Τρίτη 8 Μαρτίου 2011

Προοδευτικές αυταπάτες

Της Ροσάνα Ροσάντα, Εποχή. 7.3.11
Η Λουτσιάνα Καστελίνα κάνει τη σωστή ερώτηση: πώς συνέβη και άνθρωποι και κινήματα στα οποία είχαμε εναποθέσει τόσες ελπίδες και είχαν αποδειχτεί μεγαλειώδη στους απελευθερωτικούς αγώνες να έφθασαν στο σημείο να προκαλέσουν την έχθρα τόσο μεγάλου μέρους του λαού τους; Οι εξεγέρσεις στο Μαγκρέμπ και στη Μέση Ανατολή μάς ζητούν να απαντήσουμε σ’ αυτό. Το ίδιο ισχύει για τους αντιδραστικούς ηγέτες που βρίσκονταν στην εξουσία, ιδιαίτερα εκείνους που την κατέλαβαν με προοδευτική ώθηση – ο Λίβυος Καντάφι και η κυβέρνηση που προήλθε από το αλγερινό Fln.
Δεν διαφέρει η ερώτηση που θα έπρεπε να θέσουμε στον εαυτό μας σχετικά με το γιατί οι κομμουνιστικές επαναστάσεις είχαν την ίδια τύχη. Το να απαντήσουμε ότι ο Στάλιν ήταν ένα τέρας (ο Στάλιν και ο Χίτλερ, ίδια πάστα, θεωρίες των ιστορικών μετά το 1989), και ίσως και ο Λένιν, και ο Μάο ένας τρελός, είναι γελοίο, και αυτό εκτός των άλλων δεν κάνει τίποτε άλλο από το να μεταθέτει το ερώτημα: γιατί τεράστιες μάζες και μεγάλες αλλαγές αναγνώρισαν αυτούς ως ηγέτες τους;
Στην περίπτωση του Καντάφι, με τις αστραφτερές κόκκινες στολές του και τους φαρδιούς μανδύες του στιλ ιππότη της ερήμου, με την πεποίθησή του ότι είναι ελευθερωτής και με την πρόθεσή του να σκοτώσει και να σκοτωθεί, το στοιχείο του παραληρήματος είναι εμφανές, σαν τα ζιγκ- ζαγκ των σχέσεών του με τις δυτικές δυνάμεις και με την τρομοκρατία. Κι αυτός στην αρχή δεν έμοιαζε καθόλου παράφρων, και δεν ήταν.
Υποθέσεις
για το άμεσο μέλλον
Θα ήταν ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε κάποιες υποθέσεις, που αφορούν και στο άμεσο μέλλον των κινημάτων που συνταράσσουν τις αραβικές χώρες. Η πρώτη είναι να κατανοήσουμε την απατηλή φύση ενός αντι-αποικιοκρατισμού, που συχνά θεωρείται αντι-ιμπεριαλισμός και, σπανιότερα, αντικαπιταλισμός, που ανατίθεται, στην περίπτωση των ακαλλιέργητων μαζών, σε μια δυνατή και αποφασιστική πρωτοπορία, η οποία παίρνει την εξουσία λιγότερο ή περισσότερο παροδικά και, ακόμη και μέσα από Συντάγματα ad hoc, την υπερασπίζει όχι μόνο από τους αντιπάλους της αλλά και από οποιονδήποτε την κριτικάρει, ακόμη από τους ίδιους τους συντρόφους της, βλέποντας σ’ αυτούς «αντικειμενικά» έναν εχθρό. Και συχνά είναι όντως εχθροί ή γίνονται, γιατί ένας αγώνας κατά της αποικιοκρατίας δεν διεξάγεται στο κενό αλλά απέναντι σε μεγάλες πολιτικές και οικονομικές εξουσίες, που παρεμβαίνουν σε κάθε χώρο ή αντίθεση που υπάρχει μέσα στην «επαναστατική διαδικασία».
Αυτή η εξουσία αμύνεται με σκληρές μεθόδους, που φαίνονται όμως δικαιολογημένες ακόμη και σε εξωτερικούς παρατηρητές, γιατί η ιστορία είναι πολύπλοκη. Ποιος θα το έλεγε ότι η αντίθεση στον σάχη της Περσίας θα καθοδηγούταν από ένα θρησκευτικό φονταμενταλιστικό κίνημα; Η CIA δεν το είχε υποπτευθεί, και πολλοί από μας είπαν ότι βέβαια η πρόοδος γίνεται και μέσα από αναπάντεχους δρόμους, και εννοώ όχι μόνο το Μανιφέστο, αλλά και τον Φουκό. Κάναμε όμως λάθος, όπως κάνουν λάθος ο Τσάβες και ο Λούλα όταν προσκαλούν τον Αχμαντινετζάντ.
Η ευθύνη της ΕΣΣΔ
Σ’ αυτό το λάθος είναι μεγάλη η ευθύνη της ΕΣΣΔ από την εποχή που υπεράσπιζε μόνο τα συμφέροντά της ως κράτος, (και σ’ αυτά μεσοπρόθεσμα έχασε και χάθηκε), αλλά και η ευθύνη των κομμουνιστικών κομμάτων, που είδαν σ’ εκείνη και στις πολιτικές της τον μοναδικό φραγμό που απέμεινε μετά την αποτυχία των επαναστάσεων στην Ευρώπη. Όταν στο Μπαντούνγκ, με γιουγκοσλαβική πρωτοβουλία, σχηματίστηκε το μπλοκ των αδεσμεύτων χωρών, θα πρέπει να εντοπιστεί η αιτία της σύντομης επιβίωσής τους μόνο στην αντιπάθεια που έτρεφαν για τις δύο υπερδυνάμεις; Οι ειρηνικές τους προθέσεις ήταν ισχυρές, μα το κοινωνικό μοντέλο τους αδύναμο.
Ήταν πολύ πιο σοβαρό το γεγονός ότι η απο-αποικιοποίηση πέρασε σύντομα –αφού ξεπαστρεύτηκε ο Πατρίς Λουμούμπα και ο Αμίλκαρ Καμπράλ- μέσα από τον σχηματισμό εθνικών αστικών τάξεων (ακόμη και σ’ αυτές είχε τις ελπίδες του το κομμουνιστικό κίνημα για ένα ορισμένο διάστημα) ή σε δυνάμεις οι οποίες, αφού ξεκίνησαν ως αντικαπιταλιστικές ή προοδευτικές μέσα από μορφές δημόσιας ιδιοκτησίας, σύντομα υπέκυψαν είτε στα προβλήματα μιας εντελώς κρατικοποιημένης ανάπτυξης, όπου το κράτος είχε περιοριστεί στην πιο τραχιά έκφρασή του και κάθε μορφή ελέγχου από τα κάτω ήταν ανύπαρκτη, είτε, ακόμη χειρότερα, υπέκυψαν σε διάφορες μορφές διαφθοράς. Η Λιβύη και η Αλγερία, που έχουν στην κατοχή τους μεγάλες πηγές ενέργειας, είναι δύο διαφορετικά παραδείγματα ενός σφετερισμού εξουσίας που αφαίρεσε κάθε συμμετοχή από τους ίδιους τους πληθυσμούς στους οποίους χορηγούσε κάποιες υπηρεσίες που έκαναν τις ανάγκες τους να μεγαλώνουν, αλλά που δεν ζήτησε ποτέ τη συμμετοχή τους σε κάτι, πέρα από ένα πλέγμα, περισσότερο ή λιγότερο διαφανές, υποθέσεων ή εκκλήσεων που βασίζονταν στον συγκινησιακό παράγοντα.
Νέο είδος προλεταριάτου
Πάνω σ’ αυτούς τους πληθυσμούς η παγκοσμιοποίηση πραγματοποιεί μια διπλή διαδικασία: δημιουργεί συμμαχίες κορυφής μεταξύ των οικονομικών δυνάμεων, χρησιμοποιώντας τα κράτη σαν ένα πρακτορείο οικονομικών υποθέσεων αμφιλεγόμενης ιδιοκτησίας, και παράγει μια τεράστια μάζα εργαζομένων υποκειμένων σε εκμετάλλευση, που όμως μεγάλο και αυξανόμενο μέρος τους είναι μορφωμένο και εφοδιασμένο με μέσα επικοινωνίας που ήταν άγνωστα στους κολασμένους της γης πριν από σαράντα χρόνια: το πλήθος της πλατείας Ταχρίρ είχε στην κατοχή του κινητά τηλέφωνα και μεγάλο μέρος του γνώριζε το Internet, μέσα από το οποίο είχε ως επί το πλείστον εκπαιδευτεί. Τα αντικείμενα εκμετάλλευσης και οι καταπιεσμένοι του σήμερα δεν είναι πλέον οι ταπεινωμένοι και καταπιεσμένοι του τότε. Ούτε είναι μόνο, όπως μας άρεσε να πιστεύουμε μετά την 11η Σεπτεμβρίου, μια μάζα που τη χειρίζονται όπως θέλουν οι φονταμενταλιστές ιμάμηδες.
Αυτό το νέο είδος προλεταριάτου -γιατί αυτό είναι- δεν ανέχεται πια εύκολα τους δεσποτικούς προοδευτισμούς, από τους οποίους άντλησε στο παρελθόν κάποια οφέλη. Αυτό είναι που πλημμύρισε τις πλατείες, που κάνει τα καθεστώτα να κλονίζονται, που άφησε να γλιστρήσει από πάνω του η ηγεμονία του ισλαμισμού μέσα από την εκκοσμίκευσή του, με εξαίρεση την εξουσία της Σαουδικής Αραβίας. Και πάνω απ’ όλα με εξαίρεση την εξουσία των ιρανών αγιατολάχ, που είναι ικανοί να αναπτύσσουν και ταυτόχρονα να κρατούν εγκλωβισμένη μια έστω και απρόθυμη «κοινωνία των πολιτών» με ένα σύστημα που τα κομμάτια του είναι στενότατα συνδεδεμένα μεταξύ τους. Σ’ αυτήν την «κοινωνία των πολιτών» δεν θα επιτρέψουν σίγουρα τα σκιρτήματα του αραβικού κόσμου.
Στην Τυνησία και στην Αίγυπτο οι παράξενοι και επικίνδυνοι μεσάζοντες μεταξύ εξουσίας και πληθυσμού είναι μόνο οι στρατοί. Επικίνδυνοι, γιατί κι αυτοί είναι μια κλειστή κάστα, και από τη φύση της ιδιαίτερα ιεραρχημένη, η οποία δεν παρέχει εναλλακτική λύση μεταξύ υπακοής και εξέγερσης, εξέγερσης και υπακοής, με τη μια να ακολουθεί αναγκαστικά την άλλη. Δεν νομίζω, όπως κάποιοι φίλοι, ότι θα πρέπει να προταθεί ένα είδος μόνιμης σύγκρουσης μεταξύ ανοιχτών κινημάτων και κλειστών θεσμών, και ακόμη λιγότερο ότι η ανάπτυξη του ατόμου μπορεί να πραγματοποιηθεί αφήνοντας μονίμως πίσω κάθε πλαίσιο αναφοράς, όπως συνιστούσε η ίδια η εφημερίδα μας στους Τυνήσιους που αποβιβάστηκαν στη Λαμπεντούζα. Ίσως κάποιοι να εξελιχθούν με την έξοδο, αλλά δεν θα μπορούσα να προτείνω σε κάποιον που μόλις απάλλαξε τη χώρα από ένα αυταρχικό καθεστώς να πάει αλλού, να μην ασχοληθεί με το να ξαναδώσει νόημα στον κοινωνικό ιστό από τον οποίο προέρχεται, και ακόμη λιγότερο να περάσει στη δική μας ήπειρο, που είναι κλεισμένη μέσα στην παρακμή της.
Σε όλες τις χώρες όπου μια μορφή δεσποτισμού, στενοκέφαλου ή προοδευτικού, εμπόδισε την άρθρωση ρευμάτων και σχεδίων της κοινωνίας και την αναμέτρηση μέσα από τη σύγκρουση, ένα γενναίο αλλά εξατομικευμένο πλήθος, που θέλει να παραμείνει τέτοιο, θα γίνεται πάντα αργά ή γρήγορα λεία μιας νέας εξουσίας. Δεν είναι τυχαίο που οι ολοκληρωτισμοί απαγορεύουν την ύπαρξη ενδιάμεσων σωμάτων που δεν έχουν ιδρύσει οι ίδιοι.
Πραγματικοί
μοχλοί παρέμβασης
Το πρόβλημα των αραβικών εξεγέρσεων – που ίσως να μην είναι καν σωστό να τις αποκαλούμε έτσι – είναι να αποκτήσουν μορφές κομμάτων και συνδικάτων και κανόνες και διαχωρισμό των εξουσιών, που να μπορούν να αποτελέσουν πραγματικούς μοχλούς παρέμβασης πάνω στα καθεστώτα που πάντα τείνουν να ξανασχηματίζονται. Είναι και δικό μας πρόβλημα αυτό, και είμαστε πολύ μακριά από την επίλυσή του αφού, στην περίπτωση της Ιταλίας, έχουμε παραλύσει από μια προσωπικότητα μετρίου επιπέδου σαν τον Μπερλουσκόνι. Υπάρχει στη δύση μια αδυναμία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας που είναι αδύνατο να αγνοήσουμε. Όμως δεν θα την επιλύσουμε με το να εξαπολύσουμε κάποια πλήθη ενάντια στα Χειμερινά Ανάκτορα. Η ιστορία θα έπρεπε να μας το έχει διδάξει κι αυτό. Το ερώτημα που σήμερα τίθεται σε όλο του το μέγεθος για τα νικηφόρα πλήθη της Τυνησίας ή του Καΐρου, ή που τίθεται από τις μάχες που διεξάγονται στη Λιβύη, δεν είναι διαφορετικό από εκείνο που ωρίμασε σιγά-σιγά μέσα στη δική μας αποκαρδιωτική καθημερινότητα.
Μετάφραση: Τόνια Τσίτσοβιτς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

http://www.metarithmisi.gr/imgAds/epikentro_1.gif

Αναγνώστες