Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012

Η ιστορική ευθύνη της ΔΗΜΑΡ για «ένα καλύτερο παρελθόν»


Του Κώστα Κούρκουλου, Μεταρρύθμιση, 27.9.12
Α) Η γενεαλογία του συλλογικού μίσους
Ίσως δεν υπάρχει πολίτης αυτής της χώρας, που να μην εκβιάστηκε για την καταβολή λύτρων σε κάποιο δημόσιο λειτουργό, στις συναλλαγές του με το δημόσιο. Αν κατονομάσουμε κάποιες υπηρεσίες, θα «αδικήσουμε» πολλές άλλες. Πληρώνοντας όμως λύτρα για το υπηρεσιακά αυτονόητο, γνωρίζει ότι γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης μιας κρατικής γραφειοκρατίας, η οποία ενεργεί «δι’ εαυτήν», ως  αυτονομημένη συμμορία.
Γι’ αυτό ακριβώς, έστω και αν «γίνεται η δουλειά», εξευτελίζεται και αισθάνεται ότι αδικείται. Και όχι μόνον, αλλά οδηγείται στην απόγνωση, γιατί η αμεσότητα της σχέσης εξουσίας είναι τέτοια, που δεν του επιτρέπει οποιαδήποτε αντίδραση. Ποιος θα μπορούσε, π.χ., να καταγγείλει τον εφοριακό που τον εκβίασε, όταν πιστεύει ότι την επομένη θα τον καταστρέψει; Ή το γιατρό που πήρε «φακελάκι»; Αν μάλιστα συνδυαστούν τα παραπάνω με την περιφρόνηση, την αδιαφορία και τον εξουσιαστικό κουτσαβακισμό του κάθε μικρού δικτατορίσκου, που συγκροτούν το κυρίαρχο ήθος αυτής της κρατικής γραφειοκρατίας απέναντι στον πολίτη, ο εξευτελισμός είναι καθεστώς. Και εισπράττεται και αυτός, ως μεγαλύτερη ακόμη αδικία.

Έτσι, το μίσος για την αδικία συσσωρεύεται και αναζητεί «νομιμοποιημένες» διεξόδους. Η συνήθης διέξοδος, είναι να πει ο καθένας «εγώ φταίω» ή «έτσι μου αξίζει» και με την αυτοπεριφρόνηση, να «τακτοποιήσει» την προσβολή που υφίσταται. Μία άλλη λύση, είναι να εφεύρει «εξωτερικούς» μεν, αλλά κοινωνικά αποδεκτούς στόχους του μίσους του. Εδώ όμως τα πράγματα γίνονται επικίνδυνα. Διότι, όταν το «εξωστρεφές» μίσος τρέπεται σε συλλογικό, τότε τα πράγματα αλλάζουν. Και αυτό, γιατί το συλλογικό μίσος έχει «ιδιαιτερότητες». Απαιτεί πάντοτε, «ο διάβολος να είναι αλλοδαπός». Αυτήν ακριβώς την κατάσταση ζούμε σήμερα ως κοινωνία, όπου ένα μέρος της τακτοποιεί το παρελθόν του, εφευρίσκοντας υποκατάστατους στόχους του συλλογικού του μίσους για όλες τις προσβολές που έχει υποστεί. Και εφ’ όσον πρέπει «ο διάβολος να είναι αλλοδαπός», στόχος του ανακηρύσσονται αναγκαστικά οι «ξένοι» και οι «συνεργάτες» τους. Δηλαδή:
1) Οι δυτικοί, που συνωμοτούν εναντίον μας για να μας πάρουν τον πλούτο.
2) Οι ντόπιοι που ονομάζονται «ξένοι». Θυμίζω τη γνωστή φράση του Κου Τσίπρα: «Αυτοί που μας κυβερνούν, δεν είναι Έλληνες».
3) Για το πιο εξαθλιωμένο τμήμα της κοινωνίας και γι’ αυτό που τρομάζει μπροστά στην επικείμενη εξαθλίωση, στους στόχους του συλλογικού του μίσους, προστίθενται και οι οικονομικοί μετανάστες. Εκεί κυρίως δημιουργείται και η «κοινωνική βάση» των νεοναζί.

Β) Το κοινό μίσος ενώνει
Το μίσος που γίνεται κοινό, αποκτά και ένα άλλο χαρακτηριστικό: Ενώνει τα πιο ετερογενή στοιχεία. Διότι μολύνει όλους με ένα «αίσθημα συγγένειας». Άλλωστε είναι γνωστό πως «...μπορούν να γεννηθούν μαζικά κινήματα χωρίς την πίστη σ’ ένα θεό, ποτέ όμως χωρίς την πίστη σ’ ένα διάβολο..» (ERIC HOFFER, «Ο φανατικός»).
Τυπική εκδήλωση του «αισθήματος συγγένειας», ήταν όσα διαδραματίστηκαν πριν από ένα χρόνο στην παρέλαση της Θεσσαλονίκης, όπου αριστεροί του ΣΥΡΙΖΑ, δίπλα - δίπλα με νεοναζί, προπηλάκιζαν τους «κοινούς εχθρούς» τους. Η ειρηνική τους συνύπαρξη επίσης στους λοιπούς «κοινωνικούς αγώνες», («Χαλυβουργία», «Κίνημα δεν πληρώνω», πλατείες κ.λπ.), επιβεβαίωσαν το «αίσθημα».
Είναι προφανές – για να μην παρεξηγηθούμε – πως δεν ταυτίζουμε τους εγκληματίες νεοναζί, με τη νεοσταλινική αριστερά, που κατ’ ευφημισμό αποκαλείται «κινηματική», ούτε καν με την παλαιοσταλινική. Άλλωστε, έχουν διαφορετική ιστορική καταγωγή. Θυμίζουμε όμως και την άλλη όψη. Ότι ο δρόμος προς τον ολοκληρωτισμό, έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό με αυτόν που οδηγεί στη κόλαση: Και οι δύο είναι στρωμένοι με αγαθές προθέσεις. Σε κάθε όμως περίπτωση, δεν ευθυνόμαστε εμείς για την «ενότητα στη βάση» που επιδεικνύουν, επειδή την κατακρίνουμε.

Γ) Είναι εφικτό ένα καλύτερο παρελθόν
Δεν θα αποπειραθούμε επίσης την όποια ανάλυση των επί μέρους συνιστωσών του κοινού μίσους. Άλλωστε, δημοσιεύτηκαν στη «Μεταρρύθμιση» έξοχες αναλύσεις, που μας βοήθησαν να κατανοήσουμε τα πράγματα. Αφού όμως τα κατανοήσαμε, ήρθε ο καιρός για το επόμενο βήμα: Να τα αλλάξουμε. (Μην ξεχνάμε και την τελευταία θέση για τον Φόϋερμπαχ!). Μόνον έτσι θα απαλλαγούμε από την κοινωνική συνθήκη που τρέφει το μέτωπο του μίσους και επί πλέον παράγει την κοινωνική βάση των νεοναζί.
Για να τα αλλάξουμε, όμως, απαιτούνται τόσο ριζικές πράξεις, που θα «αναδομούν» το ίδιο το παρελθόν. Διότι, αφού το παρελθόν μας κατατρύχει, έχουμε ανάγκη από ένα «καλύτερο παρελθόν». Και επειδή δεν γίνονται θαύματα, ώστε να υποχρεώσουμε αναδρομικά τα μέλη της κρατικής γραφειοκρατίας σε διαφορετική συμπεριφορά απέναντι στους πολίτες, μπορούμε να εξαλείψουμε έστω τις οικονομικές της συνέπειες, αποκαθιστώντας έτσι και το αίσθημα δικαιοσύνης. Μπορούμε δηλαδή να υποχρεώσουμε όσους πλούτισαν παράνομα με τους τρόπους που περιγράψαμε, ή με όποιους άλλους τρόπους έχει επινοήσει «ο υπόκοσμος του λευκού κολάρου», να επιστρέψουν στην κοινωνία τον πλούτο τους. Και ο πλούτος που αποκτήθηκε από τον εν λόγω υπόκοσμο, είναι και τεράστιος και σώζεται. Βρίσκεται κρυμμένος σε ντουλάπια, κάτω από συρόμενα δεύτερα πατώματα, θαμμένος σε κήπους, εντοιχισμένος σε δεύτερους τοίχους, σε παράκτιες εταιρείες, επενδυμένος σε ακίνητα (συνήθως στο όνομα συγγενών τους), σε έργα τέχνης κ.ο.κ.
Αυτό κάνει επιτακτική την ανάγκη να αναληφθεί ΤΩΡΑ μία τολμηρή νομοθετική πρωτοβουλία, που θα «ανατρέπει» το παρελθόν. Πρέπει δηλαδή να θεσμοθετηθεί η υποχρέωση όλων των μελών της κρατικής γραφειοκρατίας, καθώς και όσων θήτευσαν ως βουλευτές ή υπηρέτησαν σε κυβερνητικές θέσεις, να δηλώσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία και το «πόθεν έσχες», ανεξαρτήτως των μέχρι τώρα δηλώσεών τους. Το ίδιο να υποχρεωθούν να πράξουν και συγγενείς τους μέχρι κάποιου βαθμού. Και στη συνέχεια οφείλουμε να επιδείξουμε ωριμότητα, ώστε να αποδεχθούμε την ήττα μας. Να αποφασίσουμε δηλαδή ότι νομιμοποιούνται αυτά που αποκτήθηκαν παράνομα, υπό τον όρο όμως ότι θα επιστρέψουν οι ιδιοκτήτες τους στο δημόσιο, ένα μεγάλο ποσοστό της αξίας τους. Και για να μην υπάρχει έδαφος για οποιαδήποτε δημοκοπία, τα πολιτικά πρόσωπα να υποχρεωθούν να επιστρέψουν στο δημόσιο, όχι ποσοστό, αλλά το σύνολο της περιουσίας τους, της οποίας δεν αποδεικνύεται η νόμιμη κτήση.
Για να εξαναγκαστούν όμως να εμφανίσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, πρέπει η απόκρυψή τους στη δήλωση ή η παράλειψη υποβολής της, να αναχθούν σε εγκλήματα κακουργηματικού βαθμού, τα οποία μάλιστα να κηρυχθούν απαράγραπτα. Επί πλέον, με ειδική νομοθετική πρόβλεψη, να υπαχθεί  αυτοτελώς στις διατάξεις του νόμου «Περί νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα», η κατοχή, χρήση κ.λπ., περιουσιακού στοιχείου που δεν δηλώθηκε. Με τον τρόπο αυτό, τα λάφυρά τους από τη λεηλασία της χώρας, θα μετατραπούν σε εφιάλτη τους, αν δεν επιστρέψουν τμήμα τους στην κοινωνία. Και για να μην ελπίζουν ούτε στη γνωστή εκ πλαγίου σωτηρία, να προβλεφθεί η εξέταση των δηλώσεών τους από ειδικό σώμα ελεγκτών, συγκροτημένο με τεχνοκρατικούς όρους, για το οποίο δεν θα ισχύει κανένα απόρρητο.

Δ) Γιατί η ΔΗΜΑΡ;
Την ώρα λοιπόν που το μέτωπο του μίσους κυνηγάει ανεμόμυλους (οι εγκληματικές συμμορίες των νεοναζί, κυνηγούν επί πλέον και τους έγχρωμους αλλοδαπούς), η ΔΗΜΑΡ οφείλει να κάνει την καταλυτική κίνηση: Να αναλάβει τη νομοθετική πρωτοβουλία για την κάθαρση του παρελθόντος. Διότι, όπως επινόησαν οι Έλληνες (όχι οι ανελλήνιστοι σύγχρονοι ελληναράδες), η τραγωδία τελειώνει μόνο με την «κάθαρση». Έτσι, αναλαμβάνοντας την πρωτοβουλία των κινήσεων στο κορυφαίο θέμα της κάθαρσης του παρελθόντος, θα αποκαταστήσει τη δικαιοσύνη στην πράξη. Αυτό θα επιφέρει θανάσιμο πλήγμα στο μέτωπο του μίσους. Διότι θα του αφαιρέσει την ηθική και κοινωνική του βάση.
Γιατί όμως η ΔΗΜΑΡ; Διότι είναι το μόνο κόμμα το οποίο δεν δεσμεύεται από πελατειακές δουλείες σιωπής, μια και η κρατική γραφειοκρατία με τα χαρακτηριστικά της «συμμορίας» που περιγράψαμε,  ευτυχώς είναι ενταγμένη σε άλλους χώρους. Σε διαφορετική περίπτωση, αν η ΔΗΜΑΡ δεν αναλάβει τις ανατρεπτικές πρωτοβουλίες που επιβάλλει η ιστορική στιγμή, η χώρα θα συνεχίσει να σέρνεται στην κραιπάλη του μίσους και η ίδια (η ΔΗΜΑΡ), θα παραμένει στόχος της διαβρωτικής δημαγωγίας των φορέων του.

1 σχόλιο:

manousos είπε...

ΦΘΟΝΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ «Ο ΜΑΡΞ είχε ήδη κάνει αυτή την παρατήρηση.»Ένα σπίτι μπορεί να είναι μεγάλο ή μικρό, όσο όμως τα γειτονικά σπίτια είναι στο ίδιο μέγεθος όλα πάνε καλά. Αν χτίσει κανείς δίπλα σένα παλάτι το σπίτι γίνεται μικροσκοπικό.» «Η κατανάλωση είναι σαν τα ναρκωτικά. Δεν μπορώ πια να στερηθώ υλικά αγαθά την ύπαρξη των οποίων αγνοούσα δέκα χρόνια νωρίτερα.» Η κατανάλωση δημιουργεί εξάρτηση. Η ευχαρίστηση που προσφέρει είναι εφήμερη, αλλά η απογοήτευση είναι τεράστια όταν κανείς την στερείται.» Χαίρεται κανείς όταν τα καταφέρνει καλύτερα από του άλλους και η αιτία είναι ο ανταγωνισμός και ο φθόνος.» Συνολικά μέσω του φθόνου ή του ονείρου καθένας μας συνδέει τις προσδοκίες του με τις προσδοκίες μιας ομάδας αναφοράς.» DANIEL COHEN «Η ΕΥΗΜΕΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ» ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΟΛΙΣ

http://www.metarithmisi.gr/imgAds/epikentro_1.gif

Αναγνώστες