Του Χρήστου Μιχαληλίδη, www.aixmi.gr
Εάν εκφράσεις αντίρρηση για την λεγόμενη «επικρατούσα άποψη», που το μεγαλύτερο βάρος της πέφτει στον λεγόμενο «αντιμνημονιακό χώρο», αυτομάτως χαρακτηρίζεσαι αυτό που μπορεί και να μην είσαι. Αλλά κανείς δεν έχει διάθεση να ακούσει. Ο χουλιγκανισμός των γηπέδων, σε όλες του τις εκφράσεις, έχει διεισδύσει αδιάκριτα στην καθημερινή μας ζωή. Συνθήματα χυδαία. Προτροπή εξόντωσης όποιου δεν είναι «με μας». Ο διαιτητής, ο κάθε διαιτητής, είναι «πουλημένος». Η μάνα του είναι ιερόδουλη, και εκδίδεται διαρκώς. Ο της «άλλης πλευράς», είναι εχθρός. Προδότης, διεφθαρμένος, ανάξιος, αποδιοπομπαίος. Ο τυφλωμένος χούλιγκαν ταυτίζει τον εαυτό του με κάθε αποτέλεσμα της ομάδας. Η νίκη της, τον κάνει να νιώθει θριαμβευτής ο ίδιος. Η ήττα, ισοδυναμεί με δική του, προσωπική αποτυχία. Το ξέσπασμά του, και στη μία περίπτωση, και στην άλλη, είναι βίαιο και χυδαίο. Καταλαμβάνεται από μανία καταστροφής. Εκδηλώνεται με ένα αμόκ σεξουαλικού παροξυσμού. «Σας γάμησα», είναι η θριαμβευτική του κραυγή. «Θα σας γαμήσω», ή απειλή του όταν έχει ηττηθεί.
Όταν, στη 10ετία του ’80 στη Βρετανία, η Μάργκαρετ Θάτσερ «έβαλε χέρι» σε πολλά κλειστά επαγγέλματα -ένα από τα οποία ήταν και το ρομαντικό, κατ’ όνομα, των εφημεριδοπωλών –και αναμετρήθηκε στα ίσα με τα εργατικά συνδικάτα (ομηρικές ήταν, τότε οι μάχες της με τον Άρθουρ Σκάργκιλ των ανθρακωρύχων), θυμάμαι πόσο σημαντικός ήταν ο ρόλος της δημοσιογραφικής ενημέρωσης. Την πρωτοκαθεδρία είχε, βεβαίως, η τηλεόραση, αλλά και οι καλές, ποιοτικές εφημερίδες είχαν ύλη (ρεπορτάζ, άρθρα, αναλύσεις, συνεντεύξεις), που βοηθούσαν τον κόσμο να «δει όλη την εικόνα», όπως λένε οι Εγγλέζοι όταν θέλουν να μιλήσουν για την «καλή δημοσιογραφία», να καταλάβει τι γίνεται, και να καταλήξει στα δικά του συμπεράσματα.
Ασφαλώς και υπήρχαν «διαφορετικά στρατόπεδα». Ασφαλώς και οι αντιπαραθέσεις ήταν έντονες. Ασφαλώς υπήρξαν και συγκρούσεις μεταξύ απεργών και αστυνομίας. Ασφαλώς και γίνονταν μεγάλες διαδηλώσεις.
Πάνω και πέρα από αυτά, όμως, εκείνο που ζήσαμε όλοι εκείνα τα χρόνια στην Αγγλία, ήταν μία καθαρά πολιτική σύγκρουση. Τα Media δεν άφησαν καμία πτυχή της αφώτιστη. Έδωσαν βήμα σε κάθε άνθρωπο που, δια της γνώμης τους, βοήθησε τον κάθε πολίτη να καταλάβει τι γίνεται. Αυτοί που καλούνταν στα κανάλια, ήξεραν να μιλάνε, ήξεραν και να ακούν. Αυτοί που τους καλούσαν, ήξεραν να θέτουν καίρια ερωτήματα, και να πιέζουν (με ευγένεια, τις πιο πολλές φορές, αλλά με αποφασιστικότητα) ώστε να λάβουν καθαρές απαντήσεις. Τέλος, αυτοί που παρακολουθούσαν, ήταν «εκπαιδευμένοι τηλεθεατές».
Εδώ, όλη αυτή η διαδικασία γίνεται αλλιώς. Έχει έντονα στοιχεία δράματος, αλλά και κωμωδίας μαζί. Κυριαρχεί το συναίσθημα. Η πρώτη εντύπωση. Το συμφέρον. Η απομόνωση της βολικής πληροφορίας που, πολλές φορές, δεν είναι καν τέτοια. Και, στο τέλος, οι φωνές. Το μπάχαλο. Ένας ασυγκράτητος λόγος, που δεν έχει λογική. Θόρυβος, που εντείνει τη σύγχυση. Ομογενοποιημένη ενημέρωση που, τελικά, και πολύ εύκολα, καταλήγει σε έκρηξη. Σε βία.
Από εκεί και ύστερα, βρισκόμαστε σε κατάσταση που καθορίζεται από ένα πολύ επικίνδυνο κοκτέιλ αμάθειας, εγωισμού, αγελοποίησης, φτηνού λόγου απ’ όλες τις πλευρές, και επιχειρημάτων tailor -made στα μέτρα «κάθε ενδιαφερόμενου».
Η ψυχραιμία, έφτασε από κάποιους να εκλαμβάνεται ως υποτονικότητα, συμβιβασμός, απάθεια, ακόμα και συνενοχή. Ο αντίλογος στα συνθήματα που κυριαρχούν, σχεδόν απαγορεύεται. Προκαλεί αντιδράσεις επιθετικές. Η λογική μοιάζει να έχει εξοστρακιστεί ολότελα από κάθε συζήτηση. Εάν εκφράσεις αντίρρηση για την λεγόμενη «επικρατούσα άποψη», που το μεγαλύτερο βάρος της πέφτει στον λεγόμενο «αντιμνημονιακό χώρο», αυτομάτως χαρακτηρίζεσαι αυτό που μπορεί και να μην είσαι. Αλλά κανείς δεν έχει διάθεση να ακούσει. Ο χουλιγκανισμός των γηπέδων, σε όλες του τις εκφράσεις, έχει διεισδύσει αδιάκριτα στην καθημερινή μας ζωή.
Συνθήματα χυδαία. Προτροπή εξόντωσης όποιου δεν είναι «με μας». Ο διαιτητής, ο κάθε διαιτητής, είναι «πουλημένος». Η μάνα του είναι ιερόδουλη, και εκδίδεται διαρκώς. Ο της «άλλης πλευράς», είναι εχθρός. Προδότης, διεφθαρμένος, ανάξιος, αποδιοπομπαίος.
Ο τυφλωμένος χούλιγκαν ταυτίζει τον εαυτό του με κάθε αποτέλεσμα της ομάδας. Η νίκη της, τον κάνει να νιώθει θριαμβευτής ο ίδιος. Η ήττα, ισοδυναμεί με δική του, προσωπική αποτυχία. Το ξέσπασμά του, και στη μία περίπτωση, και στην άλλη, είναι βίαιο και χυδαίο. Καταλαμβάνεται από μανία καταστροφής. Εκδηλώνεται με ένα αμόκ σεξουαλικού παροξυσμού. «Σας γάμησα», είναι η θριαμβευτική του κραυγή. «Θα σας γαμήσω», ή απειλή του όταν έχει ηττηθεί.
Αυτό το άγριο σκηνικό, κάθε μέρα που περνά απλώνεται όλο και πιο πολύ στους χώρους της καθημερινής μας ζωής. Τα δίκαια αιτήματα, όπως π.χ «να πληρώσουν, επιτέλους, εκείνοι που τα έφαγαν», χάνουν το νόημα και την ουσία τους, ακριβώς γιατί εκφράζονται με έναν τρόπο που, πια, δεν αντέχει σε καμία συζήτηση. Η ματιά εκείνου που επιτίθεται, είναι κόκκινη και άγρια. Σε βλέπει ως εξ ορισμού ένοχο, και απέχει ελάχιστα εκατοστά (αν απέχει καν) από την επιβολή της τιμωρίας σου, όπως εκείνος την αντιλαμβάνεται. Η υποψία, έχει μετατραπεί σε βεβαιότητα. Για όλους. Δηλαδή, για όσους δεν αντιλαμβάνεται ως «δικούς του». Όπως στο γήπεδο. Όποιος δεν φορά το δικό μας κασκόλ, πρέπει να πεθάνει!
Αυτός ο βρόχος σφίγγει και πνίγει την κοινωνία. Μία φήμη. Μία υποψία. Ένα ανέλεγκτο post σε κάποιο blog. Ένα… περιφερόμενο link, που φωνάζει «δες με και μένα». Ένα άρθρο υβριστικό, που υπερχειλίζει από επαινετικά comments. Ένα κείμενο που λέει «δεν είναι ακριβώς έτσι», πού γίνεται ως και αφίσα με επικηρυγμένο τον συγγραφέα του.
Οι πιο σκληροπυρηνικοί βρίσκονται από την πλευρά την… εύκολη! «Όχι στο Μνημόνιο». «Όχι στο Μεσοπρόθεσμο». «Όχι στη διαφθορά της πολιτικής». «Όχι στα πολιτικά τζάκια». Κλπ, κλπ. Οποιαδήποτε παρέκκλιση από αυτά, ακόμα και εάν κατ’ αρχήν συμφωνείς με ορισμένα, ισοδυναμεί με έγκλημα ασυγχώρητο, και τιμωρείται με συνοπτικές διαδικασίες από εκείνους που εκμεταλλεύονται και ζουν από τη δύναμη του όχλου. Δεν υπάρχει χώρος για συζήτηση. Για ανταλλαγή απόψεων. Δεν υπάρχει κάν διάθεση αναζήτησης της αλήθειας. Δεν καταβάλλεται η παραμικρή προσπάθεια κατανόησης των όσων συμβαίνουν και, μάλιστα, με τέτοιον καταιγιστικό τρόπο. Οι περισσότεροι από εμάς δεν έχουμε καταφέρει καλά -καλά να μάθουμε τους όρους που χρησιμοποιούνται, και να εμπεδώσουμε τη σημασία τους. Ελάχιστοι έχουν καθίσει με την ησυχία τους να μελετήσουν τα «πακέτα των μέτρων». Στέκονται σε επιλεκτικές πληροφορίες, συνήθως εκείνες που αφορούν μόνο τον εαυτό τους ή τον δικό τους κλάδο.
Έτσι, η δυνατότητα σοβαρής αντίδρασης σε πολλά από τα όντως σκληρά και άδικα μέτρα, σχεδόν εξανεμίζεται. Η βία αντικαθιστά τη λογική. Ο αγώνας, μολύνεται. Το «σύστημα», έχει κάθε λόγο να πανηγυρίζει. Όπως, ακριβώς, πανηγυρίζει και ο βρώμικος ποδοσφαιρικός παράγοντας, όταν τα επεισόδια των χούλιγκαν διώχνουν την προσοχή του κόσμου από τα πραγματικά προβλήματα της ομάδας (την οποία, στο μεταξύ, έχει λεηλατήσει ο κάθε «κυρ-Πρόεδρος»), και την πέφτει μόνο στην εξέδρα. Το ζητούμενο, ένα και μοναδικό: Να κερδίσει η ομάδα (δηλαδή, εγώ), έστω και με «πέτσινο» πέναλτι στο 90’!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου