Του Γιώργου Σιακαντάρη, ΝΕΑ, 26.4.12
Είναι αρκετοί αυτοί που αγωνιούν για το αποτέλεσμα που θα καταγράψουν τα δύο μεγάλα κόμματα στις προσεχείς εκλογές. Αλλοι αγωνιούν γιατί δεν θέλουν να καταρρεύσει ο κορμός της ελληνικής Kεντροαριστεράς και Kεντροδεξιάς, άλλοι γιατί δεν θέλουν η χώρα να μείνει ακυβέρνητη στο μέσον μιας θύελλας, οι δε κομματικοί μηχανισμοί αγωνιούν για το μέλλον τους. Είναι όμως επίσης πολλοί αυτοί που επιθυμούν την κατάρρευση των δύο κομμάτων. Επειδή αυτά που προσέφεραν τα δύο μεγάλα κόμματα δεν μπορούν πλέον να εξακολουθήσουν να τα παρέχουν, οι πολίτες στρέφονται πλέον από τον υπαρκτό λαϊκισμό του δικομματισμού στον ουτοπικό των κομμάτων της δημοκρατικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς και της Ακροδεξιάς.
Ο υπαρκτός λαϊκισμός του δικομματισμού και κυρίως του ΠΑΣΟΚ κατόρθωσε να δημιουργήσει μια μικρομεσαία κοινωνία εντάσσοντας στους κρατικούς μηχανισμούς τους μισούς Ελληνες, ενώ τους άλλους μισούς τους ενέταξε σε ένα σχήμα μικροϊδιοκτησίας διογκωμένο στον τριτογενή τομέα. Αυτό το σχήμα λειτουργούσε όσο υπήρχε φθηνό χρήμα.
Ο ουτοπικός λαϊκισμός υπόσχεται εκδίωξη των δανειστών, αλλά παραμονή των χρημάτων τους, υπόσχεται επιστροφή στην αφετηρία απ' όπου ξεκινήσαμε για να φθάσουμε εδώ. Τώρα ετοιμάζεται να πετάξει, έστω και σε έρημους τόπους. Αδιαφορεί πού θα πετάει, του αρκεί να πετάει. Αυτός ο τόσο υπαρκτά ουτοπικός λαϊκισμός εκμεταλλεύεται την κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών προς τα κόμματα όχι για να προτείνει ένα διαφορετικό μοντέλο σε νέες συνθήκες, αλλά για να προτείνει το ίδιο μοντέλο με θαυματουργή επιστροφή στις παλιές συνθήκες. Εκμεταλλεύεται την αποστροφή των πολιτών προς αυτούς που οδήγησαν τη χώρα έως εδώ, οι οποίοι όμως εφάρμοσαν αυτό που από τη μια πλευρά οι ίδιοι πολίτες θεωρούσαν προοδευτικό και αριστερό, αλλά και από την άλλη ένας ευρύτερος συνασπισμός μεγάλων και μικρομεσαίων συμφερόντων, ένας συνασπισμός εξουσίας πολιτικών, επιχειρηματιών, ανθρώπων της γνώσης και του πνεύματος θεωρούσε το πιο κατάλληλο μέσο για τη διατήρηση της εξουσίας του και την αναπαραγωγή των προνομίων του. Αυτός ο συνασπισμός εξουσίας πέτυχε να ηγεμονεύσει υποβαθμίζοντας την παροχή των δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών, στο όνομα μάλιστα της «καθαρής» Αριστεράς.
Μετατρέψαμε έτσι τη σύγκρουση για τον περιορισμό των ανισοτήτων σε σύγκρουση μεταξύ λιγότερο και περισσότερο προνομιούχων. Αυτό το σύστημα γέννησε τους ήρωες και τα ιδανικά τους, χλιδή στο όνομα των μη προνομιούχων, καταδίκη των μεταρρυθμίσεων Σημίτη και Γιαννίτση στο όνομα της σοσιαλιστικής καθαρότητας και της προσωπικής βρωμιάς. Ακραίο παράδειγμά του ήταν ο Ακης.
Σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στην Ελλάδα, στη μεταπολεμική Ευρώπη συγκροτήθηκαν δύο - κατά βάση σοσιαλδημοκρατικά, αλλά όχι μόνο - μοντέλα πρόνοιας.
- Το γερμανικό, το γαλλικό και μερικών άλλων χωρών της ηπειρωτικής Ευρώπης εστίασε στη διατήρηση μιας σταθερής αγοράς εργασίας, που εξασφάλιζε την παραμονή σε αυτήν σε όσους κατόρθωναν να ενταχθούν. Προσφέρονταν καλές αμοιβές και συνθήκες εργασίας για τους απασχολουμένους και στηριζόταν η παραγωγική δραστηριότητα του ίδιου του κράτους. Η προστασία της εργασίας ήταν το σήμα κατατεθέν του. Παραλλαγή αυτού του μοντέλου ήταν εκείνο που έκτισαν έως το 1980 οι βρετανοί Εργατικοί.
- Το άλλο μοντέλο ήταν της σκανδιναβικής Σοσιαλδημοκρατίας, η οποία έμεινε μακριά από κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα και εστίασε στην οικοδόμηση ενός υπερανεπτυγμένου συστήματος υπηρεσιών στην Υγεία, την Παιδεία, την ασφάλεια, τις δημόσιες συγκοινωνίες, με πόρους που αντλούσε από την υψηλή και αναλογική φορολόγηση.
Στην Ελλάδα είχαμε ένα υβρίδιο όλων αυτών. Στο όνομα των δημόσιων αγαθών μοιράζαμε επιδόματα, τα οποία οι δικαιούχοι ήταν αναγκασμένοι να διαθέτουν στον ιδιωτικό τομέα της Υγείας και της Παιδείας, όπου οι έλληνες πολίτες ξοδεύουν πάνω από το μισό τους εισόδημα. Αντί να στηθούν δωρεάν δημόσιες υπηρεσίες, στήθηκαν κρατικές βιομηχανίες, οι οποίες περισσότερο λειτουργούσαν ως αντίρροπη τάση στη μείωση των ιδιωτικών ποσοστών κέρδους, παρά ως προστάτες και παραγωγοί των δημόσιων αγαθών.
Θέλω να ελπίζω ότι, τουλάχιστον, στο μετεκλογικό ΠΑΣΟΚ θα συζητήσουν πώς μπορούμε να αλλάξουμε το μοντέλο πρόνοιας και παραγωγής μας και όχι πώς θα διατηρηθούν αλώβητοι οι κομματικοί μηχανισμοί και οι ιδεοληψίες τους. Αν δεν το κάνουν, αν στηριχτούν και στηρίξουν τους κομματικούς μηχανισμούς, τότε η κοινωνία αργά ή γρήγορα θα αναγκασθεί να ανακαλύψει άλλους, οι οποίοι θα διαμορφώσουν ένα πραγματικό μοντέλο κράτους πρόνοιας και ένα σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.
Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Οι μεγάλες απουσίες» από τις εκδ. Πόλις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου