Του Θάνου Λίποβατς*, Καθημερινή, 6.11.13
Η φράση που ειπώθηκε τελευταία και συνοψίζει όλη την αθλιότητα του πολιτικού λόγου είναι: «Μόνον η κοινωνία βάζει το όριο της παραβατικότητας». Δηλαδή παράγει την «καλή βία», την οποίαν πρεσβεύουν οι «εκλεκτοί», αυτοορισθέντες «εκπρόσωποι της κοινωνίας». Πρόκειται για μία συγκλονιστική φράση, για μία φρασεολογία που αναπαράγει τις ρητορικές φούσκες του κυρίαρχου λόγου της πολιτικής και μεντιατικής ιδεολογίας. Εδώ η «κοινωνία» υποστασιοποιείται και γίνεται πρόσωπο μυθικό, που έχει άποψη και δρα. Η αθλιότητα αυτής της μεταφοράς επιβάλλεται στους αποδέκτες ως μία απολυτοποιημένη «σοφή αλήθεια». Αλλά κάθε ιδεολογικός λόγος λειτουργεί ως μία νομιμοποίηση ιδιοτελών συμφερόντων των κομμάτων ή άλλων ομάδων, και τέτοιου είδους τεχνάσματα είναι δείγμα σοφιστικής και μανιχαϊκής σκέψης. Δεν υπάρχει χώρος εδώ για περαιτέρω φιλοσοφικές αναλύσεις, απλά πρέπει να τονιστεί ότι αυτή η φράση αντιλέγει θεμελιακά στα επιτεύγματα της φιλοσοφίας του δικαίου, από τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα μέχρι τον Καντ και τον Χέγκελ. Στη φράση αυτή λείπουν οι κεντρικές έννοιες: ο Νόμος, ο ορθός Λόγος και οι Αξίες επάνω στις οποίες στηρίζονται. Δίχως αυτές τις έννοιες κυριαρχούν η βία, η αυθαιρεσία και η ανομία. Οι νόμοι μιας κοινωνίας δεν είναι αυθαίρετα, τυχαία κατασκευάσματα και αποτελέσματα των συμφερόντων της «κοινωνίας» (ή του «λαού», ή του «κόμματος», ή του «έθνους» κτλ.). Πολλοί μαρξιστές και αναρχικοί, καθώς και σοσιαλδαρβινιστές και φασίστες, αυτό πιστεύουν. Ομως οι νόμοι κάνουν πρώτα μία ορδή ή αγέλη να είναι μία «κοινωνία».
Η ανικανότητα στην εφαρμογή των νόμων δεν είναι, ωστόσο, «αποτέλεσμα» των δίκαιων νόμων, αλλά δείχνει τον αμοραλισμό, την κακοπιστία και τις αντιθέσεις ανάμεσα στις ομάδες των πολιτών, που ακόμα δεν έφτασαν στο σημείο να συγκροτήσουν μία ανοιχτή «κοινωνία πολιτών», που σέβεται τους νόμους και τις αξίες που τους θεμελιώνουν.
Το πώς παράγεται η βία και πού οδηγεί το δείχνει η Ιστορία, μέσα από τα επαναλαμβανόμενα σενάρια φρίκης. Αυτό επιβεβαιώνει η λεγόμενη Αραβική Ανοιξη. Το ετερογενές και χαοτικό πλήθος των αγανακτισμένων και οι συνεχείς ειρηνικές διαμαρτυρίες κατέληξαν, ελλείψει οργάνωσης, προγράμματος και ικανών ηγετών στο χάος και την αναρχία. Από εδώ ξεκίνησε η βία των σχηματισμένων ανεξέλεγκτων ομάδων, που ανταγωνίζονταν για την απόλυτη κυριαρχία τους.
Το πρόβλημα παρουσιάζεται όταν έπειτα από δεκαετίες, τα κόμματα στην εξουσία απογοήτευσαν τους πολίτες με την ανικανότητα και τη διαφθορά τους. Ωστόσο και οι πολίτες ήταν και είναι συνυπεύθυνοι, γιατί πολλοί επωφελήθηκαν και επωφελούνται από αυτήν την κατάσταση.
Από την άλλη δημιουργήθηκε σε πολλούς, που σε περίοδο κρίσης διαμαρτύρονται γι’ αυτά, η άποψη ότι υπήρξε και υπάρχει μία «συναίνεση» και μία «συνωμοσία» ανάμεσα στα κόμματα εξουσίας. Η τραγική ειρωνεία είναι εδώ ότι πολλοί διαμαρτυρόμενοι πολίτες έγιναν και γίνονται ηθελημένα θύματα μιας (ακραίας αριστεράς ή ακραίας δεξιάς) λαϊκίστικης ιδεολογίας.
Η στάση αυτή της απελπισίας και του μηδενισμού θεωρεί ότι μόνον πράξεις βίας (τραμπουκισμοί, απειθαρχία στους νόμους, προπηλάκιση ατόμων κτλ.) μπορούν να δώσουν μια λύση. Ετσι, όμως, υπονομεύουν τη δημοκρατία την οποία θα όφειλαν να υπερασπίζονται. Δεν βλέπουν δε ότι κάθε μη νομιμοποιημένη βία γεννά επ’ αόριστον τη βία, και αντί να λύσει τα προβλήματα, διχάζει και πολώνει την κοινωνία και αναπαράγει τα πελατειακά δίκτυα.
Δεν υπάρχει «καλή» βία, υπάρχει μόνον η νομιμοποιημένη από το Σύνταγμα, περιορισμένη και νόμιμη βία του δημοκρατικού κράτους δικαίου.
* Ο κ. Θάνος Λίποβατς είναι ομότιμος καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου της Αθήνας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου