Και να πήγαινα εγώ να τους πάρω συνέντευξη. Και
να μη μου “λεγαν «παιδιά, σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους». Και να
“βγαινε, λέει, τότε ένα αντιμνημονιακό μειράκιο της λογοτεχνίας μας και
να έλεγε στο facebook τον Σεφέρη και τον Ελύτη «καθεστωτικούς», τον έναν
γιατί είναι πρέσβης με βελάδα, τον άλλο γιατί θαυμάζει τον Σαμαρά. Να
κατάγγελλε τον Κοτζιά, που δούλευε και επί ΠΑΣΟΚ στο υπουργείο
Εξωτερικών, ως πουλημένο στο αστικό πολιτικό σύστημα – άσε που και στον
«Ιαγουάρο» του η στρίγγλα της οικογενειακής τραγωδίας ήταν μια
διαφνοστεφανωμένη αριστερή. Να κραύγαζε «προδότες» στα μούτρα του Τσίρκα
και του Αλεξάνδρου, που τα “ψελναν στην Αριστερά. Πού ξέρεις; Μπορεί
και κάνας συντάκτης της «Αυγής» να αποφαινόταν ότι όλοι τούτοι οι
περίεργοι είναι και «συγγραφείς β΄ κατηγορίας». Να μη σου πω και
«βιζιτούδες» Ζούμε μεγάλες στιγμές. Ξαναβγήκαν τα φαντάσματα του
ζντανοφισμού στους δρόμους. Και δεν θα είχα κανένα ιδιαίτερο πρόβλημα
αν το κυνήγι των καλλιτεχνών, που δεν μοιράζονται τα «πιστεύω» του
Λαφαζάνη και του Σκουρλέτη, το είχαν αναλάβει μόνο οι κομισάριοι των
κομμάτων και τα έντυπά τους. Βλέπω, δυστυχώς, και τους ίδιους τους
δημιουργούς να παίρνουν μέρος στο σπορ: «Από “δώ οι δικοί μας, από “δώ
οι άλλοι». Ή να σιωπούν. Εξίσου θλιβερό. Να βλέπουν τη λάσπη που πέφτει
πάνω στο σινάφι τους και να γυρνάνε την πλάτη σφυρίζοντας κλέφτικα.
Το ’χω αυτό το κουσούρι.
Μπορώ να περάσω ώρα πολλή φαντασιωνόμενη ότι εγώ και μόνον εγώ από όλους
τους Ελληνες καλλιτεχνικούς συντάκτες πέφτω πάνω στους αγαπημένους μου
ξένους συγγραφείς, που είναι, λέει, ινκόγκνιτο στην Ελλάδα για διακοπές
και κάνουν ηλιοθεραπεία στη διπλανή μου ξαπλώστρα. Και γίνομαι ξαφνικά
τολμηρή, αρχίζω και μιλάω κάτι καταπληκτικά αγγλικά ή γαλλικά ή ισπανικά
(που δεν ξέρω ούτε λέξη), μου “ρχονται όλα τους τα έργα με κάθε
λεπτομέρεια στο κεφάλι και κάτι ευφυέστατες ερωτήσεις, αποκτώ σαγήνη και
πειστικότητα και… νάτη η συνέντευξη του Κουτσί, ας πούμε. Που αμφιβάλλω
αν έχει καμιά όρεξη να κάνει τουρισμό στην Ελλάδα και μπάνια στον
Μεσσηνιακό. Πόσο μάλλον να πιάσει κουβέντα μαζί μου.
Το παραπάνω παιχνιδάκι είναι, όμως, πολύ ευχάριστο. Με κάνει και περνάω ώρες ολόκληρες ονειροπόλησης. Δίνει μια αίσθηση περιπέτειας στη μονότονη ζωή μου. Παίζω, όμως, κι ένα άλλο, παρόμοιο, και μάλιστα εσχάτως όλο και συχνότερα. Αυτό μου δίνει και καταλαβαίνω. Με αφήνει με μια θλίψη κι ένα κενό… τεράστιο.
Να ζούσαν, λέει, ακόμα ο Αλέξανδρος Κοτζιάς, ο Στρατής Τσίρκας, ο Αρης Αλεξάνδρου, ο Γιώργος Σεφέρης και ο Οδυσσέας Ελύτης. Να κυκλοφορούσαν εδώ γύρω μας. Να διάβαζαν τις ίδιες εφημερίδες, να έβλεπαν τις ίδιες εκπομπές, να έπαιρναν τα ίδια ψηφοδέλτια στα χέρια τους έξω από το παραβάν, να έβγαζαν και τα ίδια βιβλία. Εντάξει, όχι ακριβώς τα ίδια. Με το ίδιο πνεύμα, την ίδια ψυχή, το ίδιο μυαλό, την ίδια ελευθερία.
Και να πήγαινα εγώ να τους πάρω συνέντευξη. Και να μη μου “λεγαν «παιδιά, σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους». Και να “βγαινε, λέει, τότε ένα αντιμνημονιακό μειράκιο της λογοτεχνίας μας και να έλεγε στο facebook τον Σεφέρη και τον Ελύτη «καθεστωτικούς», τον έναν γιατί είναι πρέσβης με βελάδα, τον άλλο γιατί θαυμάζει τον Σαμαρά. Να κατάγγελλε τον Κοτζιά, που δούλευε και επί ΠΑΣΟΚ στο υπουργείο Εξωτερικών, ως πουλημένο στο αστικό πολιτικό σύστημα – άσε που και στον «Ιαγουάρο» του η στρίγγλα της οικογενειακής τραγωδίας ήταν μια διαφνοστεφανωμένη αριστερή. Να κραύγαζε «προδότες» στα μούτρα του Τσίρκα και του Αλεξάνδρου, που τα “ψελναν στην Αριστερά. Πού ξέρεις; Μπορεί και κάνας συντάκτης της «Αυγής» να αποφαινόταν ότι όλοι τούτοι οι περίεργοι είναι και «συγγραφείς β΄ κατηγορίας». Να μη σου πω και «βιζιτούδες» Ζούμε μεγάλες στιγμές. Ξαναβγήκαν τα φαντάσματα του ζντανοφισμού στους δρόμους. Και δεν θα είχα κανένα ιδιαίτερο πρόβλημα αν το κυνήγι των καλλιτεχνών, που δεν μοιράζονται τα «πιστεύω» του Λαφαζάνη και του Σκουρλέτη, το είχαν αναλάβει μόνο οι κομισάριοι των κομμάτων και τα έντυπά τους. Βλέπω, δυστυχώς, και τους ίδιους τους δημιουργούς να παίρνουν μέρος στο σπορ: «Από “δώ οι δικοί μας, από “δώ οι άλλοι». Ή να σιωπούν. Εξίσου θλιβερό. Να βλέπουν τη λάσπη που πέφτει πάνω στο σινάφι τους και να γυρνάνε την πλάτη σφυρίζοντας κλέφτικα.
Ξανάγιναν οι ιδέες που ξεφεύγουν από τον συρμό ένοχες και επικίνδυνες στη χώρα μας; Η ομοιομορφία και η συμπόρευση με τη θορυβώδη «πλειοψηφία» είναι διαβατήριο αναγνώρισης; Ο,τι δεν μας αρέσει, ό,τι μας ενοχλεί πρέπει να το εξαφανίσουμε, να το σπιλώσουμε;
Ενα με παρηγορεί. Οτι ο διχασμός και η μισαλλοδοξία στον πνευματικό και καλλιτεχνικό μας κόσμο δεν έχουν παρασύρει τους μεγάλους, τους σπουδαίους. Μόνο τους μικρομεσαίους. Γιατί και η σοφία, η ωριμότητα, το μέτρο, η γενναιοδωρία είναι και θέμα ταλέντου.
Το παραπάνω παιχνιδάκι είναι, όμως, πολύ ευχάριστο. Με κάνει και περνάω ώρες ολόκληρες ονειροπόλησης. Δίνει μια αίσθηση περιπέτειας στη μονότονη ζωή μου. Παίζω, όμως, κι ένα άλλο, παρόμοιο, και μάλιστα εσχάτως όλο και συχνότερα. Αυτό μου δίνει και καταλαβαίνω. Με αφήνει με μια θλίψη κι ένα κενό… τεράστιο.
Να ζούσαν, λέει, ακόμα ο Αλέξανδρος Κοτζιάς, ο Στρατής Τσίρκας, ο Αρης Αλεξάνδρου, ο Γιώργος Σεφέρης και ο Οδυσσέας Ελύτης. Να κυκλοφορούσαν εδώ γύρω μας. Να διάβαζαν τις ίδιες εφημερίδες, να έβλεπαν τις ίδιες εκπομπές, να έπαιρναν τα ίδια ψηφοδέλτια στα χέρια τους έξω από το παραβάν, να έβγαζαν και τα ίδια βιβλία. Εντάξει, όχι ακριβώς τα ίδια. Με το ίδιο πνεύμα, την ίδια ψυχή, το ίδιο μυαλό, την ίδια ελευθερία.
Και να πήγαινα εγώ να τους πάρω συνέντευξη. Και να μη μου “λεγαν «παιδιά, σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους». Και να “βγαινε, λέει, τότε ένα αντιμνημονιακό μειράκιο της λογοτεχνίας μας και να έλεγε στο facebook τον Σεφέρη και τον Ελύτη «καθεστωτικούς», τον έναν γιατί είναι πρέσβης με βελάδα, τον άλλο γιατί θαυμάζει τον Σαμαρά. Να κατάγγελλε τον Κοτζιά, που δούλευε και επί ΠΑΣΟΚ στο υπουργείο Εξωτερικών, ως πουλημένο στο αστικό πολιτικό σύστημα – άσε που και στον «Ιαγουάρο» του η στρίγγλα της οικογενειακής τραγωδίας ήταν μια διαφνοστεφανωμένη αριστερή. Να κραύγαζε «προδότες» στα μούτρα του Τσίρκα και του Αλεξάνδρου, που τα “ψελναν στην Αριστερά. Πού ξέρεις; Μπορεί και κάνας συντάκτης της «Αυγής» να αποφαινόταν ότι όλοι τούτοι οι περίεργοι είναι και «συγγραφείς β΄ κατηγορίας». Να μη σου πω και «βιζιτούδες» Ζούμε μεγάλες στιγμές. Ξαναβγήκαν τα φαντάσματα του ζντανοφισμού στους δρόμους. Και δεν θα είχα κανένα ιδιαίτερο πρόβλημα αν το κυνήγι των καλλιτεχνών, που δεν μοιράζονται τα «πιστεύω» του Λαφαζάνη και του Σκουρλέτη, το είχαν αναλάβει μόνο οι κομισάριοι των κομμάτων και τα έντυπά τους. Βλέπω, δυστυχώς, και τους ίδιους τους δημιουργούς να παίρνουν μέρος στο σπορ: «Από “δώ οι δικοί μας, από “δώ οι άλλοι». Ή να σιωπούν. Εξίσου θλιβερό. Να βλέπουν τη λάσπη που πέφτει πάνω στο σινάφι τους και να γυρνάνε την πλάτη σφυρίζοντας κλέφτικα.
Ξανάγιναν οι ιδέες που ξεφεύγουν από τον συρμό ένοχες και επικίνδυνες στη χώρα μας; Η ομοιομορφία και η συμπόρευση με τη θορυβώδη «πλειοψηφία» είναι διαβατήριο αναγνώρισης; Ο,τι δεν μας αρέσει, ό,τι μας ενοχλεί πρέπει να το εξαφανίσουμε, να το σπιλώσουμε;
Ενα με παρηγορεί. Οτι ο διχασμός και η μισαλλοδοξία στον πνευματικό και καλλιτεχνικό μας κόσμο δεν έχουν παρασύρει τους μεγάλους, τους σπουδαίους. Μόνο τους μικρομεσαίους. Γιατί και η σοφία, η ωριμότητα, το μέτρο, η γενναιοδωρία είναι και θέμα ταλέντου.
Η Βένα Γεωργακοπούλου είναι αρχισυντάκτρια του πολιτιστικού ρεπορτάζ στην «Εφημερίδα των Συντακτών»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου