Προσφάτως η (εδώ και πολλά χρόνια ανανεωμένη) «Νέα Εστία» οργάνωσε ένα Συνέδριο (6-9 Απριλίου) με (τυπική νομίζω) αφορμή τα εκατό χρόνια που έχουν περάσει από τη γέννηση (1911) αυτού του εξαίρετου ιστορικού. Δεν κατάφερα να το παρακολουθήσω, και όσα πρόκειται να ακολουθήσουν δεν είναι ένα σχόλιο για το συνέδριο αυτό, του οποίου σε εύλογο χρόνο θα έχουμε δημοσιευμένα τα πρακτικά του. Το σύντομο σημείωμά μου θέλει να αναφερθεί σε ένα φάντασμα που πλανάται, στον Μαρξισμό του Νίκου Σβορώνου. Ας μου επιτρέψει ο αναγνώστης να ανακαλέσω πράγματα που ήδη έχω διατυπώσει μαζί με τον Φίλιππο Ηλιού.
Προηγουμένως, λίγες χρονολογικές αναφορές: ο χρόνος γίνεται μέτρο της ιστορίας με διαφορετικό, ανάλογα με το σκοπούμενο, μέτρο· ο μικρός χρόνος είναι εκ των ων ουκ άνευ ενός τύπου εξιστόρησης, της βιογραφίας για την περίπτωση. Λοιπόν, ο Σβορώνος έζησε συνολικώς στην Ελλάδα κάπου 50 χρόνια: καμιά δεκαπενταριά αφότου επαναπατρίζεται, κι άλλα 34 πριν εκπατριστεί. Στη Γαλλία ζει συνεχώς κάπου 35 χρόνια. Είναι τα χρόνια της ακμής του. Τα πρώτα ελλαδικά του χρόνια μοιράζονται ανάμεσα σ’ εκείνα της παιδικής αμεριμνησίας, της εκπαίδευσης και της επιστημονικής εξειδίκευσης. Στα 34 χρόνια του, όταν εκπατρίζεται είναι ήδη ένας συγκροτημένος ιστορικός, νεοελληνιστής και βυζαντινολόγος. Και κομμουνιστής.
Αισχύλος διεθνιστής
Είναι συγχρόνως πατριώτης: πολεμά στην πρώτη γραμμή στον ελληνοϊταλικό πόλεμο και κατατάσσεται στον ΕΛΑΣ της Αθήνας στην Κατοχή· μάχεται στα Δεκεμβριανά. Είναι με τον τρόπο του Αισχύλος, αλλά Αισχύλος διεθνιστής. Τούτο σημαίνει ότι ήταν και μαρξιστής; Πριν δώσω απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, ας υπενθυμίσω ότι ένας διανοούμενος κομμουνιστής δεν ήταν δυνατό να είναι άμοιρος, αν όχι μιας μαρξιστικής παιδείας, τουλάχιστο μιας γενικής αποδοχής της μαρξιστικής κοσμοθεωρίας. Οι διαβαθμίσεις αυτής της τελευταίας είναι ένα άλλο ζήτημα.
Δεν θα επικαλεστώ τη δική του «ομολογία πίστεως», γιατί δεν συνεπάγεται και την εφαρμογή του «πιστεύω». Τον μαρξισμό του Σβορώνου (και καθενός μη «δογματικού» διανοητή) θα πρέπει να τον ανιχνεύσει κανείς στα έργα του, κι αυτό σε πολλαπλά επίπεδα:
α) στο επίπεδο της χρήσης της μαρξιστικής ορολογίας,
β) και κατά συνέπεια της μαρξιστικής εννοιολογίας,
γ) στη διάκριση της αιτιοκρατίας από τη μαρξική διαλεκτική,
δ) στην υιοθέτηση ή απόρριψη της αρχής της κομματικότητας της ιστορίας,
ε) τέλος, στην εκφορά θεωρίας κατά την ιστορική πραγμάτευσης - για να παραλείψω τον κυρίαρχο δογματισμό της παραπομπής στα έργα των κλασικών, Μαρξ, Ενγκελς, Λένιν, Στάλιν.
Θυμίζω το άκρως αφαιρετικό μαρξικό απόφθεγμα: η ιστορία της ανθρωπότητας είναι η ιστορία της πάλης των τάξεων. Τα ίδια ωστόσο τα έργα του Μαρξ και του Ενγκελς ενέχουν την πολυσημία του όρου «τάξη». Θυμίζω ακόμη ότι το μονογραμμικό σχήμα των σταδίων αναθεωρήθηκε από τους μαρξιστές με την «ανάδυση» του ασιατικού τρόπου παραγωγής (προέκταση του ανατολικού δεσποτισμού). Ο Σβορώνος δεν μετείχε στη συζήτηση, ένα από τα πλείστα πεδία αναφοράς της οποίας ήταν το Βυζάντιο και η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ξανοίχτηκα σε πολλά ζητήματα και δεν έχω την πρόθεση (ή την ετοιμότητα τούτη τη στιγμή) να τα αντιμετωπίσω συστηματικά. Θα αναφερθώ μόνο σε ένα «επεισόδιο» για τη μαρξιστική πρόσληψη του Σβορώνου, για την οποία ο Φίλιππος Ηλιού και ο υπογραφόμενος έχουμε κάνει, εδώ και χρόνια, λόγο. Δύο χρονολογίες: 1950 και 1955. Το 1950 πατάει τα 39 χρόνια του· το 1955, περπατάει τα 44 χρόνια. Δεν είναι νεαρός, όπως όταν στην Αθήνα πρωτοπαρουσιαζόταν, με ωριμότητα, στα Γράμματα.
Παραστρατήματα
Λοιπόν, ο κομματικός «ινστρούχτορας» στο Παρίσι τον συγκαταλέγει στους παλιούς οργανωμένους κομμουνιστές, λέγει ότι είναι περισσότερο ιστοριοδίφης παρά ιστορικός, ότι είναι ερευνητής της βυζαντινής ιστορίας αλλά και της καθ’ όλου ελληνικής, ότι κάνει μεγαλοϊδεάτικα παραστρατήματα, ότι θεωρεί πως η ιστορία μπορεί να είναι «αντικειμενική» (επηρεασμένος βέβαια από «αστικές θεωρίες») ότι (με δυο λόγια) δεν έχει μαρξιστική κατάρτιση («δεν έχει ξεκαθαρισμένες μαρξιστικές αντιλήψεις για τη δουλειά του»). Και σπεύδει να προσθέσει ότι αποδέχεται τις κριτικές που του γίνονται και ότι συμφωνεί πως πρέπει να βελτιωθεί. Εχει, βέβαια, ένα διανοουμενίστικο μποεμισμό και ξεχνά τα ραντεβού, αλλά τελικώς είναι πιστός στο κόμμα. Ο ινστρούχτορας είναι εγγράμματος, με μαρξιστική σκευή, ποιητής, που αργότερα θα διαψευσθεί, αλλά τώρα ο λόγος δεν είναι γι’ αυτό. Κοντολογής, κομματική πειθαρχία και ένα άρρητο: τι σκεφτόταν ο ίδιος, ο ώριμος Σβορώνος για τις επικρίσεις που έφταναν στ’ αυτιά του. Δεν έχω τη δική του μαρτυρία, συνάμα διαμεσολαβημένη και, μάλλον δικαιωμένη, υστερόχρονη καθώς θα ήταν. Επισημαίνω μόνο την τραγική σχέση του στρατευμένου κομμουνιστή με τα όρια της ατομικής ελευθερίας, αλλοιώς το δικαίωμα στην ελευθερία της σκέψης. Ο ίδιος έλεγε (σε διαφορετική διατύπωση) ότι του το είχε αναγνωρίσει, ως δοκιμή ο Νίκος Ζαχαριάδης. Αλλά, ας αφήσουμε τα υπερβατά κι ας γυρίσουμε στα βατά.
Είδαμε την αρνητική μαρξιστική πρόσληψη του Νίκου Σβορώνου στα 1950 από τον ινστρούχτορα που δίνει λογαριασμό στους κομματικούς του προϊσταμένους: επίδικο σημείο, ο ιστορικός αντικειμενισμός που αντίκειται στη μαρξιστική κοσμοθεωρία. Ο Σβορώνος φέρεται ως να αναγνωρίζει τις ελλείψεις της θεωρητικής του κατάρτισης: ο λόγος πάντα για την αντικειμενικότητα της ιστορίας.
Μολονότι θα περίττευε, ας υπομνησθεί ότι η «ξεκαθαρισμένη μαρξιστική αντίληψη», που λείπει από τον Σβορώνο, προϋποθέτει την αποδοχή ενός δεδομένου γραμμικού ερμηνευτικού σχήματος, θα έπρεπε δηλαδή να περιοδολογήσει τα πεδία της ιστορικής του παρατήρησης με βάση τις στοιχειώδεις έννοιες: τρόπος παραγωγής - παραγωγικές σχέσεις· βάση και εποικοδόμημα (με τις διαβαθμίσεις που θα είχε διδαχθεί από τον Πλεχάνωφ ένας επαρκής του αναγνώστης). Ο Σβορώνος δεν εκφωνούσε τις έννοιες αυτές, τις είχε ως υδατογράφημα και τούτο δεν ήταν μάλλον συγγνωστό για την ισχύουσα πρόσληψη του μαρξισμού. Εξυπακούεται ότι ένας μαρξιστής θα ασχολούνταν με τις τάξεις και την πάλη των τάξεων. Ο Νίκος Σβορώνος έχει ήδη καταθέσει ένα μεγάλο έργο για το εμπόριο της Θεσσαλονίκης τον 18ο αιώνα (1948): στη γραμμή του Ερνέστ-Σελεστίν Λαμπρούς, ενδιαφέρεται για την ανάπτυξη μιας τάξης, της αστικής· ενδιαφέρεται για την εσωτερική και εξωτερική αγορά, συνεπώς για τους όρους παραγωγής, για τη μετάβαση από τις αξίες χρήσης στις ανταλλακτικές αξίες. Για το Δόγμα αυτό δεν ήταν μαρξισμός.
Περί αντικειμενικότητας
Ωστόσο, υπόσχεται ότι θα βελτιώσει τη θεωρητική του κατάρτιση: λόγος ειρωνικός για την τήρηση των υποχρεώσεων που του επέβαλλε η κομματική του στράτευση;
Ας ξανάρθουμε στην (αστικής προέλευσης) θεωρία για τη «δήθεν ιστορική αντικειμενικότητα». Σάμπως να είχε πάρει στα σοβαρά τους επικριτές του, το 1955 δημοσιεύει ένα άρθρο στην «Επιθεώρηση Τέχνης», όπου, ανάμεσα στα άλλα γίνεται λόγος για την αντικειμενικότητα. Δε θα το συνοψίσω - είναι άλλωστε ευπρόσιτο στον καθένα. Θα θυμίσω μόνο ότι ως προϋπόθεση της αντικειμενικής ιστορίας είναι η «επιστημονικότητα» της τελευταίας. Οι άλλοι αντικειμενισμοί είναι αφελείς ή σκοπιμοθηρικοί, με σκοπό την κατάργηση της ιστορίας ως επιστήμης. Τι σημαίνει όμως «επιστημονική»; Νομίζω ότι πρόκειται για τη θετικιστική αρχή της αποκατάστασης των γεγονότων. Μιλά επίσης για την πολλαπλότητα των παραγόντων που οδηγούν σε «χάος», αν δεν ιεραρχηθούν, αν συνεπώς δεν ενταχθούν σε ένα ερμηνευτικό σχήμα με ένα πρώτο (προφανώς κατά περίπτωση) «κινούν». Δεν βλέπω γιατί ο Σβορώνος δεν είναι μαρξιστής: ο μαρξισμός του είναι μια «γραμματική», άρα μαρξισμός απαγκυλωμένος και απελευθερωτικός. Ικανός να αφομοιώνει, καθώς έχει πει, μαζί με άλλους, ο Τοπόλσκι.
Και κάτι ακόμη: ο Σβορώνος πιστεύει στη γνωστική αυτοδυναμία της ιστορίας, της «οντολογικής» ιστορίας και θήτευσε στη σχολή όσων από αφήγηση την έκαναν πρόβλημα μέσω της ενσωμάτωσης τεχνικών και μεθόδων των άλλων κοινωνικών επιστημών. Ο Λαμπριόλα έλεγε (παραφράζοντάς τον) ότι τα ερμηνευτικά σχήματα είναι το σκέλεθρο της ιστοριογραφίας και ότι η ίδια ήταν και είναι μια «τέχνη» - «πρόκειται για την αφήγηση και όχι για τις αφαιρέσεις». Ο Σβορώνος θα συνυπέγραφε, καθώς γι’ αυτόν οι «αφαιρέσεις» ήταν ένα έναυσμα και όχι ένας σκοπός: γι’ αυτό χαμογελούσε όταν άκουγε για «μοντέλα», μολονότι ο ίδιος τα κατασκεύαζε με τον τρόπο του. Ξεκίνησα με πολλά ερωτήματα και έμεινα σε λίγα. Ελπίζω να μη χρειαστεί να ξαναμιλήσουμε, για μιαν ακόμη φορά, για τα αυτόδηλα.
* Ο κ. Σπ. Ι. Ασδραχάς είναι ιστορικός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου