Του Σταύρου Λιβαδά, ΒΗΜΑ, 1.9.13
Ποιοί λόγοι τροφοδοτούν και δικαιολογούν τις συζητήσεις, που πυκνώνουν τελευταία και αναφέρονται στη συγκρότηση της λεγόμενης κεντροαριστεράς; Αναμφίβολα η επικείμενη εκλογική χρονιά, (γίνονται ευρωεκλογές και δημοτικές εκλογές στο πρώτο εξάμηνο του 2014), αναζωπυρώνει την πολιτική κινητικότητα. H επιθυμία, επίσης, για εξεύρεση στέγης και επάνοδο στο πολιτικό προσκήνιο διαφόρων που βρέθηκαν εκτός πολιτικής από τις μεγάλες πολιτικές αναταράξεις της κρίσης, υποθάλπει σχετικές διεργασίες. Ωστόσο δεν είναι αυτοί οι κύριοι λόγοι που δικαιολογούν τις «κεντροαριστερές» ανησυχίες και τροφοδοτούν τις σχετικές συζητήσεις σήμερα. Είναι η πανθομολογούμενη έλλειψη ενός ισχυρού σοσιαλδημοκρατικού πόλου με ευρωπαϊκό προσανατολισμό, που επιβάλλει αυτές τις αναζητήσεις. Είναι η πολιτική αστάθεια που συντηρείται όσο υπάρχει αυτό το κενό μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ,, σε μια εποχή που η χώρα έχει ανάγκη περισσότερο από ποτέ συνθήκες παρατεταμένης πολιτικής σταθερότητας. Παρόλο που η αναγκαιότητα μιας ευρείας συμπαράταξης είναι μεγάλη, ενώ αντιθέτως ο διατιθέμενος πολιτικός χρόνος είναι ελάχιστος, η κατάσταση και οι κινήσεις των δυνάμεων που βρίσκονται στο χώρο- κυρίως των δυο κομμάτων ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ- δεν επιτρέπουν, προς το παρόν, μεγάλη αισιοδοξία. Το ΠΑΣΟΚ φέρει μεγάλες ευθύνες για τις αμαρτίες του παρελθόντος και την αποτυχία της πρώτης μνημονιακής φάσης. Δικαιολογημένα, λοιπόν, περιέπεσε σε προϊούσα ανυποληψία. Χρειάστηκε να μεσολαβήσει το μέγα λάθος της αποχώρησης της ΔΗΜΑΡ από την κυβέρνηση για να ανακοπεί αυτή η πορεία και να παρουσιάσει σημάδια ανάκαμψης.
Ωστόσο, το ΠΑΣΟΚ, εμφανίζεται ασταθές, αντιφατικό και δισυπόστατο. Άλλα πράττει η κεφαλή και αλλιώς λειτουργεί και αντιδρά το σώμα. Ο Βενιζέλος κράτησε υπεύθυνη στάση στην πρόσφατη πολιτική κρίση, σώζοντας τον εαυτό του, το ΠΑΣΟΚ, ίσως και τη χώρα από μια απρόβλεπτη περιπέτεια. Ταυτόχρονα, όμως, φάνηκε επιρρεπής σε συνήθειες παρελθόντος, με την υπόθεση Παπουτσή και την παρελκυστική τακτική που ακολουθεί στο ζήτημα των οικονομικών του κόμματος. Το σώμα- ό,τι και όπως υπάρχει ως κόμμα- φαίνεται πιο απρόθυμο σε αλλαγές. Εξακολουθεί να κυριαρχείται από στελέχη (και τις παραφυάδες τους) που διέπρεψαν την εποχή των ελλειμμάτων και του χρέους και δείχνει ευεπίφορο στις αντιλήψεις τους .Όσον αφορά την ανασυγκρότηση που επιχειρεί, δείχνει να θέλγεται περισσότερο από την «εύκολη» ιδέα της ενσωμάτωσης των διάσπαρτων σε όλο και περί τον κρατικό μηχανισμό υπολειμμάτων του τέως «συστήματος ΠΑΣΟΚ»- όσα δεν μετακόμισαν στο ΣΥΡΙΖΑ- παρά από την ιδέα να επιχειρήσει το δύσκολο έργο της αναβάπτισής του, αναζητώντας μια νέα σχέση με τα υγιή τμήματα και δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας. Εκπέμπονται, όμως και αντιφατικά μηνύματα με τις προετοιμαζόμενες εκδηλώσεις του ΙΣΤΑΜΕ της 3ης του Σεπτέμβρη. Από τη μια η επιλογή της ημερομηνίας διεξαγωγής τους αποπνέει ένα έντονο άρωμα παλαιοκομματισμού. Από την άλλη το περιεχόμενο των εκδηλώσεων και οι προσκεκλημένοι αναδεικνύουν, ομολογουμένως, ένα διαφορετικό δείγμα γραφής και μια νέα εικόνα. Η θεματική, η παρουσία ανάμεσα στους ομιλητές προσώπων με κύρος από τον ευρύτερο «χώρο», το διαφοροποιεί από τις αντίστοιχες απαξιωμένες επετειακές εκδηλώσεις αυτοσυντήρησης του παρελθόντος. Ελπίζουμε πως αυτό το άνοιγμα υπερβαίνει την προφανή επικοινωνιακή στόχευση και δείχνει πρόθεση μιας ποιοτικά διαφορετικής σχέσης του ΠΑΣΟΚ με τις άλλες δυνάμεις του «χώρου» και οριστικού διαζυγίου με αντιλήψεις του τύπου «ΠΑΣΟΚ και… λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις». Θέλουμε να πιστεύουμε πως η ηγεσία και οι σκεπτόμενοι του χώρου του έχουν συνείδηση της κατάστασης και των προοπτικών του. Με όσα έχουν μεσολαβήσει, το ΠΑΣΟΚ, δεν μπορεί να προσβλέπει, υπό την παρούσα μορφή του, στις μεγάλες μάζες τις ελληνικής κοινωνίας: η διάρρηξη των σχέσεών του μ’ αυτές είναι οριστική . Η μεγάλη του προσφορά, πλέον, θα είναι να συμβάλλει στη συγκρότηση της δημοκρατικής μεταρρυθμιστικής συμπαράταξης.
Η ΔΗΜΑΡ, με τη φυγή της από την κυβέρνηση, αρνήθηκε τη μεγάλη ευκαιρία να γίνει ο καταλύτης αλλά και ο πόλος της ευρύτερης δημοκρατικής συμπαράταξης. Δίχως ευθύνες «παρελθόντος» για όσα συνέβησαν στον τόπο και το αριστερό κίνημα τα προηγούμενα χρόνια, απέκτησε ένα αδιαμφισβήτητο ηθικό κύρος. Με τη συμμετοχή της στην κυβέρνηση απετέλεσε σημαντικό σταθεροποιητικό παράγοντα στην προσπάθεια παραμονής της χώρας σε ευρωπαϊκή τροχιά. Μέσα στη γενική απαξίωση του πολιτικού συστήματος και την έκπτωση μεγάλων ονομάτων του πολιτικού προσωπικού της χώρας, η ΔΗΜΑΡ και ο πρόεδρός της ενέγραψαν, αρχικά, υποθήκη αναβάθμισής τους στη νέα ελπιδοφόρα πολιτική δύναμη της χώρας. Δυστυχώς, η «αριστερά της ευθύνης» δεν δικαίωσε στη συνέχεια τις αρχικές προσδοκίες, με αποκορύφωμα την αυτοχειριαστική πράξη της αποχώρησης από την κυβέρνηση. Έγινε «αριστερά περιορισμένης ευθύνης», ώς τα όρια αυτοσυντήρησης, που υπαγόρευσε σε μια ομάδα στελεχών και τον πρόεδρό της, κάποιο περίεργο, πλην αυτοκαταστροφικό, ένστικτο. Η σημαντικότερη πράξη που θα μπορούσε να κάνει πλέον η ΔΗΜΑΡ είναι να συμμετάσχει, χωρίς αποκλεισμούς και εξαιρέσεις, στην υπόθεση της συγκρότησης της δημοκρατικής συμπαράταξης.
Ίσως οι έννοιες «χωρίς ηγεμονισμούς» και χωρίς «a priori αποκλεισμούς» να ηχούν παρωχημένες και σχετικά φθαρμένες. Πιθανόν όμως να ξανακερδίσουν το νόημα τους αν, από όλες τις πλευρές, γίνουν προσπάθειες «αναβάπτισής» τους στο μεγάλο και όλο και δυναμικότερο τμήμα της κοινωνίας και των εκπροσώπων του, το οποίο αγωνιωδώς αναζητά δημιουργική διέξοδο.
Ο Σταύρος Λιβαδάς είναι μέλος της ΕΕ της ΔΗΜΑΡ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου