Σε ένα σημαντικό και νηφάλιο κείμενο ο Αντώνης Μανιτάκης αξιολογεί τη μέχρι τώρα πορεία της διοικητικής μεταρρύθμισης. Επισημαίνει ότι η «ανάμειξη της Τρόϊκας υπήρξε μοιραία και τελικά διαλυτική για το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης της Διοίκησης. Έθαψε την κινητικότητα και την ακύρωσε ως μέτρο διαρθρωτικής σημασίας». Η Μεταρρύθμιση πια «αποδομήθηκε, έχασε κάθε νομιμοποιητική δύναμη, απαξιώθηκε. Κινδυνεύει τελικά να ματαιωθεί, διότι γίνεται μισητή και αναξιόπιστη». Και δηλώνει περήφανος «για αυτό που κάναμε, με σχέδιο, μέθοδο και σύστημα με σεβασμό στη νομιμότητα και το Σύνταγμα, χωρίς αυταρχισμό, ανένδοτοι και αποφασιστικοί απέναντι στην φαυλότητα και στην πελατοκρατία, την ευνοιοκρατία και στο κομματικοποιημένο συνδικαλισμό».
Ο καθείς τον οβολό του.
Είναι σχήμα οξύμωρο
και σίγουρα προκλητικό μέσα σε αυτό τον ορυμαγδό αποτρόπαιων πράξεων, βάρβαρων
αποφάσεων και κραυγών μαζικής απελπισίας και αγωνίας, να προσπαθεί κανείς να αρθρώσει έναν νηφάλιο
και ορθό λόγο για τις αλλαγές που χρειάζεται το κράτος και η διοίκηση. Το κάνω
μόνο και μόνο για να δείξω ότι μέσα από την απελπιστική κατάσταση που ζούμε,
μέσα από την παραζάλη και τον εμφύλιο σπαραγμό έχουμε ανάγκη από παρήγορα λόγια
της κοινής λογικής, της απεγνωσμένης αναζήτησης κάποιας ελπίδας. Ο καθείς τον
οβολό του και ο υπογράφων με το δικό του ιδεατό σχήμα της Κινητικότητας !
Σημασία-σκοποί:
άμεση κάλυψη κενών θέσεων και αναγκών από πλεονάζον και
λιμνάζον προσωπικό μετά από σχέδια
στελέχωσης και εκθέσεις αξιολόγησης δομών
Η Κινητικότητα: μια μείζονος σημασίας μεταρρύθμιση με διαρκή και
μόνιμο χαρακτήρα, που αποσκοπεί στην ορθολογική
ανακατανομή ανορθολογικά κατανεμημένου προσωπικού, και όχι
βέβαια στη μείωση ή απόλυση προσωπικού. Κατά την υποχρεωτική αποτίμηση των
προσόντων, που θα γίνει για την επιλογή αυτών που θα μετακινηθούν, θα γίνει
αναγκαστικά και μια αξιολόγηση των λιγότερο ή περισσότερο προσοντούχων, των
κατάλληλων ή ακατάλληλων ή ανίκανων δημοσίων υπαλλήλων. Η αποτίμηση όμως των
προσόντων και ο έλεγχος της πιστοποίησης
των δικαιολογητικών είναι μια παρεπόμενη ενέργεια, η οποία αποβλέπει
στην ποιοτική αξιολόγηση του προσωπικού επ’ ευκαιρία της κινητικότητας και δεν
έχει πάντως ως σκοπό της την απόλυση. Ενδεχομένως από τη διαδικασία της
αποτίμησης των προσόντων να προκύψουν και περιπτώσεις που δικαιολογούν τις
αναγκαστικές αποχωρήσεις. Αλλά αυτό είναι ένα παρεμπίπτον ζήτημα.
Η Κινητικότητα σχεδιάστηκε από το Υπουργείο Διοικητικής
Μεταρρύθμισης μετά από υπόδειξη και σε συνεργασία με την Task Force και με εμπειρογνώμονες της
Γαλλικής Κυβέρνησης επί τρικομματικής Κυβέρνησης ως ένας στρατηγικής σημασίας
και άμεσης προτεραιότητας στόχος που αντισταθμίζει τα κενά που δημιουργούνται από τις αθρόες
συνταξιοδοτήσεις και αντιμετωπίζει,
παράλληλα, επείγουσες ανάγκες στελέχωσης σε δημόσιες
υπηρεσίες που αδυνατούν
πλέον επαρκώς να εκπληρώσουν την δημόσια αποστολή τους.
Σκοπός της Κινητικότητας δεν ήταν, πάντως, απλώς να αντιπαρατεθεί
στην Τρόικα ένα σχέδιο αντιστάθμισης στις αθρόες και οριζόντιες απολύσεις που ζητούσε μανιακά και επίμονα η Τρόικα.
Η ανάγκη της Κινητικότητας προέκυψε και έγινε επιτακτική όταν διαπιστώθηκε ότι
η επιζητούμενη από την Τρόικα και καταγραμμένη στο πρώτο Μνημόνιο υποχρέωση για
μείωση
του προσωπικού των δημοσίων υπαλλήλων κατά 150.000 (ανεξάρτητα από
τις 15.000 αναγκαστικές αποχωρήσεις, που μπήκε στο δεύτερο μνημόνιο) ήταν όχι
μόνο επιτεύξιμη αλλά και θα υπερέβαινε, κατά πάσα πρόβλεψη, και μάλιστα κατά
πολύ, μέσω των φυσικών αποχωρήσεων, λόγω συνταξιοδοτήσεων μέχρι το 2015, τον αριθμό των 170.000 υπαλλήλων. Η μαζική και ανορθολογική αυτή μείωση
του δημοσιοϋπαλληλικού πληθυσμού δημιουργεί μεγάλα και δυσαναπλήρωτα κενά σε
ζωτικής σημασίας δημόσιες υπηρεσίες, τα οποία δεν μπορούν να καλυφθούν με νέες
προσλήψεις λόγω των δημοσιονομικών περιορισμών. Η εικόνα σε μακροπρόθεσμη βάση
ήταν και είναι για το ελληνικό δημόσιο και το ελληνικό κράτος εφιαλτική, αφού
κινδυνεύει να μην μπορεί να εκπληρώσει βασικές για την υπόστασή του, την
εσωτερική και εξωτερική του ασφάλεια, για την εκπαίδευση και για την υγεία
αποστολές.
Είναι επομένως τουλάχιστον αστείο να ισχυρίζεται κανείς ότι η
μετακίνηση 25.000 δημοσίων υπαλλήλων αποβλέπει, τάχα, στην εξοικονόμηση
δημοσιονομικών πόρων μέσω της διαθεσιμότητας, όπως αναφέρεται στον Τύπο και
αφήνει να διαρρεύσει η Τρόικα (ειρήσθω εν παρόδω, η δημοσιονομική εξοικονόμηση
από τη μείωση της μισθοδοσίας κατά 25%, επί 12 μήνες 12.500 υπαλλήλων
υπολογίστηκε μόλις στα 8.000.000 ευρώ) ούτε φυσικά μπορεί να αποσκοπεί, για
τους λόγους που μόλις σημειώσαμε, στη μείωση του προσωπικού, αφού ένα μικρό μέρος
μόνο από αυτούς υποτίθεται ότι θα απολυθεί. Εξάλλου, όπως δηλώθηκε και γράφτηκε
στο Μνημόνιο, κάθε αναγκαστική αποχώρηση θα αντισταθμίζεται με μία νέα
πρόσληψη.
Είναι «ηλίου φαεινότερον» ότι η
άμεση, βιαστική, μαζική και τυφλή μετακίνηση υπαλλήλων για κάλυψη τυχαίων υπηρεσιακών αναγκών για να
εκπληρωθούν στόχοι, μνημονιακοί, αποκλειστικά
ποσοτικοί, όπως συμβαίνει τώρα, δεν
επιφέρει καμία απολύτως διαρθρωτική
αλλαγή στο δημόσιο. Αντίθετα διαιωνίζει τις χρόνιες νοσηρές καταστάσεις,
τις πάγιες αδυναμίες και τις γνωστές ανικανότητες του δημοσίου.
Η κινητικότητα είναι ένα μέτρο βαθύτατα διαρθρωτικού χαρακτήρα,
που το έχει ανάγκη επειγόντως το ελληνικό δημόσιο. Εκπληρώνει αυτόν το σκοπό μόνον όταν μετακινούνται
υπάλληλοι από υπηρεσίες όπου
διαπιστώνεται αντικειμενικά, μετά από εκθέσεις αξιολόγησης δομών και σχέδια
στελέχωσής τους ότι υπάρχουν πλεονάζουσες
θέσεις ή ειδικότητες, σε υπηρεσίες
όπου είναι διαπιστωμένο ότι υπάρχουν
κενές θέσεις ή επιτακτικές ανάγκες
στελέχωσης.
Ο σκοπός της
Κινητικότητας
Ήταν και είναι διπλός:
α) ο ένας, διαρκής και διαρθρωτικός, αποβλέπει στην ορθολογική ανακατανομή ενός διαχρονικά ανορθολογικά κατανεμημένου προσωπικού σε
δημόσιες υπηρεσίες ανά τη χώρα.
β) ο άλλος άμεσος και επείγων: η άμεση κάλυψη κενών
θέσεων και αναγκών κατά προτεραιότητα σε
υπηρεσίες κοινωνικές και εξυπηρέτησης του πολίτη, καθώς και η κάλυψη
αναγκών σε υπηρεσίες που είχαν μεγάλα κενά από τις αθρόες συνταξιοδοτήσεις τα
τελευταία χρόνια. Οι δύο αυτοί λόγοι, συνδυασμένοι με την πολιτική του περιορισμού
των προσλήψεων, έκαναν και κάνουν επιτακτική την ανάγκη μακροπρόθεσμου
προγραμματισμού κάλυψης των κενών στις δημόσιες υπηρεσίες με την μετακίνηση
προσωπικού από τις υπηρεσίες που αποδεδειγμένα πλεονάζει.
2. Διαδικασία της Κινητικότητας
μετακίνηση προσωπικού
εκεί όπου η εργασιακή του φυσιογνωμία ταιριάζει με την περιγραφή της κενής
θέσης
Αυτό σημαίνει –και είναι όρος εκ των ων ουκ άνευ– ότι πρώτα
προσδιορίζονται με αντικειμενικά και επιστημονικά κριτήρια στη βάση σχεδίων
στελέχωσης (staffing
plans) οι
πλεονάζουσες θέσεις, παράλληλα και
ταυτόχρονα με την διαπίστωση των κενών
θέσεων, και στη συνέχεια ταυτοποιούνται το πρόσωπα που αντιστοιχούν σε
αυτές. Ορίζεται δηλαδή η περίμετρος της αξιολόγησης των προσώπων που υπάγονται
σε αυτήν και αμέσως γίνεται η αποτίμηση
των προσόντων τους με άξονα το περίγραμμα της εργασιακής τους φυσιογνωμίας.
Βάσει των νέων οργανογραμμάτων, των σχεδίων στελέχωσης, των
περιγραμμάτων θέσεων και την οροφή των υπαλλήλων που έχει καθοριστεί από το
ΚΣΜ, κάθε Υπουργείο ή φορέας εντοπίζει τις θέσεις
που πλεονάζουν αλλά και τις θέσεις
που ελλείπουν. Η ίδια μέθοδος ακολουθείται και στην αξιολόγηση και
αναδιάρθρωση των εποπτευόμενων φορέων κάθε υπουργείου (δήμοι, σχολεία,
νοσοκομεία κλπ).
Κάθε Υπουργείο αναλαμβάνει το μερίδιο από τις 25.000 μετακινήσεις
που του αναλογεί, ανάλογα με τον αριθμό υπαλλήλων που απασχολεί συνολικά, καθώς
και τις ανάγκες που καλύπτει. Ο οριστικός αριθμός όμως των κενών και
πλεοναζουσών θέσεων προκύπτει μετά από εκθέσεις αξιολόγησης δομών και σχέδια
στελέχωσης τους. Αυτή η διαδικασία ακολουθήθηκε από τον Φεβρουάριο έως τον
Ιούνιο με τη συνεργασία της Task
Force και
της Γαλλίας.
Είναι λογικό τα Υπουργεία που απασχολούν τους περισσότερους
υπαλλήλους (όπως το Υπουργείο Παιδείας και το Υπουργείο Εσωτερικών) να
αναλαμβάνουν περισσότερες αναγκαίες μετακινήσεις προσωπικού.
Όταν εντοπίζονται οι θέσεις που πλεονάζουν και οι θέσεις που
ελλείπουν, στη συνέχεια ταυτοποιείται με
βάση την περίμετρο αξιολόγησης, και την αποτίμηση των προσόντων υπαλλήλων, που
γίνεται με βάση αντικειμενικά κριτήρια από τις διευθύνσεις προσωπικού, που
βασίζονται κυρίως στην εργασιακή του
φυσιογνωμία, στην εργασιακή εμπειρία και στην επαγγελματική και γενική του
κατάρτιση, το προσωπικό που αντιστοιχεί
στις θέσεις που πλεονάζουν ώστε να μετακινηθεί στις κενές θέσεις όπου υπάρχουν
σύστοιχες ανάγκες.
Η επιλογή των υπαλλήλων που μπαίνουν σε Κινητικότητα δεν είναι
οριζόντια. Υπακούει σε συγκεκριμένα κριτήρια αξιολόγησης.
Γίνεται μια αποτίμηση της εργασιακής φυσιογνωμίας των υπαλλήλων, με κριτήρια αντικειμενικά, όπως:
Την γενική και την επαγγελματική τους
εκπαίδευση
την εργασιακή τους εμπειρία
την εργασιακή τους φυσιογνωμία
(δεξιότητες, επιδόσεις, πραγματική ενασχόληση με βάση το περίγραμμα θέσης,
κ.ά.)
καθώς και τα στοιχεία του προσωπικού
φακέλου (ενδεχόμενες πειθαρχικές ποινές, αδικαιολόγητες άδειες είτε διακρίσεις
κλπ).
Με βάση αυτή τη διαδικασία, μπαίνουν σε Κινητικότητα οι λιγότερο προσοντούχοι υπάλληλοι, όταν
σε μια υπηρεσία καταργούνται ορισμένες θέσεις του ίδιου κλάδου ή ειδικότητας.
Σε όσους βρίσκονται κοντά
στη συνταξιοδότηση, αλλά απέχουν τρία χρόνια από την πλήρη σύνταξη, δίνεται
η δυνατότητα να αναγνωρίσουν έως 3 πλασματικά
έτη υπηρεσίας, ώστε να αποχωρήσουν φυσιολογικά από το δημόσιο εφόσον τεθούν
σε διαθεσιμότητα.
Οι υπόλοιποι ανακατανέμονται σε θέσεις όπου υπάρχουν πραγματικές,
διαπιστωμένες και αξιολογημένες ανάγκες.
Κάθε Υπουργείο, βάσει του νέου οργανογράμματος και του σχεδίου
στελέχωσης αλλά και της αναδιάρθρωσης των εποπτευόμενων φορέων του, εντοπίζει τις κενές θέσεις όπου υπάρχει
ανάγκη για προσωπικό.
Το προφίλ των κενών θέσεων (περίγραμμα θέσης) όπως και το
εργασιακό προφίλ των υπαλλήλων που βρίσκονται σε Κινητικότητα συγκεντρώνονται
σε μια ηλεκτρονική βάση δεδομένων,
με τη βοήθεια της οποίας συνταιριάζεται κάθε υπάλληλος στη θέση που είναι πιο
κοντά στο εργασιακό του προφίλ.
Όπου απαιτείται, το Εθνικό
Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης οργανώνει προγράμματα
μετεκπαίδευσης για τους υπό μετακίνηση υπαλλήλους, ώστε να ανταποκρίνονται με
τον καλύτερο τρόπο στη νέα τους θέση.
3. Βασικό
εργαλείο
δημιουργία
μόνιμου αρχείου δεδομένων ανά υπουργείο με τα κενά ή τις ανάγκες και με τις
πλεονάζουσες θέσεις, ανά οργανισμό, φορέα ή και υπουργείο.
Η βάση δεδομένων είναι το απαραίτητο εργαλείο για τη διαδικασία
της Κινητικότητας. Η βάση δεδομένων θα πρέπει να επικαιροποιείται διαρκώς με
όλες τις ανοιχτές διαθέσιμες θέσεις στο σύνολο της Διοίκησης, αλλά και θέσεις
που προβλέπεται να ανοίξουν στο άμεσο μέλλον (μέσα από συνταξιοδοτήσεις
προσωπικού). Η βάση θα είναι διαθέσιμη στο διαδίκτυο, άρα κάθε υπάλληλος θα έχει
ανά πάσα στιγμή πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες.
Κάθε ανοιχτή θέση στο σύνολο της Διοίκησης θα πρέπει αυτομάτως να
καταγράφεται στη βάση δεδομένων. Για το σκοπό αυτό, οι μονάδες διαχείρισης
ανθρώπινου δυναμικού κάθε υπουργείου θα πρέπει να ενημερώνουν διαρκώς
(τουλάχιστον μάι φορά την εβδομάδα) το ΥΔΜΗΔ με τη λίστα των διαθέσιμων θέσεών
τους σε όλες τις εποπτευόμενες δομές τους. Καμία θέση δεν θα πρέπει να
καλύπτεται εάν προηγουμένως δεν έχει αναρτηθεί στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων.
Κάθε διαθέσιμη θέση που αναρτάται στη βάση
δεδομένων θα έχει έναν μοναδικό αριθμό και θα συνοδεύεται από όλα τα
χαρακτηριστικά της
*******************************************************************
Ø Επίκαιρο επίμετρο
Ø Ο αυταρχισμός και η βία
πάνε αντάμα με τη φαυλότητα και την
πελατοκρατία, τις διαιωνίζουν και τις
εκτρέφουν έστω και αν εμφανίζονται
ως αντίπαλοί τους.
Αυτό είναι εν συντομία και αυτό επιδιώχτηκε και άρχισε να
εφαρμόζεται ως πράξη κυβερνητική και πρόγραμμα
την χρονιά που πέρασε.
Είμαστε περήφανοι για αυτό που κάναμε, με σχέδιο, μέθοδο και σύστημα με σεβασμό στη
νομιμότητα και το Σύνταγμα, χωρίς αυταρχισμό, ανένδοτοι και
αποφασιστικοί απέναντι στην φαυλότητα και στην πελατοκρατία, την ευνοιοκρατία και
στο κομματικοποιημένο συνδικαλισμό. Χωρίς βία, χωρίς αθρόες απολύσεις,
αντισταθήκαμε στην καλλιέργεια κλίματος φόβου στους δημοσίους υπαλλήλους, και
μίσους κατά αυτών. Επιδιώξαμε την αποκατάσταση του κύρους του δημόσιου
λειτουργού, με την αποκατάσταση της πειθαρχίας και της συναίσθησης των
καθηκόντων του και των υποχρεώσεών του.
Τι διαπιστώνουμε μετά την αποχώρησή μας. Ανακοπή και σε ένα
βαθμό ανατροπή της πορείας της διαρθρωτικών αλλαγών που γίνονταν με σχέδιο και
μελέτη. Εγκατάλειψη των προγραμματισμένων στόχων για τους νέους Οργανισμούς.
Η Διοικητική Μεταρρύθμιση, μετά τις εξωφρενικές απαιτήσεις
της Τρόϊκας τον περασμένο Ιούνιο, συμπυκνώνεται
και εξαντλείται στην αξίωση απολύσεων, πάση θυσία, μέσα σ, ένα χρόνο, μερικών
χιλιάδων υπαλλήλων χωρίς κριτήρια και χωρίς αξιολόγηση, τυφλά και ισοπεδωτικά.
Και η απαίτηση αυτή έρχεται ως τιμωρία,
ως φρονηματισμός και εκδίκηση. Απέναντι
όμως σε ποιόν και γιατί;. Ποιος φρονηματίζεται με αυτόν τον τρόπο; ο ελληνικός
λαός, η πολιτική εξουσία, η κυβέρνηση οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι φαύλοι
πολιτικοί; Και τι προάγεται με τον βίαιο αυτό τρόπο, ο εξορθολογισμός της Διοίκησης; Η
αποτελεσματικότητά; πλήττεται η γραφειοκρατία; Κερδίζει η αξιολόγηση ή μήπως
φεύγουν και τιμωρούνται οι φαύλοι, οι ανίκανοι ή ακατάλληλοι ή οι περιττοί; Το
ακριβώς αντίθετο συμβαίνει με τα
ισοπεδωτικά και άδικά μέτρα. Απλώς επιτυγχάνονται ποσοτικοί στόχοι, λογιστικοί
στόχοι για να δικαιολογηθούν οι στόχοι του μνημονίου και για να καλυφθούν έτσι
οι λανθασμένοι υπολογισμοί και οι ανεκπλήρωτοι και μη ρεαλιστικοί στόχοι του
προγράμματος προσαρμογής.
Το βλέπουμε και το
διαβάζουμε στο αναθεωρημένο μνημόνιο.
Με τα βίαια, αυταρχικά,
ασυντόνιστα και βιαστικά, νομοθετικά και διοικητικά μέτρα που επέβαλε η Τρόϊκα και αποδέχτηκε χωρίς διαπραγμάτευση και
αντίσταση η δικομματική κυβέρνηση, η Μεταρρύθμιση κάθισε, αποδομήθηκε, έχασε
κάθε νομιμοποιητική δύναμη, απαξιώθηκε. Κινδυνεύει τελικά να ματαιωθεί,
διότι γίνεται μισητή και αναξιόπιστη. Οι
δημόσιοι υπάλληλοι δεν συμμετέχουν, γιατί φοβούνται και γίνονται αρνητικοί και
άκρως επιφυλακτικοί απέναντί της.
Τελικά αποδεικνύεται ότι ο αυταρχισμός πάει αντάμα με τη φαυλότητα, τη διαιωνίζει και την
εκτρέφει έστω και αν εμφανίζεται ως
τιμωρός της.
Οι διαρθρωτικές αλλαγές απαιτούν βάθος χρόνου και διάρκεια Η ανάμειξη της
Τρόϊκας στη διοικητική μεταρρύθμιση υπήρξε μοιραία και τελικά διαλυτική για το
πρόγραμμα αναδιάρθρωσης της Διοίκησης. Έθαψε την κινητικότητα και την ακύρωσε
ως μέτρο διαρθρωτικής σημασίας. Υπονόμευσε και δυσφήμισε κάθε είδους
αξιολόγηση.
Η πολιτική στοχοποίηση του δημοσίου μαζί με το μίσος
που καλλιεργήθηκε από τον κατευθυνόμενο έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο και από
ορισμένες πολιτικές δυνάμεις απέναντι
στους δημοσίους υπαλλήλους, έβλαψε αφάνταστα τη διοικητική μεταρρύθμιση. Η
πολιτική αυτή, ενώ υποτίθεται ότι στρέφεται κατά των χρόνιων παθογενειών του
κράτους και της Διοίκησης και στηρίζεται σε πραγματικές και αληθείς
διαπιστώσεις, όχι μόνον δεν βοηθά στην αντιμετώπιση της νόσου, αλλά
αντίθετα εμποδίζει και ακυρώνει κάθε
απόπειρα σοβαρού και σχεδιασμένου μεταρρυθμιστικού προγράμματος.
Μόνοι μας είναι
αλήθεια ούτε μπορούμε ούτε τολμούμε ούτε θέλουμε ούτε ξέρουμε πως θα
προχωρήσουμε στις βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές που χρειάζεται ο τόπος.
Χρειαζόμαστε την τεχνική βοήθεια και την τεχνογνωσία ευρωπαϊκών χωρών και
ευρωπαίων εμπειρογνωμόνων, των εταίρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Γαλλία και η Τασκ Φορς, με τις οποίες είχαμε υπογράψει
σχετικό Μνημόνιο, είχαν προσφερθεί και μας παρείχαν όλη την αναγκαία τεχνική
βοήθεια, τη χρονιά που πέρασε, για να σχεδιάσουμε και εφαρμόσουμε τη διοικητική
μεταρρύθμιση. Εναπόκειτο όμως στην Ελλάδα, στη θέλησή της να την αξιοποιήσει και να την οικειοποιηθεί
με τον τρόπο που της ταίριαζε. Σε αυτήν
στηριχθήκαμε και με βάση τις συμβουλές τους προχωρήσαμε όλο αυτόν τον καιρό.
Δυστυχώς η πολιτική εξουσία γενικά και η Κυβέρνηση συνολικά
δεν έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον για την προσφερόμενη τεχνογνωσία ή αδράνησαν και
δεν φρόντισαν να οικειοποιηθεί η Διοίκηση όσα η ευρωπαϊκή εμπειρία προσέφερε
αφειδώς, χωρίς αμοιβή και χωρίς την παρεμβολή ιδιωτικών τεχνικών εταιριών. Τα
εκατοντάδες εκατομμύρια που είχαν στοιβαχτεί στο Υπουργείο Διοικητικής
Μεταρρύθμισης από το 2011 για τον σκοπό αυτό είτε είχαν αρχίσει να μοιράζονται
από το 2011 σε έργα χωρίς απόδοση και αποτέλεσμα είτε παρέμεναν, τα
περισσότερα, αδρανή και αναξιοποίητα εξ αιτίας μιας απίθανης γραφειοκρατίας ή
ακόμη εξ αιτίας πρόχειρου και κακού ή ανύπαρκτου προγραμματισμού.
Στο διάστημα αυτό η
τόσο αναγκαία μεταρρύθμιση του δημοσίου έμεινε στο δρόμο, αμήχανη και αβέβαιη,
χλωμή και φοβισμένη, αναμένοντας την ώρα
της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου