Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2012

Ετιέν Μπαλιμπάρ: Ποια δημοκρατική Ευρώπη; Απάντηση στον Γιούργκεν Χάμπερμας


Το κείμενο του Γιούργκεν Χάμπερμας, του   Πέτερ Μπόφινγκερ και του Γιούλιαν Νίντα-Ρίμελιν, στο οποίο απαντάει ο Ετιέν Μπαλιμπάρ, δημοσιεύθηκε στα ελληνικά, σε μετάφραση Κάκης Μπαλή, στην Αυγή στις 19.8.2012. Η απάντηση του Ετιέν Μπαλιμπάρ, δημοσιεύθηκε στη Liberation, στις 3.9.2012.
 Η απαραίτητη συνθήκη για κάτι τέτοιο όμως είναι ο «πραγματικός» εκδημοκρατισμός των κοινοτικών θεσμών: εδώ, ο Γιούργκεν Χάμπερμας εννοεί  κυρίως την συγκρότηση μιας κοινοβουλευτικής αντιπροσώπευσης των πληθυσμών που να είναι πράγματι αποτελεσματική (με άξονα ένα σύστημα δύο επιπέδων διαφορετικό από τη γερμανικού τύπου «ομοσπονδία»), αλλά και προικισμένη με ελεγκτικές πολιτικές εξουσίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη φορολογική βάση και την επιβολή φόρων που  θα στήριζαν το κοινό νόμισμα, σύμφωνα με την αρχή των αμερικανών επαναστατών: «No taxation without representation!».Ο Γιούργκεν Χάμπερμας τοποθετήθηκε ξεκάθαρα όσον αφορά την κατάσταση στην Ευρώπη και τις αποφάσεις που απαιτεί: μετά το Zur Verfassung Europas(Για το ευρωπαϊκό Σύνταγμα), που μεταφράστηκε τον Μάη στα γαλλικά, η εφημερίδα Le Monde δημοσίευσε στις 27.8.2012 το άρθρο «Ευρώπη, περισσότερο παρά ποτέ», που ο γερμανός φιλόσοφος συνυπογράφει με τον Π. Μπόφινγκερ και τον Γ. Νίντα-Ρίμελιν.
Επί της ουσίας, η θέση του Χάμπερμας είναι ότι η κρίση του ευρώ δεν έχει καμία σχέση με τα «λάθη» των σπάταλων κρατών που δυσκολεύονται να φτάσουν τα  «οικονόμα» κράτη (στα γερμανικά, η λέξη Shuld σημαίνει λάθος και χρέος…). Σχετίζεται, κυρίως, με την ανικανότητα των κρατών –που οι κερδοσκόποι βάζουν σε ανταγωνισμό–, να εξουδετερώσουν το παιχνίδι των αγορών και να επιβάλουν μια παγκόσμια ρύθμιση της οικονομίας. Γι’ αυτό τον λόγο δεν θα βγούμε από την κρίση, εάν η Ευρώπη δεν αποφασίσει να «κάνει το βήμα» της πολιτικής ενοποίησης που θα της επέτρεπε να υπερασπιστεί το νόμισμά της και, ταυτοχρόνως, να δρομολογήσει στο εσωτερικό της κοινωνικές πολιτικές όπως και πολιτικές μείωσης των ανισοτήτων που δικαιολογούν την ύπαρξή της. Ο φυσικός χώρος αυτής της μεταμόρφωσης είναι ο «ευρωπαϊκός πυρήνας» (Kemeuropa), δηλαδή η  ευρωζώνη, ενισχυμένη από τα κράτη που αναμένεται να ενσωματωθούν σ’ αυτήν (και ιδιαιτέρως την Πολωνία).
 Πρέπει να χαιρετίσουμε την παρέμβαση και να ανταποκριθούμε σ’ αυτήν.  Πρόκειται για την τελευταία μιας σειράς θαρραλέων παρεμβάσεων στις οποίες ο Χάμπερμας στράφηκε ενάντια στον «νέο εθνικισμό» της γερμανικής πολιτικής και στις συγκεκαλυμμένες «μονομερείς» προκαταλήψεις της (δεν θα πιστεύαμε στ’ αυτιά μας, αν οι γάλλοι διανοούμενοι επεδείκνυαν το ίδιο πνεύμα ανεξαρτησίας…). Η προσπάθεια του Χάμπερμας να μη διαχωρίσει την πολιτική, την οικονομική και την κοινωνική διάσταση είναι αξιοσημείωτη, όπως επίσης και η προσπάθειά του να φανταστεί τη συμβολή που θα μπορούσε να έχει η Ευρώπη στην ανακάλυψη μιας στρατηγικής εξόδου από την κρίση σε παγκόσμιο επίπεδο: μιας στρατηγικής που να περιλαμβάνει  ταυτόχρονα  το επιτακτικό αίτημα για την προστασία των κοινωνικών δικαιωμάτων (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι παραμένουν αναλλοίωτα) και το εξίσου επιτακτικό αίτημα του ελέγχου των πιστωτικών μηχανισμών, που  εξαπλώνονται υπερκαλύπτοντας την πραγματική οικονομία.
Τέλος, η προσπάθεια αυτή δηλώνει, χωρίς περιστροφές,  ότι η πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης (είτε ονομαστεί «ομοσπονδία» είτε όχι) μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνον υπό τον όρο ενός ουσιαστικού εκδημοκρατισμού, που να αγγίζει την ίδια τη φύση των εξουσιών και της αντιπροσωπευτικότητάς τους, και κατά συνέπεια τη νομιμοποίησή τους. (Σε ό,τι με αφορά, είχα υποστηρίξει από καιρό μια πιο ριζοσπαστική θέση – την οποία  κάποιοι θα χαρακτήριζαν επισφαλή: ότι η πολιτική Ευρώπη, έξω από την οποία το μόνο που υπάρχει είναι  η παρακμή και αδυναμία των ευρωπαϊκών λαών, δεν μπορεί να νομιμοποιηθεί και δεν είναι δυνατή, παρά μόνον εάν είναι πιο δημοκρατική από το σύνολο των  εθνών που την συναποτελούν — εάν δηλαδή πάει ένα βήμα πιο πέρα από τις ιστορικές τους κατακτήσεις ως προς το ζήτημα της δημοκρατίας.
 Η επιχειρηματολογία του φιλοσόφου της Φραγκφούρτης ενέχει, κατά τη γνώμη μου, δύο αλληλένδετες αδυναμίες. Η πρώτη είναι ότι δεν λαμβάνει υπ’ όψιν τον χρόνο που έχει κυλήσει, και κατά συνέπεια τη συγκυρία: το σκεπτικό της αναπτύσσεται σαν η κρίση να μην εξελισσόταν ήδη εδώ και χρόνια, σαν να μπορούσαμε να επανατοποθετηθούμε «πριν» από τις συνέπειες που έχει επιφέρει και να πράξουμε τώρα ό,τι έπρεπε να έχει γίνει πρωτύτερα για να την αποφύγουμε (ουσιαστικά, τη στιγμή που οργανώθηκε το ευρωπαϊκό νομισματικό σύστημα). Δεν πιστεύω καθόλου ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Θα ήταν χρήσιμο όμως, αν μη τι άλλο, να αναπτυχθεί περαιτέρω η πρόταση που εμπεριέχεται (στο γερμανικό πρωτότυπο, γιατί στη γαλλική μετάφραση η ιδέα αυτή εξαφανίστηκε) σχετικά με την εισαγωγή του φόρου και τον έλεγχο της χρήσης του. Δεν θα υπάρξει, ούτε στην Ευρώπη ούτε αλλού, έξοδος από την κρίση χωρίς μια «φορολογική επανάσταση» που να περιλαμβάνει όχι μόνον την επιβολή ευρωπαϊκών φόρων και μια πολιτική επαγρύπνησης  ως προς  τη δίκαιη κατανομή τους, αλλά και τη χρήση των φορολογικών εσόδων. Τα έσοδα αυτά πρέπει να χρηματοδοτήσουν μια επανορθωτική πολιτική ως προς την εργασιακή καταστροφή που επέφερε η κρίση, για τη μεταλλαγή των παραγωγικών δραστηριοτήτων και τη χωροταξική αναδιάρθρωση της ευρωπαϊκής «επικράτειας». Κάτι σαν ένα ενδοευρωπαϊκό New Deal ή Σχέδιο Μάρσαλ. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει επίσης, αναμφίβολα, την επιστροφή σε μια ισορροπημένη νομισματική πολιτική  που  να θεμελιώνεται σ’ ένα  φορολογικό αλλά και   τραπεζικό κύκλωμα (σαν κι αυτό που σήμερα θρέφει, όλως τυχαίως, την κερδοσκοπία).
 Η δεύτερη αδυναμία συνίσταται στο γεγονός ότι η επιχειρηματολογία του Χάμπερμας περιορίζεται σε μια εξαιρετικά φορμαλιστική αντίληψη της δημοκρατίας — αντίληψη ολοένα και λιγότερο ικανοποιητική, εφόσον οι ισχυρές  διαδικασίες «απο-εκδημοκρατισμού» έχουν ήδη ενεργοποιηθεί στις κοινωνίες μας, εκμεταλλευόμενες μάλιστα την κρίση, προκειμένου να προωθήσουν ευκαιριακά επιχειρήματα περί της αποτελεσματικότητας μιας διακυβέρνησης εκ των άνω.  Δεν αρκεί λοιπόν μόνον να τις διορθώσουμε, θα πρέπει να τις ανατρέψουμε αντιπαρατάσσοντας δημοκρατικές επινοήσεις «υλικής» φύσεως. Προσοχή όμως: δεν εγκαταλείπω σε καμία περίπτωση το αίτημα της αντιπροσώπευσης. Το αντίθετο. Η ιστορία του 20ού αιώνα έδειξε την αναγκαιότητα της αντιπροσώπευσης και των  κυμαινόμενων περιθωρίων  ανάμεσα στην απλή ανάθεση της εξουσίας και τον αποτελεσματικό έλεγχό της. Θα πρέπει να εντείνουμε αυτή τη διεκδίκηση  σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Αλλά πρέπει επίσης να εισαγάγουμε και άλλες δημοκρατικές πρακτικές ή, ακριβέστερα, άλλες πρακτικές εκδημοκρατισμού των πολιτικών θεσμών.
Αυτό είναι το κλειδί για την  επίλυση του περίφημου αδιεξόδου που θέτει ο «ευρωπαϊκός δήμος». Ο δήμος δεν προϋπάρχει ως συνθήκη της  δημοκρατίας :  πηγάζει από την ίδια, ως αποτέλεσμά της. Αλλά και η ίδια η δημοκρατία δεν υπάρχει παρά μόνον μέσα στη διαδικασία και τις μορφές των διαφορετικών πρακτικών εκδημοκρατισμού. Ως αντιπροσωπευτική δημοκρατία βέβαια, αλλά και ως συμμετοχική δημοκρατία, με όριο τον αυτοδιαχειριζόμενο κομμουνισμό (την κατασκευή των «κοινών», θα έλεγε ο Τόνι Νέγκρι),  αλλά και ως συγκρουσιακή δημοκρατία («αντι-δημοκρατία», όπως θα έλεγε ο Πιερ Ροζανβαλόν), ζώντας με διεκδικήσεις και διαμαρτυρίες, με αντιστάσεις και αγανακτήσεις. Αυτά τα  χαρακτηριστικά σχηματίζουν μια ασταθή ισορροπία, είναι αλήθεια, που μας απομακρύνει από τον «κανονιστικό»  συνταγματισμό. Δεν θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν με διατακτικές αποφάσεις, όποια νομιμοποίηση και να ’χαν (όπως και άλλοι, έτσι και ο Χάμπερμας εμμένει στη δυνατότητα οργάνωσης δημοψηφισμάτων πάνω στο μέλλον του ευρώ και της Ευρώπης).                                                                                                                    Θα μπορούσαμε  μάλιστα να πιστέψουμε ότι τέτοιου είδους διατακτικές αποφάσεις, υπερβαίνοντας τα όρια της κυβερνητικής «διαχείρισης», ενεργοποιώντας  την εικονική αυτονομία ή τη δυσ-φωνία, θα πήγαιναν προς την κατεύθυνση μιας «επανίδρυσης» της «Ευρωπαϊκής  Ένωσης»;  Με ποιον άλλο τρόπο θα μπορούσαμε να εξασφαλίσουμε την ενότητα, αν όχι μέσα από την πολλαπλότητα και τις  αντιφάσεις,  τη σταθερότητα μέσα από την αβεβαιότητα, και, τέλος,  τη νομιμότητα μέσα από τη διαμαρτυρία; Και αντιστρόφως όμως, μπορούμε να ρωτήσουμε τον Χάμπερμας: Πώς να εγγράψουμε τη δημοκρατία μέσα στην ευρωπαϊκό οικοδόμημα χωρίς ένα «άλμα» ή ένα «παράπλευρο βήμα» ως προς τις δομές και τις διαδικασίες που φτιάχτηκαν για να την αποκλείσουν, να την εξουδετερώσουν, ενώ οι μέθοδοι «διαχείρισης της κρίσης», έχοντας  προορισμό ν’ αποκλείσουν την  παρέμβαση των πολιτών, την αλυσοδένουν;
 Ως προς το σημείο αυτό λοιπόν, αλλά και ως προς άλλα σημεία («Η κοινωνική Ευρώπη»…), θα πρέπει να οργανωθεί μια μορφή αντίστασης  ή να αναπτυχθεί ένα κίνημα. Ο Γιούργκεν Χάμπερμας, ο Πέτερ Μπόφινγκερ και ο Γιούλιαν Νίντα Ρίμελιν  μας προτείνουν έναν δημόσιο διάλογο  πάνω στην Ευρώπη, για τους Ευρωπαίους και από τους Ευρωπαίους. Ας μην αφήσουμε την ευκαιρία ανεκμετάλλευτη. Με διαφορετικούς τρόπους, τέτοιες μορφές αντίστασης ή κινημάτων αρχίζουν να σχηματίζονται σε όλα τα μέρη που η τραγικότητα των συνεπειών της κρίσης γίνεται αισθητή: στην Ελλάδα, στην Ισπανία, πολύ λιγότερο στη Γαλλία όπου, παρά το σήμα κινδύνου που θα έπρεπε να εκπέμπει η χιονοστιβάδα  του φετινού φθινοπώρου μοιάζει να κατευθυνόμαστε σ’ ένα ριμέικ της καμπάνιας του 1992 και του 2005, με τη διαφορά ότι δεν υπάρχει κανένα δημοψήφισμα στον ορίζοντα… Τίποτε πέραν των εθνικών συνόρων. Τίποτε, κατά συνέπεια, που να τοποθετεί την πολιτική στο απαιτούμενο επίπεδο, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το επείγον καθώς και τα «θεμελιώδη ερωτήματα»;
μετάφραση: Χρυσάνθη Αυλάμη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

http://www.metarithmisi.gr/imgAds/epikentro_1.gif

Αναγνώστες