Του Γιώργου Σιακαντάρη, www.bookpress.gr
Για το τρίτο μέρος της τριλογας του John Evans για τον ναζισμό,
"Το Γ' Ράιχ στον πόλεμο" (μτφρ. Ελένη Αστερίου, εκδ. Αλεξάνδρεια).
Στις 27 Ιανουαρίου συμπληρώθηκαν 70
χρόνια από την απελευθέρωση του στρατοπέδου του Άουσβιτς- Μπιρκενάου,
φρικτού τόπου εξόντωσης 1,5 εκατ. Εβραίων και άλλων αιχμαλώτων. Στην
τελετή που έγινε στον τόπο μαρτυρίου, στο Μουσείο Άουσβιτς παραβρέθηκαν
περίπου 300 επιζώντες του στρατοπέδου και συγγενείς τους. Στον εορτασμό
των 60 ετών παρευρέθηκαν σχεδόν 1500 επιζώντες. Επειδή οι επιζώντες
λιγοστεύουν, τέτοια βιβλία όπως η τριλογία του Έβανς για την ιστορία του
Γ' Ράιχ είναι εδώ για να μας θυμίζουν το καθήκον της ανθρωπότητας στον
εαυτό της, που είναι η αιώνια και αταλάντευτη, χωρίς «αναθεωρητισμούς»,
καταδίκη του αντισημιτισμού και κάθε είδους ρατσισμού και εθνικισμού. O Sir Richard John Evans είναι Καθηγητής
Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Cambridge και πρόεδρος του Wolfson
College. Είναι ιδιαίτερα γνωστός για τις έρευνές του σχετικά με την
ιστορία της Γερμανίας του Τρίτου Ράιχ , αλλά και αυτής της συγκρότησης
του γερμανικού έθνους κατά τον 19ο και τον 20ο αιώνα. Ξεκίνησε την
επιστημονική του καριέρα στη δεκαετία του 70 εντασσόμενος ταυτόχρονα
στην τότε Νέα Αριστερά. Πνευματικός μέντοράς του είναι ο μεγάλος
ιστορικός Έντουαρντ Καρ, ενώ επηρεάστηκε εντονότατα και από τη σχολή των
Annales. Με την ιστορία του ναζιστικού φαινομένου αποφάσισε να
ασχοληθεί όταν, φοιτητής ακόμη, διέκρινε παραλληλισμούς μεταξύ του
ιμπεριαλιστικού πολέμου στο Βιετνάμ με τις πηγές του γερμανικού
ιμπεριαλισμού.
Δεν μπορεί κανείς να γράφει την πραγματική ιστορία, αν δεν χρησιμοποιεί πηγές και από την καθημερινή ζωή. Γράμματα, απομνημονεύματα, επιστολές, συνομιλίες απλών πολιτών αποτελούν το υλικό που συνθέτει την κάθε δική του ιστορική αφήγηση.
Από τη δεκαετία του 70, ως μέλος μιας
ομάδας νεαρών βρετανών ιστορικών, άρχισε να εξετάζει την αυτοκρατορική
περίοδο της γερμανικής ιστορίας, όπως αυτή αναπτύσσονταν «από τα κάτω»
(grass ruts). Ήταν υποστηρικτής μιας αντίληψης για την ιστορία η οποία
τονίζει το ρόλο τής «από τα κάτω ανάπτυξης της πολιτικής μέσα από την
καθημερινή ζωή των ανθρώπων και των εμπειριών των ανθρώπων». Γι’ αυτό
και υποστηρίζει ότι δεν μπορεί κανείς να γράφει την πραγματική ιστορία
αν δεν χρησιμοποιεί πηγές και από την καθημερινή ζωή. Γράμματα,
απομνημονεύματα, επιστολές, συνομιλίες απλών πολιτών αποτελούν το υλικό
που συνθέτει τις δικές του ιστορικές αφηγήσεις.
Στη δεκαετία του 80 το πάθος του
ιστορικού συναντήθηκε με το πάθος του πολιτικά δρώντος. Αυτό τον οδήγησε
στο να παίξει σημαντικό ρόλο στην περίφημη «διαμάχη των ιστορικών». Ο
Έβανς είναι επίσης ένας πολιτικός ακτιβιστής που δεν δίστασε να
καταθέσει ως ειδικός μάρτυρας-αναλυτής στη δίκη που έγινε μετά τη μήνυση
της ιστορικού Deborah Lipstadt κατά του David Irving, του κατ’ ουσία
αρνητή του Ολοκαυτώματος.
Ο παρουσιαζόμενος εδώ τόμος «Το Τρίτο
Ράιχ στον πόλεμο» αποτελεί το τρίτο μέρος (2008) μιας τριλογίας. Ο
πρώτος έχει τίτλο «Η έλευση του Τρίτου Ράιχ» (2003), ο δεύτερος τόμος
«Το Τρίτο Ράιχ στην εξουσία» (2005). Οι τρείς τόμοι προσφέρονται στους
Έλληνες αναγνώστες από τις Εκδόσεις Αλεξάνδρεια σε εξαιρετικές
μεταφράσεις.
Η έναρξη του Πολέμου
Ο Έβανς ξεκινά την συναρπαστική αφήγησή
του με τη διπλή εισβολή στην Πολωνία. Διπλή γιατί με το Σύμφωνο Μολότωφ-
Ρίμπεντροπ (24 Αυγούστου 1939) η Γερμανία και η Σοβιετική Ρωσία είχαν
ήδη μοιράσει τα εδάφη και τις τύχες του πολωνικού λαού. Μια τύχη που η
πολωνική κυβέρνηση είχε αφήσει στη διάθεση της αγγλογαλλικής βοήθειας, η
οποία δεν ήρθε ποτέ.

Στη 1 Σεπτεμβρίου 1939 ξεκίνησε η
γερμανική εισβολή. Η σοβιετική ξεκίνησε στις 17 Σεπτεμβρίου. Η
γκαιμπελική προπαγάνδα παρουσίαζε την εισβολή ως αναπόφευκτη, επειδή
δήθεν οι Πολωνοί είχαν αρχίσει μια γενοκτονία κατά των εθνοτικά Γερμανών
που ζούσαν στη χώρα. Η αντίληψη του Χίτλερ για τους Πολωνούς ήταν ότι
«αυτοί ήταν μάλλον ζώα παρά άνθρωποι». Τους αντιμετώπισε χειρότερα από
ζώα. Στην καλύτερη περίπτωση ως δεξαμενή εργατικού δυναμικού ή με τη
δήμευση των περιουσιών τους, μέχρι τις μαζικές εκτελέσεις, που δεν
βρήκαν προηγούμενο σε καμιά άλλη χώρα της Ευρώπης που κατέκτησαν.
Μεγάλες περιοχές του πολωνικού κράτους προσαρτήθηκαν απευθείας στο
γερμανικό Ράιχ και η υπόλοιπη Πολωνία που έγινε γνωστή ως «Γενική
Κυβέρνηση» τέθηκε υπό την απόλυτη εξουσία του Χανς Φράνκ. Εδώ
λειτούργησαν και τα μεγαλύτερα στρατόπεδα εξόντωσης των Εβραίων, αλλά
και όλων των άλλων ομάδων ειδικών κατηγοριών και άλλων εθνοτήτων.
Η αντίληψη του Χίτλερ για τους Πολωνούς ήταν ότι «αυτοί ήταν μάλλον ζώα παρά άνθρωποι». Τους αντιμετώπισε χειρότερα από ζώα.
Ειδικά σκληρή μεταχείριση επιφύλαξαν
χιτλερικοί και σταλινικοί στην πολωνική διανόηση. Οι ναζιστές πριν τον
πόλεμο είχαν έτοιμη μια λίστα 60.000 Πολωνών διανοούμενων τους οποίους
έπρεπε να εξοντώσουν. Οι σοβιετικοί έκαναν το ίδιο στο Κάτυν. Οι
εκτελέσεις μόνο την περίοδο της γερμανικής εισβολής υπολογίζονται να
έφτασαν και τις 27.000. Ενώ και οι δύο κατακτητές επέβαλλαν μια πολιτική
που είχε ως στόχο της να εκριζώσει την πολωνική εθνική κουλτούρα.
Στα προσαρτημένα πολωνικά εδάφη ξεκίνησε
αμέσως η διαδικασία εκγερμανισμού του πληθυσμού και στη Γενική
Κυβέρνηση ξεκίνησε η εφαρμογή της νέας φυλετικής τάξης πραγμάτων. Ο
αξιωματικός του γερμανικού στρατού Βιλμ Χόζενφελντ καταγράφει «πόσο
σκληρά, χωρίς έλεος» φέρονταν οι συμπατριώτες του στους Πολωνούς. Ο
Έβανς δεν αφήνει στο απυρόβλητο τη συμπεριφορά των απλών Γερμανών.
Αντίθετα με όσους κατηγορούν για βαναυσότητα μόνο τις ναζιστικές Ομάδες
Δράσης, αυτός υποστηρίζει ότι στην αρχή η μεγάλη μάζα του γερμανικού
λαού υποστήριζε τον πόλεμο και τις διώξεις.

Πριν όμως από τους Εβραίους είχε αρχίσει
η μαζική φυσική εξόντωση εκείνων των οποίων, σύμφωνα με το ναζισμό
ζούσαν μια «ζωή που δεν αξίζει κανείς να ζει». Αυτοί ήταν οι ψυχικά
ασθενείς, οι ανάπηροι, οι τσιγγάνοι. Η πρώτη χρήση των αερίων αφορούσε
αυτές τις ομάδες. «Ο Χίτλερ, υποστηρικτής των ακραίων θεωριών ευγονικής,
πίστευε πως η εξασφάλιση της στρατιωτικής αποτελεσματικότητας της
Γερμανίας περνούσε και μέσα από την εξάλειψη των «εκφυλισμένων» της
αλυσίδας κληρονομικότητας. Η ζωή τους δεν άξιζε, γι’ αυτό και δεν ήταν
έγκλημα να εξαλειφθούν. Η ναζιστική ευγονική ξεκίνησε με τη στείρωση από
το ΄33 μέχρι την έναρξη του πολέμου 360.000 ανθρώπων. Ήδη από τον
Οκτώβριο του 39 ο Χίτλερ είχε εκδώσει διαταγή για τη θανάτωση των ψυχικά
και διανοητικά ασθενών. Από τον Μάρτιο του 41 καταργήθηκε το επίδομα
τέκνου για τα παιδιά με σωματικές αναπηρίες και μετά από τον Σεπτέμβριο
του ίδιου έτους αυτά τα παιδιά πήγαιναν υποχρεωτικά σε «ειδικά κέντρα».
Σε κέντρα θανάτωσης, όπου τα άφηναν να πεθάνουν από πείνα ή χορηγούσαν
υπερβολική δόση υπνωτικών στην τροφή τους.
Σ’ αυτό το πρόγραμμα θανάτωσης παιδιών
με αναπηρίες και ψυχικά πασχόντων συμμετείχαν ενεργά γιατροί και
νοσοκόμοι. Δυστυχώς, όπως αναφέρει ο Έβανς, όχι μόνο γιατί ήσαν
υποχρεωμένοι, αλλά και γιατί από μια στιγμή και ύστερα γι’ αρκετούς απ’
αυτούς ήταν προφανές ό,τι σε καιρούς πολέμου η υποχρεωτική ευθανασία
ήταν ένα μέσο για την κάθαρση του έθνους.
Πάντως η προτεσταντική και η καθολική εκκλησία, αλλά και κάποιοι δικαστικοί λειτουργοί αντιτάχθηκαν σθεναρά σ’ αυτό το αίσχος και κατόρθωσαν να το σταματήσουν μέσα στο 41. Οι εκκλησίες όμως δεν αντιτάχθηκαν το ίδιο σθεναρά στην εξόντωση των Εβραίων.
Ο ναζισμός δεν εκπλήσσει με τίποτα, ούτε
έχει όρια η απανθρωπιά του, αλλά από μια στιγμή και ύστερα οι μαρτυρίες
που τόσο ανάγλυφα παραθέτει ο συγγραφέας δείχνουν ότι απάνθρωπο γίνεται
όχι μόνο το πολιτικό σύστημα του ναζισμού, αλλά και οι άνθρωποι που
ζουν σ’ αυτό. Βεβαίως, το βασικό κριτήριο για τη θανάτωση αυτών των
ομάδων ήταν οικονομικό, αν δηλαδή ο ασθενής μπορούσε ή όχι να
συμμετάσχει σε παραγωγική εργασία. Πάντως η προτεσταντική και η καθολική
εκκλησία, αλλά και κάποιοι δικαστικοί λειτουργοί αντιτάχθηκαν σθεναρά
σ’ αυτό το αίσχος και κατόρθωσαν να το σταματήσουν μέσα στο 41. Οι
εκκλησίες όμως δεν αντιτάχθηκαν το ίδιο σθεναρά στην εξόντωση των
Εβραίων. Αλλά και ο Χίτλερ πήρε το μάθημά του και ποτέ δεν εξέδωσε
διαταγή για την εξόντωση των Εβραίων. Αυτό που έγινε, πραγματοποιούνταν
ως μια φυσική εξέλιξη των αρχών του ναζισμού.

Αφού οι Χίτλερ - Στάλιν είχαν «κουραστεί» να πλέκουν ο ένας το εγκώμιο του άλλου, ο Χίτλερ διατάζει τα στρατεύματά του να εισβάλλουν στις 22 Ιουνίου του 41 στη Σοβιετική Ένωση.
Αφού οι Χίτλερ - Στάλιν είχαν
«κουραστεί» να πλέκουν ο ένας το εγκώμιο του άλλου, ο Χίτλερ διατάζει τα
στρατεύματά του να εισβάλλουν στις 22 Ιουνίου του 41 στη Σοβιετική
Ένωση. Ο σοβιετικός στρατός αιφνιδιασμένος και αποστελεχωμένος, λόγω των
εκκαθαρίσεων στους κόλπους του, δέχεται το τεράστιο κτύπημα και
υποχωρεί καθαρά. Η πρώτη εντύπωση, η οποία θα αποδειχτεί όχι μόνο
λανθασμένη, αλλά θα οδηγήσει και σε στρατηγικά λάθη, είναι πως μέχρι την
έναρξη του ρωσικού χειμώνα όλα θα έχουν τελειώσει υπέρ της Γερμανίας.
Οι ναζί είναι αδίστακτοι, δεν κρατούν αιχμαλώτους, σκοτώνουν τους
περισσότερους από αυτούς. Υπολογίζεται πως σχεδόν το 58% των σοβιετικών
αιχμαλώτων πέθαναν. Οι θάνατοι των αιχμαλώτων «ήταν άμεση συνέπεια των
ναζιστικών φυλετικών δογμάτων, που ασπάζονταν η συντριπτική πλειοψηφία
των Γερμανών αξιωματικών» (σελ. 185).
Ο
Χίτλερ όμως ζήλεψε τη «δόξα» του Ναπολέοντα και έκανε το ένα λάθος μετά
το άλλο. Τη στιγμή που ο Στάλιν επανακαθόρισε την τακτική του κάνοντας
πατριωτική στροφή, ο Χίτλερ εστίασε αρχικά στη στρατιά του Νότου και
μετά στράφηκε στη Μόσχα. Τα πράγματα όμως είχαν αλλάξει. Ο στρατάρχης
Ζούκοφ αναλαμβάνει πρωτοβουλίες που ανατρέπουν τα σχέδια των Γερμανών
στρατηγών. Ο Χίτλερ αναλαμβάνει ο ίδιος τη στρατιωτική διοίκηση, χωρίς
να πατάει στο μέτωπο. Τον Ιανουάριο του 42 οι Γερμανοί λύουν την
πολιορκία της Μόσχας. Η πρώτη πράξη της τύχης του πολέμου, η οποία
σύμφωνα με τον Έβανς αποφασίστηκε στο Ανατολικό Μέτωπο, είχε αρχίσει.
Η τελική λύση
Είμαστε όμως πολύ μακριά από το τέλος
του. Την ίδια περίοδο των πρώτων ηττών ξεκινά και το σχέδιο της τελικής
λύσης. Ένα σχέδιο που το είχε «προβλέψει» ο Χίτλερ στις 30 Ιανουαρίου
του 39, όταν παραληρώντας υποστήριζε ότι αν οι Εβραίοι προκαλέσουν
πόλεμο, τότε θα εξοντωθούν. «Προφητεία» που επαναλαμβάνεται στις 25
Οκτωβρίου του 41, όταν ο γερμανικός στρατός του βρίσκεται ήδη σε δύσκολη
θέση στη Σοβιετική Ένωση. Ποτέ δεν υπήρξε γραπτή διαταγή για την
εξόντωση των Εβραίων, αλλά «οι μαζικοί φόνοι των Εβραίων της Ανατολικής
Ευρώπης εξέφραζαν πάνω απ’ όλα τις επιθυμίες και τις πεποιθήσεις τις
οποίες ο Χίτλερ είχε διατυπώσει επανειλημμένα δημοσίως και κατ’ ιδίαν
στη διάρκεια αυτών των μηνών» (σελ 240).

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου