαφορετικότητα είναι, έτσι ιδωμένη, ατέλειωτη πηγή πλούτου και δυναμισμού, σε αντίθεση προς την καταθλιπτική ισοπέδωση και την ομοιομορφία. Η Ευρωπαϊκή Ταυτότητα είναι απαράμιλλη επειδή ακριβώς είναι η πιο πολύχρωμη. Σε μια διάσταση περισσότερο ποιητική, η γερμανική λέξη Βund=ομοσπονδία ακούγεται σχεδόν ίδια με τη λέξη bunt=πολύχρωμος. Αυτό όμως δεν ζητά απεγνωσμένα η Ευρώπη; Σύμφωνα με τον Timothy Garton Ash «ενώ οι ρόδες της οικονομικής πολιτικής και των θεσμικών μεταρρυθμίσεων παίρνουν αργές στροφές και με μικρό αποτέλεσμα, υπάρχει μια κραυγαλέα ανάγκη για ποίηση» (στο τρέχον τεύχος του New York Review of Books, σε άρθρο του με τίτλο “The new German question” ο TGA κάνει, επίσης, λόγο για «την ποίηση που θα συνοδεύσει αυτή την οικονομική και θεσμική πρόζα, εμπνέοντας ξανά τους Ευρωπαίους να πιστέψουν στο όνειρο που αποκαλούμε Ευρώπη».
Όλα τα παραπάνω απέχουν ίσως πολύ από το ιδανικό. Είναι όμως πέρα από κάθε αμφιβολία ό,τι καλύτερο έχει να επιδείξει μέχρι τώρα ο ανθρώπινος πολιτισμός. Ο δρόμος πρέπει να είναι προς τα μπρος, προς τη διεύρυνση και τη βελτίωση, όχι προς τα πίσω, προς το γκρέμισμα και την καταστροφή των κεκτημένων. Για να επιτευχθεί αυτό, η Ευρώπη δεν χρειάζεται ούτε pause ούτε ναι-μεν-αλλά. Χρειάζεται fast forward. Η κρίση που αυτή τη στιγμή βιώνει ιδιαίτερα οδυνηρά και με ένταση ο Νότος θα πρέπει να αποτελέσει εφαλτήριο για κοινή φυγή προς τα μπρος, προς μια ακόμη πιο ενωμένη, δηλαδή προς μια πραγματικά ομοσπονδιακή Ευρώπη.
Οι φωνές που θέτουν απερίφραστα επί τάπητος το ζήτημα αυτό είναι δυστυχώς λιγότερες από όσο θα περίμενε κανείς. Στην Ελλάδα, από όσο γνωρίζω, οι μόνοι που το πράττουν μέχρι στιγμής και ενόψει των Ευρωεκλογών του 2014, είναι η κίνηση πολιτικής οικολογίας ThinkΠ, που δημοσίευσαν πρόσφατα κείμενο διαβούλευσης υπέρ της συγκρότησης μιας ελληνικής πλατφόρμας για την Ομοσπονδιακή Ευρώπη, στο http://thinkpi.gr/, ενώ στην Ευρώπη το κύριο βάρος τέτοιων προτάσεων σηκώνουν Πράσινοι πολιτικοί, όπως οι Φίσερ και Κον-Μπεντίτ και λίγοι Φιλελεύθεροι. Οι υπόλοιποι ψελλίζουν ή σφυρίζουν αδιάφορα. Άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε. Καθώς αναφύονται ολοένα και περισσότερα ακροδεξιά-εθνικιστικά μορφώματα, οι Συντηρητικοί νιώθουν καυτή την ανάσα της εκ δεξιών απειλής στο σβέρκο τους και επιχειρούν να προσαρμόσουν τη ρητορική και τα προγράμματά τους- για να μην πούμε ότι συχνά είναι αυτοί οι ίδιοι που θερίζουν τις θύελλες των ανέμων που έσπειραν. Οι σοσιαλιστές και οι σοσιαλδημοκράτες βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε ατολμία, ανάμεσα στις παραδοσιακές εθνικές πελατείες (συνδικάτα) και στις νέες κοινωνικές κατηγορίες των επισφαλώς εργαζόμενων, ανέργων και νεόπτωχων - κι όταν θέλουν, επιτέλους, να μιλήσουν ευρωπαϊκά, δεν ξέρουν σε ποια γλώσσα ακριβώς να το κάνουν. Σε ποια γλώσσα ποιάς εποχής;
Οι λοιπές πολιτικές δυνάμεις, πλην κάποιων Πρασίνων και κάποιων Φιλελευθέρων, μοιάζουν, λοιπόν, να έχουν χάσει τα νερά τους. Δεν λέει κανείς ότι έπαψαν να είναι ευρωπαϊκά προσανατολισμένες. Αυτό ισχύει μονάχα για τα παλαιοκομμουνιστικά απολιθώματα, όπου αυτά επιβιώνουν, καθώς και για τα φασίζοντα εθνικιστικά μορφώματα, όπου αυτά σηκώνουν κεφάλι. Στη μεγάλη τους πλειοψηφία οι πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης παραμένουν ευρωπαϊκά προσανατολισμένες. Αλλά χωρίς έμπνευση και χωρίς σφρίγος. Θα έλεγε κανείς πως η πολιτική, στην προσπάθειά της να ανακτήσει τη χαμένη ηγεμονία της από την οικονομία, γίνεται χαλίφης-στη-θέση-του-χαλίφη. Γίνεται δηλαδή οικονομίστικη, ξύλινη, άνευρη. Κάθε μικρομεσαίος Ευρωπαίος πολιτικός ξέρει πλέον να μιλήσει για το χρέος, το έλλειμμα, τη φορολογία, αλλά το λεξιλόγιό του είναι πολύ φτωχό αν πρόκειται να μιλήσει για την Ευρώπη και τις νέες-παλιές ιδέες που αυτή η Ευρώπη έχει ανάγκη. Η λέξη κλειδί ήταν και είναι οι αξίες. Ένας καθαρός λόγος για τις αξίες θα οδηγούσε και σε περισσότερο διαυγείς πολιτικές επιλογές.
Αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό ΚΑΙ ζήτημα παιδείας. Όπως είναι γνωστό, οι ιδέες ΟΥΤΕ φύονται ΟΥΤΕ διαδίδονται χωρίς οργάνωση, ενώ οι αξίες ουδέποτε εμπεδώθηκαν ερήμην της παιδείας. Κι ενώ πλήθος οργανώσεων και μέσων ανά την ήπειρο επιδίδονται στη διάδοση ευθέως αντι-ευρωπαϊκών ιδεών ή, πάντως, διαχέουν ρητά ή άρρητα έναν νοσηρό ευρωσκεπτικισμό και κηρύττουν τον διχασμό αντί της αλληλεγγύης, οι παραδοσιακοί ευρωπαϊκοί θεσμοί μοιάζουν υπνωτισμένοι και παράλυτοι.
Έτσι, τα εκατομμύρια παιδιά της Ευρώπης μεγαλώνουν σήμερα απολαμβάνοντας τα ευρωπαϊκά αγαθά που προαναφέραμε, χωρίς να το συνειδητοποιούν ή και γαλουχούμενα ακόμη προς την αντίθετη κατεύθυνση. Παράλληλα με τις προσπάθειες και τους αγώνες για την υπέρβαση της κρίσης με μεγαλύτερη και όχι με μικρότερη κοινοτική συνοχή και αλληλεγγύη, είναι καιρός, είναι επείγον, να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση στην υιοθέτηση θεσμών που θα προωθούν τη συνοχή στο επίπεδο των ιδεών και θα βοηθήσουν στην εμπέδωση μιας νέας κοινής ταυτότητας.
Ένας τέτοιος θεσμός θα μπορούσε να είναι ένα κοινό σε όλα τα σχολεία μάθημα, κάτι σαν «Αγωγή του Ευρωπαίου Πολίτη». Αυτό το μάθημα θα έπρεπε να διδάσκεται επαναληπτικά στη δημοτική και στη μέση εκπαίδευση όλων των χωρών, με το ίδιο ακριβώς περιεχόμενο σε όλες τις χώρες, σε απλούστερη μορφή για τα μικρά παιδιά, σε πιο σύνθετη μορφή για τα μεγαλύτερα. Το μάθημα θα καλλιεργεί στους μαθητές την Ευρωπαϊκή συνείδηση με ποικίλους τρόπους, παιγνιώδεις, διαδραστικούς, επικοινωνιακούς, μεταδίδοντας ποικίλα γνωστικά περιεχόμενα: ιστορικά, πολιτισμικά, γεωγραφικά, οικονομικά, πολιτειολογικά κ.ά. Σε ένα τέτοιο μάθημα θα πρέπει να προστεθούν και άλλοι θεσμοί και πρακτικές με ευρωπαϊκή, φυσικά, χρηματοδότηση. Έτσι, πχ, θα πρέπει να είναι αδιανόητη η αποφοίτηση από την 9χρονη εκπαίδευση χωρίς να έχει δοθεί σε κάθε παιδί της Ευρώπης η δυνατότητα να επισκεφθεί μία τουλάχιστον άλλη Ευρωπαϊκή χώρα και να έρθει σε επαφή με συνομήλικούς του εκεί. Πεδίο δόξης λαμπρό για σχολεία, δασκάλους και τοπικές κοινότητες- κι αν το πρότζεκτ είναι ακριβό, η διάλυση με την οποία απειλείται σήμερα η ΕΕ θα αποβεί, οπωσδήποτε, πολύ ακριβότερη. Όσο το συλλογίζεται κανείς, τόσο μοιάζει απίστευτο ότι τέτοιες πρωτοβουλίες δεν έχουν καθιερωθεί από καιρό ως αυτονόητες. Πίστευε άραγε κανείς ότι η Ευρώπη θα οικοδομούνταν στον αυτόματο πιλότο της οικονομίας, των τραπεζών και των –εθνικών- ΜΜΕ; Πρόκειται για (ελαφρώς υποκριτική) ολιγωρία που θα πρέπει γρήγορα να αντιμετωπιστεί, πριν να είναι πολύ αργά.
Γιατί στην ακμή του κοινού Ευρωπαϊκού πολιτισμού, όπου βρεθήκαμε για λίγο και ζήσαμε, οι πιο τυχεροί από μας, μεγάλο μέρος της ζωής μας, τα σύννεφα βιάστηκαν να πυκνώσουν όσο ποτέ στους Ευρωπαϊκούς αιθέρες.
*Η Μαρία Τοπάλη είναι ποιήτρια. Από τις εκδόσεις «Οκτώ» κυκλοφορεί το τελευταίο βιβλίο της, το μιούζικαλ «Ο Χορός της Μεσαίας Τάξης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου