Του Π.Κ. Ιωακειμίδη, NEA, 30.3.12
Πέρασε λοιπόν η κρίση στην ευρωζώνη; Αρκετοί στην ΕΕ υποστηρίζουν ότι η δεινή κρίση χρέους και αξιοπιστίας που βίωσε η ευρωζώνη τα τελευταία χρόνια (με αφετηρία το ελληνικό πρόβλημα) έχει φθάσει λίγο - πολύ στο τέλος της. Η σχετική ηρεμία στις χρηματοπιστωτικές αγορές τις τελευταίες εβδομάδες, η μείωση των spreads και των επιτοκίων δανεισμού, η διαφαινόμενη εξομάλυνση της κατάστασης και η άρση της αβεβαιότητας για ορισμένες ευπαθείς χώρες-μέλη και κυρίως για την Ιταλία (μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Μ. Μόντι) συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι η κρίση έχει τεθεί υπό έλεγχο. Ορισμένες χώρες και κυρίως η Γερμανία θεωρούν ότι η πολιτική πειθαρχίας και αυστηρής λιτότητας που εφαρμόστηκε οδήγησε σ' αυτό το θετικό αποτέλεσμα και ως εκ τούτου η πολιτική αυτή πρέπει να συνεχισθεί. Μια άλλη άποψη όμως λέει ότι υπάρχει όντως κάποια ανάπαυλα στην κρίση, αυτή όμως δεν συνιστά έξοδο από την κρίση
και δεν έχει μεγάλη σχέση με την πολιτική πειθαρχίας (όσο αναγκαία και αν ήταν αυτή) αλλά κυρίως με τον ρόλο που διαδραμάτισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) μετά την ανάληψη της ηγεσίας της από τον Μάριο Ντράγκι. Ειδικότερα, η απόφαση της ΕΚΤ να παράσχει σχεδόν απεριόριστη ρευστότητα στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα (μέσω ειδικού προγράμματος - LTRO) υπήρξε ο καταλυτικός παράγοντας που οδήγησε στη σχετική νηνεμία τις αγορές.Ωστόσο οι δομικού χαρακτήρα λόγοι για την κρίση παραμένουν και συνεπώς η κρίση μπορεί να προσλάβει ξανά την αιχμηρή της έκφραση ανά πάσα στιγμή (ήδη εκδηλώνονται ανησυχίες για την Ισπανία). Επισημαίνεται συναφώς ότι η ευρωζώνη έχει αναπτύξει ορισμένα μέσα και μηχανισμούς (οικονομική διακυβέρνηση) για την πρόληψη και διαχείριση κρίσεων (το πακέτο κανονισμών και μέτρων γνωστό ως six pack, τα ταμεία χρηματοδοτικής στήριξης EFSF/ESM) και νέα συνθήκη για την εμπέδωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, όπως τη νέα διακυβερνητική συνθήκη για το δημοσιονομικό σύμφωνο κ.ά., αλλά όλα αυτά τα μέτρα είναι ατελή και ανεπαρκή. Η νέα συνθήκη π.χ. για το δημοσιονομικό σύμφωνο φαίνεται τώρα ότι θα αντιμετωπίσει οξύτατα προβλήματα στη διαδικασία επικύρωσης που ίσως οδηγήσουν στην εγκατάλειψή της. Η Ιρλανδία παραπέμπει την επικύρωση της συνθήκης για δημοψήφισμα και είναι γνωστή η αρνητική κατάληξη παρεμφερών δημοψηφισμάτων στη χώρα αυτή. Προβλήματα επικύρωσης ανακύπτουν όμως και σε άλλες χώρες-μέλη, όπως την Ολλανδία, αλλά ακόμη και στη Γερμανία, όπου απαιτείται η στήριξη της αντιπολίτευσης για να περάσει από το Κοινοβούλιο (Bundestag). Αρκετοί εκτιμούν ότι απόρριψη της συνθήκης (τυπικά μπορεί να τεθεί σε ισχύ εάν επικυρωθεί από δώδεκα χώρες-μέλη) θα προκαλέσει αναταραχή και αβεβαιότητα, στοιχεία που θα οξύνουν την κρίση. Από την άλλη μεριά, ο Μόνιμος Μηχανισμός Στήριξης (ESM) που έχει αποφασισθεί και θα αρχίσει να λειτουργεί από την 1η Ιουλίου διαθέτει ανεπαρκείς πόρους (500 δισ. ευρώ) για την αποτελεσματική στήριξη και τη διαχείριση μιας ενδεχόμενης όξυνσης της κρίσης σε χώρες όπως η Ιταλία ή Ισπανία. Και παρά τις πιέσεις για την ενίσχυση των πόρων, η Γερμανία αρνείται κάτι τέτοιο, αν και τελικά φαίνεται ότι θα υποχωρήσει και θα τη δεχθεί την ενίσχυση έστω σε προσωρινή βάση.
Πέρα απ' αυτά τα επιμέρους, υπάρχει και η μεγάλη εικόνα του συστήματος της ευρωζώνης. Και αυτή παραμένει πέρα για πέρα ελλειμματική. Με άλλα λόγια, παρά την οποιαδήποτε πρόοδο, η ευρωζώνη παραμένει κατά βάση μια νομισματική ένωση. Η οικονομική διακυβέρνηση που έχει μέχρι στιγμής σχεδιασθεί δεν οδηγεί στην οικονομική, δημοσιονομική και τελικά πολιτική ένωση, ως τα απαραίτητα στοιχεία για την οριστική θωράκιση του συστήματος της ΟΝΕ. Αλλά είναι ενδιαφέρον ότι ακόμη και οι Γερμανοί έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν τα ελλείμματα αυτά και το γεγονός ότι η ευρωζώνη και η ΕΕ γενικά δεν μπορούν να βγουν οριστικά από την κρίση απλά και μόνο μέσα από την πολιτική πειθαρχίας και λιτότητας. Είναι εξόχως χαρακτηριστικό ότι η Γερμανία επαναφέρει κάπως δειλά την ιδέα του Ευρωπαϊκού Συντάγματος ως του πλαισίου για την ουσιαστική εμβάθυνση της ενοποίησης με την οικοδόμηση της οικονομικής και πολιτικής ένωσης σε περισσότερο δημοκρατικές βάσεις. Το ζήτημα της δημοκρατικής νομιμοποίησης προσλαμβάνει ολοένα και οξύτερο χαρακτήρα στην ΕΕ.
Η κρίση επομένως στην ευρωζώνη μπορεί να έχει υποχωρήσει σε οξύτητα και ένταση αλλά τα διαρθρωτικά ελλείμματα ανισορροπίας του συστήματος παραμένουν και ανά πάσα στιγμή μπορούν να οδηγήσουν σε νέα όξυνση. Ωστόσο, ανεξάρτητα από την ευρωζώνη, η ένταση της κρίσης στην Ελλάδα δεν έχει περάσει. Μπορεί να έχουν δημιουργηθεί ορισμένες ευνοϊκές προϋποθέσεις (με τις πρόσφατες αποφάσεις, απομείωση του χρέους κ.λπ.) αλλά μόνο με την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων μπορεί να διασφαλισθεί ότι η χώρα θα βγει κάποια στιγμή από την κρίση. Και οι μεταρρυθμίσεις απαιτούν χρόνο και κυρίως χαλύβδινη πολιτική αποφασιστικότητα. Οι επερχόμενες εκλογές θα προσδιορίσουν την αποφασιστικότητα και την έντασή της...
Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μέλος του ΔΣ του ΕΛΙΑΜΕΠ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου