Δευτέρα 18 Μαΐου 2015

Η ανασύνθεση της μεσαίας τάξης

 Του Αρίστου Δοξιάδη, Καθημερινή
Στα επόμενα δύο-τρία χρόνια θα τεθούν οι βάσεις για τη νέα ελληνική οικονομία που θα διαμορφωθεί μετά την κρίση. Τα σενάρια είναι πολλά, αλλά είναι χρήσιμο να τα ταξινομήσουμε σε δύο βασικούς τύπους αναπτυξιακού μοντέλου. Ο κάθε τύπος αντιστοιχεί σε μια διαφορετική σύνθεση της μεσαίας τάξης. Οι δύο τύποι έχουν ένα κοινό στοιχείο, που είναι αποτέλεσμα της κρίσης: δεν θα στηρίζονται σε όλο και υψηλότερο δανεισμό από το εξωτερικό, όπως συνέβαινε επί τρεις δεκαετίες έως το 2010. Και στους δύο τύπους, θα μπορούμε να εισάγουμε μόνο όσα προϊόντα μπορούμε να πληρώσουμε από τα έσοδα που μας φέρνουν οι εξαγωγές μας. Συμπληρωματικά μπορούμε να πληρώνουμε μερικές εισαγωγές από τα όσα ξένα κεφάλαια έρχονται για επενδύσεις σε επιχειρήσεις και ακίνητα. Και στους δύο τύπους, η κατανάλωση θα αυξάνεται μόνο στον βαθμό που αυξάνεται η εγχώρια παραγωγή. Είτε με ευρώ, είτε με δραχμή, είτε με μεγάλο κράτος, είτε με μικρό, είτε με πλεονασματικούς προϋπολογισμούς, είτε με ελλειμματικούς, το εξωτερικό ισοζύγιο θα πρέπει να είναι τουλάχιστον ισοσκελισμένο. Στον πρώτο τύπο, ο τομέας που παράγει διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα παραμένει στάσιμος. Ο τομέας περιλαμβάνει μεταποίηση, γεωργία, εξαγώγιμη τεχνολογία και υπηρεσίες όπως ο τουρισμός και η ναυτιλία. Θα γίνονται προσπάθειες να αυξηθεί η παραγωγή στις μη εμπορεύσιμες υπηρεσίες, όπως είναι υπηρεσίες του κράτους, επαγγέλματα υγείας, δικηγόροι, καφενεία, κατασκευές. Αλλά τα εισοδήματα από αυτές δεν θα μεταφράζονται στο σύνολο της οικονομίας ούτε σε περισσότερα βασικά καταναλωτικά προϊόντα, ούτε σε είδη πολυτελείας, ούτε σε φάρμακα και μηχανήματα για τα νοσοκομεία.

Η μεσαία τάξη σε αυτό το μοντέλο θα είναι μικρή, και θα περιοριστεί στα επαγγέλματα που είναι προστατευμένα και πολιτικά ισχυρά. Θα είναι μερικά στελέχη του Δημοσίου, καθώς και γιατροί, δικηγόροι, και εργολάβοι, αλλά πολύ λιγότεροι από πριν, όταν τα δάνεια απέξω γίνονταν εισοδήματα για πολλούς. Για να βελτιώνουν αυτοί την ποιότητα ζωής τους, σε μια καταναλωτική πίτα στάσιμη, όλοι οι άλλοι θα χάνουν. Ετσι, η στενή σχέση με την πολιτική εξουσία θα είναι προϋπόθεση για την οικονομική ευμάρεια. Κολλητός ή κομματικός θα είναι τα εφόδια της επιτυχίας.
Στον δεύτερο τύπο ανάπτυξης, η μεταποίηση, οι τεχνολογικές υπηρεσίες και άλλοι διεθνώς εμπορεύσιμοι κλάδοι μεγαλώνουν σταθερά. Σε μερικές παραλλαγές αυτό συμβαίνει επειδή θα μείνουν πολύ χαμηλά οι μισθοί, αλλά αυτό δεν μπορεί να διαρκέσει πολύ σε μια ευρωπαϊκή οικονομία. Μακροπρόθεσμα, η παραγωγή σε αυτούς τους κλάδους θα αυξάνεται μόνο αν βελτιώνεται η ποιότητα των προϊόντων και οι τεχνικές παραγωγής. Η αυξημένη παραγωγή εμπορεύσιμων σημαίνει και μεγαλύτερη δυνατότητα κατανάλωσης για το σύνολο της κοινωνίας.
Η μεσαία τάξη μπορεί να είναι μεγάλη, αλλά θα έχει άλλη σύνθεση επαγγελμάτων από αυτήν της μεταπολίτευσης. Πολύ περισσότεροι θα μετέχουν σε επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν τον παγκόσμιο ανταγωνισμό, και γι’ αυτό κάθε μέρα θα κάνουν μικρές ή μεγάλες αλλαγές στη δουλειά τους, θα στύβουν το μυαλό τους, θα νιώθουν άλλοτε νικητές κι άλλοτε χαμένοι. Λιγότερη ρουτίνα, λιγότερο ρουσφέτι, περισσότερη δημιουργία, στατιστικά περισσότερο εισόδημα, αλλά και μεγαλύτερη διακύμανση.
Για να υπάρχει κράτος πρόνοιας που θα στηρίξει τους αδύναμους αλλά και τους άτυχους της μεσαίας τάξης, θα χρειάζεται πιο σταθερή φορολογική βάση από αυτήν που είχαμε. Αυτό σημαίνει φόρο στην ακίνητη περιουσία κοντά στα σημερινά επίπεδα του ΕΝΦΙΑ. Που σημαίνει επίσης ότι η αποταμίευση της μεσαίας τάξης θα πρέπει σιγά σιγά να στραφεί και σε άλλες τοποθετήσεις, πέρα από τα ακίνητα. Οι παροχές του κράτους για υγεία και συντάξεις θα είναι για περισσότερους, και θα κατανέμονται πιο ίσα. Δεν θα υπάρχουν «ρετιρέ» στην ασφάλιση. Οποιος θέλει να έχει περισσότερα από τα βασικά θα πρέπει να τα χτίσει μόνος του ή με ομαδικά προγράμματα. Αυτό περίπου είναι το μοντέλο των επιτυχημένων οικονομιών με παραγωγικές επιχειρήσεις και γενικευμένη κοινωνική προστασία.
Τα πανεπιστήμια διαμορφώνουν δεξιότητες και αξίες για τη μεσαία τάξη, γι’ αυτό και θα επηρεάσουν την έκβαση στο σταυροδρόμι όπου βρισκόμαστε. Στη διαμάχη για τη φυσιογνωμία τους, η μία πλευρά θέλει να διδάσκουν «διεκδίκηση», να καθοδηγούνται από κόμματα, να παράγουν πολιτικούς, αλλά και υπαλλήλους για τις μη εμπορεύσιμες υπηρεσίες. Οι καθηγητές να ζουν μακριά από τις παγκόσμιες αλλαγές, η κριτική σκέψη να περιχαρακώνεται σε τυποποιημένες καταγγελίες και η τεχνολογία να μην ταράζει τη ρουτίνα τους. Μιλούν για μαζικό δημόσιο πανεπιστήμιο και αγνοούν ότι το δικό τους μοντέλο παράγει μια μικρή κάστα προνομιούχων κοντά στην εξουσία κι έναν μεγάλο αριθμό πτυχιούχων καταδικασμένων στην ανέχεια.
Η άλλη πλευρά ζητάει ένα πανεπιστήμιο που διδάσκει δημιουργία και παραγωγή. Οι καθηγητές μετέχουν στη διεθνή κοινότητα των επιστημόνων, λογοδοτούν και αξιολογούνται με τα κριτήρια εκείνης, όχι από τους κολλητούς. Οι απόφοιτοι είναι έτοιμοι να δοκιμάσουν πολλές δουλειές, να μαθαίνουν «διά βίου», να πιάσουν το κατσαβίδι, αλλά και να ψάξουν όλες τις πηγές χωρίς προκατάληψη. Μπορούν να ενταχθούν σε μια οικονομία που δίνει ευκαιρίες σε πολλούς, γιατί παράγει πολλά και διαφορετικά αγαθά, με ορίζοντα ολόκληρο τον πλανήτη. Αυτοί θα είναι η μόνη βιώσιμη μεσαία τάξη στις δεκαετίες που έρχονται.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Περί “Πολλαπλασιαστή” , Του Αντώνη Π. Ντρέκου

1. «‘…..‘Πολλαπλασιαστής είναι ο αριθμός επί τον οποίο πρέπει να
πολλαπλασιάσουμε την μεταβολή της επένδυσης για
να έχουμε την εξ΄ αυτής προκληθείσα μεταβολή του
εισοδήματος’’.

Με μια σειρά εξαιρετικά απλών υπολογισμών, ο Samuelson καταλήγει στο ίδιο σχεδόν αποτέλεσμα για τον πολλαπλασιαστή με εκείνο του Keynes.
Με κοινή τη λογική παραδοχή ότι η οριακή ροπή προς κατανάλωση είναι 2/3 , οδηγείται και αυτός στο συμπέρασμα ότι ο πολλαπλασιαστής είναι 3 (1 ως προϊόν της πρωτογενούς δαπάνης συν 2 ακόμα από τις δευτερογενείς
επαναληπτικές δαπάνες κατανάλωσης).
Στην περίπτωση, όμως, που η οριακή ροπή προς κατανάλωση κινείται στα επίπεδα των ¾, ο Samuelson ανεβάζει τον πολλαπλασιαστή του στο 4.
Υπενθυμίζουμε εδώ ότι λίγο πριν είχαμε σημειώσει πως και ο Keynes θεωρούσε ότι η οριακή ροπή προς κατανάλωση ήταν απίθανο σε περιόδους ύφεσης να μην φτάνει ή και να ξεπερνά τα ¾…..»

2. «……Κάπου εδώ διακρίνεται και η πρώτη επισήμανση περί
δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή, ο οποίος έχει αναγορευθεί σε ένα από τα κυρίαρχα ζητούμενα της εφαρμοσμένης οικονομικής στις μέρες μας…
Αναφερόμαστε συγκεκριμένα σε έναν πολλαπλασιαστή, την ύπαρξη του οποίου είχαν προδιαγράψει τόσο ο Keynes όσο και – κυρίως- ο Samuelson, έχοντας θέσει στα επιστημονικά τους προτάγματα την αλληλουχία των συν-
δέσεων ανάμεσα στην ενεργό ζήτηση, στις επενδύσεις, στην απασχόληση, στις δημόσιες δαπάνες, στο εθνικό εισόδημα, στην φορολογική πολιτική κ.ο.κ

Αν και οι συζητήσεις περί της ύπαρξης και της λειτουργίας του ως άνω πολλαπλασιαστή έχουν ξεκινήσει εδώ και πολλά χρόνια, στη χώρα μας προκλήθηκε ιδιαίτερο ενδιαφέρον από τη στιγμή που ο επικεφαλής της ομάδας οικονομολόγων του ΔΝΤ Ολιβιέ Μπλανσάρ παραδέχθηκε σε
Έκθεσή του ότι στην ελληνική περίπτωση υποεκτιμήθηκε ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής κατά την φάση χάραξης του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής μας.

Ανώνυμος είπε...

(...συνεχεια)

Με τη χρήση του συγκεκριμένου όρου εννοούμε τις πολλαπλασιαστικές επιπτώσεις στο σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας από την εφαρμογή περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής είτε μέσω της μείωσης των δαπανών είτε μέσω της επιβολής νέων φόρων.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την ομολογία Μπλανσάρ, το ΔΝΤ υπολόγισε τον πολλαπλασιαστή στα επίπεδα του 0,5 ενώ οι νεώτερες εκτιμήσεις του, με βάση το πρακτικό αντίκρισμα του σχετικού προγράμματος, τον ανεβάζουν στο διπλάσιο (σίγουρα) ή και στο τριπλάσιο ( πιθανότατα), προσδιορίζοντας το εύρος διακύμανσής του μεταξύ του 0,9 και του 1,7…

Παραδέχονται, με άλλα λόγια, ότι η επιβληθείσα πολιτική αποδείχθηκε ότι ήταν 2 έως 3 φορές δυσμενέστερη για την οικονομική ανάπτυξη ( με όσα γνωστά αυτό συνεπάγεται…) απ΄όσο αρχικά πίστεψαν.

Συνεπώς έχουμε γίνει μάρτυρες μιας σαφούς ( και συνειδητής κατά πολλούς) υποτίμησης βασικών αρχών της Οικονομικής Θεωρίας.
Προς επιβεβαίωση του ισχυρισμού μας αυτού, δεν θα επικαλεστούμε απλώς τις επιστημονικές αξιολογήσεις των κορυφαίων σύγχρονων οικονομολόγων, που αναφέραμε στο προηγούμενο κεφάλαιο.
Θα χρησιμοποιήσουμε δύο (2) μόνο από πολύ πρόσφατες επιστημονικές προσεγγίσεις επί του θέματος, οι οποίες είναι εντελώς αδύνατο να ερμηνευτούν ως ‘‘πηγές’’ αμφίβολης (έστω) σκοπιμότητας.

Η πρώτη προέρχεται από το προτελευταίο Δελτίο του Oxford Economics (Economic Outlook, Vol.37, issue 1), που υπολογίζει πως άν το πρόγραμμα βασιζόταν σε δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή, που θα εκινείτο στα πιο
μετριοπαθή επίπεδα της τελευταίας εκτίμησης του ΔΝΤ, δηλαδή στο 0,9 αντί του αρχικού 0,5, τότε η ύφεση θα περιοριζόταν στο μισό περίπου ενώ παράλληλα θα είχαν διασωθεί 300.000 θέσεις εργασίας, με το Έλλειμμα της
Γενικής Κυβέρνησης να είναι μόνο κατά 1,2% συγκριτικά μεγαλύτερο !….»

http://www.oe-.gr/oe/images/stories/pdfs/ekdoseis/OikXronika_May2013low3.pdf

ΥΓ Τακτοποιωντας το γραφειο μου βρηκα ενα ξεχασμενο βιβλιο που μας ειχαν μοιτρασει στο ΕΜΠ το ‘‘Οικονομική’’ (P.A. Samuelson – Εκδ.Παπαζήση, 1970) . Ξεφυλλιζοντας βρηκα την θεωρια περι πολλαπλασιαστή. Ψαχνονας να το βρω σε ηλεκτρονικη μορφη βρηκα αυτο το ωραιο αρθρο, μικρο αποσπασμα του οποιου παραθετω.

ΥΓ2 Συμπερασματα.

Αν τα τελευταια 5 ετη
1. οι επενδυσεις ειχαν αυξηθει κατα 2,5 δις με πολλαπλασιαστη 3 το ΑΕΠ θα αυξανοταν κατα 7,5 δις ετησιως

2. Αν το πρόγραμμα λιτοτητας βασιζόταν σε δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή, που θα εκινείτο στα πιο μετριοπαθή επίπεδα της τελευταίας εκτίμησης του ΔΝΤ, δηλαδή στο 0,9 αντί του αρχικού 0,5, τότε η ύφεση θα περιοριζόταν στο μισό .



YΓ2 ο αρθρο Περί“Πολλαπλασιαστή”, Του Αντώνη Π. Ντρέκου βρισκεται στα Οικονομικα Χρονικα Διμηνιαία έκδοση | Μάϊος-Ιούνιος 2013, Αρ. Φύλλου1
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΟΕΕ)

http://www.metarithmisi.gr/imgAds/epikentro_1.gif

Αναγνώστες